Και μόνο τα σενάρια που διαρρέονται για το πώς θα υλοποιηθεί μια τέτοια πρόταση είναι αρκετά για να επιβεβαιώσουν ότι δεν πρόκειται να δώσει καμία ουσιαστική λύση στους εργαζόμενους για την αντιμετώπιση των τεράστιων αυξήσεων στον ηλεκτρισμό και στην Ενέργεια συνολικά.
Ετσι, ένα σενάριο από αυτά αναφέρει ότι οι κυβερνήσεις θα πληρώνουν στις εταιρείες φυσικού αερίου τη διαφορά μεταξύ του πλαφόν και της υψηλότερης τιμής στην αγορά. Κάτι που και πάλι θα φορτώσει στον λαό από άλλο δρόμο το δυσβάσταχτο κόστος της Ενέργειας και θα εντείνει την ενεργειακή φτώχεια. Βεβαίως, αντίστοιχη τραγική κατάληξη για τους λαούς θα έχει και μια πιθανή πλήρης διακοπή της ροής φυσικού αερίου από τη Ρωσία, ως απάντηση στο πλαφόν.
Είτε με πλαφόν είτε χωρίς, τα λαϊκά νοικοκυριά τα περιμένει ένας δύσκολος χειμώνας, αφού ήδη τα χρέη από το ρεύμα έχουν συσσωρευτεί σε τέτοιο βαθμό που καθημερινά οι προμηθευτές Ενέργειας εκδίδουν εντολές διακοπής ηλεκτροδότησης. Οι 320.000 εντολές από τις αρχές του χρόνου και οι πάνω από 100.000 διακοπές ρεύματος είναι ενδεικτικές του τι συμβαίνει στην πραγματικότητα. Αλλωστε, ήδη από τον Αύγουστο μέχρι σήμερα έχει αλλάξει αρκετές φορές το μοντέλο των χρεώσεων (κατάργηση ρήτρας αναπροσαρμογής κ.λπ.), σε συνδυασμό μάλιστα με τις επιδοτήσεις της κυβέρνησης και τα διάφορα pass. Ολα αυτά όμως αποδεικνύεται ότι δεν είναι ικανά να αλλάξουν το βασικό και κύριο: Την ενεργειακή φτώχεια, τις διακοπές ηλεκτροδότησης λόγω αδυναμίας εξόφλησης των λογαριασμών και την ακρίβεια που καλπάζει.
Χτες, ο πρωθυπουργός, Κυρ. Μητσοτάκης, με... πανηγυρική ανάρτηση σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης έκανε λόγο για «καλά νέα στη μάχη κατά των υψηλών τιμών Ενέργειας» και παρέθεσε επιστολή που υπογράφουν 15 κράτη - μέλη της ΕΕ, με την οποία ζητούν από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προχωρήσει στην απόφαση για εφαρμογή πλαφόν στην τιμή του φυσικού αερίου. Την επιστολή υπογράφουν οι υπουργοί Ενέργειας Ελλάδας, Μάλτας, Σλοβακίας, Σλοβενίας, Ισπανίας, Γαλλίας, Ιταλίας, Βελγίου, Βουλγαρίας, Κροατίας, Λετονίας, Λιθουανίας, Πολωνίας, Πορτογαλίας και Ρουμανίας. Ζητούν από την Επιτροπή να υποβάλει άμεσα πρόταση για το πλαφόν προκειμένου να συζητηθεί στο Συμβούλιο υπουργών Ενέργειας αύριο, Παρασκευή, κι αμέσως μετά - εφόσον φυσικά υιοθετηθεί από τους υπουργούς - να ακολουθήσει η κατάθεση νομοθετικής πρότασης.
Στην επιστολή σημειώνεται ότι μέχρι σήμερα, παρά τις «σημαντικές προσπάθειες» για την αντιμετώπιση της ενεργειακής κρίσης, δεν έχει αντιμετωπιστεί το «σοβαρότερο πρόβλημα όλων», που είναι η χονδρική τιμή του φυσικού αερίου. Σύμφωνα με τους υπουργούς, αυτό θα γίνει εάν επιβληθεί ανώτατο όριο τιμών, το οποίο χαρακτηρίζεται «το μόνο μέτρο που θα βοηθήσει κάθε κράτος - μέλος να μετριάσει την πληθωριστική πίεση, να διαχειριστεί τις προσδοκίες και να παράσχει ένα πλαίσιο σε περίπτωση πιθανών διαταραχών του εφοδιασμού και να περιορίσει τα επιπλέον κέρδη στον κλάδο». Επίσης, οι 15 υπουργοί ζητούν το πλαφόν να επιβληθεί σε όλες τις συναλλαγές χονδρικής φυσικού αερίου και όχι μόνο σε συγκεκριμένους προμηθευτές.
Για τη συγκεκριμένη πρόταση - εάν τελικά ληφθεί, γιατί μέχρι στιγμής η Γερμανία, ενδεχομένως και άλλες χώρες, εκφράζει κάθετη διαφωνία ισχυριζόμενη ότι κάτι τέτοιο ανατρέπει επί της ουσίας την ενιαία αγορά Ενέργειας της ΕΕ - εκφράζονται σοβαρά ερωτήματα και από τεχνοκράτες των Βρυξελλών, στελέχη της «αγοράς» κ.λπ., για το κατά πόσο είναι εφικτό να επιβληθεί στους προμηθευτές. Επιπλέον, την αντίδρασή τους σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο εκφράζουν και τα μονοπώλια της «πράσινης μετάβασης», θεωρώντας ότι με το πλαφόν και την ταυτόχρονη κάλυψη της διαφοράς του κόστους προς τους ομίλους από τις κυβερνήσεις, ουσιαστικά επιδοτείται η χρήση ρυπογόνων δραστηριοτήτων που απομακρύνουν από τη στρατηγική της «πράσινης οικονομίας».
Η ΕΕ, όντας καθαρός εισαγωγέας Ενέργειας και ειδικά φυσικού αερίου, είναι εξαιρετικά αμφίβολο εάν μπορεί να επιβάλει τιμές προμήθειας, ειδικά σε περίοδο που όλο και μεγαλύτερη ζήτηση για το συγκεκριμένο καύσιμο εμφανίζεται από αναπτυσσόμενες οικονομίες. Μια λύση μπορεί να είναι η επιβολή τυπικά ενός πλαφόν, αλλά σε τιμές που θα έχουν συμφωνήσει οι προμηθευτές, οι οποίες βέβαια θα είναι πολύ υψηλότερες από τις τιμές πριν από την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, κάτι που δεν πρόκειται σε καμία περίπτωση να μειώσει τελικά τις τιμές του ρεύματος σε επίπεδα που να μπορούν να ανταποκριθούν τα λαϊκά νοικοκυριά και οι μικρές επιχειρήσεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου