Κάποιος που δεν έχει ασχοληθεί με το πιο σπουδαίο, ίσως, φιλοσοφικό έργο του Λένιν, τον «Υλισμό και Εμπειριοκριτικισμό», και τη σημασία του, θα μπορούσε να προσπεράσει ως αδιάφορη σύμπτωση το ότι η φετινή, 100ή επέτειος του θανάτου του Λένιν ακολουθεί την περσινή 270ή του θανάτου του Βρετανού υποκειμενικού ιδεαλιστή φιλοσόφου Τζορτζ Μπέρκλεϊ και ακολουθείται του χρόνου από την 340ή επέτειο της γέννησής του. Εξάλλου, γιατί να ενδιαφέρουν κάποιον σήμερα οι απόψεις του επισκόπου Μπέρκλεϊ και των επιγόνων του και η κριτική του Λένιν σε αυτές, όταν μοιάζουν τόσο ανεπίκαιρες, κυριολεκτικά εκτός εποχής και κλίματος;
Ομως, η ανάπτυξη της ταξικής πάλης μέσα στα χρόνια και οι σύγχρονες απαιτήσεις της ιδεολογικοπολιτικής αναμέτρησης με τις δυνάμεις του κεφαλαίου τα έφεραν έτσι, που σήμερα ο κίνδυνος του μεταφυσικού ιδεαλισμού προβάλλει και πάλι απέναντι στο επαναστατικό εργατικό κίνημα.
Μόνο που, αντί για τις συνθήκες του 18ου αι., ο υποκειμενικός ιδεαλισμός προωθείται σήμερα στο έδαφος της προσωρινής επικράτησης της αντεπανάστασης από τα τέλη του 20ού αι., καθώς και της ραγδαίας επιστημονικής και τεχνολογικής ανάπτυξης που, από τη μια, διαμορφώνει δυνατότητες διευρυμένης ικανοποίησης σύγχρονων αναγκών και, από την άλλη, συμβάλλει στην εντατικοποίηση και αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης και σε νέες μορφές χειραγώγησης στον 21ο αι.
Ο Μπέρκλεϊ θεωρούσε τα πράγματα ως αθροίσματα αισθημάτων και αρνούνταν την ύπαρξή τους έξω από την ανθρώπινη γνώση. Με την όρασή μου, έλεγε, σχηματίζω τις ιδέες των χρωμάτων, με την αφή αντιλαμβάνομαι το μαλακό και το σκληρό, με την ακοή τους ήχους κ.ο.κ. Αυτό, λοιπόν, που ονομάζουμε «μήλο», για παράδειγμα, δεν είναι τίποτε άλλο από μια συλλογή διαφόρων ιδεών και αισθημάτων που τα παρατηρούμε ενωμένα και τα θεωρούμε σαν ένα ξεχωριστό πράγμα. Η ουσία της διδασκαλίας του είναι η άρνηση της ύπαρξης της ύλης, της αντικειμενικής πραγματικότητας, έξω κι ανεξάρτητα από τον νου, και της γνωσιμότητάς της.
Χωρίς να αμφισβητεί ότι υπάρχει διάκριση ανάμεσα στα πράγματα που βλέπουμε κι αγγίζουμε, από τη μια, και τις χίμαιρες, από την άλλη, ο Μπέρκλεϊ υποστηρίζει ότι τόσο τα μεν, όσο και οι δε, υπάρχουν στον νου και μόνο εκεί, όχι έξω από αυτόν. Οπως ακριβώς οι χίμαιρες υπάρχουν στη φαντασία μας, έτσι και τα πράγματα τα αντιλαμβανόμαστε μόνο ως συλλογές ιδεών ή συνδυασμούς αισθητηριακών ιδιοτήτων, όπως η έκταση, το βάρος, το χρώμα κ.λπ. Η διαφορά τους είναι μόνο ότι οι ιδέες που προκαλεί ο ανθρώπινος νους, όπως οι χίμαιρες, είναι πιο αδύνατες κι ασταθείς από τις ιδέες που δεχόμαστε από τις αισθήσεις, οι οποίες μιλάνε για την επενέργεια ενός νου πιο δυνατού και πιο σοφού από τον ανθρώπινο.
Απέναντι σε τέτοιες απόψεις, ο Λένιν ανέπτυξε στον «Υλισμό και Εμπειριοκριτικισμό» την επιστημονική, διαλεκτική - υλιστική θεωρία της γνώσης, θεμελιώνοντας τη δυνατότητα της αντικειμενικής γνώσης των νόμων της φύσης και της κοινωνίας. Οπως υπογράμμιζε, η μοναδικά απόλυτη παραδοχή της ύπαρξης της ύλης έξω από τη συνείδηση και το αίσθημα του ανθρώπου είναι αυτό που ξεχωρίζει τον διαλεκτικό υλισμό από τον ιδεαλισμό και τον αγνωστικισμό. Το έργο αυτό του Λένιν εξακολουθεί και σήμερα να αποτελεί υπόδειγμα για την πάλη ενάντια σε σύγχρονες αντιδραστικές θεωρήσεις, που επιχειρούν να προβάλουν διάφορους παράγοντες στο επίκεντρο της μελέτης των κοινωνικών φαινομένων έναντι των νομοτελειών της κοινωνικής ανάπτυξης.
Στη σημερινή του εκδοχή, ο υποκειμενικός ιδεαλισμός εμφανίζεται με τη μορφή του μεταμοντέρνας κοπής ανορθολογισμού που εκφράζεται με τις αντιλήψεις και τα ιδεολογήματα του «ατομικού αυτοπροσδιορισμού» και της συγκρότησης του ατόμου ως σύνθεσης πολλαπλών ταυτοτήτων. Πρεσβεύει ότι ο εργαζόμενος είναι δήθεν ελεύθερος να αυτοπροσδιορίζεται αυθαίρετα με βάση τις όποιες ατομικές του επιθυμίες, υπονομεύοντας τη δυνατότητα κατανόησης της αντικειμενικής κοινωνικής πραγματικότητας ως τέτοιας ή και αμφισβητώντας την ίδια την ύπαρξή της. Να που ξαναβρίσκουμε μπροστά μας, λοιπόν, τον επίσκοπο Μπέρκλεϊ.
Σε μια εποχή κατακλυσμιαίων επιστημονικών και τεχνολογικών δυνατοτήτων, που μας επιτρέπουν να παρεμβαίνουμε από το Διάστημα μέχρι το DNA και τον εγκέφαλο, οι διάφορες εκφράσεις του υποκειμενικού ιδεαλισμού παρουσιάζουν την πραγματικότητα, σε όλες τις πτυχές της, ως κοινωνική κατασκευή που δεν εδράζεται σε αντικειμενικά θεμέλια.
Κάπως απλουστευτικά, θεωρείται πως ό,τι υπάρχει γύρω μας, μαζί και η κοινωνία, είναι ανθρώπινα δημιουργήματα, που θα μπορούσε να ήταν διαφορετικά πλασμένα. Το ότι έγιναν έτσι κι όχι αλλιώς, είναι αποτέλεσμα επιλογών και συσχετισμών. Δεν υπάρχει κανένας αντικειμενικός παράγοντας που να καθορίζει τα πώς και τα γιατί. Σα να λέμε, δεν υπάρχει καμία αδυσώπητη νομοτέλεια του καπιταλισμού που επιτάσσει την ένταση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης για τη μεγιστοποίηση του καπιταλιστικού κέρδους. «Με έναν νόμο κι ένα άρθρο», όπως έλεγαν και κάποιες ψυχές πριν από λίγα χρόνια, θα μπορούσαμε, αν θέλαμε, να κάνουμε τον καπιταλισμό να γίνει ανθρώπινος.
Ετσι, αυτό που απορρέει από την ίδια την πραγματικότητα, δηλαδή η δυνατότητα συνειδητού και σκόπιμου μετασχηματισμού της μέσα από την ανάπτυξη της κοινωνικής δραστηριότητας, διαστρεβλώνεται και η ατομική βούληση παρουσιάζεται ως γενεσιουργός αιτία της κοινωνικής πραγματικότητας. Με αυτόν τον τρόπο, αποκρύβεται ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα αναπτύσσεται στα πλαίσια των αντικειμενικών δυνατοτήτων και περιορισμών που θέτουν η ίδια η αντικειμενική - φυσική και κοινωνική - πραγματικότητα, οι νομοτέλειες που διέπουν την ανάπτυξή της, καθώς και η γνωσιμότητα αυτών.
Σε αυτήν τη βάση, επίσης, κάθε σύγχρονο κοινωνικό πρόβλημα αποκόπτεται από τη ρίζα του, δηλαδή από το πώς αναπτύσσεται μέσα στην κοινωνία της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, και συσκοτίζεται η μόνη ρεαλιστική προοπτική επίλυσής του, δηλαδή το οριστικό ξερίζωμα των αιτιών που το προκαλούν και το αφήνουν να θεριεύει.
Σύμφωνα με τέτοιες θεωρήσεις, οτιδήποτε αντιλαμβανόμαστε από τον κόσμο που μας περιβάλλει δεν είναι παρά ένα άθροισμα ερμηνειών διαφορετικών υποκειμενικών εμπειριών και βιωμάτων. «Θεοποιώντας», έτσι, την υποκειμενική αντίληψη ο σύγχρονος ιδεαλισμός και ανορθολογισμός, με όχημα τον «ατομικό αυτοπροσδιορισμό», θεωρεί τον κάθε άνθρωπο ως σύνθεση διαφόρων κοινωνικών εντάξεων (π.χ. ηλικία, φύλο, εθνότητα, κοινωνική τάξη, πολιτισμικές ομάδες κ.λπ.), όπως τις προσλαμβάνει υποκειμενικά στην κάθε δεδομένη φάση, αποδίδοντας σε καθεμιά από αυτές και μια διαφορετική «ταυτότητα».
Ετσι, για παράδειγμα, ο κεφαλαιοκράτης και ο εργάτης παύουν να διακρίνονται ουσιωδώς από την άποψη της μεταξύ τους εκμεταλλευτικής σχέσης και μπορούν να συνυπάρχουν σε μια ομαδοποίηση - «κοινότητα» που συγκροτείται στη βάση κάποιων κοινών τους επιλογών (π.χ. «vegan κοινότητα» κ.ά.).
Σε αυτό το πλαίσιο, η επιδίωξη απόδοσης/διεκδίκησης της κάθε επιμέρους ταυτότητας καταλήγει να συναντιέται με έναν φιλελεύθερης κοπής δικαιωματισμό: Η απόδοση μιας ταυτότητας συνοδεύεται από τη διεκδίκηση θεσμικής κατοχύρωσης ατομικών δικαιωμάτων που συνάδουν με αυτή από το αστικό κράτος. Το «είσαι ό,τι δηλώσεις», που ίσως θυμούνται οι παλιότεροι, δηλαδή, αλλά αυτήν τη φορά με τη βούλα του αστικού κράτους και σπόνσορα τα ευρωατλαντικά επιτελεία.
Κι εδώ είναι που ξαναβρίσκουμε μπροστά μας το μαρούλι του τίτλου, αυτήν τη φορά, όμως, με τη μεταφορική έννοια, αφού είναι απίστευτος ο πακτωλός χρημάτων που σπρώχνονται για την προώθηση και εμπέδωση τέτοιων αντιλήψεων μέσα από πολλούς διαύλους, με τα πιο χαρακτηριστικά, ίσως, παραδείγματα να έρχονται από τον χώρο του πολιτισμού.
Στην εποχή του επιθανάτιου ρόγχου του, το κεφάλαιο δεν αρκείται μόνο στην εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης του ανθρώπου, αλλά παρεμβαίνει ολόπλευρα στη διαμόρφωση της σκέψης, της συνείδησης και της προσωπικότητάς του, ακόμα και του σώματός του. Μέσα από τέτοιες θεωρήσεις, ο εργαζόμενος άνθρωπος, που αποτελεί το πραγματικό υποκείμενο της κοινωνικής ζωής, απογυμνώνεται από κάθε αντικειμενικά ανθρώπινο προσδιορισμό (τάξη, φύλο, έθνος κ.λπ.), έτσι που απομένει μόνο το άτομο - αντικείμενο καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, ως άγραφος πίνακας στον οποίο μπορούν να εγγραφούν όλες οι επιδιώξεις του κεφαλαίου.
Η όλο και πιο επιθετική προώθηση της ατζέντας του «ατομικού αυτοπροσδιορισμού» και του «ατομικού δικαιωματισμού» από τα ευρωατλαντικά επιτελεία έχει διττή στόχευση. Αφενός, να ξεμακραίνουν από τον ορίζοντα της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων η μόνη ρεαλιστική προοπτική ικανοποίησης των σύγχρονων αναγκών τους και ο δρόμος για την πραγμάτωσή της. Αφετέρου, ως σύγχρονες ανάγκες τους να κατανοούνται οι ανάγκες του κεφαλαίου και ως δρόμος για την πραγμάτωσή τους να κατανοείται η επίτευξη των στόχων της εξουσίας του.
Να γιατί παραμένει και σήμερα μεγάλη η ανάγκη να εντείνουμε το ιδεολογικό μέτωπο με τέτοιες θεωρήσεις, ακολουθώντας το δίδαγμα και το παράδειγμα του Λένιν, ο οποίος δεν δίστασε να αφιερώσει σημαντικές δυνάμεις και χρόνο για να ολοκληρώσει τον «Υλισμό και Εμπειριοκριτικισμό», ακόμα και σε βάρος άλλων, φαινομενικά πιο πιεστικών και άμεσων καθηκόντων, ακριβώς γιατί είχε αντιληφθεί ότι η νίκη των επαναστατικών μαρξιστικών ιδεών στο πεδίο της φιλοσοφίας ήταν αποφασιστικής σημασίας καθήκον για την ισχυροποίηση του κομμουνιστικού κόμματος και την επίτευξη των σκοπών του.
Δημήτρη ΚΟΙΛΑΚΟΥ*
* Ο Δ. Κοιλάκος είναι μέλος της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ και της Κομματικής Επιτροπής Οργανώσεων του ΚΚΕ στο Εξωτερικό
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου