Πέμπτη 18 Ιουλίου 2019

Αδιαπραγμάτευτες οι αντιλαϊκές δεσμεύσεις και η επίθεση στο λαό


Από τη συνάντηση Μητσοτάκη - Ρέγκλινγκ
Eurokinissi
Από τη συνάντηση Μητσοτάκη - Ρέγκλινγκ
Πριν ακόμα αναγνωστούν οι προγραμματικές δηλώσεις της νέας κυβέρνησης της ΝΔ, έχει ήδη γίνει σαφές ότι οι αντιλαϊκές «μεταμνημονιακές δεσμεύσεις», τα ματωμένα πλεονάσματα, η φοροληστεία, οι αντεργατικές αναδιαρθρώσεις, τα διάφορα μέτρα στήριξης των επιχειρηματικών ομίλων είναι οι πυλώνες πάνω στους οποίους θα ξεδιπλωθεί η κυβερνητική πολιτική. Αυτό άλλωστε σηματοδότησε και η απόφαση του Γιούρογκρουπ στις 8 Ιούλη, μια μέρα μετά τις εκλογές. Στελέχη της ΕΕ, των ιμπεριαλιστικών οργανισμών της ΕΚΤ, του ΔΝΤ, αλλά και εκπρόσωποι επιχειρηματικών ομίλων προσδοκούν από τη νέα κυβέρνηση να πάει παραπέρα, να εντείνει την πολιτική στήριξης των κερδών, να ανοίξει νέα πεδία κερδοφορίας, να δώσει ώθηση σε νέα επενδυτικά σχέδια, πατώντας πάνω σε όλο το αντεργατικό - αντιλαϊκό έργο της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, που διατήρησε, συνέχισε και επέκτεινε την πολιτική των προηγούμενων.
 
Οι ευρωπαϊκοί «θεσμοί» δεν διστάζουν να αποστέλλουν διαδοχικά σινιάλα αναφορικά με την κλιμάκωση των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων και των παρεμβάσεων που «εκκρεμούν» στο πλαίσιο του 3ου κύκλου «ενισχυμένης εποπτείας» και πέραν αυτού, ενώ η κυβέρνηση από την πλευρά της διαβεβαιώνει «επενδυτές» και «θεσμούς», για το γεγονός ότι θα οικοδομήσει πάνω στην «κληρονομιά» των μνημονίων και βέβαια των προκατόχων της, με ρότα τη διατήρηση των όρων και των δεσμεύσεων της συμφωνίας, ως «συγκοινωνούντα δοχεία» για τη διαμόρφωση του «φιλοεπενδυτικού περιβάλλοντος».


Πάνω απ' όλα οι αντιλαϊκές «μεταρρυθμίσεις» και δεσμεύσεις
 
Ενδεικτικές είναι οι παρεμβάσεις που έγιναν στο συνέδριο του «Economist», που ολοκληρώθηκε χτες στην Αθήνα, φέρνοντας ξανά στην επιφάνεια τις αντιλαϊκές κατευθύνσεις.

Συγκεκριμένα:

  • Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, Κλ. Ρέγκλινγκ, υπογράμμισε πως η «μεταρρυθμιστική» ατζέντα που προωθεί η νέα κυβέρνηση, με στόχο την τόνωση της επιχειρηματικότητας και τη βελτίωση του επενδυτικού κλίματος είναι καλοδεχούμενη, συμπληρώνοντας ότι από τα όσα είναι γνωστά μέχρι σήμερα, είναι «ενθαρρυντικό ότι τηρούνται οι δεσμεύσεις και το πλαίσιο που έχει συμφωνηθεί».

Ενώ υπενθυμίζοντας τους βασικούς άξονες των δεσμεύσεων για την «τόνωση της ανταγωνιστικότητας και της ανάπτυξης», στάθηκε στο ζήτημα της διατήρησης των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, σημειώνοντας πως δεν πρέπει να αναιρεθούν «μεταρρυθμίσεις» που έχουν ήδη υλοποιηθεί στο πλαίσιο των προγραμμάτων, με συγκεκριμένη αναφορά στην αγορά εργασίας. Οπως είπε, τυχόν αυξήσεις στον κατώτατο μισθό θα πρέπει να εναρμονίζονται με τις εξελίξεις σε επίπεδο παραγωγικότητας, προκειμένου να διαφυλαχθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.

Τόνισε, εξάλλου, ότι είναι απαραίτητο να υλοποιηθούν «νέες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, προκειμένου να ενισχυθούν η παραγωγικότητα και η ανταγωνιστικότητα», δίνοντας έμφαση στις «ανησυχητικές δημογραφικές προοπτικές» της χώρας, τις οποίες βέβαια οι «θεσμοί» συνδυάζουν με το ζήτημα των νέων αντιλαϊκών παρεμβάσεων στην Κοινωνική Ασφάλιση. Ο επικεφαλής του ESM σημείωσε ακόμη ότι για την ενίσχυση της παραγωγικότητας απαιτούνται μέτρα που θα βελτιώσουν το οικονομικό κλίμα και θα εξασφαλίσουν ένα περιβάλλον «πιο φιλικό για τις επιχειρήσεις».

Για τα «δημοσιονομικά κενά» στον κρατικό προϋπολογισμό, τα οποία έχει εντοπίσει η Κομισιόν, ο Κλ. Ρέγκλινγκ σημείωσε ότι είναι πιθανό «να επιδράσουν αρνητικά στην ανάπτυξη και να υπονομεύσουν τις μεταρρυθμίσεις».

Ο ίδιος συνέδεσε τη μείωση των φόρων που προαναγγέλλει η κυβέρνηση με τη διεύρυνση της φορολογικής βάσης, παραπέμποντας ουσιαστικά στην περαιτέρω μείωση του αφορολόγητου ορίου σε μισθωτούς - συνταξιούχους.

  • Ο πρόεδρος της Ομάδας Εργασίας του Γιούρογκρουπ, Χ. Φάιλμπριφ, έβαλε στην πρώτη γραμμή το ζήτημα της κλιμάκωσης των «μεταρρυθμίσεων». «Πρώτα οι μεταρρυθμίσεις και μετά η συζήτηση για τους στόχους των πρωτογενών πλεονασμάτων, όχι το αντίθετο», υπογράμμισε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας ότι για την ώρα δεν υπάρχουν χώρος και κεφάλαια για την αλλαγή της συμφωνίας σχετικά με τα πλεονάσματα.
  • Από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, ο επικεφαλής του κλιμακίου για την ελληνική οικονομία, Ντ. Κοστέλο, τόνισε ότι «υπάρχει σημαντικό περιθώριο βελτίωσης του κλίματος για την επιχειρηματική δραστηριότητα και τις επενδύσεις».

Μάλιστα, ο εκπρόσωπος της Κομισιόν, επιβραβεύοντας την προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, έκανε λόγο για την υλοποίηση εκτεταμένων μεταρρυθμίσεων για τον έλεγχο της κρατικής δαπάνης στην Υγεία, σημειώνοντας ότι «το βασικό μήνυμα είναι ότι έχει επιτευχθεί πρόοδος, αλλά η υλοποίηση μέχρι στιγμής θα λέγαμε ότι είναι ελλιπής σε διάφορα πεδία», όπως στο «clawback». Ο ίδιος σημείωσε ότι υπάρχει ένα «στοιχείο ανισορροπίας» στον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το «clawback».

  • Ο εκπρόσωπος του ΔΝΤ, Π. Ντόλμαν, εστίασε μεταξύ άλλων στην «ανάγκη για περισσότερη ευελιξία στην αγορά εργασίας», για τη δημιουργία θέσεων εργασίας, στην «ενίσχυση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος με μείωση της γραφειοκρατίας», σε τραπεζικό δανεισμό «φιλικό για την ανάπτυξη», καθώς και στην αντιμετώπιση του προβλήματος από τη γήρανση του πληθυσμού. Σύμφωνα με τον ίδιο, θα χρειαστεί μια 10ετία για την επιστροφή της ελληνικής οικονομίας στα προ κρίσης επίπεδα.
 
Εναλλαγές ρόλων στο ίδιο σκηνικό
 
Σε αυτό το πλαίσιο, ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης συναντήθηκε την Τρίτη με τον Κλ. Ρέγκλινγκ σε «πολύ θετικό κλίμα» και - όπως επισημαίνεται σε κυβερνητική ανακοίνωση - «επαναβεβαίωσε ότι η Ελλάδα θα σεβαστεί τους δημοσιονομικούς στόχους», δηλαδή αυτούς που κληρονόμησε από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, και οι δυο μαζί «υπογράμμισαν την κοινή τους βούληση για συνεχή και εποικοδομητική συνεργασία σε κλίμα αμοιβαίας εμπιστοσύνης».

Το ίδιο σκηνικό, αλλά με διαφορετικούς ρόλους, επαναλήφθηκε στη χτεσινή συνάντηση του Αλ. Τσίπρα με τον Κλ. Ρέγκλινγκ. Σύμφωνα με ανακοίνωση του ΣΥΡΙΖΑ, «ο Ρέγκλινγκ ευχαρίστησε τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ για τη συνεργασία, την επιτυχή ολοκλήρωση του προγράμματος, την επαναφορά της ελληνικής οικονομίας σε αναπτυξιακούς ρυθμούς και τη διασφάλιση βιώσιμης και απρόσκοπτης πρόσβασης της Ελλάδας στις διεθνείς χρηματαγορές». Από την πλευρά του, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ τόνισε πως «ως επικεφαλής της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα στηρίξει οποιαδήποτε σοβαρή προσπάθεια για μείωση των στόχων των πρωτογενών πλεονασμάτων», προκειμένου να βρεθεί περισσότερος «δημοσιονομικός χώρος» για το κεφάλαιο.

Ικανοποίηση από τους επιχειρηματικούς ομίλους
 
Από την πλευρά του, ο υπουργός Ανάπτυξης και Επενδύσεων, Αδ. Γεωργιάδης, συναντήθηκε χτες με τον πρόεδρο του ΣΒΕ, Αθ. Σαββάκη. Ο υπουργός έκανε λόγο για «μία πολύ εποικοδομητική συνάντηση με τον Σύνδεσμο Βιομηχανιών Ελλάδος» με στόχο, όπως είπε, «να γίνει η βιομηχανική δραστηριότητα στην Ελλάδα ευκολότερη και πιο κερδοφόρα». Με τη σειρά του, ο πρόεδρος του ΣΒΕ σημείωσε: «Θεωρούμε ότι είναι η έναρξη μίας εξαιρετικής συνεργασίας με απώτερο στόχο την επανενεργοποίηση της οικονομίας και των υγιών ιδιωτικών δυνάμεων της οικονομίας για τη βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος στη χώρα».

Από την πλευρά του, ο ΣΕΒ στο μηνιαίο δελτίο οικονομικών εξελίξεων με αφορμή την έκδοση 7ετούς κρατικού ομολόγου με επιτόκιο 1,9% επισημαίνει πως «η βελτιωμένη στάση των αγορών απέναντι στη νέα ελληνική κυβέρνηση αντανακλά την αυξανόμενη εμπιστοσύνη των επενδυτών στις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας, όπως διαμορφώνονται με την αναμενόμενη εφαρμογή ενός φιλοαναπτυξιακού προγράμματος σε καθεστώς δημοσιονομικής και νομισματικής σταθερότητας». Τονίζει ακόμη ότι η νέα κυβέρνηση διαθέτει ένα συνεκτικό και στοχευμένο πρόγραμμα φορολογικών ελαφρύνσεων και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, με βάση τα όσα ανακοινώθηκαν στο πρώτο υπουργικό συμβούλιο, «αλλά και την αναγκαία προς τούτο τεχνοκρατική υποδομή».

Την ίδια ώρα, ο πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ) Θ. Τρύφων, μιλώντας στο συνέδριο του «Economist», τόνισε: «Η φαρμακοβιομηχανία μπορεί να στηρίξει άμεσα και έμπρακτα, με επενδύσεις 500 εκατ. ευρώ, την ανασυγκρότηση της ελληνικής οικονομίας, με την προϋπόθεση ότι θα μειωθεί άμεσα η υπερφορολόγηση που υφίσταται σήμερα ο κλάδος, θα υπάρχει ένα σταθερό και προβλέψιμο επιχειρηματικό περιβάλλον και ένα τριετές πλαίσιο φαρμακευτικής πολιτικής».

Είναι φανερό ότι η προσέλκυση κερδοφόρων επενδύσεων τόσο στο Φάρμακο όσο και συνολικά προϋποθέτει νέες παρεμβάσεις στήριξης από την κυβέρνηση ΝΔ, σε συνέχεια βέβαια αυτών του ΣΥΡΙΖΑ. Ετσι, ο πρόεδρος της ΠΕΦ τόνισε ότι προϋποθέσεις για την επίτευξη του επενδυτικού στόχου της φαρμακοβιομηχανίας είναι «φορολογικά κίνητρα, συμψηφισμός των παραγωγικών επενδύσεων και των δαπανών έρευνας και ανάπτυξης της φαρμακοβιομηχανίας με τις υποχρεωτικές επιστροφές (clawback) που της επιβάλλονται, οι οποίες υπονομεύουν την αναπτυξιακή δυναμική της».


Ριζοσπάστης   Πέμπτη 18 Ιούλη 2019

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου