Τεράστιες ευκαιρίες για νέες κερδοφόρες επενδύσεις προσφέρει στους ομίλους το «πρασίνισμα» της ελληνικής οικονομίας, ενώ ο λογαριασμός καταλήγει ξανά στον λαό. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία, στην Ελλάδα γίνονται οι μεγαλύτερες επενδύσεις σε ΑΠΕ ως ποσοστό του ΑΕΠ, επιβεβαιώνοντας ότι το θεσμικό πλαίσιο που έχουν διαμορφώσει όλες διαχρονικά οι κυβερνήσεις για την «πράσινη μετάβαση» την έχουν μετατρέψει σε «Ελντοράντο» ευκαιριών για τα «πράσινα» ενεργειακά μονοπώλια.
Η χώρα μας κατατάσσεται επίσης 7η παγκοσμίως ως προς τη διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό της μείγμα. Το 2022, το 33,3% της ηλεκτρικής ενέργειας παραγόταν από ΑΠΕ, και συγκεκριμένα το 20,7% από ανεμογεννήτριες και το 12,6% από φωτοβολταϊκά. Πίσω από την Ελλάδα βρίσκονται μεγάλες ευρωπαϊκές οικονομίες, όπως η Ισπανία, η Ολλανδία και η Γερμανία. Να σημειωθεί ότι το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα προβλέπει επενδύσεις πάνω από 50 δισ. ευρώ στις ΑΠΕ μέχρι το 2030, με τη στήριξη του Ταμείου Ανάκαμψης, των 32 δισ. ευρώ, από τα οποία το 40% προορίζεται για τη χρηματοδότηση τέτοιων επενδύσεων. Είναι φανερό ότι τα μέχρι τώρα κέρδη των ομίλων θα ωχριούν μπροστά σε αυτά των επόμενων χρόνων, όσο ωριμάζουν τα «πράσινα» επενδυτικά τους σχέδια και ρέουν σε αφθονία οι κρατικές - ευρωπαϊκές επιδοτήσεις και διευκολύνσεις.
Οποιος περιμένει όμως μέσα σ' αυτόν τον επενδυτικό οργασμό να ακούσει έστω και ένα καλό νέο για τις τιμές του ρεύματος που πληρώνει ο λαός, «πλανάται πλάνην οικτρά»! Το εντελώς αντίθετο συμβαίνει, παρά τις διακηρύξεις της ΝΔ, του ΣΥΡΙΖΑ, του ΠΑΣΟΚ και των άλλων ότι με την «πράσινη μετάβαση» τα νοικοκυριά θα απολαμβάνουν άφθονη, καθαρή και πιο φτηνή Ενέργεια. Για παράδειγμα, την περσινή χρονιά που η ηλεκτρική ενέργεια παραγόταν κατά το 1/3 από «πράσινες» πηγές, με τη συμμετοχή των ΑΠΕ στην ημερήσια παραγωγή να σπάει το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, ο λαός πλήρωνε το ακριβότερο ρεύμα των τελευταίων πολλών χρόνων! Συγκεκριμένα, η μέση τιμή στο Ελληνικό Χρηματιστήριο Ενέργειας ήταν αυξημένη πέρυσι κατά 141% σε σύγκριση με το 2021, με την επιβάρυνση αυτή να μετακυλίεται στα νοικοκυριά. Σε βάθος πενταετίας η μέση τιμή έχει σχεδόν πενταπλασιαστεί σε σχέση με τα επίπεδα του 2018 και του 2019, παρά τη σταδιακή διείσδυση των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα.
Η «αποκλιμάκωση» των τιμών, για την οποία όλοι επιχαίρουν, μετά το peak του περασμένου Αυγούστου (436,53 ευρώ/MWh), έφερε τη μέση τιμή χονδρικής στα 105,59 ευρώ/MWh τον Μάη του 2023, ακριβώς διπλάσια από τον Γενάρη το 2021, έτος που ξεκίνησε το ράλι ανόδου των τιμών. Με άλλα λόγια, η «σταθεροποίηση» των τιμών χονδρικής, για την οποία κόμπαζε προεκλογικά η κυβέρνηση της ΝΔ, γίνεται σε επίπεδα διπλάσια συγκριτικά με πριν από δυο χρόνια, με το αυξημένο κόστος να καταλήγει απευθείας στους λογαριασμούς της λαϊκής κατανάλωσης.
Γιατί συμβαίνει αυτό; Επειδή η Ενέργεια, «πράσινη», «μαύρη» ή όπως κι αν τη «χρωματίσουν» στο μέλλον, είναι εμπόρευμα και μάλιστα χρηματιστηριακό προϊόν, που υπακούει στους νόμους της - «απελευθερωμένης» πλέον - αγοράς και οι τιμές της διαμορφώνονται με κριτήριο το μεγαλύτερο κέρδος των ομίλων και όχι τις ανάγκες των λαών. Μέχρι και τζόγο στήνουν τα μονοπώλια με τις μακρόχρονες και βραχύχρονες παραγγελίες στην προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας, μέσα από το διασυνδεδεμένο σύστημα και την ενιαία αγορά. Ετσι και στην Ελλάδα, ο λαός μας πλήρωσε και πληρώνει το Χρηματιστήριο Ενέργειας, την «απελευθέρωση» της αγοράς, την απολιγνιτοποίηση, όλες δηλαδή τις στρατηγικές επιλογές του κεφαλαίου και της ΕΕ τις οποίες «έτρεξαν» οι κυβερνήσεις ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ. Ο λογαριασμός όμως δεν τελειώνει εδώ: Οι κερδοφόρες «πράσινες» επενδύσεις απαιτούν τεράστια κρατική στήριξη μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, που ως νέο υπερμνημόνιο φορτώνεται στις πλάτες του λαού.
350 αντιλαϊκά προαπαιτούμενα περιμένουν τη σειρά τους για να ψηφιστούν από την επόμενη κυβέρνηση της ΝΔ, και είναι σίγουρο ότι πολλά απ' αυτά θα έχουν τις ψήφους των ΣΥΡΙΖΑ - ΠΑΣΟΚ, που στηρίζουν τον στόχο της «πράσινης μετάβασης» και έχουν ψηφίσει το Ταμείο Ανάκαμψης. Νέοι «πράσινοι» φόροι βαραίνουν το λαϊκό εισόδημα για να αποπληρώνει η ΕΕ τα δάνεια του Ταμείου στις διεθνείς αγορές, ενώ τα μονοπώλια κολυμπούν στο πάμφθηνο χρήμα. Στην ίδια μεριά της πλάστιγγας μπαίνει και η επέλαση των «πράσινων» μονοπωλίων σε βάρος του περιβάλλοντος και της ποιότητας ζωής του λαού, όπως στην Κοζάνη, όπου τα φωτοβολταϊκά πάνε να πνίξουν ένα ολόκληρο χωριό! Και να σκεφτεί κανείς ότι οι μεγαλύτερες σε ισχύ επενδύσεις σε ΑΠΕ προβλέπεται να γίνουν στα πρώην λιγνιτικά κέντρα της Δυτικής Μακεδονίας και της Μεγαλόπολης.
Απ' αυτήν την άποψη το ζήτημα της Ενέργειας, μιας ζωτικής ανάγκης για τον λαό, αναδεικνύεται σε κομβικό κριτήριο ψήφου. Το ΚΚΕ είναι το μόνο κόμμα που αποκάλυψε τους πραγματικούς στόχους και τις συνέπειες της «πράσινης ανάπτυξης», το ποιος κερδίζει και ποιος χάνει, μπήκε μπροστά στον αγώνα για να μην πληρώσει ξανά ο λαός. Το δυνάμωμα αυτού του αγώνα, η σύγκρουση με αυτήν την αντιλαϊκή στρατηγική, η πάλη για Ενέργεια κοινωνικό αγαθό και όχι εμπόρευμα, με την αξιοποίηση όλων των διαθέσιμων πηγών, και των ΑΠΕ, με κριτήριο τις λαϊκές ανάγκες, είναι ο δρόμος όπου πρέπει να αναζητήσει διέξοδο ο λαός. Απέναντι στο πανάκριβο ρεύμα και στην ενεργειακή φτώχεια που «εγγυώνται» με την πολιτική τους όλα τα άλλα κόμματα, το ΚΚΕ, ως 100% λαϊκή αντιπολίτευση, είναι εγγύηση ότι αυτός ο αγώνας θα γίνεται όλο και πιο δυνατός, πιο αποτελεσματικός, πιο ελπιδοφόρος για τον λαό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου