Πέρσι τέτοια εποχή, παραμονές της αντιπυρικής περιόδου του 2023, ο πρωθυπουργός επισκεπτόταν το Κέντρο Εκπαίδευσης του Πυροσβεστικού Σώματος στη Νέα Μάκρη και δήλωνε πως «από την πρώτη στιγμή που ανέλαβε την ευθύνη της διακυβέρνησης της χώρας, έθεσε την αναβάθμιση της Πολιτικής Προστασίας συνολικά ως πρώτη προτεραιότητα».
Διαβεβαίωνε μάλιστα με στόμφο για την καλύτερη από ποτέ ετοιμότητα του κράτους απέναντι στις δασικές πυρκαγιές...
Μερικούς μήνες αργότερα, μετά το τέλος της αντιπυρικής περιόδου, το μέγεθος των καμένων εκτάσεων υπερτριπλασιάστηκε σε σχέση με τον εθνικό μέσο όρο της τελευταίας 15ετίας, με νεκρούς και τραυματίες.
Χτες, η κυβέρνηση παρουσίασε το ...σχέδιό της για την «αντιπυρική προστασία» το 2024, το οποίο βάφτισε «νέο δόγμα». Ενα «νέο» τόσο παλιό και προβλέψιμο, που εάν κάποιος ανατρέξει σε όσα ανέφερε ο αρμόδιος υπουργός, δεν μπορεί παρά να ανησυχεί και να «κουμπώνεται» για όσα πρόκειται να συμβούν τους επόμενους μήνες.
Το ...νέο λοιπόν είναι η επιβολή γενικών επιφυλακών και μαζικών μετακινήσεων των πυροσβεστών ανά την επικράτεια, η αύξηση από 2 σε 3 των πληρωμάτων στα πυροσβεστικά οχήματα και η υποχρεωτική παρουσία 2 πυροσβεστικών στο σημείο έναρξης της πυρκαγιάς.
Αλλη μια ...«καινοτομία» είναι η άμεση εμπλοκή εθελοντικών ομάδων - οργανώσεων στο έργο της κατάσβεσης σε πρώτο χρόνο, με δικά τους μέσα.
Για άλλη μια χρονιά, η κυβέρνηση προσπαθεί να συγκαλύψει με μπαλώματα τις τεράστιες ελλείψεις στο Πυροσβεστικό Σώμα, την εξάντληση των πληρωμάτων και την ανεπάρκεια σε πυροσβεστικά μέσα, ενώ η πρόληψη παραμένει και φέτος στα ...αζήτητα. Ταυτόχρονα, το κέντρο βάρους παραμένει στα εναέρια μέσα και όχι στην πραγματική ενίσχυση της πρόληψης και των επίγειων μέσων.
Οσο για τις ομάδες των εθελοντών, είναι παραλλαγή προηγούμενων διατάξεων που καθόριζαν το εύρος και τον τρόπο της συμμετοχής τους, χωρίς να δίνεται λύση στο πρόβλημα της υποστελέχωσης της Πυροσβεστικής και χωρίς να υπάρχει ένα οργανωμένο σχέδιο από το κράτος για την ουσιαστική συμμετοχή του λαού στην πρόληψη και στην αντιμετώπιση της πυρκαγιάς, όταν αυτή προκύψει.
Είναι άλλωστε νωπές οι μνήμες με τα συνεργεία των κατοίκων να δίνουν μάχη ακόμα και με γυμνά χέρια για να σώσουν το βιος τους, απέναντι στην επιλεκτική ανικανότητα του κράτους να προστατέψει ουσιαστικά τα σπίτια, τις περιουσίες, ακόμα και τη ζωή τους.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ελλείψεις σε προσωπικό στην Πυροσβεστική φτάνουν τις 4.000, ενώ μόλις το 1/3 των απαραίτητων μέσων για αποτελεσματική πυρόσβεση είναι διαθέσιμο. Οι μάχιμοι πυροσβέστες είναι κυριολεκτικά στα όριά τους κατά την αντιπυρική περίοδο, με 24ωρες και 32ωρες βάρδιες σε αστικές πυρκαγιές.
Οι λεγόμενοι «δασοκομάντος» της Ειδικής Μονάδας Δασικών Επιχειρήσεων αναγκάζονται να επιχειρούν διαρκώς έως και επτά μέρες και για 48 ώρες συνεχόμενα, ενώ καλούνται να μετακινούνται από το ένα πύρινο μέτωπο στο άλλο με μόνη ανάπαυση το χρονικό διάστημα της μεταφοράς.
Αυτό είναι και φέτος το τοπίο, λίγες μέρες πριν την έναρξη της νέας αντιπυρικής περιόδου, και δεν είναι δύσκολο να διακρίνει κανείς την εύφλεκτη ύλη που έχει ήδη συσσωρευτεί. Σε αυτήν τη ζοφερή εικόνα έρχεται να προστεθεί το νομοσχέδιο για τη Διαχείριση των δασών που έχει στα σκαριά η κυβέρνηση, με το οποίο παραδίδεται σε επιχειρηματικούς ομίλους το κρίσιμο ζήτημα της προστασίας τους. Οι λύκοι δηλαδή θα φυλάνε τα πρόβατα!
Η γη, τα δασικά οικοσυστήματα, οι υποδομές αντιμετωπίζονται από τις κυβερνήσεις ως εμπόρευμα για την ενίσχυση των κάθε φορά επενδυτικών επιδιώξεων και της κερδοφορίας των κατασκευαστικών και άλλων επιχειρηματικών ομίλων. Αυτή η δασοκτόνα πολιτική και η πολιτική εμπορευματοποίησης της γης αποτελούν τη βασικότερη αιτία των καταστροφικών πυρκαγιών, σε συνδυασμό με το ξεγύμνωμα από προσωπικό και εξοπλισμό της Πυροσβεστικής και των δασικών υπηρεσιών.
Για άλλη μία αντιπυρική περίοδο, ο λαός μας προετοιμάζεται για το «τρεχάτε να σωθείτε». Κυβέρνηση και κράτος αποθεώνουν από τώρα την ατομική ευθύνη και ξαναζεσταίνουν τα γνωστά χρεοκοπημένα επιχειρήματα περί κλιματικής αλλαγής και ακραίων καιρικών φαινομένων.
Η αλήθεια όμως είναι μία: Η σημερινή και όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις ούτε μπορούν ούτε θέλουν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα. Γιατί υπηρετούν την πολιτική του κόστους - οφέλους, που βάζει σε μεγάλο κίνδυνο το περιβάλλον, την περιουσία, ακόμα και τη ζωή του λαού.
Αναδημοσίευση από τη στήλη «Η Άποψή μας» του «Ριζοσπάστη», Παρασκευή 22 Μάρτη 2024
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου