Δεν χρειάζονταν οι χτεσινές ανακοινώσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για να μάθουμε ότι «τα εμβόλια σώζουν ζωές, αλλά δεν αποτρέπουν πλήρως τη μετάδοση», που σημαίνει ότι η προστασία από τον κορονοϊό προϋποθέτει κι άλλα μέτρα, με ευθύνη του κράτους, όπως και ένα πλήρως εξοπλισμένο και στελεχωμένο δημόσιο σύστημα Υγείας, για να σωθούν ζωές. Όχι μόνο αυτών που νοσούν από κορονοϊό, αλλά και όσων ασθενούν από άλλη αιτία και αποκλείονται σήμερα από το σύστημα Υγείας της μίας νόσου.
Ούτε χρειαζόταν η προειδοποίηση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων για τον «κίνδυνο πολύ υψηλής υγειονομικής επιβάρυνσης τον Δεκέμβρη και τον Γενάρη», άρα και την επείγουσα ανάγκη να ληφθούν μέτρα, για να καταλάβουμε ότι η πανδημία πάει από το κακό στο χειρότερο για τον λαό, και μάλιστα στην Ευρώπη, όπου καταγράφονται τα υψηλότερα ποσοστά εμβολιασμένων παγκοσμίως, ακριβώς επειδή τα πάντα επαφίενται από τις κυβερνήσεις στην «μονοκαλλιέργεια» του - αναγκαίου - εμβολιασμού και στην ατομική ευθύνη.
Δεν χρειάζονταν, τέλος, ούτε οι ανακοινώσεις των επιστημόνων για μια ακόμα επικίνδυνη μετάλλαξη του κορονοϊού, και αυτή από την αφρικανική ήπειρο, για να μας υπενθυμίσει ότι ο ιός παραμένει επικίνδυνος, εξαιτίας και των μεταλλάξεών του. Και ότι γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο είναι απαραίτητη μια μεγάλη γκάμα ουσιαστικών μέτρων προστασίας του λαού, αλλά και η ενίσχυση της επιδημιολογικής επιτήρησης σε ανεμβολίαστους και μη, ώστε γρήγορα να γίνει αντιληπτή και να αντιμετωπιστεί μια ενδεχόμενη «μεταλλαγμένη» νέα μόλυνση.
Όπως άλλωστε προκύπτει και από τις πιο πρόσφατες επιστημονικές μελέτες, τα εμβόλια δεν εξάλειψαν τη μετάδοση ούτε πριν από την εμφάνιση της παραλλαγής «Δέλτα», αλλά την περιόρισαν κατά περίπου 60%. Το ποσοστό αυτό όμως μειώθηκε στο 40% περίπου με την πλήρη επικράτηση της συγκεκριμένης μετάλλαξης, επιβεβαιώνοντας ότι το εμβόλιο από μόνο του δεν φτάνει για την προστασία από τον κορονοϊό. Και ότι παράλληλα απαιτούνται ουσιαστικά μέτρα προστασίας των εργαζομένων και του λαού, με ευθύνη κράτους και εργοδοσίας, σε βασικούς κρίκους μετάδοσης του ιού, όπως είναι οι χώροι δουλειάς, τα σχολεία, τα πανεπιστήμια, τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς.
Ο ΠΟΥ βέβαια και το Ευρωπαϊκό Κέντρο Πρόληψης και Ελέγχου Νοσημάτων, παρά τις διαπιστώσεις τους, επιστρέφουν τη συζήτηση εκεί ακριβώς από όπου ξεκίνησε: Στην ατομική ευθύνη για την τήρηση των μέτρων και των περιορισμών, αλλά και για τον εμβολιασμό.
Βγάζουν δηλαδή για άλλη μια φορά έξω από το «κάδρο» τις τεράστιες ευθύνες των κυβερνήσεων και των κρατών για τη νέα έξαρση της πανδημίας, εξαιτίας της απουσίας μέτρων που λογαριάζονται ως «κόστος» και εξαιτίας της έλλειψης ενός ολοκληρωμένου εμβολιαστικού προγράμματος, που πάνω απ' όλα απαιτεί να απαλλαγεί μια και καλή το σύστημα Υγείας από την πολιτική της εμπορευματοποίησης, με έμφαση στην ανάπτυξη της ΠΦΥ.
Αντί δηλαδή τα επιστημονικά δεδομένα που εμπλουτίζονται να τροφοδοτούν την ανάγκη ενίσχυσης των κοινωνικών και όχι των ατομικών προϋποθέσεων για την αντιμετώπιση της πανδημίας, γίνονται με ευθύνη του κράτους «νερό στον μύλο» της πολιτικής των διαιρέσεων και των διαχωρισμών από τη μια και του ανορθολογισμού από την άλλη, μεγαλώνοντας τις αμφιβολίες και τους δισταγμούς σε μια μερίδα του πληθυσμού, οι οποίοι σε συνάρτηση με άλλους παράγοντες μπαίνουν εμπόδιο και στην αύξηση των εμβολιασμών.
Οι επόμενες βδομάδες, όπως όλα δείχνουν, θα είναι κρίσιμες. Αν δεν ληφθούν μέτρα θωράκισης της υγείας και της ζωής του λαού, όπως αυτά που διεκδικούν υγειονομικοί, σωματεία και φορείς, αν δεν ανοίξουν και δεν στελεχωθούν πλήρως τα κλειστά νοσοκομεία, αν δεν επιταχθεί άνευ όρων ο ιδιωτικός τομέας της Υγείας, τα πράγματα προβλέπονται εφιαλτικά.
Οι εξελίξεις με τον ιό και η ίδια η πανδημία βάζουν ταυτόχρονα στο επίκεντρο της συζήτησης το πραγματικό πρόβλημα: Η πολιτική στήριξης των καπιταλιστικών κερδών είναι ασύμβατη με την προστασία της υγείας και της ζωής του λαού, δεν συναντιέται πουθενά με τις λαϊκές ανάγκες. Αυτό είναι το εμπόδιο που πρέπει με την πάλη του να βγάλει από τη μέση ο λαός, σ' αυτόν τον δρόμο βρίσκεται η πραγματική διέξοδος.
Το άρθρο αυτό αναδημοσιεύεται από την στήλη «Η Άποψή μας» του Ριζοσπάστη της Παρασκευής 26 Νοέμβρη 2021.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου