Δεν πρόλαβε να «στεγνώσει το μελάνι»
του 4ου μνημονίου που ψήφισε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, με το οποίο
μεταξύ άλλων απελευθερώνονταν πλήρως οι ομαδικές απολύσεις, και το
Μονομελές Εφετείο Χαλκίδας, ανατρέποντας πρωτόδικη απόφαση, αποφάσισε
ότι οι ομαδικές απολύσεις στα «Τσιμέντα Χαλκίδας» δεν ήταν τελικά
άκυρες! Η Δικαιοσύνη δηλαδή αποφάνθηκε σε δεύτερο βαθμό ότι η πολυεθνική
«Lafarge», ιδιοκτήτρια των «Τσιμέντων Χαλκίδας», ήταν ελεύθερη να κάνει
όσες απολύσεις ήθελε.
Θυμίζουμε ότι η πολυεθνική είχε προσφύγει στο ΣτΕ και από εκεί στο Δικαστήριο της ΕΕ, αποσπώντας σχετική απόφαση τον περασμένο Δεκέμβρη. Το πνεύμα και το γράμμα αυτής της απόφασης ενσωμάτωσε άμεσα η κυβέρνηση στις διατάξεις του 4ου μνημονίου, πάνω στα οποία ήρθε τώρα να «κουμπώσει» η απόφαση του Εφετείου της Χαλκίδας.
Η απόφαση του Εφετείου, πέρα από την επίδραση στη συγκεκριμένη υπόθεση των «Τσιμέντων», επιβεβαιώνει ότι με την ψήφιση της διάταξης για τις ομαδικές απολύσεις στο 4ο μνημόνιο διαμορφώνεται μια νέα νομική πραγματικότητα για τις μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν «λυμένα τα χέρια» να απολύουν κατά βούληση. Φεύγει δηλαδή από τη μέση οποιοσδήποτε υποτυπώδης περιορισμός είχαν μέχρι τώρα οι επιχειρήσεις να απολύουν όσους και όποτε ήθελαν.
Το λέμε αυτό, γιατί και προηγουμένως η νομοθεσία
καθόλου δεν εμπόδιζε τις ομαδικές απολύσεις. Απλώς, έθετε ορισμένα όρια
στον αριθμό των εργαζομένων (5% και μέχρι 30 εργαζόμενους) που
μπορούσαν να απολύουν κάθε μήνα, όπως έγινε και στην περίπτωση των
«Τσιμέντων». Τώρα, με την κατάργηση της λεγόμενης «διοικητικής έγκρισης»
από τον εκάστοτε υπουργό Εργασίας, που ψήφισε η κυβέρνηση, ο ελάχιστος
αυτός περιορισμός στην πράξη παραμερίζεται και στη θέση του μπαίνει μια
τυπική και χωρίς ουσία «διαδικασία κοινοποίησης» των ομαδικών απολύσεων
από τις επιχειρήσεις προς το Ανώτατο Συμβούλιο Εργασίας (ΑΣΕ). Δηλαδή,
το ΑΣΕ μετατρέπεται σε απλό «τροχονόμο» των ομαδικών απολύσεων - πέραν
των ορίων που τυπικά συνεχίζουν να ισχύουν - που θα κάνουν οι μεγάλοι
επιχειρηματικοί όμιλοι.
Αυτή άλλωστε είναι και η ουσία τόσο των σχετικών Οδηγιών της ΕΕ για τις ομαδικές απολύσεις, όσο και της γνωμάτευσης - απόφασης του Δικαστηρίου της ΕΕ (ΔΕΕ), όπου κατέληξε η προσφυγή της «Lafarge» για τη νομιμοποίηση των ομαδικών απολύσεων. Χαρακτηριστικά το ΔΕΕ, στην απόφαση που εξέδωσε για την υπόθεση τον περασμένο Δεκέμβρη, σημείωνε: «Ούτε η Οδηγία 98/59, ούτε προηγουμένως η Οδηγία 75/129 περιορίζουν την ελευθερία του εργοδότη να επιλέξει εάν θα προβεί σε ομαδικές απολύσεις (...) δε θίγεται η ελευθερία του να επιλέξει εάν και πότε πρέπει να καταρτίσει σχέδιο ομαδικών απολύσεων», ενώ διευκρινίζεται ότι οι Οδηγίες αυτές απλώς «διασφαλίζουν (...) τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται σε περίπτωση τέτοιων απολύσεων».
Στο σκεπτικό μάλιστα της απόφασης, το ΔΕΕ τόνιζε: «Η πραγματική άσκηση της ελευθερίας εγκαταστάσεως εμπεριέχει (...) καταρχήν, τη δυνατότητα καθορισμού της φύσεως και του εύρους της οικονομικής δραστηριότητας (...) καθώς και, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας με το σημείο 65 των προτάσεών του, την ευχέρεια συρρικνώσεως, εν συνεχεία, ή ακόμη και παύσεως της δραστηριότητας αυτής και της λειτουργίας της προαναφερθείσας εγκαταστάσεως» (!)
Οταν βγήκε αυτή η κατάπτυστη απόφαση του ΔΕΕ,
η κυβέρνηση πανηγύριζε και συνειδητά παραπλανούσε τους εργαζόμενους,
αναπαράγοντας τους γνωστούς μύθους περί «ευρωπαϊκού κεκτημένου», τη
στιγμή μάλιστα που αποδεικνυόταν περίτρανα ότι στον πυρήνα αυτού του
«κεκτημένου» είναι η διαρκής ανατροπή των εργατικών δικαιωμάτων, με βάση
τα συμφέροντα και την «επιχειρηματική ελευθερία» του κεφαλαίου.
Στον αντίποδα, την επομένη ακριβώς της απόφασης του ΔΕΕ ο «Ριζοσπάστης» έγραφε πως «η πλήρης ελευθερία δράσης των επιχειρηματικών ομίλων, η μετεγκατάστασή τους στο ένα ή το άλλο κράτος - μέλος της ΕΕ, η ανάπτυξη δραστηριοτήτων ή ο περιορισμός τους, μέχρι και η παύση λειτουργίας μιας επιχείρησης και η μαζική απόλυση των εργαζομένων, όπως δηλαδή ζητούσε και η "Lafarge", είναι οι "ιερές αγελάδες" του "ευρωπαϊκού κεκτημένου". Με αυτές τις "επισημάνσεις" του ΔΕΕ έσπευσε να δηλώσει ότι θα "συμμορφωθεί" η ελληνική κυβέρνηση».
Και συμπληρώναμε χαρακτηριστικά: «Ανεξάρτητα από τον τρόπο που τελικά θα το κάνει, στόχος είναι να λύσει ακόμα περισσότερο τα χέρια του κεφαλαίου για το ξεζούμισμα των εργαζομένων όποτε, όπως και για όσο θέλει, με βάση τα συμφέροντά του». Τον τρόπο που το έκανε τελικά η κυβέρνηση, το μάθαμε με την ψήφιση του 4ου μνημονίου. Η απόφαση του Εφετείου της Χαλκίδας είναι μόνο το προανάκρουσμα για το «τσουνάμι» των μαζικών ομαδικών απολύσεων που θα ακολουθήσει, πάνω στις πλάτες της εργατικής τάξης.
Το «τσουνάμι» αυτό μόνο τυχαίο δεν θα είναι, καθώς έρχεται να υπηρετήσει τον στρατηγικό στόχο του κεφαλαίου για ενίσχυση της «ανταγωνιστικότητας» των μεγάλων καπιταλιστικών ομίλων, της προσέλκυσης επενδύσεων για τις οποίες κόπτεται η κυβέρνηση, αλλά και την προώθηση των επιχειρηματικών «ντιλ» με νέες συγχωνεύσεις και εξαγορές, που ως κοινό παρανομαστή έχουν πάντοτε τη μείωση του λεγόμενου «εργατικού κόστους» και την ανάλογη «ελάφρυνση» των καπιταλιστών από «πλεονάζον προσωπικό»...
Θυμίζουμε ότι η πολυεθνική είχε προσφύγει στο ΣτΕ και από εκεί στο Δικαστήριο της ΕΕ, αποσπώντας σχετική απόφαση τον περασμένο Δεκέμβρη. Το πνεύμα και το γράμμα αυτής της απόφασης ενσωμάτωσε άμεσα η κυβέρνηση στις διατάξεις του 4ου μνημονίου, πάνω στα οποία ήρθε τώρα να «κουμπώσει» η απόφαση του Εφετείου της Χαλκίδας.
Η απόφαση του Εφετείου, πέρα από την επίδραση στη συγκεκριμένη υπόθεση των «Τσιμέντων», επιβεβαιώνει ότι με την ψήφιση της διάταξης για τις ομαδικές απολύσεις στο 4ο μνημόνιο διαμορφώνεται μια νέα νομική πραγματικότητα για τις μεγάλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις, οι οποίες έχουν «λυμένα τα χέρια» να απολύουν κατά βούληση. Φεύγει δηλαδή από τη μέση οποιοσδήποτε υποτυπώδης περιορισμός είχαν μέχρι τώρα οι επιχειρήσεις να απολύουν όσους και όποτε ήθελαν.
***
Αυτή άλλωστε είναι και η ουσία τόσο των σχετικών Οδηγιών της ΕΕ για τις ομαδικές απολύσεις, όσο και της γνωμάτευσης - απόφασης του Δικαστηρίου της ΕΕ (ΔΕΕ), όπου κατέληξε η προσφυγή της «Lafarge» για τη νομιμοποίηση των ομαδικών απολύσεων. Χαρακτηριστικά το ΔΕΕ, στην απόφαση που εξέδωσε για την υπόθεση τον περασμένο Δεκέμβρη, σημείωνε: «Ούτε η Οδηγία 98/59, ούτε προηγουμένως η Οδηγία 75/129 περιορίζουν την ελευθερία του εργοδότη να επιλέξει εάν θα προβεί σε ομαδικές απολύσεις (...) δε θίγεται η ελευθερία του να επιλέξει εάν και πότε πρέπει να καταρτίσει σχέδιο ομαδικών απολύσεων», ενώ διευκρινίζεται ότι οι Οδηγίες αυτές απλώς «διασφαλίζουν (...) τη διαδικασία που πρέπει να ακολουθείται σε περίπτωση τέτοιων απολύσεων».
Στο σκεπτικό μάλιστα της απόφασης, το ΔΕΕ τόνιζε: «Η πραγματική άσκηση της ελευθερίας εγκαταστάσεως εμπεριέχει (...) καταρχήν, τη δυνατότητα καθορισμού της φύσεως και του εύρους της οικονομικής δραστηριότητας (...) καθώς και, όπως επισήμανε ο γενικός εισαγγελέας με το σημείο 65 των προτάσεών του, την ευχέρεια συρρικνώσεως, εν συνεχεία, ή ακόμη και παύσεως της δραστηριότητας αυτής και της λειτουργίας της προαναφερθείσας εγκαταστάσεως» (!)
***
Στον αντίποδα, την επομένη ακριβώς της απόφασης του ΔΕΕ ο «Ριζοσπάστης» έγραφε πως «η πλήρης ελευθερία δράσης των επιχειρηματικών ομίλων, η μετεγκατάστασή τους στο ένα ή το άλλο κράτος - μέλος της ΕΕ, η ανάπτυξη δραστηριοτήτων ή ο περιορισμός τους, μέχρι και η παύση λειτουργίας μιας επιχείρησης και η μαζική απόλυση των εργαζομένων, όπως δηλαδή ζητούσε και η "Lafarge", είναι οι "ιερές αγελάδες" του "ευρωπαϊκού κεκτημένου". Με αυτές τις "επισημάνσεις" του ΔΕΕ έσπευσε να δηλώσει ότι θα "συμμορφωθεί" η ελληνική κυβέρνηση».
Και συμπληρώναμε χαρακτηριστικά: «Ανεξάρτητα από τον τρόπο που τελικά θα το κάνει, στόχος είναι να λύσει ακόμα περισσότερο τα χέρια του κεφαλαίου για το ξεζούμισμα των εργαζομένων όποτε, όπως και για όσο θέλει, με βάση τα συμφέροντά του». Τον τρόπο που το έκανε τελικά η κυβέρνηση, το μάθαμε με την ψήφιση του 4ου μνημονίου. Η απόφαση του Εφετείου της Χαλκίδας είναι μόνο το προανάκρουσμα για το «τσουνάμι» των μαζικών ομαδικών απολύσεων που θα ακολουθήσει, πάνω στις πλάτες της εργατικής τάξης.
Το «τσουνάμι» αυτό μόνο τυχαίο δεν θα είναι, καθώς έρχεται να υπηρετήσει τον στρατηγικό στόχο του κεφαλαίου για ενίσχυση της «ανταγωνιστικότητας» των μεγάλων καπιταλιστικών ομίλων, της προσέλκυσης επενδύσεων για τις οποίες κόπτεται η κυβέρνηση, αλλά και την προώθηση των επιχειρηματικών «ντιλ» με νέες συγχωνεύσεις και εξαγορές, που ως κοινό παρανομαστή έχουν πάντοτε τη μείωση του λεγόμενου «εργατικού κόστους» και την ανάλογη «ελάφρυνση» των καπιταλιστών από «πλεονάζον προσωπικό»...
Γ. ΖΑΧ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου