Αποκαλυπτικές καταγγελίες και εκκλήσεις από τους εργαζόμενους για μέτρα προστασίας πριν συμβεί το δυστύχημα
« Κόλαφος» είναι για την κυβέρνηση και τα κάθε λογής παπαγαλάκια της οι σαφείς προειδοποιήσεις εργαζομένων και σωματείων για την κατάσταση στον σιδηρόδρομο, που «το φώναζε» ότι δεν θα αργήσει να συμβεί ένα τραγικό γεγονός σαν αυτό των Τεμπών.
Πρόκειται για καταγγελίες και αγωνιστικές παρεμβάσεις για συγκεκριμένα προβλήματα και ελλείψεις στην ασφάλεια που δεν αφήνουν πια περιθώρια για κροκοδείλια δάκρυα. Προειδοποιήσεις που εγκαίρως χτυπούσαν καμπανάκι, το οποίο από πολιτική επιλογή οι κάθε φορά κυβερνήσεις και οι διοικήσεις του ΟΣΕ αγνοούσαν, αφού ζυγισμένοι - στοιχισμένοι με τη στρατηγική της «απελευθέρωσης» απέρριπταν οτιδήποτε παραβίαζε τον «χρυσό κανόνα» του «κόστους - οφέλους». Αντίθετα, όταν οι εργαζόμενοι διεκδικούσαν αγωνιστικά μέτρα για τις υποδομές και την ασφάλεια στις μεταφορές, όταν απεργούσαν με τέτοιες διεκδικήσεις, εισέπρατταν τη συκοφάντηση και την καταστολή.
Επομένως οι προειδοποιήσεις αυτές, θυμίζει ξανά ο «Ριζοσπάστης», κατεδαφίζουν την προσπάθεια της κυβέρνησης να φορτώσει στο βολικό «ανθρώπινο λάθος» όλο το κακό, κρύβοντας τόσο τις δικές της ευθύνες όσο και των προκατόχων της.
Χαρακτηριστικά είναι όσα επισήμαινε η ΔΕΣΚ Σιδηροδρομικών (συνδικαλιστές που συσπειρώνονται στο ΠΑΜΕ) λιγότερο από έναν μήνα πριν, στις 7 Φλεβάρη, με αφορμή τα καθημερινά ατυχήματα με συρμούς: «Οσο δεν παίρνονται μέτρα προστασίας στους εργασιακούς χώρους και για την ασφαλή λειτουργία και κυκλοφορία των τρένων, τα ατυχήματα δεν έχουν τελειωμό. Είναι πλέον εξοργιστικό αυτά να αποτελούν σχεδόν καθημερινό φαινόμενο και να μην παίρνεται κανένα ουσιαστικό μέτρο, να μη δρομολογείται καμία βελτίωση στην υποδομή και λειτουργία, να μην ελέγχονται οι εμπλεκόμενοι φορείς και να μην αναζητούνται ευθύνες».
Η ΔΕΣΚ αναδείκνυε τις ευθύνες των κυβερνήσεων, τονίζοντας ότι «έχουν άλλες προτεραιότητες και όχι την ασφαλή μετακίνηση των πολιτών. Αντιλαμβάνονται την ασφάλεια ως κόστος».
Συνταρακτικά προφητικά ήταν μάλιστα όσα επισήμαιναν οι συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ, βλέποντας την τραγωδία να κοντοζυγώνει:
«Δεν θα περιμένουμε το δυστύχημα που έρχεται, για να τους δούμε να χύνουν κροκοδείλια δάκρυα κάνοντας διαπιστώσεις».
Παράλληλα η ΔΕΣΚ, με αφορμή το σοβαρό ατύχημα που σημειώθηκε στις 24 Γενάρη 2023 στο κεντρικό εργοστάσιο της «Hellenic Train» (ΤΡΑΙΝΟΣΕ) στον Πειραιά, υπογράμμιζε: «Πραγματικά αναρωτιέται κανείς τι άλλο πρέπει να συμβεί για να αναλάβουν επιτέλους τις ευθύνες τους η κυβέρνηση, η εργοδοσία... Πρέπει πρώτα να θρηνήσουμε νεκρούς και μετά να παρθούν μέτρα προστασίας της ανθρώπινης ζωής; Πόσο κοστολογείται για τους παραπάνω η ανθρώπινη ζωή;».
Αποκαλυπτικές είναι και οι καταγγελίες των μηχανοδηγών, που δίνουν απάντηση στην προσπάθεια να φορτωθεί το τραγικό δυστύχημα απλά σε «ανθρώπινο λάθος». Οι μηχανοδηγοί καταγγέλλουν λοιπόν ότι στη διαδρομή που έγινε η σύγκρουση «όλα γίνονται χειροκίνητα, δεν λειτουργούν τα φωτοσήματα και οι έλεγχοι της κυκλοφορίας!».
Και για όσους παριστάνουν ότι πέφτουν από τα σύννεφα, αναρωτώμενοι «πώς γίνεται» να συμβεί ένα τέτοιο «λάθος», υπάρχει το εξώδικο που είχε στείλει μόλις τον περασμένο Νοέμβρη η Πανελλήνια Ενωση Προσωπικού Ελξης για τη διάλυση του σιδηροδρομικού δικτύου.
Αποδέκτες του εξωδίκου ήταν το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, η Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων και η «Hellenic Train», με αφορμή το ατύχημα στις 25 Οκτώβρη 2022, όταν αμαξοστοιχία του Προαστιακού είχε προσκρούσει σε ηλεκτροφόρο καλώδιο υψηλής τάσης στις Αχαρνές, με αποτέλεσμα να τραυματιστεί ο μηχανοδηγός. Η Ενωση λοιπόν δήλωνε εξωδίκως ότι οι φόβοι των εργαζομένων επιβεβαιώνονται «παρά τις διαρκείς διαμαρτυρίες μας και πρωτίστως τις συνεχείς εκκλήσεις μας προς αποκατάσταση των εντεινόμενων προβλημάτων του σιδηροδρομικού δικτύου».
Το εξώδικο καταγράφει μάλιστα τα προβλήματα που προκαλούν «η κακή κατάσταση της σιδηροδρομικής υποδομής και η έλλειψη συντήρησης», μεταξύ άλλων με τη μη λειτουργία, εδώ και πολλά χρόνια, των φωτοσημάτων και της τηλεδιοίκησης. Επίσης, με τη μη λειτουργία του συστήματος ETCS, το οποίο προστατεύει απέναντι στο ανθρώπινο λάθος, παρά το γεγονός ότι έχει εγκατασταθεί στις μηχανές!
Ακόμα, το γεγονός ότι κλείνουν σταθμοί σε περιφερειακές πόλεις λόγω έλλειψης σταθμαρχών, κάτι που «δημιουργεί προβλήματα στα τρένα και στην πύκνωση των δρομολογίων».
Επίσης ότι «εδώ και 15 χρόνια δεν λειτουργούν τα συστήματα ασφαλείας και φωτισμού εντός των σηράγγων στον Προαστιακό Αθήνας (Μέγαρα) και είναι αδύνατη η επικοινωνία όταν τρένο βρίσκεται μέσα σε αυτές».
Εξίσου διαφωτιστικά για τους αυτουργούς του εγκλήματος είναι και όσα επισήμαινε σε επιστολή παραίτησής του μόλις τον Απρίλη του 2022 ο Χρήστος Κατσιούλης, στέλεχος της ΕΡΓΟΣΕ και πρόεδρος της επιτροπής για τα έργα σηματοδότησης και ασφάλειας στο σιδηροδρομικό δίκτυο. Σημείωνε μεταξύ άλλων ότι διαφωνεί με τη μη τήρηση του φυσικού αντικειμένου της σύμβασης 717 και του τρόπου λειτουργίας του ETCS στα τμήματα Αχαρνές - Οινόη, Δομοκός - Λάρισα και Λάρισα - Πλατύ, διότι καταργούνται συμβατικά δρομολόγια και συμβατικές ενδείξεις φωτοσημάτων. Επίσης ανέφερε ότι με αυτήν την εξέλιξη θα επιτρέπεται η κυκλοφορία των τρένων στο εν λόγω τμήμα με 200 χιλιόμετρα την ώρα, χωρίς σε αυτό να υπάρχει καμία ένδειξη της κατάστασης της γραμμής, ακόμα και θραύση αυτής, με ό,τι αυτό συνεπάγεται στην ασφάλεια κυκλοφορίας των τρένων.
Ο ίδιος σε δηλώσεις του ανέφερε ότι αν υπήρχαν συστήματα ασφαλείας, το δυστύχημα θα μπορούσε να αποφευχθεί: «Ενα δυστύχημα είναι συνδυασμός πολλών παραγόντων. Εδώ μια απλή εξήγηση μπορεί να είναι το ανθρώπινο λάθος, αλλά γι' αυτό βάζεις τα προβλεπόμενα συμβατικά συστήματα ασφαλείας, για να αποκλειστεί το ανθρώπινο λάθος. Γιατί και να θέλει κάποιος επίτηδες να βάλει δύο τρένα να συγκρουστούν, επεμβαίνει το σύστημα ασφαλείας και το αποτρέπει».
Στο μεταξύ, νέες προειδοποιήσεις γίνονται από εργαζόμενους για το συγκοινωνιακό δίκτυο, που βάζουν ήδη προ των ευθυνών τους τους κυβερνώντες, ώστε κανένας να μην μπορεί να πει «δεν γνώριζα».
Χαρακτηριστικά είναι όσα εντοπίζει στη λειτουργία των μέσων σταθερής τροχιάς (Μετρό, Ηλεκτρικός, Τραμ) η Επιτροπή Υγιεινής και Ασφάλειας Εργαζομένων στις «Σταθερές Συγκοινωνίες ΑΕ».
Σημειώνουν μεταξύ άλλων: «Ο τρόπος λειτουργίας στη ΣΤΑΣΥ σήμερα δεν εξασφαλίζει τη μέγιστη δυνατή ασφάλεια ενός μεταφορικού μέσου το οποίο μεταφέρει 1 εκατομμύριο επιβάτες ημερησίως».
Η Επιτροπή κρούει λοιπόν τον κώδωνα του κινδύνου για τις ελλείψεις προσωπικού, επανεκπαίδευσης προσωπικού, τις ελλείψεις σε πιστοποιήσεις και σε Μέσα Ατομικής Προστασίας, της εκπαίδευσης προσωπικού για την ορθή χρήση τους. Ακόμα, θέτει ζήτημα ως προς την αρτιότητα των υποδομών έκτακτης ανάγκης, κάνοντας λόγο για ένα «πολύπλοκο σύστημα, για το οποίο απαιτείται ορθός συντονισμός και οργάνωση».
Εκτιμά ότι δεν προσφέρεται η μέγιστη δυνατή ασφάλεια και έτσι «δημιουργούνται προϋποθέσεις για την εκδήλωση τραγικών συμβάντων, ενώ σε πλήθος περιπτώσεων δεν διασφαλίζεται η αποτροπή του ανθρώπινου λάθους ή και μιας άστοχης ενέργειας, κάτι που θεωρείται απολύτως φυσιολογικό να λάβει χώρα σε ένα πολύπλοκο σύστημα όπως η ΣΤΑΣΥ».
Ενδεικτικά αναφέρει ότι «αυτήν τη στιγμή δεν υπάρχουν φωτιζόμενες πινακίδες εξόδων κινδύνου μέσα στις σήραγγες των γραμμών 2 και 3, υπάρχουν έξοδοι κινδύνου που οδηγούν σε καταπακτές οι οποίες δεν θα ανοίξουν, χώροι που πρέπει να προστατευτούν από παραβίαση. Διαδικασίες λειτουργίας (όπως της απειλής βόμβας) που πρέπει να αναθεωρηθούν ώστε να προλάβουμε το χειρότερο, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε περίπτωση εγκλωβισμού επιβατών».
Ακόμα, τονίζει ότι «σύμφωνα με το οργανόγραμμα της ΣΤΑΣΥ, το οποίο παρουσιάζει σοβαρές ελλείψεις, υπάρχουν σήμερα περίπου 850 κενές θέσεις εργασίας, ενώ αν υπολογιστούν οι συνταξιοδοτήσεις, το επόμενο διάστημα οι κενές θέσεις θα αγγίξουν τις 1.000!».
Καταγγέλλει το γεγονός ότι παρά τις προειδοποιήσεις της καμία διοίκηση δεν έχει αντιμετωπίσει τα προβλήματα, ούτε και το υπουργείο Μεταφορών, και καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «υπάρχουν σοβαρότατες ελλείψεις και υπάρχει μεγάλη πιθανότητα δυστυχήματος. Επίσης, έχουμε καταγγελίες για εργασιακό εκφοβισμό με στόχο την περαιτέρω εντατικοποίηση της εργασίας. Ολα αυτά είναι απόρροια της λειτουργίας της ΣΤΑΣΥ με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια και στο πλαίσιο της λογικής του κόστους - οφέλους».
Η Επιτροπή Υγιεινής και Ασφάλειας διατυπώνει τα εξής αιτήματα:
- Αμεση πρόσληψη μόνιμου προσωπικού με πλήρη δικαιώματα, για την κάλυψη των ελλείψεων σε όλες τις ειδικότητες.
- Εξειδίκευση και πιστοποίηση του προσωπικού, με προγράμματα εκπαίδευσης όλων των εργαζομένων στον ασφαλή τρόπο εκτέλεσης των εργασιών.
- Σωστή συντήρηση και επισκευή του τροχαίου υλικού της γραμμής, των σταθμών, γενικά των υποδομών του δικτύου.
- Συντήρηση, επισκευή και εκσυγχρονισμός όλου του τεχνικού εξοπλισμού και όλων των εγκαταστάσεων για ασφαλή εργασία.
- Να χορηγηθούν άμεσα όλα τα Μέσα Ατομικής Προστασίας. Να είναι καλής ποιότητας και όχι απλά να πληρούν τις βασικές προϋποθέσεις.
- Οι τεχνικοί Ασφαλείας και ο γιατρός Εργασίας να είναι μόνιμοι υπάλληλοι στη ΣΤΑΣΥ, να μην έχουν σχέσεις εξάρτησης από παροχή έργου ή εργολαβίες.
Κρατική Δολοφονία.
ΑπάντησηΔιαγραφή