Διαιώνιση της σημερινής άθλιας κατάστασης και παραπέρα επιβάρυνση του λαού
Κείμενο του Τμήματος Υγείας - Πρόνοιας της ΚΕ του ΚΚΕ
Οπως
επιβεβαιώνεται και από την ίδια την εισηγητική έκθεση για τον κρατικό
προϋπολογισμό, θα υπάρχουν στη «μεταμνημονιακή εποχή» η υψηλή επιτήρηση
και τα «Ευρωπαϊκά Εξάμηνα», με τις ανάλογες φυσικά κατευθύνσεις για
παρεμβάσεις στο βαθμό που υπάρξουν «παρεκκλίσεις» από τα «μνημονιακά»
μέτρα και τους νόμους.
Αυτό σημαίνει υλοποίηση των διαρθρωτικών αλλαγών που έχουν ψηφιστεί για την Υγεία και την Πρόνοια, με αρνητικές συνέπειες στις εργατικές και λαϊκές οικογένειες.
Οι μεταρρυθμίσεις και τα διαρθρωτικά μέτρα στην Υγεία αφορούν π.χ. την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, την εφαρμογή των διαγνωστικών και θεραπευτικών πρωτοκόλλων, την εφαρμογή των Διαγνωστικών Ομοιογενών Κατηγοριών (DRGs) ως μέθοδο κοστολόγησης και αποζημίωσης των ιατρικών πράξεων, τη λειτουργία της Εταιρείας Συστήματος Αμοιβών Νοσοκομείων (ΕΣΑΝ ΑΕ), τη λειτουργία των δημόσιων νοσοκομείων με ίδια έσοδα και με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, με τις ιδιωτικές εταιρείες να αλωνίζουν στο χώρο, τα πλαφόν στα φάρμακα και στις διαγνωστικές εξετάσεις, με την επέλαση εταιρειών εκεί που κυρίως δραστηριοποιούνται αυτοαπασχολούμενοι γιατροί, οδοντίατροι, φυσικοθεραπευτές κ.λπ.
Αφορούν τη δραστική μείωση των κρατικών δαπανών και τη μετακύλισή τους στους εργαζόμενους και τα φτωχά λαϊκά στρώματα,
είτε έμμεσα μέσω της ασφάλισης είτε άμεσα με τη συμμετοχή τους στη
φαρμακευτική δαπάνη που όλο και αυξάνεται, με τις πληρωμές στον ιδιωτικό
τομέα για εξετάσεις και θεραπείες, την επιβολή για πρώτη φορά
συμμετοχής των ασθενών στις δαπάνες για φυσικοθεραπείες και για
λογοθεραπείες ενηλίκων, ενώ κανένα μέτρο δεν παίρνεται προκειμένου να
ενισχυθούν και να αναπτυχθούν δημόσια και δωρεάν φυσικοθεραπευτήρια,
δομές Αποκατάστασης και Ειδικής Αγωγής. Δεν είναι τυχαίο ότι σε αυτούς
τους τομείς κάνει χρυσές δουλειές ο ιδιωτικός τομέας Υγείας.
Αυτό σημαίνει υλοποίηση των διαρθρωτικών αλλαγών που έχουν ψηφιστεί για την Υγεία και την Πρόνοια, με αρνητικές συνέπειες στις εργατικές και λαϊκές οικογένειες.
Οι μεταρρυθμίσεις και τα διαρθρωτικά μέτρα στην Υγεία αφορούν π.χ. την ανατροπή των εργασιακών σχέσεων, την εφαρμογή των διαγνωστικών και θεραπευτικών πρωτοκόλλων, την εφαρμογή των Διαγνωστικών Ομοιογενών Κατηγοριών (DRGs) ως μέθοδο κοστολόγησης και αποζημίωσης των ιατρικών πράξεων, τη λειτουργία της Εταιρείας Συστήματος Αμοιβών Νοσοκομείων (ΕΣΑΝ ΑΕ), τη λειτουργία των δημόσιων νοσοκομείων με ίδια έσοδα και με ιδιωτικοοικονομικά κριτήρια, με τις ιδιωτικές εταιρείες να αλωνίζουν στο χώρο, τα πλαφόν στα φάρμακα και στις διαγνωστικές εξετάσεις, με την επέλαση εταιρειών εκεί που κυρίως δραστηριοποιούνται αυτοαπασχολούμενοι γιατροί, οδοντίατροι, φυσικοθεραπευτές κ.λπ.
Οι νέες συνολικές μειώσεις της κρατικής χρηματοδότησης για την Υγεία
έρχονται να προστεθούν σε αυτές που έχουν επιβληθεί μέχρι σήμερα, ως
απαραίτητο εργαλείο για να στηριχθεί η «υγιής ανταγωνιστικότητα».
Θα συνεχιστεί η άθλια κατάσταση που συνεχίζει να υπάρχει στα δημόσια νοσοκομεία και στις υποτυπώδεις και υποβαθμισμένες μονάδες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας, με τις τραγικές ελλείψεις σε προσωπικό, τεχνολογικό εξοπλισμό, αντιδραστήρια, νοσηλευτικό υλικό, αναλώσιμα, διαγνωστικά εργαστήρια.
Συνεπώς, παραμένει και ενισχύεται το πρόβλημα όπου λόγω των μεγάλων ελλείψεων δημόσιων μονάδων Υγείας, οι ασθενείς εξαναγκάζονται να πηγαίνουν στον ιδιωτικό τομέα και να πληρώνουν επιπλέον ποσά για εξετάσεις, θεραπείες, χειρουργεία κ.λπ. Δηλαδή ένα σχετικά μεγάλο μέρος των δωρεάν παροχών που προβλέπονται στον κανονισμό παροχών του ΕΟΠΥΥ, στην πράξη δεν ισχύει.
Η πολιτική της κυβέρνησης στρώνει το έδαφος στην αύξηση της κερδοφορίας των ιδιωτικών επιχειρήσεων Υγείας, όταν κατά τ' άλλα ισχυρίζεται ότι στηρίζει τη δημόσια Υγεία και τη δωρεάν περίθαλψη. Οι επενδύσεις, οι συγχωνεύεις και οι εξαγορές που λαμβάνουν χώρα στην ιδιωτική αγορά Υγείας, αποτελούν στοιχείο της ενίσχυσής τους. Η διεύρυνση των λαϊκών αναγκών που διαμορφώνονται από τα σύγχρονα μέσα της επιστήμης και της τεχνολογίας, σε συνδυασμό με τη μείωση - περιορισμό της ικανοποίησής τους από το κράτος, διαμορφώνει το έδαφος να αυξάνει η ζήτηση υπηρεσιών στη βάση της ατομικής ευθύνης για την αγορά τους.
Η
κυβέρνηση προπαγανδίζει ότι κατάφερε να βάλει «φρένο» στον κατήφορο του
δημόσιου συστήματος Υγείας, που ευθύνη γι' αυτό έχουν μόνο οι
προηγούμενες κυβερνήσεις. Ισχυρίζεται ότι τώρα αρχίζει η «αντιστροφή»
της κατάστασης.
Ουσιαστικά καλεί τους εργαζόμενους και τους ασθενείς να υιοθετήσουν ως κατόρθωμα ότι η κυβέρνηση αυτό που εξασφαλίζει είναι το «φρένο» στα όρια της διατήρησης της σημερινής άθλιας κατάστασης στο δημόσιο σύστημα Υγείας. Να εμπεδωθούν ως ρεαλιστικές - παρόλα τα προβλήματα που δημιουργούνται για τις ανάγκες της λαϊκής υγείας - οι μειωμένες απαιτήσεις. Η προπαγάνδα περί «αντιστροφής» της κατάστασης επιχειρεί να δημιουργεί ανεδαφικές ελπίδες ότι η επίτευξη των στόχων για αναθέρμανση των επιχειρηματικών κερδών θα δώσει «χώρο» για τη σταδιακή βελτίωση των όρων ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης του λαού. Η «αντιστροφή» της κατάστασης, όμως, ως περιεχόμενο έχει ορισμένα μέτρα που πάνω στη γενικευμένη φτωχοποίηση των λαϊκών στρωμάτων μεταγγίζουν ένα πολύ μικρό μέρος από την αφαίμαξή τους για τη διαχείριση της ακραίας φτώχειας.
Αυτή η λογική εφαρμόζεται για τους ανασφάλιστους, με την κυβέρνηση να μεταθέτει τη δαπάνη για την περίθαλψή τους στους υπόλοιπους εργαζόμενους μέσω του ΕΟΠΥΥ, εφαρμόζεται και στις προσλήψεις στο δημόσιο σύστημα Υγείας, οι οποίες στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι ανανέωση συμβάσεων, νέοι επικουρικοί που αντικαθιστούν τους προηγούμενους κ.λπ.
Στο πλαίσιο αυτό, επομένως, συνεχίζει να περιορίζεται η κρατική χρηματοδότηση σε ένα βασικό πακέτο ελάχιστων παροχών αναντίστοιχο των πραγματικών και σύγχρονων αναγκών.
Δεν είναι τυχαία, άλλωστε, αλλά αποτέλεσμα της εφαρμοζόμενης πολιτικής, η πρωτιά που κατέχει η χώρα μας στις ιδιωτικές δαπάνες Υγείας. Είναι ενδεικτικά τα σχετικά ευρήματα της έρευνας της ΕΛΣΤΑΤ για τις δαπάνες Υγείας για το έτος 2017. Σύμφωνα λοιπόν με την έρευνα που αφορά τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, το 7,3% των συνολικών εισοδημάτων τους τα νοικοκυριά το δαπανούν για την αγορά υπηρεσιών Υγείας. Ετσι η μέση μηνιαία δαπάνη ήταν 102,44 ευρώ. Ακόμα μεγαλύτερη είναι η επιβάρυνση των μονοπρόσωπων νοικοκυριών και μάλιστα όσων έχουν χαμηλό εισόδημα, κάτω από 4.876,86 ευρώ το χρόνο. Αφορά άνεργους, ανασφάλιστους, συνταξιούχους πάνω από 65 χρόνων. Η επιβάρυνσή τους φτάνει στο 13,4% του εισοδήματός τους.
Στον προϋπολογισμό δεν προβλέπονται κονδύλια για νέες προσλήψεις.
Η εφαρμογή της αναλογίας 1 προς 1 στις προσλήψεις για τις μονάδες της
Υγείας - Πρόνοιας σημαίνει - στην καλύτερη περίπτωση - διατήρηση της
σημερινής άθλιας κατάστασης, με τις τεράστιες ελλείψεις σε προσωπικό
όλων των κλάδων και ειδικοτήτων σε πανελλαδικό επίπεδο. Σημαίνει
επιδείνωση των συνθηκών δουλειάς των υγειονομικών και ταυτόχρονα των
συνθηκών περίθαλψης και νοσηλείας των ασθενών.
Ορισμένα ενδεικτικά παραδείγματα είναι τα 120 - 150 μονίμως κλειστά κρεβάτια στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ), η μερική ή και παντελής έλλειψη ειδικοτήτων γιατρών κ.λπ. Είναι χαρακτηριστικά και αυτά που αναδείχτηκαν την περίοδο της πυρκαγιάς στο Μάτι της Αττικής. Να μην επαρκούν οι ειδικές μονάδες (ΜΕΘ) για εγκαυματίες, οι Αιμοδοσίες των νοσοκομείων να μην μπορούν να αξιοποιήσουν τη μεγάλη προσέλευση αιμοδοτών, το Κέντρο Υγείας στη Νέα Μάκρη να μη διαθέτει πνευμονολόγο, βασική ειδικότητα που έπρεπε να υπάρχει και ανεξάρτητα των μεγάλων αναγκών λόγω της πυρκαγιάς. Οι μεγάλες λίστες αναμονής για ιατρικές εξετάσεις, για αξονικές και μαγνητικές τομογραφίες, για χειρουργεία, για ακτινοθεραπείες, χημειοθεραπείες, για εξετάσεις προγεννητικού ελέγχου κ.λπ.
Οι «προσλήψεις» που κάθε λίγο και λιγάκι εξαγγέλλει η κυβέρνηση, στην ουσία δεν προσθέτουν, αλλά αντικαθιστούν ένα μέρος του προσωπικού που συνταξιοδοτείται ή απολύεται. Σημαίνει ελάχιστες προσλήψεις μόνιμου προσωπικού που αντικαθιστά ίσο αριθμό συνταξιούχων και επικουρικών που απολύονται, καθώς και προσλήψεις πολλών επικουρικών που και αυτοί αντικαθιστούν τους προηγούμενους επικουρικούς που απολύονται.
Πρόκειται για τα γνωστά ΣΥΡΙΖΑίικα «κόλπα», προκειμένου η αντιλαϊκή πολιτική που εφαρμόζει - στην ίδια κατεύθυνση με τις προηγούμενες κυβερνήσεις - να «σερβιριστεί» ως δήθεν φιλολαϊκή.
Η δε «στοχευμένη» ενίσχυση δράσεων κοινωνικής προστασίας αφορά τα ψίχουλα που δίνονται στα πλέον εξαθλιωμένα τμήματα των εργαζομένων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, η χρηματοδότηση των οποίων προκύπτει από την αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών, από τα διάφορα φορολογικά χαράτσια σε βάρος του λαού, από τα αιματοβαμμένα πλεονάσματα, από την ανακύκλωση της φτώχειας ανάμεσα σε αυτούς που είναι οι αποκλειστικοί τροφοδότες του πλούτου της χώρας.
Οι δαπάνες του κρατικού προϋπολογισμού συνεχίζουν να είναι κουτσουρεμένες.
Οι μεταβιβάσεις στα νοσοκομεία από τον τακτικό προϋπολογισμό είναι μειωμένες κατά 65 εκατ. ευρώ (-5,3%): Από 1.219 εκατ. ευρώ το 2018, για το 2019 προβλέπονται 1.154 εκατ. ευρώ. Πρόκειται για διαχρονική πορεία μείωσης της κρατικής χρηματοδότησης και παράλληλης αύξησης των εσόδων από τα ασφαλιστικά ταμεία και τους ίδιους τους ασφαλισμένους. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι το 2013 η αντίστοιχη χρηματοδότηση ήταν 1.654 εκατ. ευρώ, το 2014 ήταν 1.499 εκατ. ευρώ, το 2015 ήταν 1.067 εκατ. ευρώ. Δηλαδή, μεταξύ 2013 και 2019 υπάρχει μείωση κατά 30,3%.
Στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, για πρώτη φορά εγγράφεται στον προϋπολογισμό χρηματοδότηση από την Ασφάλιση (ύψους 14 εκατ. ευρώ). Τα έσοδα για την ΠΦΥ από τον τακτικό προϋπολογισμό προϋπολογίζονται αυξημένα κατά 34 εκατ. ευρώ. Πρόκειται ουσιαστικά για υποχρηματοδότηση της ΠΦΥ, σταγόνα στον ωκεανό, αν λάβουμε υπόψη μας ότι στον τομέα αυτό είναι τεράστιες οι ανάγκες και οι ελλείψεις σε προσωπικό, τεχνολογικά μέσα και δομές. Εχουν κλείσει και παραμένουν κλειστά ή έχουν συρρικνωθεί μια σειρά πολυιατρείων του πρώην ΙΚΑ. Είναι σχεδόν ανύπαρκτες οι κρατικές υπηρεσίες εξωνοσοκομειακής περίθαλψης, επείγουσας βοήθειας, πρόληψης, υπηρεσίες για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων στους χώρους δουλειάς. Καμιά βελτίωση δεν πρόκειται να υπάρξει, όπως επικαλείται η κυβέρνηση, σε αυτούς τους τομείς. Θα συνεχιστεί η άθλια κατάσταση που συνεχίζει να υπάρχει εδώ και χρόνια, που έχει ως αποτέλεσμα να πληρώνουν οι ασθενείς ακόμα και για αυτά τα ανεπαρκή που προβλέπονται ως δωρεάν παροχές από τον κανονισμό του ΕΟΠΥΥ, αφού λείπουν υποδομές, προσωπικό και εξοπλισμός από τις δημόσιες μονάδες Υγείας. Επιβεβαιώνονται οι εκτιμήσεις μας ότι τα μέτρα δεν είναι εφήμερα. Ηρθαν για να μείνουν γιατί το κεφάλαιο έχει ανάγκη από φτηνή εργατική δύναμη.
Η κυβέρνηση μάλιστα μειώνει τις συνολικές δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού για τα δημόσια νοσοκομεία και την ΠΦΥ το 2019 σε σχέση με την εκτίμηση το 2018 κατά 30 εκατ. ευρώ (το 2018 ήταν 1.310 εκατ. ευρώ, το 2019 προϋπολογίζονται 1.280 εκατ. ευρώ). Τα μειωμένα αυτά ποσά τα ανακατανέμει ανάμεσα στα νοσοκομεία και την ΠΦΥ. Ουσιαστικά κόβει 65 εκατ. ευρώ από τα νοσοκομεία και από αυτήν την περικοπή «ενισχύει» την ΠΦΥ με 35 εκατ. ευρώ.
Τα κενά της κρατικής χρηματοδότησης θα επιδιωχθεί να καλυφθούν για ακόμα μια φορά από την Κοινωνική Ασφάλιση, στην ουσία δηλαδή με τις πληρωμές των ασφαλισμένων. Πρόκειται για υλοποίηση των κατευθύνσεων της ΕΕ για δραστική μείωση του κρατικού προϋπολογισμού στις δαπάνες Υγείας και τη μετακύλισή τους στους ασφαλισμένους και στους ανασφάλιστους.
Τα άλλα ακριβά παιδικά εμβόλια, τα φάρμακα για εποχικές και χρόνιες παθήσεις, υγειονομικό υλικό, οι δαπάνες για εργαστηριακές εξετάσεις, για προληπτικούς και προγεννητικούς ελέγχους, τοκετούς, χειρουργεία, θεραπείες, υπηρεσίες Ειδικής Αγωγής όπως λογοθεραπείες κ.λπ., πώς θα πληρωθούν από τον ΕΟΠΥΥ που υποχρηματοδοτείται από το κράτος και τους επιχειρηματίες;
Οι δωρεάν παροχές ισχύουν για ένα μικρό μέρος των ανασφάλιστων με ατομικό εισόδημα έως 2.400 ευρώ το χρόνο, που δεν πληρώνουν συμμετοχή στα φάρμακα. Ολοι οι άλλοι πληρώνουν κανονικά συμμετοχή στις δαπάνες ή και εξολοκλήρου σύμφωνα με τον κανονισμό παροχών του ΕΟΠΥΥ, όπως και όλοι οι άλλοι εργαζόμενοι.
Οι ανασφάλιστοι έχουν δικαίωμα να πηγαίνουν μόνο στις δημόσιες μονάδες Υγείας, όμως λόγω των τεράστιων ελλείψεων σε στελέχωση, εξοπλισμό κ.λπ., αρκετές φορές το δικαίωμα αυτό είναι περιορισμένο ή και χωρίς αντίκρισμα. Ενδεικτικές είναι οι περιπτώσεις των μακροχρόνιων ραντεβού για αξονικές και μαγνητικές εξετάσεις στις δημόσιες μονάδες Υγείας, η σχεδόν μηδενική δυνατότητα για φυσικοθεραπείες, υπηρεσίες Ειδικής Αγωγής, η προμήθεια διορθωτικών φακών οράσεως κ.λπ. Τα ζητήματα που σχετίζονται με την υγεία και τη ζωή των ανθρώπων δεν μπορούν να «περιμένουν». Ετσι και οι ανασφάλιστοι, για να αντιμετωπίσουν έγκαιρα σοβαρά προβλήματα υγείας, ή θα εξαναγκαστούν να πληρώσουν ή να περιμένουν στις μακρές λίστες αναμονής με το ενδεχόμενο της επιδείνωσης της υγείας τους.
Υπενθυμίζουμε ότι το 2016 και το 2017 αθροιστικά περικόπηκαν 405 εκατ. ευρώ από την κρατική χρηματοδότηση στον ΕΟΠΥΥ και απέμειναν τα παραπάνω 100 εκατ. ευρώ. Ταυτόχρονα επιβλήθηκε η εισφορά των συνταξιούχων στον κλάδο Υγείας 6% στις κύριες και επικουρικές συντάξεις, που σημαίνει αφαίμαξη 770 εκατ. ευρώ περίπου κάθε χρόνο.
Η κυβέρνηση μάλιστα κάνει και την αλχημεία να παρουσιάσει «αύξηση» 13%, συγκρίνοντας τα ποσά της χρηματοδότησης για το 2019 με τα μειωμένα ποσά που εκταμιεύτηκαν το 2018 και όχι με αυτά που προβλέπονταν.
Στο
κομμάτι του προϋπολογισμού φορέων Κοινωνικής Ασφάλισης, προβλέπεται
φαρμακευτική δαπάνη για το 2019 ύψους 2,2 δισ. ευρώ, όπως ήταν και το
2018.
Το 2009 η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη ήταν 5,1 δισ., το 2015 ήταν 2 δισ., το 2016 ήταν 1,945 δισ., το 2017 ήταν 2,27 δισ., το 2018 ήταν 2,2 δισ. ευρώ. Η διαχρονική μείωση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης αντιστοιχεί με την πολιτική μείωσης των κρατικών και ασφαλιστικών δαπανών και αύξησης της συμμετοχής στις πληρωμές για την αγορά των φαρμάκων από τους ασθενείς.
Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής, η περικοπή και τα «πλαφόν» της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης έχουν οδηγήσει στην εκτίναξη των πληρωμών των ασθενών (μεσοσταθμικά από το 9% έχει ανέβει σε περίπου 30%), υπολογίζοντας μόνο τα φάρμακα της «θετικής λίστας», δηλαδή αυτά που συνταγογραφούνται και ο ΕΟΠΥΥ συμμετέχει στην αποζημίωσή τους.
Στην πράξη, η συμμετοχή των ασθενών όπως την ξέρουμε (0% - 10% - 25%) στις περισσότερες περιπτώσεις δεν ισχύει. Εργαλείο γι' αυτό είναι η καθιέρωση της λεγόμενης «ασφαλιστικής τιμής», με βάση την οποία υπολογίζονται τα ποσοστά συμμετοχής του ΕΟΠΥΥ και η οποία είναι μικρότερη της λιανικής τιμής των φαρμάκων. Τη διαφορά μεταξύ ασφαλιστικής και λιανικής τιμής την πληρώνουν εξολοκλήρου ή κατά ένα μέρος οι ασθενείς. Ετσι, τελικά η συμμετοχή του ασθενή από το 25% μπορεί να φτάσει ακόμα και στο 80%.
Στα παραπάνω πρέπει να υπολογιστούν τα φάρμακα της λεγόμενης «αρνητικής λίστας» (αυτά που συνταγογραφούνται αλλά δεν αποζημιώνονται από τον ΕΟΠΥΥ), τα Μη Συνταγογραφούμενα Φάρμακα (ΜΗΣΥΦΑ), η πληρωμή του 1 ευρώ ανά συνταγή, τα Γενικής Διάθεσης Φάρμακα (ΓΕΔΙΦΑ) που η τιμή τους πρόσφατα «απελευθερώθηκε» και πληρώνονται 100% από τους ασθενείς, καθώς και τα 10 ευρώ που έχει γίνει καθεστώς να πληρώνουν οι ασθενείς για τη συνταγογράφηση στους γιατρούς (θεωρούν ότι είναι εκτός των «δωρεάν επισκέψεων»).
Με όλα αυτά κατέληξαν το κράτος και τα ασφαλιστικά ταμεία να πληρώνουν κατά 57,7% λιγότερα, ενώ οι ασφαλισμένοι να πληρώνουν συμμετοχή κατά 43,1% περισσότερα σε σχέση με το 2009 και με τάση αυτή η αναλογία να επιδεινωθεί σε βάρος των ασθενών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του πρώτου οκταμήνου του 2018, ο ΕΟΠΥΥ έπρεπε να πληρώσει το 85% της δαπάνης για τα φάρμακα της «θετικής λίστας» και οι ασφαλισμένοι το 15%. Με τα «κόλπα» της «ασφαλιστικής τιμής» και του χαρατσιού του 1 ευρώ ανά συνταγή, αυτή η αναλογία στη συμμετοχή μεταξύ ΕΟΠΥΥ και ασθενών έγινε περίπου 66% και 34%.
Αυτό σημαίνει ότι για το διάστημα αυτό ο «εξορθολογισμός» της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης της κυβέρνησης στοίχισε στους ασθενείς επιπλέον 280 εκατομμύρια ευρώ, τα οποία αφαιρέθηκαν από τη δαπάνη που έπρεπε να επιβαρύνει τον ΕΟΠΥΥ.
Σύμφωνα με δηλώσεις του υπουργού Υγείας, διερευνάται η σύνδεση της συμμετοχής των ασθενών στη φαρμακευτική δαπάνη ανάλογα με το ύψος του εισοδήματος. Στο πλαίσιο αυτό λέγεται ότι μελετάται να υπάρχει κάποια μείωση της συμμετοχής σε φάρμακα για χρόνιες παθήσεις, αλλά ότι οπωσδήποτε πρέπει το μέτρο αυτό να είναι δημοσιονομικά «ουδέτερο». Δηλαδή να μην επιδρά στην κρατική και ασφαλιστική δαπάνη. Ουσιαστικά πρόκειται για μέτρο που δεν καταργεί, ούτε μειώνει τη συνολική δαπάνη των ασθενών, παρά μόνο θα την ανακατανέμει, στη λογική να πληρώνουν οι φτωχότεροι κάτι λιγότερο και το έλλειμμα που θα προκύπτει να φορτώνεται στους λιγότερο φτωχούς...
Για
ακόμα μια χρονιά, η Πρόνοια δεν ξεφεύγει από τη λογική της
«αντιμετώπισης» της ακραίας φτώχειας που γεννά η καπιταλιστική
εκμετάλλευση με παροχές - «ψίχουλα», που χρηματοδοτούνται από την
αφαίμαξη του λαού.
Στο σχετικό κομμάτι του προϋπολογισμού (για τον ΟΠΕΚΑ), εμφανίζονται έξοδα 3.203 εκατ. ευρώ, έναντι 1.258 εκατ. ευρώ, που είναι η εκτίμηση πραγματοποίησης για το 2018. Φαίνεται δηλαδή να είναι «παραπάνω» 1.945 εκατ. ευρώ το 2019 σε σχέση με το 2018. Δεν είναι όμως έτσι.
Πρόκειται για μια σειρά κονδυλίων που έχουν μεταφερθεί από άλλα υπουργεία στον ΟΠΕΚΑ, που θα λειτουργήσει για πρώτη φορά ως ο φορέας που θα συγκεντρώνει το σύνολο των κοινωνικών επιδομάτων, άρα δεν αποτελούν νέα δαπάνη. Τα κονδύλια που μεταφέρονται είναι της τάξης του 1,990 εκατ. ευρώ.
Μάλιστα, εμφανίζεται μειωμένη η δαπάνη που αφορά τα οικογενειακά επιδόματα. Προϋπολογίζονται 961 εκατ. ευρώ από 1,020 εκατ. ευρώ που ήταν στον προϋπολογισμό του 2018. Οι παροχές των ανασφάλιστων υπερηλίκων παραμένουν στα 145 εκατ. ευρώ. Είναι περίπου 350 ευρώ το μήνα, που δεν τους φτάνει ούτε για ένα πιάτο φαΐ.
Επίσης πέφτει «μαχαίρι» και καταργείται από το 2019 το ποσό των 240 εκατ. ευρώ που προβλεπόταν ως ενίσχυση για να έχουν μειωμένη συμμετοχή ορισμένοι ασφαλισμένοι στη φαρμακευτική δαπάνη. Κυρίως αφορούσε την κατηγορία των συνταξιούχων που έπαιρναν το ΕΚΑΣ, δηλαδή όσοι έπαιρναν τις κατώτερες συντάξεις πείνας. Τώρα μαζί με την πλήρη περικοπή του ΕΚΑΣ καταργείται και αυτή έστω η δυνατότητα να αγοράζουν κάπως πιο φτηνά τα φάρμακά τους. Αλλά και στην περίπτωση που δοθεί η δυνατότητα να συνεχιστεί η μειωμένη συμμετοχή, η επιπλέον χρηματοδότηση για να καλυφθεί η διαφορά που θα προκύψει (καθότι η φαρμακοβιομηχανία σε κάθε περίπτωση θα πουλήσει με τις ίδιες τιμές τα εμπορεύματά της), θα μεταφερθεί κατά τη συνήθη πρακτική της κυβέρνησης στους υπόλοιπους ασφαλισμένους μέσω του ΕΟΠΥΥ.
Ριζοσπάστης Πέμπτη 13 Δεκέμβρη 2018
Θα συνεχιστεί η άθλια κατάσταση που συνεχίζει να υπάρχει στα δημόσια νοσοκομεία και στις υποτυπώδεις και υποβαθμισμένες μονάδες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας, με τις τραγικές ελλείψεις σε προσωπικό, τεχνολογικό εξοπλισμό, αντιδραστήρια, νοσηλευτικό υλικό, αναλώσιμα, διαγνωστικά εργαστήρια.
Συνεπώς, παραμένει και ενισχύεται το πρόβλημα όπου λόγω των μεγάλων ελλείψεων δημόσιων μονάδων Υγείας, οι ασθενείς εξαναγκάζονται να πηγαίνουν στον ιδιωτικό τομέα και να πληρώνουν επιπλέον ποσά για εξετάσεις, θεραπείες, χειρουργεία κ.λπ. Δηλαδή ένα σχετικά μεγάλο μέρος των δωρεάν παροχών που προβλέπονται στον κανονισμό παροχών του ΕΟΠΥΥ, στην πράξη δεν ισχύει.
Η πολιτική της κυβέρνησης στρώνει το έδαφος στην αύξηση της κερδοφορίας των ιδιωτικών επιχειρήσεων Υγείας, όταν κατά τ' άλλα ισχυρίζεται ότι στηρίζει τη δημόσια Υγεία και τη δωρεάν περίθαλψη. Οι επενδύσεις, οι συγχωνεύεις και οι εξαγορές που λαμβάνουν χώρα στην ιδιωτική αγορά Υγείας, αποτελούν στοιχείο της ενίσχυσής τους. Η διεύρυνση των λαϊκών αναγκών που διαμορφώνονται από τα σύγχρονα μέσα της επιστήμης και της τεχνολογίας, σε συνδυασμό με τη μείωση - περιορισμό της ικανοποίησής τους από το κράτος, διαμορφώνει το έδαφος να αυξάνει η ζήτηση υπηρεσιών στη βάση της ατομικής ευθύνης για την αγορά τους.
«Φρένο»... διαιώνισης και βαθέματος της σημερινής αθλιότητας
Ουσιαστικά καλεί τους εργαζόμενους και τους ασθενείς να υιοθετήσουν ως κατόρθωμα ότι η κυβέρνηση αυτό που εξασφαλίζει είναι το «φρένο» στα όρια της διατήρησης της σημερινής άθλιας κατάστασης στο δημόσιο σύστημα Υγείας. Να εμπεδωθούν ως ρεαλιστικές - παρόλα τα προβλήματα που δημιουργούνται για τις ανάγκες της λαϊκής υγείας - οι μειωμένες απαιτήσεις. Η προπαγάνδα περί «αντιστροφής» της κατάστασης επιχειρεί να δημιουργεί ανεδαφικές ελπίδες ότι η επίτευξη των στόχων για αναθέρμανση των επιχειρηματικών κερδών θα δώσει «χώρο» για τη σταδιακή βελτίωση των όρων ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης του λαού. Η «αντιστροφή» της κατάστασης, όμως, ως περιεχόμενο έχει ορισμένα μέτρα που πάνω στη γενικευμένη φτωχοποίηση των λαϊκών στρωμάτων μεταγγίζουν ένα πολύ μικρό μέρος από την αφαίμαξή τους για τη διαχείριση της ακραίας φτώχειας.
Αυτή η λογική εφαρμόζεται για τους ανασφάλιστους, με την κυβέρνηση να μεταθέτει τη δαπάνη για την περίθαλψή τους στους υπόλοιπους εργαζόμενους μέσω του ΕΟΠΥΥ, εφαρμόζεται και στις προσλήψεις στο δημόσιο σύστημα Υγείας, οι οποίες στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι ανανέωση συμβάσεων, νέοι επικουρικοί που αντικαθιστούν τους προηγούμενους κ.λπ.
Στο πλαίσιο αυτό, επομένως, συνεχίζει να περιορίζεται η κρατική χρηματοδότηση σε ένα βασικό πακέτο ελάχιστων παροχών αναντίστοιχο των πραγματικών και σύγχρονων αναγκών.
Δεν είναι τυχαία, άλλωστε, αλλά αποτέλεσμα της εφαρμοζόμενης πολιτικής, η πρωτιά που κατέχει η χώρα μας στις ιδιωτικές δαπάνες Υγείας. Είναι ενδεικτικά τα σχετικά ευρήματα της έρευνας της ΕΛΣΤΑΤ για τις δαπάνες Υγείας για το έτος 2017. Σύμφωνα λοιπόν με την έρευνα που αφορά τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, το 7,3% των συνολικών εισοδημάτων τους τα νοικοκυριά το δαπανούν για την αγορά υπηρεσιών Υγείας. Ετσι η μέση μηνιαία δαπάνη ήταν 102,44 ευρώ. Ακόμα μεγαλύτερη είναι η επιβάρυνση των μονοπρόσωπων νοικοκυριών και μάλιστα όσων έχουν χαμηλό εισόδημα, κάτω από 4.876,86 ευρώ το χρόνο. Αφορά άνεργους, ανασφάλιστους, συνταξιούχους πάνω από 65 χρόνων. Η επιβάρυνσή τους φτάνει στο 13,4% του εισοδήματός τους.
Ανακύκλωση των τεράστιων ελλείψεων σε προσωπικό
Ορισμένα ενδεικτικά παραδείγματα είναι τα 120 - 150 μονίμως κλειστά κρεβάτια στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ), η μερική ή και παντελής έλλειψη ειδικοτήτων γιατρών κ.λπ. Είναι χαρακτηριστικά και αυτά που αναδείχτηκαν την περίοδο της πυρκαγιάς στο Μάτι της Αττικής. Να μην επαρκούν οι ειδικές μονάδες (ΜΕΘ) για εγκαυματίες, οι Αιμοδοσίες των νοσοκομείων να μην μπορούν να αξιοποιήσουν τη μεγάλη προσέλευση αιμοδοτών, το Κέντρο Υγείας στη Νέα Μάκρη να μη διαθέτει πνευμονολόγο, βασική ειδικότητα που έπρεπε να υπάρχει και ανεξάρτητα των μεγάλων αναγκών λόγω της πυρκαγιάς. Οι μεγάλες λίστες αναμονής για ιατρικές εξετάσεις, για αξονικές και μαγνητικές τομογραφίες, για χειρουργεία, για ακτινοθεραπείες, χημειοθεραπείες, για εξετάσεις προγεννητικού ελέγχου κ.λπ.
Οι «προσλήψεις» που κάθε λίγο και λιγάκι εξαγγέλλει η κυβέρνηση, στην ουσία δεν προσθέτουν, αλλά αντικαθιστούν ένα μέρος του προσωπικού που συνταξιοδοτείται ή απολύεται. Σημαίνει ελάχιστες προσλήψεις μόνιμου προσωπικού που αντικαθιστά ίσο αριθμό συνταξιούχων και επικουρικών που απολύονται, καθώς και προσλήψεις πολλών επικουρικών που και αυτοί αντικαθιστούν τους προηγούμενους επικουρικούς που απολύονται.
Πρόκειται για τα γνωστά ΣΥΡΙΖΑίικα «κόλπα», προκειμένου η αντιλαϊκή πολιτική που εφαρμόζει - στην ίδια κατεύθυνση με τις προηγούμενες κυβερνήσεις - να «σερβιριστεί» ως δήθεν φιλολαϊκή.
Η δε «στοχευμένη» ενίσχυση δράσεων κοινωνικής προστασίας αφορά τα ψίχουλα που δίνονται στα πλέον εξαθλιωμένα τμήματα των εργαζομένων και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων, η χρηματοδότηση των οποίων προκύπτει από την αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών, από τα διάφορα φορολογικά χαράτσια σε βάρος του λαού, από τα αιματοβαμμένα πλεονάσματα, από την ανακύκλωση της φτώχειας ανάμεσα σε αυτούς που είναι οι αποκλειστικοί τροφοδότες του πλούτου της χώρας.
Νέες περικοπές στα ήδη πετσοκομμένα κονδύλια
Οι μεταβιβάσεις στα νοσοκομεία από τον τακτικό προϋπολογισμό είναι μειωμένες κατά 65 εκατ. ευρώ (-5,3%): Από 1.219 εκατ. ευρώ το 2018, για το 2019 προβλέπονται 1.154 εκατ. ευρώ. Πρόκειται για διαχρονική πορεία μείωσης της κρατικής χρηματοδότησης και παράλληλης αύξησης των εσόδων από τα ασφαλιστικά ταμεία και τους ίδιους τους ασφαλισμένους. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι το 2013 η αντίστοιχη χρηματοδότηση ήταν 1.654 εκατ. ευρώ, το 2014 ήταν 1.499 εκατ. ευρώ, το 2015 ήταν 1.067 εκατ. ευρώ. Δηλαδή, μεταξύ 2013 και 2019 υπάρχει μείωση κατά 30,3%.
Στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, για πρώτη φορά εγγράφεται στον προϋπολογισμό χρηματοδότηση από την Ασφάλιση (ύψους 14 εκατ. ευρώ). Τα έσοδα για την ΠΦΥ από τον τακτικό προϋπολογισμό προϋπολογίζονται αυξημένα κατά 34 εκατ. ευρώ. Πρόκειται ουσιαστικά για υποχρηματοδότηση της ΠΦΥ, σταγόνα στον ωκεανό, αν λάβουμε υπόψη μας ότι στον τομέα αυτό είναι τεράστιες οι ανάγκες και οι ελλείψεις σε προσωπικό, τεχνολογικά μέσα και δομές. Εχουν κλείσει και παραμένουν κλειστά ή έχουν συρρικνωθεί μια σειρά πολυιατρείων του πρώην ΙΚΑ. Είναι σχεδόν ανύπαρκτες οι κρατικές υπηρεσίες εξωνοσοκομειακής περίθαλψης, επείγουσας βοήθειας, πρόληψης, υπηρεσίες για την υγεία και ασφάλεια των εργαζομένων στους χώρους δουλειάς. Καμιά βελτίωση δεν πρόκειται να υπάρξει, όπως επικαλείται η κυβέρνηση, σε αυτούς τους τομείς. Θα συνεχιστεί η άθλια κατάσταση που συνεχίζει να υπάρχει εδώ και χρόνια, που έχει ως αποτέλεσμα να πληρώνουν οι ασθενείς ακόμα και για αυτά τα ανεπαρκή που προβλέπονται ως δωρεάν παροχές από τον κανονισμό του ΕΟΠΥΥ, αφού λείπουν υποδομές, προσωπικό και εξοπλισμός από τις δημόσιες μονάδες Υγείας. Επιβεβαιώνονται οι εκτιμήσεις μας ότι τα μέτρα δεν είναι εφήμερα. Ηρθαν για να μείνουν γιατί το κεφάλαιο έχει ανάγκη από φτηνή εργατική δύναμη.
Η κυβέρνηση μάλιστα μειώνει τις συνολικές δαπάνες του τακτικού προϋπολογισμού για τα δημόσια νοσοκομεία και την ΠΦΥ το 2019 σε σχέση με την εκτίμηση το 2018 κατά 30 εκατ. ευρώ (το 2018 ήταν 1.310 εκατ. ευρώ, το 2019 προϋπολογίζονται 1.280 εκατ. ευρώ). Τα μειωμένα αυτά ποσά τα ανακατανέμει ανάμεσα στα νοσοκομεία και την ΠΦΥ. Ουσιαστικά κόβει 65 εκατ. ευρώ από τα νοσοκομεία και από αυτήν την περικοπή «ενισχύει» την ΠΦΥ με 35 εκατ. ευρώ.
Τα κενά της κρατικής χρηματοδότησης θα επιδιωχθεί να καλυφθούν για ακόμα μια φορά από την Κοινωνική Ασφάλιση, στην ουσία δηλαδή με τις πληρωμές των ασφαλισμένων. Πρόκειται για υλοποίηση των κατευθύνσεων της ΕΕ για δραστική μείωση του κρατικού προϋπολογισμού στις δαπάνες Υγείας και τη μετακύλισή τους στους ασφαλισμένους και στους ανασφάλιστους.
Ψίχουλα για τους ανασφάλιστους - Δεν φτάνουν ούτε για τα στοιχειώδη
Η
κρατική χρηματοδότηση του ΕΟΠΥΥ παραμένει - όπως και πέρσι - στο ποσό
των 100 εκατ. ευρώ για την κάλυψη των ανασφάλιστων, που δεν επαρκούν
ούτε για τα φάρμακά τους. Ενδεικτικά, με τα 67 ευρώ που αναλογούν σε
κάθε ανασφάλιστο, καλύπτεται η δαπάνη των δύο εποχικών εμβολίων (γρίπη
και πνευμονιόκοκκος)...Τα άλλα ακριβά παιδικά εμβόλια, τα φάρμακα για εποχικές και χρόνιες παθήσεις, υγειονομικό υλικό, οι δαπάνες για εργαστηριακές εξετάσεις, για προληπτικούς και προγεννητικούς ελέγχους, τοκετούς, χειρουργεία, θεραπείες, υπηρεσίες Ειδικής Αγωγής όπως λογοθεραπείες κ.λπ., πώς θα πληρωθούν από τον ΕΟΠΥΥ που υποχρηματοδοτείται από το κράτος και τους επιχειρηματίες;
Οι δωρεάν παροχές ισχύουν για ένα μικρό μέρος των ανασφάλιστων με ατομικό εισόδημα έως 2.400 ευρώ το χρόνο, που δεν πληρώνουν συμμετοχή στα φάρμακα. Ολοι οι άλλοι πληρώνουν κανονικά συμμετοχή στις δαπάνες ή και εξολοκλήρου σύμφωνα με τον κανονισμό παροχών του ΕΟΠΥΥ, όπως και όλοι οι άλλοι εργαζόμενοι.
Οι ανασφάλιστοι έχουν δικαίωμα να πηγαίνουν μόνο στις δημόσιες μονάδες Υγείας, όμως λόγω των τεράστιων ελλείψεων σε στελέχωση, εξοπλισμό κ.λπ., αρκετές φορές το δικαίωμα αυτό είναι περιορισμένο ή και χωρίς αντίκρισμα. Ενδεικτικές είναι οι περιπτώσεις των μακροχρόνιων ραντεβού για αξονικές και μαγνητικές εξετάσεις στις δημόσιες μονάδες Υγείας, η σχεδόν μηδενική δυνατότητα για φυσικοθεραπείες, υπηρεσίες Ειδικής Αγωγής, η προμήθεια διορθωτικών φακών οράσεως κ.λπ. Τα ζητήματα που σχετίζονται με την υγεία και τη ζωή των ανθρώπων δεν μπορούν να «περιμένουν». Ετσι και οι ανασφάλιστοι, για να αντιμετωπίσουν έγκαιρα σοβαρά προβλήματα υγείας, ή θα εξαναγκαστούν να πληρώσουν ή να περιμένουν στις μακρές λίστες αναμονής με το ενδεχόμενο της επιδείνωσης της υγείας τους.
Υπενθυμίζουμε ότι το 2016 και το 2017 αθροιστικά περικόπηκαν 405 εκατ. ευρώ από την κρατική χρηματοδότηση στον ΕΟΠΥΥ και απέμειναν τα παραπάνω 100 εκατ. ευρώ. Ταυτόχρονα επιβλήθηκε η εισφορά των συνταξιούχων στον κλάδο Υγείας 6% στις κύριες και επικουρικές συντάξεις, που σημαίνει αφαίμαξη 770 εκατ. ευρώ περίπου κάθε χρόνο.
Η κυβέρνηση μάλιστα κάνει και την αλχημεία να παρουσιάσει «αύξηση» 13%, συγκρίνοντας τα ποσά της χρηματοδότησης για το 2019 με τα μειωμένα ποσά που εκταμιεύτηκαν το 2018 και όχι με αυτά που προβλέπονταν.
Για τη φαρμακευτική δαπάνη
Το 2009 η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη ήταν 5,1 δισ., το 2015 ήταν 2 δισ., το 2016 ήταν 1,945 δισ., το 2017 ήταν 2,27 δισ., το 2018 ήταν 2,2 δισ. ευρώ. Η διαχρονική μείωση της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης αντιστοιχεί με την πολιτική μείωσης των κρατικών και ασφαλιστικών δαπανών και αύξησης της συμμετοχής στις πληρωμές για την αγορά των φαρμάκων από τους ασθενείς.
Στο πλαίσιο αυτής της πολιτικής, η περικοπή και τα «πλαφόν» της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης έχουν οδηγήσει στην εκτίναξη των πληρωμών των ασθενών (μεσοσταθμικά από το 9% έχει ανέβει σε περίπου 30%), υπολογίζοντας μόνο τα φάρμακα της «θετικής λίστας», δηλαδή αυτά που συνταγογραφούνται και ο ΕΟΠΥΥ συμμετέχει στην αποζημίωσή τους.
Στην πράξη, η συμμετοχή των ασθενών όπως την ξέρουμε (0% - 10% - 25%) στις περισσότερες περιπτώσεις δεν ισχύει. Εργαλείο γι' αυτό είναι η καθιέρωση της λεγόμενης «ασφαλιστικής τιμής», με βάση την οποία υπολογίζονται τα ποσοστά συμμετοχής του ΕΟΠΥΥ και η οποία είναι μικρότερη της λιανικής τιμής των φαρμάκων. Τη διαφορά μεταξύ ασφαλιστικής και λιανικής τιμής την πληρώνουν εξολοκλήρου ή κατά ένα μέρος οι ασθενείς. Ετσι, τελικά η συμμετοχή του ασθενή από το 25% μπορεί να φτάσει ακόμα και στο 80%.
Στα παραπάνω πρέπει να υπολογιστούν τα φάρμακα της λεγόμενης «αρνητικής λίστας» (αυτά που συνταγογραφούνται αλλά δεν αποζημιώνονται από τον ΕΟΠΥΥ), τα Μη Συνταγογραφούμενα Φάρμακα (ΜΗΣΥΦΑ), η πληρωμή του 1 ευρώ ανά συνταγή, τα Γενικής Διάθεσης Φάρμακα (ΓΕΔΙΦΑ) που η τιμή τους πρόσφατα «απελευθερώθηκε» και πληρώνονται 100% από τους ασθενείς, καθώς και τα 10 ευρώ που έχει γίνει καθεστώς να πληρώνουν οι ασθενείς για τη συνταγογράφηση στους γιατρούς (θεωρούν ότι είναι εκτός των «δωρεάν επισκέψεων»).
Με όλα αυτά κατέληξαν το κράτος και τα ασφαλιστικά ταμεία να πληρώνουν κατά 57,7% λιγότερα, ενώ οι ασφαλισμένοι να πληρώνουν συμμετοχή κατά 43,1% περισσότερα σε σχέση με το 2009 και με τάση αυτή η αναλογία να επιδεινωθεί σε βάρος των ασθενών.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του πρώτου οκταμήνου του 2018, ο ΕΟΠΥΥ έπρεπε να πληρώσει το 85% της δαπάνης για τα φάρμακα της «θετικής λίστας» και οι ασφαλισμένοι το 15%. Με τα «κόλπα» της «ασφαλιστικής τιμής» και του χαρατσιού του 1 ευρώ ανά συνταγή, αυτή η αναλογία στη συμμετοχή μεταξύ ΕΟΠΥΥ και ασθενών έγινε περίπου 66% και 34%.
Αυτό σημαίνει ότι για το διάστημα αυτό ο «εξορθολογισμός» της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης της κυβέρνησης στοίχισε στους ασθενείς επιπλέον 280 εκατομμύρια ευρώ, τα οποία αφαιρέθηκαν από τη δαπάνη που έπρεπε να επιβαρύνει τον ΕΟΠΥΥ.
Σύμφωνα με δηλώσεις του υπουργού Υγείας, διερευνάται η σύνδεση της συμμετοχής των ασθενών στη φαρμακευτική δαπάνη ανάλογα με το ύψος του εισοδήματος. Στο πλαίσιο αυτό λέγεται ότι μελετάται να υπάρχει κάποια μείωση της συμμετοχής σε φάρμακα για χρόνιες παθήσεις, αλλά ότι οπωσδήποτε πρέπει το μέτρο αυτό να είναι δημοσιονομικά «ουδέτερο». Δηλαδή να μην επιδρά στην κρατική και ασφαλιστική δαπάνη. Ουσιαστικά πρόκειται για μέτρο που δεν καταργεί, ούτε μειώνει τη συνολική δαπάνη των ασθενών, παρά μόνο θα την ανακατανέμει, στη λογική να πληρώνουν οι φτωχότεροι κάτι λιγότερο και το έλλειμμα που θα προκύπτει να φορτώνεται στους λιγότερο φτωχούς...
Για την Πρόνοια
Στο σχετικό κομμάτι του προϋπολογισμού (για τον ΟΠΕΚΑ), εμφανίζονται έξοδα 3.203 εκατ. ευρώ, έναντι 1.258 εκατ. ευρώ, που είναι η εκτίμηση πραγματοποίησης για το 2018. Φαίνεται δηλαδή να είναι «παραπάνω» 1.945 εκατ. ευρώ το 2019 σε σχέση με το 2018. Δεν είναι όμως έτσι.
Πρόκειται για μια σειρά κονδυλίων που έχουν μεταφερθεί από άλλα υπουργεία στον ΟΠΕΚΑ, που θα λειτουργήσει για πρώτη φορά ως ο φορέας που θα συγκεντρώνει το σύνολο των κοινωνικών επιδομάτων, άρα δεν αποτελούν νέα δαπάνη. Τα κονδύλια που μεταφέρονται είναι της τάξης του 1,990 εκατ. ευρώ.
Μάλιστα, εμφανίζεται μειωμένη η δαπάνη που αφορά τα οικογενειακά επιδόματα. Προϋπολογίζονται 961 εκατ. ευρώ από 1,020 εκατ. ευρώ που ήταν στον προϋπολογισμό του 2018. Οι παροχές των ανασφάλιστων υπερηλίκων παραμένουν στα 145 εκατ. ευρώ. Είναι περίπου 350 ευρώ το μήνα, που δεν τους φτάνει ούτε για ένα πιάτο φαΐ.
Επίσης πέφτει «μαχαίρι» και καταργείται από το 2019 το ποσό των 240 εκατ. ευρώ που προβλεπόταν ως ενίσχυση για να έχουν μειωμένη συμμετοχή ορισμένοι ασφαλισμένοι στη φαρμακευτική δαπάνη. Κυρίως αφορούσε την κατηγορία των συνταξιούχων που έπαιρναν το ΕΚΑΣ, δηλαδή όσοι έπαιρναν τις κατώτερες συντάξεις πείνας. Τώρα μαζί με την πλήρη περικοπή του ΕΚΑΣ καταργείται και αυτή έστω η δυνατότητα να αγοράζουν κάπως πιο φτηνά τα φάρμακά τους. Αλλά και στην περίπτωση που δοθεί η δυνατότητα να συνεχιστεί η μειωμένη συμμετοχή, η επιπλέον χρηματοδότηση για να καλυφθεί η διαφορά που θα προκύψει (καθότι η φαρμακοβιομηχανία σε κάθε περίπτωση θα πουλήσει με τις ίδιες τιμές τα εμπορεύματά της), θα μεταφερθεί κατά τη συνήθη πρακτική της κυβέρνησης στους υπόλοιπους ασφαλισμένους μέσω του ΕΟΠΥΥ.
Ριζοσπάστης Πέμπτη 13 Δεκέμβρη 2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου