Σάββατο 25 Αυγούστου 2018

Φεύγουν τα μνημόνια που μένουν...


ΤΑΦΙΛΗΣ
Η περιβόητη «έξοδος από τα μνημόνια» και το κυβερνητικό σόου στην Ιθάκη σηματοδοτούν τη νέα προπαγανδιστική προσπάθεια συσκότισης της πραγματικότητας.
 Βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης είναι πως η νέα «μεταμνημονιακή» εποχή θα φέρει φιλολαϊκή οικονομική ανάπτυξη, αφού η «προοδευτική κυβέρνηση» του ΣΥΡΙΖΑ, έχοντας πλέον στα χέρια της την οικονομική πολιτική της χώρας, θα απλώσει τα οφέλη της ανάπτυξης σε ολόκληρη την κοινωνία, επαναφέροντας τη χώρα στην περίφημη «ευρωπαϊκή κανονικότητα».

Τα μνημόνια, ισχυρίζεται η κυβέρνηση, είχαν ως αποτέλεσμα τη «δέσμευση» της οικονομικής πολιτικής σε συγκεκριμένες κατευθύνσεις - απαιτήσεις των δανειστών, ενώ η έξοδος απ' αυτά επιτρέπει πλέον την εκπόνηση αυτοτελούς οικονομικής πολιτικής από την κάθε κυβέρνηση, φέρνοντας στην επιφάνεια και τις τεράστιες τάχα διαφορές στα πολιτικά σχέδια της κυβέρνησης και της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Ο ταξικός χαρακτήρας της πολιτικής των μνημονίων
 
Το κυβερνητικό αφήγημα για τάχα φιλολαϊκή στροφή της πολιτικής μετά τη «λήξη» των μνημονίων είναι σαθρό από τα θεμέλιά του. Η πολιτική των μνημονίων δεν αποτελεί ένα «νεοφιλελεύθερο πείραμα» που εφαρμόστηκε στη χώρα μας. Αντίθετα, αποτελεί τη νομοτελειακή προώθηση των αναγκών του μεγάλου κεφαλαίου.


Η οικονομική πολιτική κάθε αστικής κυβέρνησης, στην Ελλάδα, στην ΕΕ, σε κάθε καπιταλιστική χώρα, έχει ως στόχο την καπιταλιστική ανάπτυξη, ανάπτυξη που προέρχεται μέσα από τη θωράκιση των κερδών των μονοπωλίων. Πρόκειται για τη διαχρονική πολιτική της ΕΕ, διασφάλισης της ανταγωνιστικότητας.

Σε ολόκληρη την ΕΕ, η ανταγωνιστικότητα των μονοπωλίων διασφαλίστηκε και διασφαλίζεται με φθηνή εργατική δύναμη, επίθεση στα κοινωνικά δικαιώματα, διευκολύνσεις στη δράση του μεγάλου κεφαλαίου, κανονιστικές, χωροταξικές και χρηματοδοτικές, επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και της «απελευθέρωσης» της αγοράς.

Η φθηνή εργατική δύναμη είναι η κυρίαρχη προϋπόθεση για τη διασφάλιση της κερδοφορίας του μεγάλου κεφαλαίου.

Ετσι, η «ευρωπαϊκή κανονικότητα» - την οποία ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζει ως τη γη της επαγγελίας - δεν είναι παρά ακριβώς η πολιτική ολοένα και μεγαλύτερης εκμετάλλευσης των εργαζομένων προκειμένου να θωρακιστούν τα κέρδη του μεγάλου κεφαλαίου.

Μπορούμε να βρούμε αναρίθμητα παραδείγματα σε όλη την ΕΕ, πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την κρίση, που αποδεικνύουν του λόγου το αληθές. Από τις μεταρρυθμίσεις Σρέντερ στη Γερμανία μέχρι την πρόσφατη «σφαγή» των εργατικών δικαιωμάτων από τον επιστήθιο φίλο του Αλ. Τσίπρα, Μακρόν, στη Γαλλία.

Στην ελληνική πραγματικότητα, η πολιτική διασφάλισης της κερδοφορίας των ομίλων, ο άξονας της πολιτικής της ΕΕ, εξειδικεύτηκε με τα μνημόνια.
Τα μνημόνια δεν είναι μία «παρέκκλιση» από την «ευρωπαϊκή κανονικότητα» της καπιταλιστικής ανάπτυξης. Είναι η εφαρμογή της στην Ελλάδα.

Γι' αυτό και όλες οι βασικές κατευθύνσεις των μνημονίων βρίσκονται στα κείμενα των εκπροσώπων του μεγάλου κεφαλαίου, του ΣΕΒ, του ΣΕΤΕ, της ΕΕΕ, της ΕΕΤ. Οι διαχρονικές απαιτήσεις των εργοδοτικών ενώσεων για φθηνή εργατική δύναμη, με μειώσεις μισθών, συντάξεων και κοινωνικών δικαιωμάτων, δημοσιονομική θωράκιση με φορολόγηση του λαού για να χρηματοδοτούνται οι όμιλοι, ελευθερία δράσης του κεφαλαίου με αλλαγές στο πλαίσιο, ελευθερία χωροθέτησης εγκαταστάσεων, ιδιωτικοποιήσεις για να τοποθετηθούν τα υπερσυσσωρευμένα κεφάλαιά τους, είναι ακριβώς το περιεχόμενο όλων των μνημονίων όλων των κυβερνήσεων, ανεξαρτήτως χρώματος.

Γι' αυτό και τα μνημονιακά μέτρα όχι απλά δεν πρόκειται να αρθούν, αλλά θα κλιμακωθούν περαιτέρω το επόμενο διάστημα. Επειδή η κυρίαρχη τάξη στην Ελλάδα, η αστική τάξη, και το σύστημά της, απαιτούν αυτά ακριβώς τα μέτρα.

Σε τελευταία ανάλυση, τα μνημόνια δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια επίθεση στα δικαιώματα του λαού από το μεγάλο κεφάλαιο, το κράτος του, την ΕΕ και κάθε αστική κυβέρνηση. Τα μνημόνια εξειδίκευσαν την ταξική πολιτική που έχει ανάγκη το μεγάλο κεφάλαιο και η οποία τσακίζει τα δικαιώματα των εργαζομένων.

Αν η πραγματικότητα δεν συμφωνεί με τον Τσίπρα, τόσο το χειρότερο για την πραγματικότητα...
 
Πέραν της σαθρής βάσης στην οποία αναφερθήκαμε παραπάνω, το κυβερνητικό αφήγημα για τη «νέα» «μεταμνημονιακή» πραγματικότητα βρίθει από τερατώδεις προπαγανδιστικές θέσεις, που δεν αντέχουν στοιχειωδώς σε κριτική.

1. Το ίδιο το επιχείρημα της «εξόδου από τα μνημόνια». Πρόκειται για θρασύτατο ψεύδος. Η περίοδος που διανύουμε προβλέπει συνέχιση της ενισχυμένης επιτόπιας εποπτείας στην εφαρμοζόμενη πολιτική, με ποινές χρηματοδότησης που δεν αφορούν τους γενικούς κανόνες της ΕΕ αλλά τα ελληνικά ομόλογα σε περίπτωση μη συμμόρφωσης, την πρόβλεψη για νέες «αξιολογήσεις» της πορείας της οικονομίας και νέες αλλαγές στις ρυθμίσεις του χρέους. Ουσιαστικά η ελληνική οικονομία δεν «φεύγει» από τα μνημόνια, αλλά αντικαθιστά το 3ο πρόγραμμα με ένα νέου τύπου, «υβριδικό» πρόγραμμα, στο οποίο η εφαρμογή των μέτρων θα ελέγχεται αυστηρά και θα καθορίζει δημοσιονομικές διευκολύνσεις, ενώ την ίδια στιγμή θα γίνεται σταδιακή μετατροπή του διακρατικού χρέους (μέσω ESM, EFSF κ.λπ.) σε κρατικό χρέος προς τις τράπεζες.

2. Η λεγόμενη «αυτοτέλεια» της οικονομικής πολιτικής, που θα επιτρέψει μια σταδιακή απομάκρυνση από τη «νεοφιλελεύθερη συνταγή» των μνημονίων, στο βαθμό που στο τιμόνι της χώρας βρίσκονται δυνάμεις προοδευτικές και όχι συντηρητικές.

Ομως, όπως είδαμε παραπάνω, η αυτοτελής πολιτική οποιασδήποτε αστικής κυβέρνησης υπηρετεί τη νομοτελειακή πορεία του καπιταλισμού, που απαιτεί ένταση της εκμετάλλευσης για να θωρακίζονται τα κέρδη. Στο δημοσιονομικό επίπεδο, η αυτοτελής αστική πολιτική αφορά τη δυνατότητα διασφάλισης καλύτερων όρων χρηματοδότησης της εγχώριας αστικής τάξης μέσα από το κράτος και γενικότερα την επίτευξη των στόχων της αστικής τάξης.

Παράλληλα, αυτή η αυτοτέλεια αντικειμενικά περιορίζεται, τόσο από το ευρωπαϊκό πλαίσιο χρηματοδότησης, από τις γενικές κατευθύνσεις και τους μηχανισμούς ελέγχου της ΕΕ που αφορούν το σύνολο των κρατών - μελών της, όσο και από τους ειδικούς όρους για τη χώρα μας, οι οποίοι αφορούν συγκεκριμένα μέτρα που πρέπει να υλοποιηθούν και τον έλεγχο που συνδέεται με αυτά και αφορά την υλοποίησή τους. Η συμφωνία του Γιούρογκρουπ αναφέρει ρητά πως το επόμενο διάστημα πρέπει να υλοποιηθούν συγκεκριμένα μέτρα (όπως η μείωση των συντάξεων και οι αλλαγές στη φορολογία), προβλέποντας μάλιστα ποινές σε περίπτωση μη υλοποίησης.

3. Το κυβερνητικό επιχείρημα για τα επιτεύγματα στο δημοσιονομικό επίπεδο και για τα «υπερπλεονάσματα», που επιτρέπουν μια «κοινωνική πολιτική».
Τα φορολογικά έσοδα που παράγουν τα πλεονάσματα προκύπτουν μέσα από τη φορολόγηση των λαϊκών στρωμάτων, αφού το μεγάλο κεφάλαιο απολαμβάνει ουσιαστικής φορολογικής ασυλίας. Το περιβόητο υπερπλεόνασμα δεν είναι τίποτα άλλο παρά ακόμα μεγαλύτερο «ξεζούμισμα» των εργαζομένων, ενώ το τμήμα του που διανέμεται είναι ένα πολύ μικρό κομμάτι του.
  Αποτελεί κραυγαλέα πολιτική απάτη του ΣΥΡΙΖΑ να καλεί το λαό να πανηγυρίσει για το υπερπλεόνασμα, αφού το πληρώνει κυριολεκτικά από την τσέπη του.

4. Το επιχείρημα για το ποιος θα διαχειριστεί τη νέα περίοδο, ο ΣΥΡΙΖΑ ή η ΝΔ.
Οπως είδαμε παραπάνω, η κυβερνητική πολιτική κάθε αστικής κυβέρνησης έχει ενιαίους και σταθερούς στόχους, την εγγύηση της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Γι' αυτό, ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ δεν διαφοροποιούνται ουσιαστικά σε οποιοδήποτε ζήτημα έχει ουσία, όπως στους τομείς προτεραιότητας, την επιμονή στη φθηνή εργατική δύναμη, στη διατήρηση και προώθηση των «μεταρρυθμίσεων» των τελευταίων ετών. Δεν πρόκειται παρά για δύο ελαφρά διαφορετικές εκδοχές της ίδιας συνταγής. Και οι δύο θα εφαρμόσουν τους εκατοντάδες νόμους και μέτρα που συμφωνήθηκαν για την επόμενη περίοδο.

5. Βασικό στοιχείο της κυβερνητικής προπαγάνδας είναι οι «θετικές εξελίξεις» στην ελληνική οικονομία.

Δεν πρόκειται όμως για επιτυχίες του ΣΥΡΙΖΑ. Ο κύκλος της καπιταλιστικής κρίσης εμπεριέχει και φάση ανόδου, ενώ η επαναφορά της οικονομίας σε φάση ανάπτυξης περιλαμβάνει εκτός από την καταστροφή τμήματος του κεφαλαίου και το σύνολο των αντιλαϊκών μέτρων που διασφαλίζουν την κερδοφορία του μεγάλου κεφαλαίου. Οι «θετικές εξελίξεις» στην οικονομία προϋποθέτουν την αντιλαϊκή επίθεση που έχει τσακίσει τους εργαζόμενους. 
Πέραν αυτού, η μεσοπρόθεσμη διατήρηση της ανάπτυξης είναι ιδιαίτερα επισφαλής, λόγω της ολοένα αυξανόμενης πιθανότητας εκδήλωσης νέας γενικευμένης καπιταλιστικής κρίσης αλλά και της αστάθειας στην περιοχή, που οξύνεται από τις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις του ΝΑΤΟ και η οποία μπορεί εύκολα να οδηγήσει σε φαινόμενα κρίσης στενά στην εγχώρια οικονομία.
6. Η θέση του ΣΥΡΙΖΑ για «φορολόγηση των πλουσίων».

Η κλιμάκωση της φοροεπίθεσης σε μισθωτούς και αυτοαπασχολούμενους, όπως και οι περικοπές στις συντάξεις, επενδύονται προπαγανδιστικά με το μανδύα της «φορολόγησης των πλουσίων». Ως πλούσιοι στοχοποιούνται όλοι όσοι δεν βρίσκονται σε κατάσταση απόλυτης εξαθλίωσης. Οι σύγχρονες παραγωγικές δυνατότητες, όμως, οδηγούν σε ένα αυξημένο επίπεδο αναγκών, και συνεπώς είναι προκλητικό ένας μισθωτός των 1.000 - 1.500 ευρώ μηνιαίως να χαρακτηρίζεται πλούσιος. Αντίθετα με τις διακηρύξεις του, ο ΣΥΡΙΖΑ αυξάνει ποικιλότροπα τις παροχές προς τον πραγματικό πλούτο, τους ομίλους και τα κέρδη τους, διατηρώντας τη σχεδόν απόλυτη φοροασυλία του και πολλαπλασιάζοντας τα κονδύλια με τα οποία τον χρηματοδοτεί.

7. Είναι ο ΣΥΡΙΖΑ που θα ξεκαθαρίσει τη κατάσταση του παλιού, διεφθαρμένου πολιτικού συστήματος, το οποίο κατηγορείται για την πρόκληση της κρίσης, για τη διασπάθιση δημόσιου χρήματος, για προκλητική στήριξη του κεφαλαίου κ.λπ.

Η γραμμή αυτή, άλλωστε, όπως μαρτυρά και η τοποθέτηση Τσίπρα για τους «Μνηστήρες» από την Ιθάκη, αποτελεί και βασικό προπαγανδιστικό άξονα μπροστά στις εκλογές. Ομως, η διαφθορά παράγεται νομοτελειακά από ένα σύστημα που παράγει με κριτήριο το κέρδος, και αποτελεί πολιτική εξαπάτηση η διακήρυξη ότι μπορεί να διατηρηθεί ο καπιταλισμός, που μετατρέπει τα πάντα σε εμπόρευμα, και παράλληλα να εξαλειφθεί η διαφθορά. Την ίδια στιγμή, η κρίση δεν οφείλεται στην κακοδιαχείριση και στη διαφθορά, αλλά στην ίδια την επιτυχία του καπιταλιστικού συστήματος, που απλά δεν μπορεί να συνεχίσει να επενδύει με ικανοποιητική απόδοση τα κέρδη του, ενώ η χρηματοδότηση του μεγάλου κεφαλαίου από το κράτος δεν είναι «διαφθορά» αλλά ένας από τους λόγους ύπαρξης κάθε αστικού κράτους.

Ο «νέος» ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να διαφοροποιηθεί σε τίποτα στη «διαφθορά» από τους «παλιούς», και το πλήθος «σκανδάλων» της νέας κυβέρνησης αποδεικνύουν του λόγου το αληθές.

Με το ΚΚΕ στο δρόμο της ανατροπής
 
Η «μεταμνημονιακή περίοδος», είτε τη διαχειριστεί ο ΣΥΡΙΖΑ είτε η ΝΔ, δεν θα έχει φιλολαϊκό πρόσημο. Η καπιταλιστική ανάπτυξη, με ή χωρίς μνημόνια, απαιτεί όξυνση της εκμετάλλευσης, διαιώνιση των αντιλαϊκών μέτρων, υλοποίηση και προώθηση νέων, ενώ η εκδήλωση μιας νέας κρίσης όχι απλά δεν αποφεύγεται αλλά αντίθετα έρχεται πιο κοντά.

Οι εργαζόμενοι μπορούν να ζήσουν πολύ καλύτερα. Το εμπόδιο στην ικανοποίηση των σύγχρονων λαϊκών αναγκών είναι το σύστημα του κέρδους, ο καπιταλισμός, οι μονοπωλιακοί όμιλοι που αποφασίζουν για το τι θα γίνει με κριτήριο την κερδοφορία τους. Αυτός είναι ο πραγματικός αντίπαλος των εργαζομένων, του λαού.

Το ΚΚΕ καλεί τους εργαζόμενους, όλο το λαό, να μην πιστέψει τις νέες υποσχέσεις για μια τάχα φιλολαϊκή στροφή τη νέα περίοδο. Να οργανώσει την πάλη του απέναντι στην πολιτική κυβέρνησης - ΕΕ - άρχουσας τάξης, που θυσιάζει και θα συνεχίσει να θυσιάζει τα δικαιώματα των εργαζομένων για τα κέρδη των ομίλων. Να παλέψει για να μην εφαρμοστούν νέα μέτρα, για να ανακτηθούν οι απώλειες, για να ικανοποιηθούν οι ανάγκες, να συγκεντρώσει δυνάμεις για την ανατροπή του σάπιου εκμεταλλευτικού συστήματος και για τον ριζικά διαφορετικό δρόμο ανάπτυξης της εργατικής εξουσίας, της κοινωνικοποιημένης συγκεντρωμένης παραγωγής και του επιστημονικού κεντρικού σχεδιασμού που μπορεί να ικανοποιήσει τις λαϊκές ανάγκες. Αυτός ο δρόμος, αντίστασης, αντεπίθεσης και ανατροπής, είναι μονόδρομος για τα συμφέροντα του λαού.


Του
Γρηγόρη ΛΙΟΝΗ
* Ο Γρ. Λιονής είναι μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και υπεύθυνος του Τμήματος Οικονομίας της

Ριζοσπάστης  Σάββατο 25 Αυγούστου 2018 - Κυριακή 26 Αυγούστου 2018

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου