Από παλαιότερη κινητοποίηση των μεταλλεργατών
Η
συζήτηση για την ανάκαμψη της οικονομίας, που εντάθηκε μετά την
ολοκλήρωση της δεύτερης «αξιολόγησης», συνδέεται με διάφορες
προσεγγίσεις για τις προϋποθέσεις κατοχύρωσης της απρόσκοπτης
αναπαραγωγής των κερδών των επιχειρηματικών ομίλων, μέσω της διαμόρφωσης
«φιλικού επενδυτικού περιβάλλοντος».
Εκτός από την κυβέρνηση, που διαφημίζει το «Εθνικό Σχέδιο Παραγωγικής Ανασυγκρότησης», σε αυτή τη συζήτηση παρεμβαίνουν τα άλλα αστικά κόμματα, επιχειρηματικοί φορείς και επιτελεία, που αναγνωρίζουν τη σημασία της αντιλαϊκής συμφωνίας στο Γιούρογκρουπ και είτε στηρίζουν αναφανδόν την κυβέρνηση, είτε προβληματίζονται για το κατά πόσο μπορεί μ' αυτό το σχήμα να φανεί συνεπής στην έγκαιρη και ολοκληρωμένη προώθηση των «μεταρρυθμίσεων» και των μέτρων που έχει ανάγκη το κεφάλαιο.
Δεν περνάει επίσης απαρατήρητη η προσπάθεια της κυβέρνησης να αξιοποιήσει αυτή τη συζήτηση για να επιταχύνει διεργασίες στο πολιτικό σύστημα, περιγράφοντας όχι μόνο τις οικονομικές, αλλά και τις πολιτικές προϋποθέσεις επίτευξης του στόχου της ανάκαμψης.
Για παράδειγμα, σε αρθρογραφία κυβερνητικών στελεχών επισημαίνεται ότι ένας από τους όρους για να αξιοποιηθεί το «παράθυρο ευκαιρίας» από τη συμφωνία του Γιούρογκρουπ, είναι να αποφευχθεί η «παλινόρθωσης της δεξιάς», την οποία ενδέχεται να στηρίξουν δυνάμεις «που θέλουν την ελληνική οικονομία σε καταστολή».
Σημειώνεται επίσης ότι η υπόθεση της ανάκαμψης «δεν αφορά μόνο την κυβέρνηση, αλλά όλες τις δυνάμεις που δεν θέλουν ως μέλλον της χώρας τη συντηρητική παλινόρθωση και την επιστροφή στο προ κρίσης καθεστώς». Απευθύνουν δηλαδή κάλεσμα σε δυνάμεις όπως η Δημοκρατική Συμπαράταξη να επιλέξουν τη συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ και όχι με τη ΝΔ.
Σε κάθε περίπτωση, εκεί που συγκλίνουν όλοι είναι η ένταση των «μεταρρυθμίσεων» για λογαριασμό του κεφαλαίου, οι οποίες μάλιστα, σύμφωνα με στελέχη της κυβέρνησης, χρειάζεται να περάσουν μέσα από τον «κοινωνικό διάλογο», με αξιοποίηση κάθε πρόσφορου μέσου σε συνθήκες «κρίσης της συνδικαλιστικής και πολιτικής εκπροσώπησης».
Από τη μία λοιπόν η κυβέρνηση ετοιμάζεται να νομοθετήσει επιπλέον εμπόδια στο δικαίωμα της απεργίας, και από την άλλη αναζητά νέες μορφές και δομές για την ενσωμάτωση των λαϊκών αντιδράσεων και τη συντήρηση της «κοινωνικής συνοχής», που μεταφράζεται σε ανοχή ή/και ενεργή στήριξη στην αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης. Δομές που θα αναπαράγουν τον «κοινωνικό εταιρισμό» στο όνομα της «συνοχής», δηλαδή της εξουδετέρωσης των αγώνων και των διεκδικήσεων, με τρόπο συμπληρωματικό και αποτελεσματικότερο απ' αυτόν που το κάνουν σήμερα οι «παραδοσιακές» πλειοψηφίες του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού.
Μπροστά στις εξελίξεις και αξιοποιώντας την πείρα του, ο λαός δεν πρέπει να ταυτιστεί με τους σχεδιασμούς του κεφαλαίου και των κομμάτων του, να «αναμένει» τα αποτελέσματα της ανάκαμψης, διαπιστώνοντας καθημερινά τη χειροτέρευση της ζωής του.
«Παράθυρο ευκαιρίας» για τους εργαζόμενους και τα άλλα λαϊκά στρώματα μπορεί να ανοίξει αν βάλουν πλάτη στην «ανάκαμψη» του εργατικού κινήματος, στην ανασύνταξη και στην αναζωογόνησή του, στη συγκρότηση της Κοινωνικής Συμμαχίας, στην ανάπτυξη της πάλης για ανάκτηση των απωλειών και ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών.
Το δρόμο τον δείχνουν οι αγωνιστικές εστίες που αναπτύχθηκαν το προηγούμενο διάστημα σε κλάδους όπως οι ΟΤΑ, για μόνιμη και σταθερή δουλειά, και οι απεργιακές κινητοποιήσεις που προετοιμάζουν τις επόμενες μέρες οι εργαζόμενοι στο Εμπόριο, στον Επισιτισμό - Τουρισμό, στη Ναυπηγοεπισκευή. Οι αγώνες αυτοί χρειάζεται να πολλαπλασιαστούν και να στηριχτούν με κάθε τρόπο, να γίνει η επιτυχία τους υπόθεση ευρύτερων δυνάμεων του λαϊκού κινήματος, να αφήσουν ισχυρή παρακαταθήκη και πείρα για τη συνέχεια.
Το άρθρο αυτό αναδημοσιεύεται από την στήλη «Η Άποψή μας» του Ριζοσπάστη της Τρίτης 11 Ιουλίου 2017.
902gr
Εκτός από την κυβέρνηση, που διαφημίζει το «Εθνικό Σχέδιο Παραγωγικής Ανασυγκρότησης», σε αυτή τη συζήτηση παρεμβαίνουν τα άλλα αστικά κόμματα, επιχειρηματικοί φορείς και επιτελεία, που αναγνωρίζουν τη σημασία της αντιλαϊκής συμφωνίας στο Γιούρογκρουπ και είτε στηρίζουν αναφανδόν την κυβέρνηση, είτε προβληματίζονται για το κατά πόσο μπορεί μ' αυτό το σχήμα να φανεί συνεπής στην έγκαιρη και ολοκληρωμένη προώθηση των «μεταρρυθμίσεων» και των μέτρων που έχει ανάγκη το κεφάλαιο.
Δεν περνάει επίσης απαρατήρητη η προσπάθεια της κυβέρνησης να αξιοποιήσει αυτή τη συζήτηση για να επιταχύνει διεργασίες στο πολιτικό σύστημα, περιγράφοντας όχι μόνο τις οικονομικές, αλλά και τις πολιτικές προϋποθέσεις επίτευξης του στόχου της ανάκαμψης.
Για παράδειγμα, σε αρθρογραφία κυβερνητικών στελεχών επισημαίνεται ότι ένας από τους όρους για να αξιοποιηθεί το «παράθυρο ευκαιρίας» από τη συμφωνία του Γιούρογκρουπ, είναι να αποφευχθεί η «παλινόρθωσης της δεξιάς», την οποία ενδέχεται να στηρίξουν δυνάμεις «που θέλουν την ελληνική οικονομία σε καταστολή».
Σημειώνεται επίσης ότι η υπόθεση της ανάκαμψης «δεν αφορά μόνο την κυβέρνηση, αλλά όλες τις δυνάμεις που δεν θέλουν ως μέλλον της χώρας τη συντηρητική παλινόρθωση και την επιστροφή στο προ κρίσης καθεστώς». Απευθύνουν δηλαδή κάλεσμα σε δυνάμεις όπως η Δημοκρατική Συμπαράταξη να επιλέξουν τη συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ και όχι με τη ΝΔ.
Σε κάθε περίπτωση, εκεί που συγκλίνουν όλοι είναι η ένταση των «μεταρρυθμίσεων» για λογαριασμό του κεφαλαίου, οι οποίες μάλιστα, σύμφωνα με στελέχη της κυβέρνησης, χρειάζεται να περάσουν μέσα από τον «κοινωνικό διάλογο», με αξιοποίηση κάθε πρόσφορου μέσου σε συνθήκες «κρίσης της συνδικαλιστικής και πολιτικής εκπροσώπησης».
Από τη μία λοιπόν η κυβέρνηση ετοιμάζεται να νομοθετήσει επιπλέον εμπόδια στο δικαίωμα της απεργίας, και από την άλλη αναζητά νέες μορφές και δομές για την ενσωμάτωση των λαϊκών αντιδράσεων και τη συντήρηση της «κοινωνικής συνοχής», που μεταφράζεται σε ανοχή ή/και ενεργή στήριξη στην αντιλαϊκή πολιτική της κυβέρνησης. Δομές που θα αναπαράγουν τον «κοινωνικό εταιρισμό» στο όνομα της «συνοχής», δηλαδή της εξουδετέρωσης των αγώνων και των διεκδικήσεων, με τρόπο συμπληρωματικό και αποτελεσματικότερο απ' αυτόν που το κάνουν σήμερα οι «παραδοσιακές» πλειοψηφίες του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού.
Μπροστά στις εξελίξεις και αξιοποιώντας την πείρα του, ο λαός δεν πρέπει να ταυτιστεί με τους σχεδιασμούς του κεφαλαίου και των κομμάτων του, να «αναμένει» τα αποτελέσματα της ανάκαμψης, διαπιστώνοντας καθημερινά τη χειροτέρευση της ζωής του.
«Παράθυρο ευκαιρίας» για τους εργαζόμενους και τα άλλα λαϊκά στρώματα μπορεί να ανοίξει αν βάλουν πλάτη στην «ανάκαμψη» του εργατικού κινήματος, στην ανασύνταξη και στην αναζωογόνησή του, στη συγκρότηση της Κοινωνικής Συμμαχίας, στην ανάπτυξη της πάλης για ανάκτηση των απωλειών και ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών.
Το δρόμο τον δείχνουν οι αγωνιστικές εστίες που αναπτύχθηκαν το προηγούμενο διάστημα σε κλάδους όπως οι ΟΤΑ, για μόνιμη και σταθερή δουλειά, και οι απεργιακές κινητοποιήσεις που προετοιμάζουν τις επόμενες μέρες οι εργαζόμενοι στο Εμπόριο, στον Επισιτισμό - Τουρισμό, στη Ναυπηγοεπισκευή. Οι αγώνες αυτοί χρειάζεται να πολλαπλασιαστούν και να στηριχτούν με κάθε τρόπο, να γίνει η επιτυχία τους υπόθεση ευρύτερων δυνάμεων του λαϊκού κινήματος, να αφήσουν ισχυρή παρακαταθήκη και πείρα για τη συνέχεια.
Το άρθρο αυτό αναδημοσιεύεται από την στήλη «Η Άποψή μας» του Ριζοσπάστη της Τρίτης 11 Ιουλίου 2017.
902gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου