Ενα «πολυεργαλείο» για τα συμφέροντα του κεφαλαίου
Την ίδια ώρα που το κεφάλαιο εντείνει όλο και
περισσότερο την εκμετάλλευση των εργαζομένων, δεν παύει να έχει ανάγκη
από τη διατήρηση της εργατικής δύναμης σε ένα ελάχιστο επίπεδο σωματικής
και ψυχικής υγείας, ακριβώς ώστε να μπορεί να τίθεται προς εκμετάλλευση
στη διαδικασία της καπιταλιστικής παραγωγής και η ΕΚΕ μερικώς συμβάλλει
σ' αυτό.
Από αυτή τη σκοπιά, την ίδια ώρα που η αντιλαϊκή πολιτική που ακολουθείται για λογαριασμό των κερδών του κεφαλαίου επιφέρει τραγικές συνέπειες στη ζωή των εργατικών - λαϊκών στρωμάτων, τα μονοπώλια υπολογίζουν την επίδραση αυτών των συνεπειών, προσπαθούν να τη διαχειριστούν, ακριβώς γιατί παίζει ρόλο στην παραγωγικότητα των εργαζομένων, στην ίδια την καπιταλιστική ανάπτυξη.
Ετσι, μονοπωλιακοί όμιλοι αναλαμβάνουν πολύμορφες δράσεις και πρωτοβουλίες για την παροχή ενός πολύ μικρού μέρους των υπηρεσιών και παροχών σε διάφορους τομείς, όπως π.χ. η Υγεία - Πρόνοια, που προηγουμένως παρέχονταν από το κράτος ή και τα ασφαλιστικά ταμεία και τώρα έχουν περικοπεί.
Ταυτόχρονα, μέσω αυτών των δράσεων - οι οποίες στηρίζονται από το αστικό κράτος και τα ΜΜΕ - επιχειρείται η προβολή ενός δήθεν κοινωνικού προφίλ των καπιταλιστικών επιχειρήσεων, προκειμένου να συγκαλύψουν το σκοπό τους, που είναι η ταξική συμφιλίωση των εργαζομένων με τους εκμεταλλευτές τους, ώστε να αναπαράγεται η εκμετάλλευση και καταπίεση με τις λιγότερες δυνατές λαϊκές αντιδράσεις.
Παρά το γεγονός ότι η εφαρμογή τέτοιων δράσεων δεν είναι υποχρεωτική, δεν επιβάλλεται από το νόμο, ωστόσο παίρνει μια πιο συστηματική και οργανωμένη μορφή από την πλειοψηφία των μονοπωλιακών ομίλων, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της ΕΕ και των κυβερνήσεων, έτσι ώστε να ανταποκρίνεται πιο αποτελεσματικά στις κάθε φορά ανάγκες, προτεραιότητες και στόχους του κεφαλαίου.
Η
ΕΚΕ αποτελεί βασική στρατηγική κατεύθυνση της ΕΕ και των κυβερνήσεων
των κρατών - μελών της, διατυπωμένη σε μία σειρά κείμενων τους.
Σε ένα βασικό κείμενο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το 2001, για την «Προώθηση ενός ευρωπαϊκού πλαισίου για την εταιρική κοινωνική ευθύνη» [COΜ (2001) 366 Τελικό], η ΕΚΕ ορίζεται ως «η ευθύνη των επιχειρήσεων για τον αντίκτυπό τους στην κοινωνία» και χωρίζεται σε δύο κατηγορίες:
«1) Την εξωτερική που περιλαμβάνει τις δραστηριότητες μιας επιχείρησης που αφορούν και απευθύνονται ευρύτερα στην κοινωνία. (Προσφορά χρημάτων/προϊόντων/υπηρεσιών για κάποιο κοινωνικό σκοπό, χορηγία, χρηματοδότηση διαφόρων πρωτοβουλιών φιλανθρωπικών οργανισμών κ.ά.).
2) Την εσωτερική που περιλαμβάνει δραστηριότητες που απευθύνονται στους ίδιους τους εργαζόμενους της εταιρείας. (Μέτρα υγιεινής και ασφάλειας, κατάρτιση και εκπαίδευση, παροχή προγραμμάτων προληπτικού ελέγχου υγείας των εργαζομένων κ.ά.)».
Οι βασικές ευρωενωσιακές κατευθύνσεις για την ΕΚΕ κωδικοποιούνται στο προαναφερόμενο κείμενο ως εξής:
«(...) Συνένωση δυνάμεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα για την προαγωγή και καθιέρωση του υπεύθυνου επιχειρείν, έτσι ώστε να αυξηθεί ο θετικός αντίκτυπος της λειτουργίας των επιχειρήσεων προς την κοινωνία, συμβάλλοντας στο χτίσιμο σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ κοινωνίας και επιχειρήσεων(...)».
Επίσης, το κείμενο «Ευρωπαϊκή Σύμπραξη για την ΕΚΕ» (Μάρτης 2006) αναφέρει ότι «η ΕΚΕ αποτελεί βασική προτεραιότητα στην ΕΕ για αύξηση της ανταγωνιστικότητας» και ότι αυτή «διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση νέων προτύπων επιχειρηματικής λειτουργίας και ανάπτυξης (...) με τα οποία κερδίζει και η επιχείρηση και το κοινωνικό σύνολο», καθώς αποτελούν «εργαλείο επίλυσης μιας σειράς κοινωνικών προβλημάτων και διατήρησης της κοινωνικής συνοχής».
Η ΕΚΕ χαρακτηρίζεται από τους ίδιους τους επιχειρηματικούς ομίλους ως «ένα νέο είδος δημόσιων σχέσεων και marketing, ζωτικής σημασίας για την επιβίωση των επιχειρήσεων σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον (...) πρόκειται για μακροπρόθεσμη επένδυση και όχι περιττή πολυτέλεια (...)». Δηλαδή, εξασφαλίζεται η διαφήμιση της επιχείρησης, η παρουσίαση και προβολή ενός «πιο φιλολαϊκού προφίλ» της, που αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη βελτίωση της θέσης της σε σχέση με τους ανταγωνιστές της, την προσέλκυση πελατών και κατά συνέπεια την αύξηση του τζίρου και της κερδοφορίας.
Ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Εταιρικής Ευθύνης παρουσιάζει στο Περιοδικό «ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΣ ΕΠΙΧΕΙΡΕΙΝ» (Οκτώβρης 2015) την ΕΚΕ ως εργαλείο «που βελτιώνει την οικονομική απόδοση των επιχειρήσεων» και λέει ότι «ακόμα και στις περιπτώσεις που η υιοθέτησή της μπορεί να σηματοδοτεί απώλειες για τον προϋπολογισμό μιας επιχείρησης, αυτές είναι βραχυπρόθεσμες και τελικά η επιχείρηση έχει μακροπρόθεσμα οφέλη, λόγω της βελτίωσης της θέσης της στην κοινωνία, που αποτυπώνονται στα οικονομικά δεδομένα της και στα αποτελέσματα χρήσης (...) Είναι λοιπόν αναπόσπαστο κομμάτι της επιχείρησης για να εδραιωθεί η φήμη της και να αυξηθούν τα κέρδη της».
Από τα παραπάνω αποδεικνύεται ότι η ΕΚΕ αποτελεί μια μορφή επιχειρηματικής λειτουργίας που ενισχύει την καπιταλιστική κερδοφορία και ανταγωνιστικότητα, βοηθάει στην αποδοχή της ταξικής εκμετάλλευσης και στην ενσωμάτωση του λαού στην αντιλαϊκή πολιτική.
Ομολογείται ακόμα και από τους ίδιους τους καπιταλιστές ότι αυτού του είδους οι δράσεις δεν γίνονται «αφιλοκερδώς», ούτε καθοδηγούνται από τα «φιλάνθρωπα και αλληλέγγυα» αισθήματά τους. Κάθε ευρώ που καταβάλλουν οι επιχειρηματίες σε κάποια δωρεά ή χορηγία, τους επιστρέφεται πολλαπλάσιο από το αστικό κράτος, μέσω των φοροαπαλλαγών που τους παρέχει.
Προκειμένου
η ΕΚΕ να προωθείται ολοένα και πιο συστηματικά και αποτελεσματικά,
έχουν ιδρυθεί οργανισμοί και ινστιτούτα σε ευρωπαϊκό και διεθνές
επίπεδο, όπως το Ευρωπαϊκό Δίκτυο ΕΚΕ, Global Compact (Παγκόσμιο Δίκτυο
Επιχειρήσεων και Οργανισμών για την ΕΚΕ), που έχουν ως αυτοτελές
αντικείμενο τη συμβουλευτική στις επιχειρήσεις για την ανάπτυξη τέτοιας
επιχειρηματικής λειτουργίας, τη μελέτη και παρακολούθηση της εξέλιξης
της ΕΚΕ, την αξιολόγηση των επιχειρήσεων σε αυτόν τον τομέα.
Στην Ελλάδα βασικό ρόλο για την προώθηση της ΕΚΕ διαδραματίζει το Ελληνικό Δίκτυο για την ΕΚΕ, ιδρυτικό μέλος του οποίου είναι ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ).
Επίσης, πολλοί όμιλοι έχουν ιδρύσει και αυτοτελή ιδρύματα /οργανισμούς που έχουν ως αποκλειστικό αντικείμενο τη διαχείριση των πόρων και κεφαλαίων τους σε δράσεις ΕΚΕ (π.χ. Ιδρυμα Νιάρχου, Ωνάση, Πολιτιστικό Ιδρυμα ομίλου Πειραιώς κ.ά.).
Η ανάπτυξη δράσεων ΕΚΕ έχει ιδιαίτερη προβολή από τους καπιταλιστές και απ' όλα τα αστικά κόμματα. Δεν είναι, μάλιστα, λίγες οι φορές που τα αστικά κόμματα συνοδεύουν την προβολή τέτοιων δράσεων με διθυραμβικά λόγια και ευχαριστίες, ως αναγνώριση της προσφοράς των «φιλάνθρωπων» επιχειρηματιών που δήθεν «αντιλαμβάνονται την ευθύνη τους απέναντι στην κοινωνία και δείχνουν έμπρακτα την αλληλεγγύη τους», παρουσιάζουν τους καπιταλιστές ως ευεργέτες των εργαζομένων και του λαού.
Επιχειρούν και μέσω αυτού του τρόπου να δημιουργήσουν θετικό αντίκτυπο τόσο στους ίδιους τους εργαζόμενους αυτών των επιχειρήσεων, όσο και στα λαϊκά στρώματα γενικότερα, έτσι ώστε να αποδέχονται ως χρήσιμη και αναγκαία την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και τη λειτουργία των επιχειρήσεων με εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης για το κέρδος.
Συσκοτίζουν την ταξική εκμετάλλευση, προσπαθούν να περάσουν την αντίληψη ότι μπορεί ο καπιταλιστής να είναι «ανθρώπινος», ο καπιταλισμός να έχει «υγιή επιχειρηματικότητα και ανταγωνιστικότητα», συμβάλλοντας έτσι στην ενσωμάτωση και στο συμβιβασμό των εργαζομένων.
Ομως, ο ίδιος ο πρωταρχικός σκοπός της παραγωγής στον καπιταλισμό, που είναι το κέρδος και όχι η ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, καθορίζει ότι δεν μπορεί να υπάρχει «καπιταλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο», ούτε επιχειρήσεις «με κοινωνικές ευαισθησίες».
Ολα αυτά στοχεύουν στο να αποκρύψουν, να καμουφλάρουν ότι κάθε καπιταλιστική επιχείρηση λειτουργεί με σκοπό το μέγιστο κέρδος, το οποίο είναι η υπεραξία που παράγεται από τους εργαζόμενους και την ιδιοποιείται ο καπιταλιστής.
Σύμφωνα με στοιχεία της ICAP (Αύγουστος 2015) για το χρονικό διάστημα Μάρτης - Μάης 2015, το 30% του προϋπολογισμού των εταιρειών για δράσεις ΕΚΕ κατευθύνεται στον τομέα της Υγείας και Πρόνοιας,
κυρίως με τη μορφή χορηγιών ή δωρεών τόσο σε είδος όσο και σε χρήμα
(π.χ. συλλογή φαρμάκων, πραγματοποίηση δωρεάν εξετάσεων, εμβολιασμών
κ.ά., συλλογή τροφίμων, ειδών ένδυσης και υπόδησης, παροχή γευμάτων σε
σχολεία κ.ά.), τη χρηματοδότηση κρατικών δομών Υγείας (π.χ. νοσοκομεία) ή
άλλων δομών για παροχή κοινωνικών υπηρεσιών, κυρίως ΜΚΟ.
Επίσης, τα στοιχεία του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ) για το έτος 2012 δείχνουν ότι από τα τεράστια κέρδη που είχαν οι φαρμακοβιομήχανοι και φαρμακέμποροι ακόμα και μέσα στην οικονομική κρίση, από το συνολικό ποσό που δαπανήθηκε από τις επιχειρήσεις τους για κοινωνικά προγράμματα, κατευθύνθηκε: Το 55,1% σε νοσηλευτικά ιδρύματα, το 11,6% σε συλλόγους ασθενών, το 33,4% σε ΜΚΟ.
Την ίδια στιγμή, για τους εργαζόμενους αυξήθηκαν οι πληρωμές για την αγορά φαρμάκων. Μ' άλλα λόγια, οι επιχειρηματίες του Φαρμάκου κάνουν «κοινωνική πολιτική με ξένα κόλλυβα», για να διαφημιστούν ως «φιλάνθρωποι».
Εκτός από τις φαρμακοβιομηχανίες και η «Vodafone» πλήρωνε μισθούς για όσους εργαζόμενους ήθελαν να εργαστούν σε ΜΚΟ και η «Wind» από το 2010 χρηματοδοτεί σταθερά γύρω στις 50 ΜΚΟ που ασχολούνται με δράσεις για παιδιά.
Αυτά αναδεικνύουν πόσο σημαντικός για το κεφάλαιο είναι ο θεσμός των ΜΚΟ, η ανάπτυξη της δράσης τους σε τομείς που «αποσύρονται» το αστικό κράτος και τα ασφαλιστικά ταμεία από την παροχή βασικών κοινωνικών υπηρεσιών προς το λαό, όπως η Υγεία - Πρόνοια, προκειμένου να στηρίζεται η δράση του κεφαλαίου πολλαπλάσια, άμεσα ή έμμεσα.
Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το σκοπό της ανάπτυξης ΕΚΕ είναι ότι μεγάλο ιδιωτικό νοσοκομείο απέσυρε την προσφορά για δωρεάν εξετάσεις σε δήμο της Αττικής όταν η δημοτική αρχή πρότεινε κλειστό χώρο για την εγκατάσταση της κινητής μονάδας και όχι στην κεντρική πλατεία που ζητούσε η επιχείρηση προκειμένου να εξασφαλίσει διαφήμιση. Το νοσοκομείο - επιχείρηση αδιαφορούσε για το γεγονός ότι οι ασθενείς δεν πρέπει να αποτελούν «δημόσια θέα» με αντάλλαγμα μια δωρεάν εξέταση. Αυτό που ενδιέφερε είναι η διαφήμιση και η αύξηση της πελατείας από αυτούς για τους οποίους μετά την εξέταση θα προέκυπτε ανάγκη επιπλέον εξετάσεων ή επεμβάσεων κ.λπ., τις οποίες θα αναλάμβανε το ίδιο νοσοκομείο με αδρή πληρωμή από τους ασθενείς.
Οι επιχειρήσεις, εκτός από τις προαναφερόμενες εξωτερικές, αναπτύσσουν και εσωτερικές δράσεις για την ΕΚΕ.
Αυτές σχετίζονται με παροχές σε είδος ή χρήμα στους εργαζόμενούς τους,
όπως εκπαιδευτικά προγράμματα, προγράμματα ιδιωτικής ασφάλισης υγείας ή
για τα παιδιά των εργαζομένων, όπως κατασκηνώσεις, επιδόματα για την
πληρωμή διδάκτρων - τροφείων σε παιδικούς σταθμούς, επιδόματα για
εκπαίδευση (ξένες γλώσσες, μεταπτυχιακά), άλλες παροχές όπως ταξίδια,
γυμναστήρια, δωροεπιταγές για σούπερ μάρκετ, ρούχα, παπούτσια,
εκδηλώσεις ψυχαγωγικού και πολιτιστικού περιεχομένου (σινεμά, θέατρο,
επισκέψεις σε μουσεία).
Μέσω αυτών των παροχών, επιτυγχάνονται πολλαπλές στοχεύσεις:
Καλλιεργείται στους εργαζόμενους συνείδηση «ταξικής συνεργασίας», συστράτευση με τους στόχους και τα συμφέροντα της «δικής τους καλής επιχείρησης», του «δικού τους καλού εργοδότη», και γενικότερα ότι «χωρίς τους επιχειρηματίες δεν υπάρχει δουλειά, δεν υπάρχει εξέλιξη». Αντίληψη πολύ βολική τόσο για τον μεμονωμένο καπιταλιστή, όσο και για τον καπιταλιστικό σύστημα γενικότερα, αφού κάτι τέτοιο συμβάλλει στην υποταγή των εργαζομένων, στο συμβιβασμό, στο χτύπημα της ταξικής ενότητας, αφού οι διαφοροποιημένες παροχές ανάμεσα σε τμήματα εργαζομένων αποτελούν την υλική βάση που αναπαράγει τη διάσπασή τους.
Εξασφαλίζονται πεδία κερδοφορίας και για άλλους μονοπωλιακούς ομίλους. Για παράδειγμα, τα προγράμματα ιδιωτικής ασφάλισης υγείας που κάνουν μια σειρά από εταιρείες για τους εργαζόμενούς τους. Από τη μια παρέχουν ένα επίπεδο ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης των εργαζομένων τους, προκειμένου να είναι ικανοί προς εργασία, παραγωγικοί για την εταιρεία. Από την άλλη εξασφαλίζουν «πελατεία», επομένως και αύξηση του τζίρου και της κερδοφορίας και σε άλλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις, όπως οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες και μεγάλα ιδιωτικά νοσοκομεία. Επίσης, οι διάφορες παροχές με τη μορφή κουπονιών ή δωροεπιταγών για αγορές σε συγκεκριμένα σούπερ μάρκετ, καταστήματα εστίασης, εμπορικά πολυκαταστήματα.
Η
ΕΚΕ, λοιπόν, αποτελεί εργαλείο ιδεολογικής χειραγώγησης, που οι
εργαζόμενοι και ο λαός πρέπει να απορρίψουν στη συνείδησή τους. Γιατί
ακόμα κι αυτές οι παροχές δεν είναι «χάρισμα» του δήθεν «καλού
εργοδότη». Αποτελούν ένα ελάχιστο μέρος από τον τεράστιο πλούτο που
παράγουν οι ίδιοι οι εργαζόμενοι, ένα μικρό μέρος από την υπερκερδοφορία
της καπιταλιστικής επιχείρησης, η οποία έχει προέλθει από την
εκμετάλλευση των εργαζομένων.
Την ώρα που τα μονοπώλια μασκαρεύονται με το προσωπείο της «κοινωνικής ευαισθησίας» και συλλέγουν τρόφιμα, βασικά είδη επιβίωσης κ.ά. για φτωχούς, άπορους, ανέργους, αποκρύπτεται ότι είναι ακριβώς η κυριαρχία και η δράση τους στην οικονομία που γεννά φτωχούς και πεινασμένους, που δημιουργεί και αναπαράγει τις συνθήκες για την επιδείνωση συνολικά των όρων ζωής του λαού.
Από τη δουλειά των εργαζομένων παράγεται τεράστιος πλούτος - ακόμα και μέσα στις συνθήκες της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης - που όμως οι εργαζόμενοι εμποδίζονται να τον αξιοποιήσουν για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών τους, εξαιτίας της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής. Αυτόν τον πλούτο τον καρπώνονται οι καπιταλιστές, κι ένα μέρος αυτού, πέρα από τους μισθούς, το διαθέτουν με τη μορφή των προαναφερόμενων «παροχών» σε τμήματα των εργαζομένων, προκειμένου να εξυπηρετήσουν και με αυτόν τον τρόπο πάλι τα δικά τους συμφέροντα. Γι' αυτό, όσο και αν αναπτυχθούν οι δράσεις της ΕΚΕ, δεν πρόκειται να λύσουν τα οξυμένα λαϊκά προβλήματα, πολύ περισσότερο να ικανοποιήσουν τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες.
Μια επιχείρηση ή μια ομάδα επιχειρήσεων μπορεί να διαμορφώνει παροχές προς ορισμένους εργαζόμενους, με σκοπό την εξασφάλιση ικανού εργατικού δυναμικού, «εργασιακής ειρήνης», στράτευση στους στόχους της επιχείρησης, στήριξης γενικότερα της επιχειρηματικότητας, της αντίληψης ότι χωρίς τους επιχειρηματίες δεν μπορεί να υπάρξει εξέλιξη της οικονομίας και της κοινωνίας. Ομως το γεγονός αυτό δεν αλλάζει τη συνολική τάση επιδείνωσης που κυριαρχεί σήμερα στο σύνολο των όρων της ζωής της εργατικής τάξης, με αφαίρεση κατακτήσεων και δικαιωμάτων, για να στηρίζεται ποικιλοτρόπως η δράση των επιχειρηματικών ομίλων.
Γι' αυτό η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα πρέπει να απορρίψουν στη συνείδησή τους τα περί «υγιούς επιχειρηματικότητας» και επιχειρηματιών που δήθεν «νοιάζονται για τα προβλήματα των εργαζομένων». Να διεκδικήσουν όλο τον πλούτο που οι ίδιοι παράγουν, για να ικανοποιήσουν το σύνολο των σύγχρονων λαϊκών αναγκών τους.
Από αυτή τη σκοπιά, την ίδια ώρα που η αντιλαϊκή πολιτική που ακολουθείται για λογαριασμό των κερδών του κεφαλαίου επιφέρει τραγικές συνέπειες στη ζωή των εργατικών - λαϊκών στρωμάτων, τα μονοπώλια υπολογίζουν την επίδραση αυτών των συνεπειών, προσπαθούν να τη διαχειριστούν, ακριβώς γιατί παίζει ρόλο στην παραγωγικότητα των εργαζομένων, στην ίδια την καπιταλιστική ανάπτυξη.
Ετσι, μονοπωλιακοί όμιλοι αναλαμβάνουν πολύμορφες δράσεις και πρωτοβουλίες για την παροχή ενός πολύ μικρού μέρους των υπηρεσιών και παροχών σε διάφορους τομείς, όπως π.χ. η Υγεία - Πρόνοια, που προηγουμένως παρέχονταν από το κράτος ή και τα ασφαλιστικά ταμεία και τώρα έχουν περικοπεί.
Ταυτόχρονα, μέσω αυτών των δράσεων - οι οποίες στηρίζονται από το αστικό κράτος και τα ΜΜΕ - επιχειρείται η προβολή ενός δήθεν κοινωνικού προφίλ των καπιταλιστικών επιχειρήσεων, προκειμένου να συγκαλύψουν το σκοπό τους, που είναι η ταξική συμφιλίωση των εργαζομένων με τους εκμεταλλευτές τους, ώστε να αναπαράγεται η εκμετάλλευση και καταπίεση με τις λιγότερες δυνατές λαϊκές αντιδράσεις.
Παρά το γεγονός ότι η εφαρμογή τέτοιων δράσεων δεν είναι υποχρεωτική, δεν επιβάλλεται από το νόμο, ωστόσο παίρνει μια πιο συστηματική και οργανωμένη μορφή από την πλειοψηφία των μονοπωλιακών ομίλων, σύμφωνα με τις κατευθύνσεις της ΕΕ και των κυβερνήσεων, έτσι ώστε να ανταποκρίνεται πιο αποτελεσματικά στις κάθε φορά ανάγκες, προτεραιότητες και στόχους του κεφαλαίου.
Η στρατηγική της ΕΕ και οι βασικές κατευθύνσεις για την ΕΚΕ
Σε ένα βασικό κείμενο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής το 2001, για την «Προώθηση ενός ευρωπαϊκού πλαισίου για την εταιρική κοινωνική ευθύνη» [COΜ (2001) 366 Τελικό], η ΕΚΕ ορίζεται ως «η ευθύνη των επιχειρήσεων για τον αντίκτυπό τους στην κοινωνία» και χωρίζεται σε δύο κατηγορίες:
«1) Την εξωτερική που περιλαμβάνει τις δραστηριότητες μιας επιχείρησης που αφορούν και απευθύνονται ευρύτερα στην κοινωνία. (Προσφορά χρημάτων/προϊόντων/υπηρεσιών για κάποιο κοινωνικό σκοπό, χορηγία, χρηματοδότηση διαφόρων πρωτοβουλιών φιλανθρωπικών οργανισμών κ.ά.).
2) Την εσωτερική που περιλαμβάνει δραστηριότητες που απευθύνονται στους ίδιους τους εργαζόμενους της εταιρείας. (Μέτρα υγιεινής και ασφάλειας, κατάρτιση και εκπαίδευση, παροχή προγραμμάτων προληπτικού ελέγχου υγείας των εργαζομένων κ.ά.)».
Οι βασικές ευρωενωσιακές κατευθύνσεις για την ΕΚΕ κωδικοποιούνται στο προαναφερόμενο κείμενο ως εξής:
«(...) Συνένωση δυνάμεων δημόσιου και ιδιωτικού τομέα για την προαγωγή και καθιέρωση του υπεύθυνου επιχειρείν, έτσι ώστε να αυξηθεί ο θετικός αντίκτυπος της λειτουργίας των επιχειρήσεων προς την κοινωνία, συμβάλλοντας στο χτίσιμο σχέσεων εμπιστοσύνης μεταξύ κοινωνίας και επιχειρήσεων(...)».
Επίσης, το κείμενο «Ευρωπαϊκή Σύμπραξη για την ΕΚΕ» (Μάρτης 2006) αναφέρει ότι «η ΕΚΕ αποτελεί βασική προτεραιότητα στην ΕΕ για αύξηση της ανταγωνιστικότητας» και ότι αυτή «διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση νέων προτύπων επιχειρηματικής λειτουργίας και ανάπτυξης (...) με τα οποία κερδίζει και η επιχείρηση και το κοινωνικό σύνολο», καθώς αποτελούν «εργαλείο επίλυσης μιας σειράς κοινωνικών προβλημάτων και διατήρησης της κοινωνικής συνοχής».
Η ΕΚΕ χαρακτηρίζεται από τους ίδιους τους επιχειρηματικούς ομίλους ως «ένα νέο είδος δημόσιων σχέσεων και marketing, ζωτικής σημασίας για την επιβίωση των επιχειρήσεων σε ένα ανταγωνιστικό περιβάλλον (...) πρόκειται για μακροπρόθεσμη επένδυση και όχι περιττή πολυτέλεια (...)». Δηλαδή, εξασφαλίζεται η διαφήμιση της επιχείρησης, η παρουσίαση και προβολή ενός «πιο φιλολαϊκού προφίλ» της, που αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη βελτίωση της θέσης της σε σχέση με τους ανταγωνιστές της, την προσέλκυση πελατών και κατά συνέπεια την αύξηση του τζίρου και της κερδοφορίας.
Ο πρόεδρος του Ινστιτούτου Εταιρικής Ευθύνης παρουσιάζει στο Περιοδικό «ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΣ ΕΠΙΧΕΙΡΕΙΝ» (Οκτώβρης 2015) την ΕΚΕ ως εργαλείο «που βελτιώνει την οικονομική απόδοση των επιχειρήσεων» και λέει ότι «ακόμα και στις περιπτώσεις που η υιοθέτησή της μπορεί να σηματοδοτεί απώλειες για τον προϋπολογισμό μιας επιχείρησης, αυτές είναι βραχυπρόθεσμες και τελικά η επιχείρηση έχει μακροπρόθεσμα οφέλη, λόγω της βελτίωσης της θέσης της στην κοινωνία, που αποτυπώνονται στα οικονομικά δεδομένα της και στα αποτελέσματα χρήσης (...) Είναι λοιπόν αναπόσπαστο κομμάτι της επιχείρησης για να εδραιωθεί η φήμη της και να αυξηθούν τα κέρδη της».
Από τα παραπάνω αποδεικνύεται ότι η ΕΚΕ αποτελεί μια μορφή επιχειρηματικής λειτουργίας που ενισχύει την καπιταλιστική κερδοφορία και ανταγωνιστικότητα, βοηθάει στην αποδοχή της ταξικής εκμετάλλευσης και στην ενσωμάτωση του λαού στην αντιλαϊκή πολιτική.
Ομολογείται ακόμα και από τους ίδιους τους καπιταλιστές ότι αυτού του είδους οι δράσεις δεν γίνονται «αφιλοκερδώς», ούτε καθοδηγούνται από τα «φιλάνθρωπα και αλληλέγγυα» αισθήματά τους. Κάθε ευρώ που καταβάλλουν οι επιχειρηματίες σε κάποια δωρεά ή χορηγία, τους επιστρέφεται πολλαπλάσιο από το αστικό κράτος, μέσω των φοροαπαλλαγών που τους παρέχει.
Η αστική πολιτική για την ΕΚΕ και η παρουσίαση των καπιταλιστών ως «ευεργετών» του λαού
Στην Ελλάδα βασικό ρόλο για την προώθηση της ΕΚΕ διαδραματίζει το Ελληνικό Δίκτυο για την ΕΚΕ, ιδρυτικό μέλος του οποίου είναι ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών (ΣΕΒ).
Επίσης, πολλοί όμιλοι έχουν ιδρύσει και αυτοτελή ιδρύματα /οργανισμούς που έχουν ως αποκλειστικό αντικείμενο τη διαχείριση των πόρων και κεφαλαίων τους σε δράσεις ΕΚΕ (π.χ. Ιδρυμα Νιάρχου, Ωνάση, Πολιτιστικό Ιδρυμα ομίλου Πειραιώς κ.ά.).
Η ανάπτυξη δράσεων ΕΚΕ έχει ιδιαίτερη προβολή από τους καπιταλιστές και απ' όλα τα αστικά κόμματα. Δεν είναι, μάλιστα, λίγες οι φορές που τα αστικά κόμματα συνοδεύουν την προβολή τέτοιων δράσεων με διθυραμβικά λόγια και ευχαριστίες, ως αναγνώριση της προσφοράς των «φιλάνθρωπων» επιχειρηματιών που δήθεν «αντιλαμβάνονται την ευθύνη τους απέναντι στην κοινωνία και δείχνουν έμπρακτα την αλληλεγγύη τους», παρουσιάζουν τους καπιταλιστές ως ευεργέτες των εργαζομένων και του λαού.
Επιχειρούν και μέσω αυτού του τρόπου να δημιουργήσουν θετικό αντίκτυπο τόσο στους ίδιους τους εργαζόμενους αυτών των επιχειρήσεων, όσο και στα λαϊκά στρώματα γενικότερα, έτσι ώστε να αποδέχονται ως χρήσιμη και αναγκαία την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής και τη λειτουργία των επιχειρήσεων με εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης για το κέρδος.
Συσκοτίζουν την ταξική εκμετάλλευση, προσπαθούν να περάσουν την αντίληψη ότι μπορεί ο καπιταλιστής να είναι «ανθρώπινος», ο καπιταλισμός να έχει «υγιή επιχειρηματικότητα και ανταγωνιστικότητα», συμβάλλοντας έτσι στην ενσωμάτωση και στο συμβιβασμό των εργαζομένων.
Ομως, ο ίδιος ο πρωταρχικός σκοπός της παραγωγής στον καπιταλισμό, που είναι το κέρδος και όχι η ικανοποίηση των λαϊκών αναγκών, καθορίζει ότι δεν μπορεί να υπάρχει «καπιταλισμός με ανθρώπινο πρόσωπο», ούτε επιχειρήσεις «με κοινωνικές ευαισθησίες».
Ολα αυτά στοχεύουν στο να αποκρύψουν, να καμουφλάρουν ότι κάθε καπιταλιστική επιχείρηση λειτουργεί με σκοπό το μέγιστο κέρδος, το οποίο είναι η υπεραξία που παράγεται από τους εργαζόμενους και την ιδιοποιείται ο καπιταλιστής.
Παραδείγματα από τον τομέα της Υγείας - Πρόνοιας
Επίσης, τα στοιχεία του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ) για το έτος 2012 δείχνουν ότι από τα τεράστια κέρδη που είχαν οι φαρμακοβιομήχανοι και φαρμακέμποροι ακόμα και μέσα στην οικονομική κρίση, από το συνολικό ποσό που δαπανήθηκε από τις επιχειρήσεις τους για κοινωνικά προγράμματα, κατευθύνθηκε: Το 55,1% σε νοσηλευτικά ιδρύματα, το 11,6% σε συλλόγους ασθενών, το 33,4% σε ΜΚΟ.
Την ίδια στιγμή, για τους εργαζόμενους αυξήθηκαν οι πληρωμές για την αγορά φαρμάκων. Μ' άλλα λόγια, οι επιχειρηματίες του Φαρμάκου κάνουν «κοινωνική πολιτική με ξένα κόλλυβα», για να διαφημιστούν ως «φιλάνθρωποι».
Εκτός από τις φαρμακοβιομηχανίες και η «Vodafone» πλήρωνε μισθούς για όσους εργαζόμενους ήθελαν να εργαστούν σε ΜΚΟ και η «Wind» από το 2010 χρηματοδοτεί σταθερά γύρω στις 50 ΜΚΟ που ασχολούνται με δράσεις για παιδιά.
Αυτά αναδεικνύουν πόσο σημαντικός για το κεφάλαιο είναι ο θεσμός των ΜΚΟ, η ανάπτυξη της δράσης τους σε τομείς που «αποσύρονται» το αστικό κράτος και τα ασφαλιστικά ταμεία από την παροχή βασικών κοινωνικών υπηρεσιών προς το λαό, όπως η Υγεία - Πρόνοια, προκειμένου να στηρίζεται η δράση του κεφαλαίου πολλαπλάσια, άμεσα ή έμμεσα.
Ενα χαρακτηριστικό παράδειγμα για το σκοπό της ανάπτυξης ΕΚΕ είναι ότι μεγάλο ιδιωτικό νοσοκομείο απέσυρε την προσφορά για δωρεάν εξετάσεις σε δήμο της Αττικής όταν η δημοτική αρχή πρότεινε κλειστό χώρο για την εγκατάσταση της κινητής μονάδας και όχι στην κεντρική πλατεία που ζητούσε η επιχείρηση προκειμένου να εξασφαλίσει διαφήμιση. Το νοσοκομείο - επιχείρηση αδιαφορούσε για το γεγονός ότι οι ασθενείς δεν πρέπει να αποτελούν «δημόσια θέα» με αντάλλαγμα μια δωρεάν εξέταση. Αυτό που ενδιέφερε είναι η διαφήμιση και η αύξηση της πελατείας από αυτούς για τους οποίους μετά την εξέταση θα προέκυπτε ανάγκη επιπλέον εξετάσεων ή επεμβάσεων κ.λπ., τις οποίες θα αναλάμβανε το ίδιο νοσοκομείο με αδρή πληρωμή από τους ασθενείς.
Οι πολλαπλές στοχεύσεις των «εσωτερικών δράσεων» της ΕΚΕ
Μέσω αυτών των παροχών, επιτυγχάνονται πολλαπλές στοχεύσεις:
Καλλιεργείται στους εργαζόμενους συνείδηση «ταξικής συνεργασίας», συστράτευση με τους στόχους και τα συμφέροντα της «δικής τους καλής επιχείρησης», του «δικού τους καλού εργοδότη», και γενικότερα ότι «χωρίς τους επιχειρηματίες δεν υπάρχει δουλειά, δεν υπάρχει εξέλιξη». Αντίληψη πολύ βολική τόσο για τον μεμονωμένο καπιταλιστή, όσο και για τον καπιταλιστικό σύστημα γενικότερα, αφού κάτι τέτοιο συμβάλλει στην υποταγή των εργαζομένων, στο συμβιβασμό, στο χτύπημα της ταξικής ενότητας, αφού οι διαφοροποιημένες παροχές ανάμεσα σε τμήματα εργαζομένων αποτελούν την υλική βάση που αναπαράγει τη διάσπασή τους.
Εξασφαλίζονται πεδία κερδοφορίας και για άλλους μονοπωλιακούς ομίλους. Για παράδειγμα, τα προγράμματα ιδιωτικής ασφάλισης υγείας που κάνουν μια σειρά από εταιρείες για τους εργαζόμενούς τους. Από τη μια παρέχουν ένα επίπεδο ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης των εργαζομένων τους, προκειμένου να είναι ικανοί προς εργασία, παραγωγικοί για την εταιρεία. Από την άλλη εξασφαλίζουν «πελατεία», επομένως και αύξηση του τζίρου και της κερδοφορίας και σε άλλες καπιταλιστικές επιχειρήσεις, όπως οι ιδιωτικές ασφαλιστικές εταιρείες και μεγάλα ιδιωτικά νοσοκομεία. Επίσης, οι διάφορες παροχές με τη μορφή κουπονιών ή δωροεπιταγών για αγορές σε συγκεκριμένα σούπερ μάρκετ, καταστήματα εστίασης, εμπορικά πολυκαταστήματα.
Οι εργαζόμενοι να διεκδικήσουν όλο τον πλούτο που οι ίδιοι παράγουν
Την ώρα που τα μονοπώλια μασκαρεύονται με το προσωπείο της «κοινωνικής ευαισθησίας» και συλλέγουν τρόφιμα, βασικά είδη επιβίωσης κ.ά. για φτωχούς, άπορους, ανέργους, αποκρύπτεται ότι είναι ακριβώς η κυριαρχία και η δράση τους στην οικονομία που γεννά φτωχούς και πεινασμένους, που δημιουργεί και αναπαράγει τις συνθήκες για την επιδείνωση συνολικά των όρων ζωής του λαού.
Από τη δουλειά των εργαζομένων παράγεται τεράστιος πλούτος - ακόμα και μέσα στις συνθήκες της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης - που όμως οι εργαζόμενοι εμποδίζονται να τον αξιοποιήσουν για την ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών τους, εξαιτίας της καπιταλιστικής ιδιοκτησίας στα μέσα παραγωγής. Αυτόν τον πλούτο τον καρπώνονται οι καπιταλιστές, κι ένα μέρος αυτού, πέρα από τους μισθούς, το διαθέτουν με τη μορφή των προαναφερόμενων «παροχών» σε τμήματα των εργαζομένων, προκειμένου να εξυπηρετήσουν και με αυτόν τον τρόπο πάλι τα δικά τους συμφέροντα. Γι' αυτό, όσο και αν αναπτυχθούν οι δράσεις της ΕΚΕ, δεν πρόκειται να λύσουν τα οξυμένα λαϊκά προβλήματα, πολύ περισσότερο να ικανοποιήσουν τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες.
Μια επιχείρηση ή μια ομάδα επιχειρήσεων μπορεί να διαμορφώνει παροχές προς ορισμένους εργαζόμενους, με σκοπό την εξασφάλιση ικανού εργατικού δυναμικού, «εργασιακής ειρήνης», στράτευση στους στόχους της επιχείρησης, στήριξης γενικότερα της επιχειρηματικότητας, της αντίληψης ότι χωρίς τους επιχειρηματίες δεν μπορεί να υπάρξει εξέλιξη της οικονομίας και της κοινωνίας. Ομως το γεγονός αυτό δεν αλλάζει τη συνολική τάση επιδείνωσης που κυριαρχεί σήμερα στο σύνολο των όρων της ζωής της εργατικής τάξης, με αφαίρεση κατακτήσεων και δικαιωμάτων, για να στηρίζεται ποικιλοτρόπως η δράση των επιχειρηματικών ομίλων.
Γι' αυτό η εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα πρέπει να απορρίψουν στη συνείδησή τους τα περί «υγιούς επιχειρηματικότητας» και επιχειρηματιών που δήθεν «νοιάζονται για τα προβλήματα των εργαζομένων». Να διεκδικήσουν όλο τον πλούτο που οι ίδιοι παράγουν, για να ικανοποιήσουν το σύνολο των σύγχρονων λαϊκών αναγκών τους.
Χριστίνα ΜΑΤΣΙΑΚΑ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου