28-05-2018
Κι επειδή οι επαναστατικές ιδέες είναι απλές αλλά η επαναστατική
πράξη σύνθετη και πολύπλοκη, ίσως γι’ αυτό και οι μαξιμαλιστικές
προτάσεις από διάφορες οργανώσεις και συλλογικότητες του αριστερού
χώρου για απεργία διαρκείας ακόμα και για εξέγερση, που χλεύαζαν τις
κινητοποιήσεις των διαδηλώσεων και των 24ωρων απεργιών, κατέληξαν σε
πρόταση απεργοσπασίας.
Διάφορες συλλογικότητες και οργανώσεις που δηλώνουν αριστερές, απευθύνουν παροτρύνσεις για απεργοσπασία, με διάτρητο σκεπτικό όψιμων προβληματισμών, στις 30 Μαΐου ημέρα απεργίας, το οποίο συμπυκνώνεται στη φράση της ανακοίνωσης της ΝΑΡ «η 30 Μάη δεν είναι απεργία, είναι συμμαχία με την εργοδοσία». Διαβάζοντας μάλιστα την ευτράπελη ανακοίνωση της Αναρχοσυνδικαλιστικής Πρωτοβουλίας Ροσινάντε για την απεργία της 30ης Μαΐου, όπου καλεί τον κόσμο της εργασίας «να βγει στο δρόμο και να διαδηλώσει για τα συμφέροντά του κάθε μέρα του χρόνου αλλά όχι την ημέρα που τα αφεντικά τον καλούν να διαδηλώσει: εκείνη η ημέρα είναι η τέλεια μέρα για να πάει σε μια παραλία», συνειρμικά έρχεται στο νου το σύνθημα «κάτω από το πεζοδρόμιο η παραλία» εκείνου του Μάη της εξέγερσης πριν μισό αιώνα, που ξέφτια της κληρονομιάς του μοιάζει να μοιράζονται οργανώσεις σαν τη συγκεκριμένη.
Η αναφορά σ’ αυτές τις ανακοινώσεις δεν γίνεται επειδή έχουν κάποια ευρεία απήχηση στον κόσμο της εργασίας, όσο γιατί σ’ όλα αυτά υπάρχουν σημάδια καπνού που δείχνουν προς τα πού επιδιώκεται να ελεγχθεί η φορά του ανέμου των κοινωνικών συγκρούσεων. Κι ενώ φαίνεται να καταγγέλλεται η αντιδραστική στάση ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, είναι το ΠΑΜΕ που μπαίνει στο στόχαστρο εφόσον κατηγορείται πως στην πραγματικότητα με τη συμμετοχή στην απεργία εξυπηρετεί σχέδια της κυρίαρχης εξουσίας.
Η κύρια κατηγορία είναι πως συμμετέχοντας σε απεργίες της εκφυλισμένης ΓΣΕΕ, που παραμένει κάτω από τον έλεγχο της κυβερνητικής εξουσίας, αυτή νομιμοποιείται, ενώ συγχρόνως η υποτονική συμμετοχή στην απεργία εξαντλεί το σύνολο των εργαζομένων αποθαρρύνοντας τους.
Μόνο που στη χώρα μας, λόγω ιστορικών συνθηκών, η ιδιομορφία του συνδικαλιστικού κινήματος έχει να κάνει με τη στενή σχέση του εργατικού με το κομμουνιστικό κίνημα, εφόσον η πολιτική και οι αγώνες των κομμουνιστών σημάδεψαν την εξέλιξη του συνδικαλιστικού κινήματος. Αυτοί οι στενοί δεσμοί σήμαιναν και σύνδεση του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος με πολιτικές κινήσεις, με υψηλό βαθμό πολιτικοποίησης του και αποφασιστική συμμετοχή στις πολιτικές εξελίξεις της χώρας. Ιστορικά λοιπόν το εργατικό κίνημα βρισκόταν στην πρωτοπορία των αγώνων για δημοκρατία, ανεξαρτησία, κοινωνικές αλλαγές κι ήταν ο σημαντικότερος παράγοντας μετασχηματισμού του συστήματος εκμετάλλευσης. Η ανάπτυξη λοιπόν ενιαίας πολιτικής συνείδησης της εργατικής τάξης αντανακλάται στη δομή του συνδικαλιστικού κινήματος, δηλ. στην ενιαία συνδικαλιστική εκπροσώπηση.
Κι είναι αυτό μια κατάκτηση του ταξικού κινήματος, η δυνατότητα συντονισμού πολύμορφων και κατακερματισμένων δράσεων με δυνατότητα μάλιστα και πολιτικού στόχου.Κι αν εδώ και χρόνια οι γραφειοκρατικές συνδικαλιστικές ηγεσίες, που αντανακλούν συσχετισμούς δυνάμεων της κυρίαρχης αστικής πολιτικής, είναι απαξιωμένες αυτό δε σημαίνει πως οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να αντιστρέψουν αυτήν την πορεία και να ακυρώσουν την άλωση των συνδικάτων από τον κρατικό και εργοδοτικό συνδικαλισμό. Γιατί μέσα από συνδικαλιστικούς αγώνες προωθείται η ενότητα στη βάση, η αυτοπεποίθηση, η ριζοσπαστικοποίηση και γενικά η ταξική συνείδηση και η οργάνωση σαν τάξη των εργατών. Ακόμα κι αν η ρήξη γίνεται πάνω σε άμεσα ζητήματα συνθηκών δουλειάς μπορεί όμως να πάρει γενική πολιτική ή κοινωνική κατεύθυνση
Είναι αλήθεια βέβαια πως ελάχιστοι αγώνες αποδίδουν άμεσα, ιδιαίτερα σε εποχές κοινωνικής όξυνσης, και δεν γίνεται άμεσα ορατό ότι αυτοί μπορούν να λειτουργήσουν σαν δεξαμενές ενέργειας απ’ όπου οι εργαζόμενοι αντλούν καινούργιες δυνάμεις. Γι’ αυτό οι εργαζόμενοι, που βιώνουν την ταχύτητα της επίπτωσης των εφαρμοζόμενων πολιτικών στην εξαθλίωση της ζωής τους, γίνονται πολύ ευάλωτοι σε ρητορικές που τονίζουν τη ματαιότητα των αγώνων όταν δεν οδηγούν άμεσα σε ανατροπή. Για τη χειραγώγησή τους επιστρατεύονται επίπλαστα φιλεργατικές παντιέρες με καταγγελίες που κεραυνοβολούν στα λόγια και υποσχέσεις για άμεση, ταχεία ακόμα κι ασφαλή πορεία προς την επανάσταση, σαν ρομαντικό εγχείρημα, προστατεύοντας πάντα και την πολύτιμή μας ελευθερία πέρα από συνδικαλιστικές οργανώσεις και κομματικές πρωτοπορίες. Και… συμπτωματικά οι καταγγελίες κυρίως εξαντλούνται στις ανεπάρκειες και αδυναμίες του Κομμουνιστικού Κόμματος με στόχο να υποδειχθεί σαν αίτιο ματαίωσης κάθε επαναστατικής δράσης.
Η απόφαση λοιπόν για το χαρακτήρα και το περιεχόμενο των κινητοποιήσεων είναι κρίσιμη, γιατί από το είδος της απάντησης που θα δοθεί θα εξαρτηθεί το αν και κατά πόσο θα δοθούν μάχες και αν οι μάχες αυτές θα συνδεθούν ή όχι με το ταξικό κίνημα, με την κίνηση των λαϊκών τάξεων.
Στην απαξίωση των κινητοποιήσεων, με το πρόσχημα πως γίνονται υπό την ομπρέλα συνδικάτων και συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, συναντάται η αφέλεια του αυθόρμητου και αμεσοδημοκρατικου με τις μεταμφιέσεις ενός ριζοσπαστισμού που φλερτάρει ή συναγελαζεται με την κυρίαρχη εξουσία και εκθειάζει ατομικισμό, υποκειμενισμό και κατακερματισμένες δράσεις. Και επιτείνεται η σύγχυση να διακρίνει κανείς τον κυρίαρχο λόγο, όταν συγχωνεύεται δημαγωγία με υποκριτική διαστρέβλωση της πραγματικότητας. Ένα παράδειγμα τέτοιας προσπάθειας αναγνωρίζεται στη συνάντηση του πρωθυπουργού με το δήμαρχο Θεσσαλονίκης, όπου ο κυρίαρχος λόγος με πομπώδεις φράσεις του πρωθυπουργού και κυρίαρχα ιδεολογικά στερεότυπα του δημάρχου σχετικά με τη θεωρία των δυο άκρων οριοθετεί «το δημοκρατικό προοδευτικό μέτωπο» για το οποίο πρέπει να δοθούν αγώνες.
Για αυτό και είναι ορατός ο κίνδυνος μια εργατική τάξη εξαντλημένη από μακρόχρονη προσπάθεια, χωρίς απτά αποτελέσματα, που συνεχίζεται για μήνες και χρόνια, να μπορεί πιο εύκολα να χρησιμοποιηθεί για την αναδιάρθρωση που χρειάζεται και επιβάλλει το κυρίαρχο σύστημα. Σίγουρα όμως η ανυπαρξία συνδικάτων και συντονισμένων δράσεων θα κάνει αυτό τον κίνδυνο μεγαλύτερο, γιατί δεν θα υπάρχει καν η δυνατότητα το ίδιο το κουρασμένο κίνημα να ανακάμψει, αφού θα πρέπει η ιστορία της οργάνωσης του να ξεκινήσει από την αρχή.
Ex nihilo nihil. Τίποτε δεν γεννιέται από το τίποτα και τίποτα δεν ανάγεται στο τίποτα. Δεν μαθαίνουμε από την αρχή την αλφαβήτα ούτε μαγικά και μόνα τους, επειδή απλώς το θέλουμε, μπορούν όλα να αλλάξουν. Στην Αγία Γραφή μόνο αναφέρεται η κτίση του κόσμου εκ του μηδενός από τη βούληση ενός θεού. Εκτός αν περιμένουμε κι εδώ την επέμβασή του..
http://www.katiousa.gr
Διάφορες συλλογικότητες και οργανώσεις που δηλώνουν αριστερές, απευθύνουν παροτρύνσεις για απεργοσπασία, με διάτρητο σκεπτικό όψιμων προβληματισμών, στις 30 Μαΐου ημέρα απεργίας, το οποίο συμπυκνώνεται στη φράση της ανακοίνωσης της ΝΑΡ «η 30 Μάη δεν είναι απεργία, είναι συμμαχία με την εργοδοσία». Διαβάζοντας μάλιστα την ευτράπελη ανακοίνωση της Αναρχοσυνδικαλιστικής Πρωτοβουλίας Ροσινάντε για την απεργία της 30ης Μαΐου, όπου καλεί τον κόσμο της εργασίας «να βγει στο δρόμο και να διαδηλώσει για τα συμφέροντά του κάθε μέρα του χρόνου αλλά όχι την ημέρα που τα αφεντικά τον καλούν να διαδηλώσει: εκείνη η ημέρα είναι η τέλεια μέρα για να πάει σε μια παραλία», συνειρμικά έρχεται στο νου το σύνθημα «κάτω από το πεζοδρόμιο η παραλία» εκείνου του Μάη της εξέγερσης πριν μισό αιώνα, που ξέφτια της κληρονομιάς του μοιάζει να μοιράζονται οργανώσεις σαν τη συγκεκριμένη.
Η αναφορά σ’ αυτές τις ανακοινώσεις δεν γίνεται επειδή έχουν κάποια ευρεία απήχηση στον κόσμο της εργασίας, όσο γιατί σ’ όλα αυτά υπάρχουν σημάδια καπνού που δείχνουν προς τα πού επιδιώκεται να ελεγχθεί η φορά του ανέμου των κοινωνικών συγκρούσεων. Κι ενώ φαίνεται να καταγγέλλεται η αντιδραστική στάση ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, είναι το ΠΑΜΕ που μπαίνει στο στόχαστρο εφόσον κατηγορείται πως στην πραγματικότητα με τη συμμετοχή στην απεργία εξυπηρετεί σχέδια της κυρίαρχης εξουσίας.
Η κύρια κατηγορία είναι πως συμμετέχοντας σε απεργίες της εκφυλισμένης ΓΣΕΕ, που παραμένει κάτω από τον έλεγχο της κυβερνητικής εξουσίας, αυτή νομιμοποιείται, ενώ συγχρόνως η υποτονική συμμετοχή στην απεργία εξαντλεί το σύνολο των εργαζομένων αποθαρρύνοντας τους.
Μόνο που στη χώρα μας, λόγω ιστορικών συνθηκών, η ιδιομορφία του συνδικαλιστικού κινήματος έχει να κάνει με τη στενή σχέση του εργατικού με το κομμουνιστικό κίνημα, εφόσον η πολιτική και οι αγώνες των κομμουνιστών σημάδεψαν την εξέλιξη του συνδικαλιστικού κινήματος. Αυτοί οι στενοί δεσμοί σήμαιναν και σύνδεση του εργατικού και συνδικαλιστικού κινήματος με πολιτικές κινήσεις, με υψηλό βαθμό πολιτικοποίησης του και αποφασιστική συμμετοχή στις πολιτικές εξελίξεις της χώρας. Ιστορικά λοιπόν το εργατικό κίνημα βρισκόταν στην πρωτοπορία των αγώνων για δημοκρατία, ανεξαρτησία, κοινωνικές αλλαγές κι ήταν ο σημαντικότερος παράγοντας μετασχηματισμού του συστήματος εκμετάλλευσης. Η ανάπτυξη λοιπόν ενιαίας πολιτικής συνείδησης της εργατικής τάξης αντανακλάται στη δομή του συνδικαλιστικού κινήματος, δηλ. στην ενιαία συνδικαλιστική εκπροσώπηση.
Κι είναι αυτό μια κατάκτηση του ταξικού κινήματος, η δυνατότητα συντονισμού πολύμορφων και κατακερματισμένων δράσεων με δυνατότητα μάλιστα και πολιτικού στόχου.Κι αν εδώ και χρόνια οι γραφειοκρατικές συνδικαλιστικές ηγεσίες, που αντανακλούν συσχετισμούς δυνάμεων της κυρίαρχης αστικής πολιτικής, είναι απαξιωμένες αυτό δε σημαίνει πως οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να αντιστρέψουν αυτήν την πορεία και να ακυρώσουν την άλωση των συνδικάτων από τον κρατικό και εργοδοτικό συνδικαλισμό. Γιατί μέσα από συνδικαλιστικούς αγώνες προωθείται η ενότητα στη βάση, η αυτοπεποίθηση, η ριζοσπαστικοποίηση και γενικά η ταξική συνείδηση και η οργάνωση σαν τάξη των εργατών. Ακόμα κι αν η ρήξη γίνεται πάνω σε άμεσα ζητήματα συνθηκών δουλειάς μπορεί όμως να πάρει γενική πολιτική ή κοινωνική κατεύθυνση
Είναι αλήθεια βέβαια πως ελάχιστοι αγώνες αποδίδουν άμεσα, ιδιαίτερα σε εποχές κοινωνικής όξυνσης, και δεν γίνεται άμεσα ορατό ότι αυτοί μπορούν να λειτουργήσουν σαν δεξαμενές ενέργειας απ’ όπου οι εργαζόμενοι αντλούν καινούργιες δυνάμεις. Γι’ αυτό οι εργαζόμενοι, που βιώνουν την ταχύτητα της επίπτωσης των εφαρμοζόμενων πολιτικών στην εξαθλίωση της ζωής τους, γίνονται πολύ ευάλωτοι σε ρητορικές που τονίζουν τη ματαιότητα των αγώνων όταν δεν οδηγούν άμεσα σε ανατροπή. Για τη χειραγώγησή τους επιστρατεύονται επίπλαστα φιλεργατικές παντιέρες με καταγγελίες που κεραυνοβολούν στα λόγια και υποσχέσεις για άμεση, ταχεία ακόμα κι ασφαλή πορεία προς την επανάσταση, σαν ρομαντικό εγχείρημα, προστατεύοντας πάντα και την πολύτιμή μας ελευθερία πέρα από συνδικαλιστικές οργανώσεις και κομματικές πρωτοπορίες. Και… συμπτωματικά οι καταγγελίες κυρίως εξαντλούνται στις ανεπάρκειες και αδυναμίες του Κομμουνιστικού Κόμματος με στόχο να υποδειχθεί σαν αίτιο ματαίωσης κάθε επαναστατικής δράσης.
Η απόφαση λοιπόν για το χαρακτήρα και το περιεχόμενο των κινητοποιήσεων είναι κρίσιμη, γιατί από το είδος της απάντησης που θα δοθεί θα εξαρτηθεί το αν και κατά πόσο θα δοθούν μάχες και αν οι μάχες αυτές θα συνδεθούν ή όχι με το ταξικό κίνημα, με την κίνηση των λαϊκών τάξεων.
Στην απαξίωση των κινητοποιήσεων, με το πρόσχημα πως γίνονται υπό την ομπρέλα συνδικάτων και συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, συναντάται η αφέλεια του αυθόρμητου και αμεσοδημοκρατικου με τις μεταμφιέσεις ενός ριζοσπαστισμού που φλερτάρει ή συναγελαζεται με την κυρίαρχη εξουσία και εκθειάζει ατομικισμό, υποκειμενισμό και κατακερματισμένες δράσεις. Και επιτείνεται η σύγχυση να διακρίνει κανείς τον κυρίαρχο λόγο, όταν συγχωνεύεται δημαγωγία με υποκριτική διαστρέβλωση της πραγματικότητας. Ένα παράδειγμα τέτοιας προσπάθειας αναγνωρίζεται στη συνάντηση του πρωθυπουργού με το δήμαρχο Θεσσαλονίκης, όπου ο κυρίαρχος λόγος με πομπώδεις φράσεις του πρωθυπουργού και κυρίαρχα ιδεολογικά στερεότυπα του δημάρχου σχετικά με τη θεωρία των δυο άκρων οριοθετεί «το δημοκρατικό προοδευτικό μέτωπο» για το οποίο πρέπει να δοθούν αγώνες.
Για αυτό και είναι ορατός ο κίνδυνος μια εργατική τάξη εξαντλημένη από μακρόχρονη προσπάθεια, χωρίς απτά αποτελέσματα, που συνεχίζεται για μήνες και χρόνια, να μπορεί πιο εύκολα να χρησιμοποιηθεί για την αναδιάρθρωση που χρειάζεται και επιβάλλει το κυρίαρχο σύστημα. Σίγουρα όμως η ανυπαρξία συνδικάτων και συντονισμένων δράσεων θα κάνει αυτό τον κίνδυνο μεγαλύτερο, γιατί δεν θα υπάρχει καν η δυνατότητα το ίδιο το κουρασμένο κίνημα να ανακάμψει, αφού θα πρέπει η ιστορία της οργάνωσης του να ξεκινήσει από την αρχή.
Ex nihilo nihil. Τίποτε δεν γεννιέται από το τίποτα και τίποτα δεν ανάγεται στο τίποτα. Δεν μαθαίνουμε από την αρχή την αλφαβήτα ούτε μαγικά και μόνα τους, επειδή απλώς το θέλουμε, μπορούν όλα να αλλάξουν. Στην Αγία Γραφή μόνο αναφέρεται η κτίση του κόσμου εκ του μηδενός από τη βούληση ενός θεού. Εκτός αν περιμένουμε κι εδώ την επέμβασή του..
http://www.katiousa.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου