Αυτές τις τελευταίες μέρες που καίγεται η μισή Ελλάδα, με την κυβέρνηση
να συνεχίζει να ενδιαφέρεται, όπως κάνει
αυτά τα δυο χρόνια εξουσίας της, μόνο
για την επικοινωνιακή διαχείριση της καταστροφής, μοιάζει οι φωνές των ανθρώπων
που καταστράφηκαν, οι κραυγές αυτών που υποφέρουν, οι λυγμοί αυτών που βρίσκονται σε απόγνωση, να γίνεται βουητό
μιας θάλασσας οργής και θυμού που γεμίζει όλη τη χώρα. Και πρέπει να είναι κανείς
κουφός, όπως θέλει να είναι αυτή η εγωιστική αστική τάξη που κλεισμένη μέσα στην άνεσή της επιμένει να
κυβερνά εν ονόματι ενός λαού που με τις πράξεις της περιφρονεί, για να μην
ακούει αυτό το κύμα πόνου και οργής που φουσκώνει.
Οι φυσικές
ανθρωπογενείς καταστροφές που επηρεάζουν μεγάλο πλήθος ανθρώπων αποτελούν για
την πολιτική ηγεσία μια ευκαιρία να αποδείξει και να αναδείξει την ικανότητά
της εμπράκτως στην αντιμετώπιση και το σχεδιασμό πολιτικών δράσεων σε κρίσιμες καταστάσεις. Γιατί γενικά,
ο ρόλος του κράτους σε καταστάσεις φυσικών καταστροφών έχει καταστεί σχεδόν ακρογωνιαίος
λίθος νομιμοποίησης του για το σύνολο του πληθυσμού. Όταν λοιπόν αυτό δεν
συμβαίνει τότε μια πολιτική κρίση θα πρέπει να θεωρείται πιθανή, παρόλο που δεν
είναι εύκολο να την οριοθετήσει κανείς απόλυτα.
Η κυβέρνηση με τον τρόπο που αντιμετωπίζει κι
αυτήν την οδυνηρή κατάσταση μοιάζει να φέρεται στους ανθρώπους των λαϊκών
τάξεων σαν σε εχθρικό κοπάδι, που πρέπει με κάθε τρόπο να συντρίψει και να
δαμάσει. Γι’ αυτό το ενδιαφέρον της εστιάζεται τόσο πολύ στην ενίσχυση
των δυνάμεων καταστολής αδιαφορώντας εμπράκτως τόσο για την ενίσχυση του
συστήματος υγείας όσο και για την δασοπροστασία.
Το μόνο σχέδιο της κυβέρνησης είναι οι εκκενώσεις
και μάλιστα ανοργάνωτες, κάτι αντίστοιχο με την απαγόρευση κυκλοφορίας με την
πανδημία, για να μην υπάρξουν νεκροί. Γιατί έτσι η ανικανότητα του επιτελικού
κράτους του Κ. Μητσοτάκη στην κατάσβεση των πυρκαγιών, με τις τεράστιες
ελλείψεις προσωπικού και υποδομών, πιστεύεται
πως θα καλύπτεται συγκρίνοντάς με τις πυρκαγιές του 2007 και βέβαια με την
πυρκαγιά στο Μάτι, πάνω στο οποίο στηρίχτηκε η προεκλογική ρητορική της Ν.Δ. Η
επικοινωνιακή διαχείριση γίνεται η μόνη εργασία που οι πολιτικοί των αστικών
κομμάτων έχουν να διεκπεραιώσουν, όσο το αστικό κράτος υπερασπίζεται τα
συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης.
Και οι λαϊκές τάξεις απομένουν μόνες να
υπερασπίζονται την ίδια τους την ύπαρξη χωρίς βοήθεια. Πυρόπληκτος σε ρεπορτάζ του τηλεοπτικού
σταθμού OPEN σε ερώτηση
γιατί αρνήθηκε να φύγει στα πλαίσια των γενικών εκκενώσεων των απειλούμενων από
τη φωτιά περιοχών αναρωτιέται που να πάει «Θα καεί το
σπίτι μου. Πού θα μείνω; Ας καώ. Και να φύγω, πάλι καμένος είμαι». Μια
απελπισία που μπορεί να πάρει την πρωτοβουλία της επίθεσης.
Επιμένοντας η κυρίαρχη εξουσία σε μια μοιρολατρική αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών,
συγκαλύπτοντας τα πολιτικά χαρακτηριστικά των καταστροφών και τις ευθύνες της, επιθυμεί να δημιουργήσει προϋποθέσεις αποδοχής
της πολιτικής της, για να βαραίνει πάνω μας η μονοτονία του θρήνου και να αυξάνει
το συναίσθημα της αδυναμίας μας να αντιμετωπίσουμε την οδυνηρή πραγματικότητα. Ο
πρωθυπουργός στο μήνυμά του για τις φωτιές ευθαρσώς το δήλωσε, ότι μπορεί προτεραιότητα να είναι η προστασία της ανθρώπινης ζωής και
ακολουθούν η «προφύλαξη των περιουσιών, του φυσικού περιβάλλοντος και των
κρίσιμων υποδομών», όμως « στις συνθήκες αυτές, η ταυτόχρονη επίτευξη όλων
αυτών των στόχων είναι απλά ανέφικτη».
Την έλλειψη πρόληψης πυρκαγιών, αλλά και την
αδυναμία σχεδιασμού και την ένδεια των μέσων πυρόσβεσης ο κυρίαρχος λόγος
κρύβει πίσω από αιτίες στις οποίες χρεώνει τις ανεξέλεγκτες διαστάσεις που πήραν,
όπως κλιματική αλλαγή ή οι ακραίες καιρικές συνθήκες, όπως το Χειμώνα χρέωνε
την ανεπάρκεια του συστήματος υγείας στην πανδημία και όχι στη συρρίκνωσή του
όλα αυτά τα χρόνια των μνημονίων. Και σιγά σιγά γίνεται προσπάθεια να εστιαστεί
η προσοχή όχι στις καταστροφές όσο στις αιτίες των πυρκαγιών, που με διάφορους
ευρηματικούς τρόπους χρεώνονται σε περίεργους εμπρηστές, βάζοντας τις βάσεις
για το αφήγημα του εσωτερικού εχθρού, που σε αναμονή αντιδράσεων την επόμενη
μέρα θα χρησιμοποιηθεί δεόντως. Η δε έκκληση για ενότητα είναι παντός καιρού,
συνδέοντας τον πλούσιο με τον φτωχό, σαν να μην είναι κοινωνικά καθορισμένο το
επίπεδο καταστροφής που προκαλείται από φυσικά φαινόμενα.
Το μεταπολιτευτικό αστικό κράτος, με το προσωπείο του κοινωνικού κράτους πρόνοιας
που ταυτίστηκε στη χώρα μας μ’ ένα καθεστώς ευημερίας, εξωράισε τον καπιταλισμό
και καθώς με την καπιταλιστική κρίση αποκαλύπτονται
τα ταξικά του χαρακτηριστικά, χρησιμοποιεί τη δύναμή του για να καταστείλει
κάθε αντίδραση. Σερνόμαστε έντεκα χρόνια από κρίση σε κρίση, οικονομική και
υγειονομική, και τώρα με τις φωτιές και την οφθαλμοφανή ολιγωρία της κυβέρνησης
στην αντιμετώπισή τους οι αυταπάτες μας καίγονται μαζί με το βιός μας. Γιατί
είναι αυταπάτη να αρνούμαστε πως ένα
καπιταλιστικό κράτος δεν ενδιαφέρεται πρωτίστως και κύρια να εξασφαλίσει ευνοϊκές
συνθήκες για την κερδοφορία του κεφαλαίου.
Είναι
καιρός πια να μην είμαστε απλοί θεατές και
δεν αρκεί να πνιγόμαστε από την
ανομολόγητη ντροπή που έχουμε απαλλαγεί από τη δράση. Έχουμε υποχρέωση να
αναγνωρίσουμε πως η θέση μας είναι στις μάζες των καταπιεσμένων και εξαθλιωμένων.
Κι όλες μας οι δράσεις πρέπει να ενταχθούν
στον στρατό της αντίστασης: αντιρρήσεις, διαδηλώσεις, απεργίες, κάθε
διαμαρτυρία όλα είναι όπλα για αυτόν τον αγώνα. Για να σπάσει το σφιχτοπλεγμένο
δίχτυ των ψευδαισθήσεων και των αυταπατών, το αποπνιχτικό δίχτυ του φόβου, να
σπάσουν τα δεσμά του φυλακισμένου σε ψεύτικες υποσχέσεις για το ανθρώπινο
πρόσωπο του καπιταλισμού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου