Σύμφωνα με τα όσα διακινεί ο ΣΥΡΙΖΑ για τη συνάντηση Τσίπρα - Λούλα, οι δυο τους «συνομίλησαν για την κυβερνητική εμπειρία των αριστερών και προοδευτικών δυνάμεων στην Ελλάδα και στη Βραζιλία» και συμφώνησαν ότι ο σημερινός τους αγώνας «ενάντια στη δεξιά και ακροδεξιά» έχει τόση σημασία όσο αυτός που έδωσαν «ενάντια στις πολιτικές λιτότητας και στη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση» τις προηγούμενες δεκαετίες. Ισως να αντάλλαξαν τεχνογνωσία για το πώς οι σοσιαλδημοκρατικές κυβερνήσεις στη Βραζιλία έδωσαν νέα προνόμια στο κεφάλαιο, προχώρησαν σε φοροαπαλλαγές και κίνητρα, παραπέρα ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων, «προοδευτικές» ιδιωτικοποιήσεις με τις οποίες συναγωνίζονται τις «νεοφιλελεύθερες» σε λιμάνια, αυτοκινητόδρομους, αεροδρόμια, εκμετάλλευση πετρελαιοπηγών, προκαλώντας μεγάλες λαϊκές αντιδράσεις. Κι όλα αυτά λίγο πριν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ φέρει νέα βάρβαρα μνημόνια, νόμους Βρούτση - Αχτσιόγλου για τους μισθούς, υπερταμεία κ.ο.κ. Ισως πάλι ο ένας να έλεγε για το πώς αναβάθμισε τη θέση του βραζιλιάνικου κεφαλαίου σε μια σειρά ιμπεριαλιστικές ενώσεις, τύπου BRICS, και ο άλλος για το πώς έκλεινε τα «ντιλς» με τον «διαβολικά καλό» Τραμπ. Οσο για την «ακροδεξιά» και πώς της «έφραξαν τον δρόμο»; Οι μεν «έστρωσαν χαλί» στον ακροδεξιό Μπολσονάρο, οι δε συγκυβερνούσαν με τον ακροδεξιό Καμμένο και υπέγραφαν τα κατάπτυστα κείμενα της ΕΕ για την εξίσωση κομμουνισμού - φασισμού. Χώρια η βαθιά συντηρητικοποίηση που έσπειραν, καλλιεργώντας τη λογική ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική» στο σάπιο σύστημα που υπηρετούν. Τόσο «φρέσκες» είναι λοιπόν οι ξινισμένες σούπες των τάχα «προοδευτικών» αστικών κυβερνήσεων και τόση η ...ελπίδα που δίνουν στους λαούς.
Αλλαγές στον σκοπό και στη χρηματοδότηση της Παγκόσμιας Τράπεζας εισηγείται έγγραφο που αποκάλυψε το «Reuters». Το πιο ενδιαφέρον είναι το αιτιολογικό με το οποίο προτείνονται μέτρα, όπως η αύξηση κεφαλαίου της «Διεθνούς Τράπεζας Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης». Οπως λέει το ΔΝΤ, το ταμείο αυτό «σχεδιάστηκε για μια κρίση μεσαίου μεγέθους ανά δεκαετία και όχι για πολλαπλές, επικαλυπτόμενες κρίσεις», συμπεριλαμβανομένων της πανδημίας COVID-19, του πολέμου στην Ουκρανία και των επιπτώσεων από την επιτάχυνση της κλιματικής αλλαγής, ενώ «οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο κόσμος απαιτούν μια τεράστια ενίσχυση της υποστήριξης της διεθνούς κοινότητας». Αν διαβάσει κανείς «ανάμεσα στις γραμμές», μπορεί να δει ότι τα όποια μέτρα παίρνονται χρόνια τώρα όχι μόνο δεν αντιμετωπίζουν το βασικό πρόβλημα της καπιταλιστικής οικονομίας, την τεράστια συσσώρευση κεφαλαίων που δεν βρίσκουν κερδοφόρες διεξόδους, αλλά στην πραγματικότητα θέτουν τις βάσεις για ακόμα μεγαλύτερα αδιέξοδα και οξύτερους ανταγωνισμούς. Κάπως έτσι η «κανονικότητα» της μίας καπιταλιστικής κρίσης ανά δεκαετία έγινε «επικαλυπτόμενες κρίσεις», τις οποίες με τον έναν ή τον άλλο τρόπο πληρώνουν πάντα οι λαοί.
29,5 εκατομμύρια δολάρια θα καταβάλει η «Google» για να «διευθετήσει» δύο διαφορετικές αγωγές στις ΗΠΑ, σχετικά με «παραπλανητικές πρακτικές παρακολούθησης τοποθεσίας». Οι αγωγές κατατέθηκαν σε δυο πολιτείες που κατηγορούν την εταιρεία ότι παρακολουθούσε τις τοποθεσίες των χρηστών χωρίς τη ρητή συγκατάθεσή τους. Τον περασμένο Νοέμβρη η «Google» είχε συμφωνήσει να πληρώσει 391,5 εκατομμύρια δολάρια για να συμβιβαστεί με 40 ακόμα πολιτείες των ΗΠΑ, προκειμένου να διατηρήσει πρόσβαση στα δεδομένα τοποθεσίας, που αποτελούν τον πυρήνα της ψηφιακής διαφήμισης του κολοσσού. Η είδηση έγινε γνωστή λίγες μόνο μέρες μετά την εξωδικαστική συμφωνία που πέτυχε η «Μeta», ιδιοκτήτρια του «Facebook», ύψους 725 εκατ. δολαρίων, για ομαδική αγωγή που κατατέθηκε το 2018 σχετικά με τη διαρροή δεδομένων της «Cambridge Analytica», όταν η εταιρεία είχε δώσει πρόσβαση στα προσωπικά δεδομένα περίπου 87 εκατ. χρηστών του «Facebook» χωρίς τη ρητή συγκατάθεσή τους! Για την ίδια υπόθεση, η «Facebook» είχε συμφωνήσει να πληρώσει 5 δισ. δολάρια μετά από έρευνα της Ομοσπονδιακής Επιτροπής Εμπορίου σχετικά με τις πρακτικές απορρήτου της πλατφόρμας. «Βρήκαν τον μπελά τους τα μονοπώλια των νέων τεχνολογιών», θα σκεφτούν όσοι ζητάνε να μπουν «όρια» στην ασυδοσία τους. Οι δικαστικές αποφάσεις όμως αποδεικνύουν το εντελώς αντίθετο: Μπροστά στα τεράστια κέρδη από την εκμετάλλευση των προσωπικών δεδομένων, οι εταιρείες αυτές δεν έχουν κανένα πρόβλημα να ρισκάρουν πρόστιμα μερικών εκατομμυρίων ή και δισεκατομμυρίων ευρώ, προϋπολογίζοντας πολλά περισσότερα κέρδη από την πώληση πολύτιμων στοιχείων των χρηστών σε διαφημιστικές εταιρείες, μονοπώλια, κυβερνήσεις, μυστικές υπηρεσίες κ.ά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου