Associated Press |
Στη συνέχεια, οι αστικές τάξεις που ήθελαν να αμφισβητήσουν τον συσχετισμό δυνάμεων που είχε επικρατήσει στο διεθνές ιμπεριαλιστικό σύστημα, ενώ παράλληλα επιδίωκαν να συντρίψουν τον εσωτερικό ταξικό εχθρό επέλεξαν τον φασισμό ως την προσφορότερη μορφή της πολιτικής τους εξουσίας.
Στη συνέχεια, η ιταλική αστική τάξη, που αδικήθηκε στη μεταπολεμική μοιρασιά της ιμπεριαλιστικής λείας και είχε να αντιμετωπίσει το κίνημα των καταλήψεων των εργοστασίων την περίοδο που έμεινε στην Ιστορία ως «κόκκινη διετία» (1918 - 1920), θεώρησε ιδιαίτερα χρήσιμους τους μελανοχίτωνες του Μουσολίνι.
Επειτα από μια περίοδο επιθέσεών τους ενάντια σε κομμουνιστές και πρωτοπόρους εργάτες εξασφάλισαν την υποστήριξη του ιταλικού Συνδέσμου Βιομηχάνων, ενώ μετά από μια πορεία - παρωδία προς τη Ρώμη, ο Ιταλός βασιλιάς Βίκτωρ Εμμανουήλ Γ΄ αρνήθηκε να υπογράψει βασιλικό διάταγμα που προέβλεπε την καταστολή των φασιστών2 και «αναγκάστηκε» να τους παραδώσει την εξουσία. Η κυβέρνηση που σχημάτισε ο Μουσολίνι πήρε ψήφο εμπιστοσύνης από τη μεγάλη πλειοψηφία των αστικών κομμάτων3. Η συνέχεια γνωστή...
Εναν χρόνο μετά την αναρρίχηση στην εξουσία του Μουσολίνι, ο Χίτλερ και άλλα στελέχη του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος διοργάνωσαν ένα πραξικόπημα - παρωδία σε μια μπιραρία του Μονάχου. Το κίνημα ηττήθηκε εύκολα από τις τοπικές αστικές δυνάμεις, οι οποίες όμως παρέλειψαν να συλλάβουν την πλειοψηφία των συμμετεχόντων, ενώ όσοι από τους πρωτοστάτες οδηγήθηκαν σε δίκη αντιμετωπίστηκαν με ποινές - χάδι5.
Οι Γερμανοί καπιταλιστές δεν ήθελαν προς το παρόν να αναδείξουν τους ναζί στην πολιτική εξουσία, αλλά τους διατηρούσαν ως εφεδρεία. Τα επόμενα χρόνια η εφεδρεία αποδείχτηκε ιδιαίτερα χρήσιμη για την πραγμάτωση των επιδιώξεών τους. Τα μεγαλύτερα γερμανικά (και όχι μόνο) μονοπώλια χρηματοδότησαν τον Χίτλερ, ανάμεσά τους η «Krupp», η «Τhyssen», η «I. G. Farben», η «United Steels Works», η «Volkswagen», η «Heinkel», η «Bayer», η «Basf», η «Agfa», η «Hoerst» (σημερινή «Aventis») κ.λπ.6.Δέκα χρόνια μετά το κίνημα της μπιραρίας ο Πρόεδρος της Γερμανίας Χίντερμπουργκ έχριζε τον Χίτλερ καγκελάριο. Η συνέχεια γνωστή...
Οσο όμως η καπιταλιστική προπαγάνδα παρουσιάζει τον φασισμό/ναζισμό και τον κομμουνισμό ως εχθρούς της δημοκρατίας, φροντίζει, όπως είδαμε, να προστατεύει τους φασίστες και να διώκει τους κομμουνιστές. Ορισμένα ιστορικά γεγονότα φωτίζουν ιδιαίτερα αυτήν την πτυχή.
Επειτα από την ανάδειξη του ιταλικού φασισμού και του γερμανικού ναζισμού, οι ενδοαστικές αντιθέσεις συντάρασσαν τη Γαλλία και ένα τμήμα της αστικής τάξης προσανατολιζόταν στη στήριξη φασιστικών και φασιζόντων κομμάτων. Η βασική φασιστική οργάνωση της δεκαετίας του 1930 ήταν οι «Φλεγόμενοι Σταυροί» που ίδρυσε ο συνταγματάρχης Ντε Λα Ροκ και μέχρι το 1931 χρηματοδοτούνταν από τον ιδιοκτήτη αρωματοποιίας και της εφημερίδας «Φιγκαρό», Φρανσουά Κοτί, ο οποίος το 1933 ίδρυσε και την παραστρατιωτική «Γαλλική Αλληλεγγύη».
Ανάμεσα στους χρηματοδότες ήταν: Ο Πιερ Πουσέ, ιδιοκτήτης του μονοπωλίου χάλυβα «Cartel d' Acier» και μετέπειτα υπουργός Εσωτερικών της κυβέρνησης του Βισί, ο Πολ Μπαντουίν, γενικός διευθυντής της Τράπεζας της Ινδοκίνας και μετέπειτα υπουργός Εξωτερικών του Βισί8, ο τραπεζίτης Γκαμπριέλ Λε Ρου Λαντουρί9. Μόνο το 1937, το Γαλλικό Λαϊκό Κόμμα χρηματοδοτήθηκε με 10 εκατομμύρια φράγκα10.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, όταν ο πολιτικός συνασπισμός του Λαϊκού Μετώπου (στον οποίο πέρα από τους σοσιαλδημοκράτες και άλλες αστικές πολιτικές δυνάμεις συμμετείχε και το ΚΚ Γαλλίας) κέρδισε τις εκλογές, πήρε πρωτοβουλία για την απαγόρευση των φασιστικών οργανώσεων που απειλούσαν τη δημοκρατία. Ως συνέπεια, οι «Φλεγόμενοι Σταυροί»... απλά μετονομάστηκαν σε Γαλλικό Κοινωνικό Κόμμα, το οποίο απέκτησε ιδιαίτερη πολιτική δύναμη την περίοδο 1938 - 1939, στηριζόμενο από μερίδα της αστικής τάξης11.
Με τη μόνη διαφορά ότι ο ίδιος νόμος αξιοποιήθηκε για να βγει παράνομο, τον Σεπτέμβρη του 1939, το ΚΚ Γαλλίας επειδή μιλούσε για τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα του επερχόμενου Β' Παγκοσμίου Πολέμου12. Μέχρι τον Μάη του 1940, 6.000 ήταν οι φυλακισμένοι κομμουνιστές, ενώ 15.000 εισβολές είχαν πραγματοποιηθεί σε σπίτια κομμουνιστών ή σε γραφεία και τυπογραφεία του ΚΚΓ. Από τους 35 βουλευτές του, οι 34 (ο Γενικός Γραμματέας του, Τορέζ, είχε διαφύγει στο εξωτερικό) καταδικάστηκαν σε 5 χρόνια φυλάκισης13.
Την ίδια περίοδο, πολλοί κορυφαίοι ναζί αξιωματούχοι κατέφυγαν στα δυτικά καπιταλιστικά κράτη και χρησιμοποιήθηκαν στους μηχανισμούς καταστολής του εργατικού και του κομμουνιστικού κινήματος. Αλλοι, λιγότερο γνωστοί, επάνδρωσαν τον κρατικό μηχανισμό της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας.
Ενδεικτικά, το καλοκαίρι του 1961 στη διοίκηση του ΝΑΤΟ υπηρετούσαν 136 στρατηγοί και ναύαρχοι (μεταξύ των οποίων οι επιτελείς του Ρόμελ και του Χίτλερ), που ο καθένας είχε καταδικαστεί σε 20 χρόνια φυλάκισης για εγκλήματα πολέμου16, ενώ ο Ράινχαρντ Φον Γκέλεν, πρώην επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών των ναζί στην Ανατολική Ευρώπη, αποτέλεσε τον πρώτο αρχηγό της BND, της υπηρεσίας πληροφοριών της ΟΔ της Γερμανίας (θέση που διατήρησε για πολλά χρόνια, έως ότου διοριστεί επικεφαλής της Ιντερπόλ)17.
Παρ' όλα αυτά με βάση τις νομικές προβλέψεις εναντίον του ολοκληρωτικού κράτους, που θεωρητικά αποσκοπούσαν να αποτρέψουν την αναβίωση του ναζισμού, η κυβέρνηση της ΟΔ Γερμανίας (που στη σύνθεσή της μετείχαν περισσότεροι πρώην ναζί από την πρώτη κυβέρνηση του Χίτλερ)18επιδίωκε από το 1951 μαζί με το νεοναζιστικό Σοσιαλιστικό Κόμμα του Ράιχ να βγει παράνομο και το ΚΚ Γερμανίας.
Τελικά, το 1956, το Συνταγματικό Δικαστήριο της ΟΔ της Γερμανίας έθεσε εκτός νόμου το ΚΚ Γερμανίας, δηλαδή το κόμμα που προσέφερε δεκάδες χιλιάδες μέλη και στελέχη του στον αγώνα εναντίον του ναζισμού. Ως συνέπεια της απαγόρευσης πραγματοποιήθηκαν δεκάδες χιλιάδες έρευνες σε σπίτια, ενώ καταδικάστηκαν 7.000 - 8.000 μέλη του ΚΚ Γερμανίας, ανάμεσά τους και πολλοί πρώην κρατούμενοι των ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης.
Παραπομπές
1. «Guardian», 13.10.2009.
2. Αξίζει να σημειωθεί ότι σύμφωνα με όλες τις πρόσφατες έρευνες η πορεία των φασιστών προς τη Ρώμη αποτέλεσε ένα επικοινωνιακό τρικ, αφού οι δυνάμεις που κατευθύνονταν προς τη Ρώμη, υποτίθεται για να την καταλάβουν, ήταν μικρές και σαφώς χειρότερα εξοπλισμένες από τις στρατιωτικές μονάδες και την αστυνομία.
3. Emilio Gentile, «Fascism in Power» στο Roger Grifin-Matthew Feldman (eds.), Fascism, Routledge Editions, London & New York, 2004, pp. 24-25.
4. Βλέπε Βόλφγκανγκ Ρούγκε, «Η επανάσταση του Νοέμβρη του 1918 στη Γερμανία», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 1991.
5. Βλέπε David King, The Trial of Hitler, Independent Publishers, New York & London, 2017.
6. Αναστάσης Γκίκας, «Μονοπώλια και φασισμός: Δεσμοί αίματος που δεν παραγράφονται», «Ριζοσπάστης», 23.08.2009.
7. Martin Evans - Emmanuel Godin, France 1815-2003, Routledge Editions, London & New York, 2013, p. 106.
8. Eric T. Jennings, Vichy in the Tropics. Petain's Nation Revolution in Magadascar, Guadeloupe and Indochina, Stanford University Press, 2001, p. 139.
9. Rod Kedward, France and the French at Modern History, The Overlook Press, Woodstock & New York, 2007, p. 210.
10. Maurice Larkin, France since the Popular Front, Oxford University Press, Oxford & New York, 1997, p. 50.
11. Στάνλεϊ Πέιν, «Η ιστορία του φασισμού», εκδ. «Φιλίστωρ», Αθήνα, 2000, σελ. 416.
12. Thomas J. Caub, After the Fall. German Policy in Occupied France, Oxford University Press, Oxford & New York, 2010, p. 112
13. Lynne Taylor, «The Parti Communist Francaise and the French Resistance in the Second World War» στο Tony Judt, Resistance and Revolution in Mediterranean Europe, Routledge Editions, London & New York 1989, pp. 54-55.
14. Paul Ginsborg, A History of Contemporary Italy, Penguin Editions, London, 1990, pp. 79-80.
15. Κώστας Σκολαρίκος, «"Ευρωκομμουνισμός": Θεωρία και στρατηγική υπέρ του κεφαλαίου», εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2015, σελ. 43.
16. Δοκίμιο Ιστορίας του ΚΚΕ 1949-1967, τόμ. Γ1, εκδ. «Σύγχρονη Εποχή», Αθήνα, 2021, σελ. 436.
17. Kevin Ruffner (ed.), «Forging an Intelligence Partnership: CIA and the Origins of the BND 1945-1949» στον δικτυακό τόπο http://www2.gwu.edu/~nsarchiv/NSAEBB.NSAEBB146/INDEX.htm.
18. Χρήστος Μπαλωμένος, «Η παγκόσμια σύγκρουση μεταξύ σοσιαλισμού και ιμπεριαλισμού, όπως εκφράστηκε στη ΓΛΔ και στο Βερολίνο», «Κομμουνιστική Επιθεώρηση», 1/2010, σελ. 83.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου