Διογκώνεται η φοροληστεία απέναντι στο λαό
Σε αυτό το πλαίσιο, στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους έχουν ξεκινήσει οι επεξεργασίες σχετικά με τα σενάρια γύρω από το αφορολόγητο όριο και τις αντίστοιχες αυξήσεις στα κρατικά έσοδα, ανάλογα με το ύψος της καρατόμησης που θα επιλεγεί. Σύμφωνα με πληροφορίες, εξετάζονται μια σειρά από σενάρια, μετά από μια μείωση του αφορολόγητου ορίου της τάξης των 1.000 ή και 1.500 ευρώ.
Να σημειωθεί ότι με την προηγούμενη νομοθετική παρέμβαση της συγκυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ, τα αφορολόγητα όρια μισθωτών και συνταξιούχων, από τα 9.545 ευρώ, για τους φορολογούμενος χωρίς παιδιά περιορίστηκαν 8.636 ευρώ, με 1 παιδί 8.863 ευρώ και με 2 παιδιά στα 9.090 ευρώ. Ετσι, οι περαιτέρω επιβαρύνσεις στον ιδιωτικό τομέα (14 μισθοί) ήδη ξεκίνησαν από εισοδήματα της τάξης των 617 ευρώ το μήνα.
Ενδεικτικά, αναφέρουμε ότι η μείωση του αφορολόγητου στα επίπεδα των 7.000 ευρώ θα σημάνει το δυνάμωμα της φοροληστείας για όλα τα λαϊκά εισοδήματα που βρίσκονται πάνω από τα 500 ευρώ το μήνα.
Σε αυτό το επίπεδο, οι φορολογικές παρεμβάσεις που δρομολογούνται έρχονται να συμπιέσουν ακόμη και αυτούς τους κατώτατους μισθούς και τα μεροκάματα, τους χαμηλοσυνταξιούχους, καθώς και τα λαϊκά εισοδήματα που βρίσκονται κάτω από τα όρια της επίσημης φτώχειας.
«Κόφτες» διαρκείας
Ταυτόχρονα, επιβεβαιώνεται και η χρονική επέκταση των στόχων για τα «πρωτογενή πλεονάσματα», πάντα στο γνωστό μοτίβο του λεγόμενου «έντιμου συμβιβασμού» με τους «εταίρους» και δανειστές του ελληνικού κράτους. Ουσιαστικά, το μόνο «ανοιχτό», υπό διαβούλευση ζήτημα είναι αυτό του χρονικού ορίζοντα που θα προβλεφθεί για μετά το 2018.
Επιπλέον, ο «έντιμος συμβιβασμός» που προτείνεται από τη συγκυβέρνηση, προβλέπει τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων κατά μια εκατοστιαία μονάδα (στο 2,5% του ΑΕΠ), η οποία θα αξιοποιηθεί αποκλειστικά και μόνο για τη μείωση της φορολογίας επί των επιχειρηματικών κερδών.
Ταυτόχρονα, προωθούνται οι συγκλίσεις και γύρω από τις άλλες «εκκρεμότητες» της δεύτερης «αξιολόγησης», όπως συγκεκριμένα στο ζήτημα των νέων χτυπημάτων στα Εργασιακά, το οποίο συζητείται πίσω από τις «κλειστές πόρτες».
Το ΔΝΤ σε ρόλο «λαγού»
Αναφορικά με τις θέσεις για την ελληνική οικονομία, παρέπεμψε στις πρόσφατες παρεμβάσεις που έγιναν από τον επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος, Π. Τόμσεν, που, όπως είπε, ξεκαθάριζε τη θέση του ΔΝΤ. Μεταξύ άλλων, περιλαμβάνονται οι νέες περικοπές στις σημερινές συντάξεις και στα προνοιακά επιδόματα, η σύνθλιψη του αφορολόγητου ορίου για τους μισθωτούς - συνταξιούχους κ.ά. ζητήματα, τα οποία ήδη βρίσκονται στο τραπέζι και με τους ευρωπαϊκούς «θεσμούς».
Μεταξύ άλλων, το ΔΝΤ, στο πλαίσιο της δικής του «παράλληλης αξιολόγησης» στην ελληνική οικονομία, εστιάζει στα παρακάτω:
- «Περισσότεροι από τους μισούς μισθωτούς εξαιρούνται από την καταβολή οποιουδήποτε φόρου ατομικού εισοδήματος στην Ελλάδα σε σύγκριση με το μέσο όρο της Ευρωζώνης».
- Ταυτόχρονα, κάνουν λόγο για ένα «γενναιόδωρο συνταξιοδοτικό σύστημα», τονίζοντας ότι «οι στοχευμένες παροχές είναι ανεπαρκείς, επειδή ακριβώς οι συνταξιοδοτικές παροχές διατηρούνται σε πολύ υψηλά επίπεδα». Σε αυτό το πλαίσιο, το ΔΝΤ προτάσσει το ζήτημα της γενικευμένης μείωσης των σημερινών συντάξεων ως «προαπαιτούμενο» για τις όποιες παροχές πτωχοκομείου.
Οι συνεννοήσεις με την Ευρωζώνη
Σύμφωνα με τον Επίτροπο της ΕΕ, «κινούμαστε στη σωστή κατεύθυνση για να ολοκληρώσουμε τη δεύτερη αξιολόγηση. Υπήρξαν πολλά θέματα για να φτάσουμε σε συμφωνία, πολύ λίγα είναι ακόμα στο τραπέζι και οι μεταρρυθμίσεις μπορούν να προχωρήσουν και να κλείσουμε γρήγορα». Σχετικά με το ρόλο του ΔΝΤ, ο Π. Μοσκοβισί τόνισε ότι «η Επιτροπή πάντα προσπαθεί να έχει μία συλλογική θέση, στην οποία θα εμπλέκει και το Ταμείο», ενώ πρόσθεσε ότι «η παρουσία του ΔΝΤ είναι μία αναγκαιότητα για ορισμένα κράτη - μέλη και μ' αυτά τα δεδομένα πρέπει να προχωρήσουμε».
Από την πλευρά του, ο υπουργός Οικονομικών, Ευ. Τσακαλώτος, σχολιάζοντας τη συνάντηση με τον Μοσκοβισί, σημείωσε ότι «είχαμε μια εποικοδομητική συζήτηση τόσο για τη διαδικασία, όσο και την ουσία της δεύτερης αξιολόγησης». Σε αυτό το πλαίσιο, ουσιαστικά παρέπεμψε στην επιστολή διαβεβαίωσης στους «θεσμούς» της Ευρωζώνης, σχετικά με τον «έκτακτο», «μη επαναλαμβανόμενο» χαρακτήρα των ψευτοπαροχών του λεγόμενου «κοινωνικού μερίσματος», σύμφωνα με την οποία «επί της διαδικασίας, μέτρα με δημοσιονομικές επιπτώσεις πρέπει να συζητούνται και να συμφωνούνται με τους θεσμούς, στο πλαίσιο των δεσμεύσεών μας από το Μνημόνιο».
Σχετικά με την πορεία της «αξιολόγησης», ο Ευ. Τσακαλώτος σημείωσε ότι «βρισκόμαστε σε μια θετική συγκυρία, προς τη σωστή κατεύθυνση»...
Η παρέμβαση Σόιμπλε
Το νέο με τον Β. Σόιμπλε είναι ότι για πρώτη φορά δημόσια στην ίδια εφημερίδα αναφέρει ότι αν το ΔΝΤ δεν συμμετέχει, «το τρέχον πρόγραμμα θα τερματιστεί και θα απαιτηθούν νέες διαπραγματεύσεις...».
«Σε περίπτωση που το Ταμείο αποχωρήσει», είπε, «τότε οι Ευρωπαίοι ενδέχεται να καταλήξουν σε μια δική τους λύση εντός του ευρωπαϊκού νομισματικού συστήματος. Αν συνεχίσουμε μόνοι μας τότε θα πρέπει να διασφαλίσουμε καλύτερα τα συμπεφωνημένα. Τον ρόλο αυτό μπορούμε να τον αναθέσουμε στον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Στήριξης (ESM). Σε αυτή την περίπτωση, ωστόσο, έχουμε να κάνουμε με εντελώς νέα δεδομένα και θα έπρεπε να διασφαλίσουμε προηγουμένως την έγκριση της γερμανικής Βουλής». Δηλαδή, ότι ο ESM σε ρόλο ΔΝΤ θα πρέπει να επιβάλει τα μέτρα που ζητούν Ευρωζώνη και ΔΝΤ με «ένα μηχανισμό ισχυρότερο από τον ισχύοντα».
Η κυβέρνηση, ερμηνεύοντας τον Β. Σόιμπλε, λέει ότι συμφωνεί με τις δικές της θέσεις, ότι «η Ευρωζώνη έχει τα εργαλεία να στηρίξει την Ελλάδα και χωρίς τη συμμετοχή του ΔΝΤ». Αλλά εδώ πρόκειται για νέα συμφωνία με νέο πρόγραμμα, δηλαδή νέο μνημόνιο. Ενώ ταυτόχρονα ξαναεμφανίζονται με άλλο τρόπο οι ανταγωνισμοί ΔΝΤ - Ευρωζώνης και μάλιστα με την επανεμφάνιση της από το 2012 πρωτοδιατυπωθείσας άποψης από τη γερμανική κυβέρνηση μέσω Β. Σόιμπλε, για δημιουργία Ευρωπαϊκού Νομισματικού Ταμείου μετατρέποντας τον ESM σε τέτοιο Ταμείο. Το γενικό συμπέρασμα είναι ότι η διαπραγμάτευση για τη δεύτερη «αξιολόγηση» βρίσκεται μέσα στις συμπληγάδες οξύτατων ενδοϊμπεριαλιστικών, αλλά και ενδοευρωενωσιακών ανταγωνισμών, εν μέσω αβεβαιοτήτων στην εξέλιξη και της παγκόσμιας οικονομίας, αλλά και της ευρωπαϊκής και της αμερικανικής, το ίδιο και η έξοδος από την κρίση της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας. Ο,τι κι αν γίνει όμως στα τραπέζια των αντιλαϊκών διαπραγματεύσεων, «τη νύφη» θα την πληρώνουν η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, για να ενισχυθεί το κεφάλαιο.
Α. Σ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου