Πέμπτη 20 Ιουλίου 2023

ΠΕΡΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΑΚΟΗ ΤΩΝ ΠΕΡΙΘΩΡΙΟΠΟΙΗΜΕΝΩΝ

 

Στη Γαλλία λίγες εβδομάδες μετά από τις τεράστιες διαμαρτυρίες και απεργίες για τις συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις, ξέσπασαν εκτεταμένες διαδηλώσεις με βίαιες εκδηλώσεις σε όλη τη Γαλλία  εξαιτίας της δολοφονίας του έφηβου  Νοέλ,  αλγερινής καταγωγής, από αστυνομικό κατά τη διάρκεια τροχονομικού ελέγχου. Στα καθ’ ημάς αστυνομικός σκότωσε έναν πολίτη, που αυτή τη φορά έτυχε να είναι 20χρονος Σύριος, άλλες φορές ήταν τσιγγάνος, μετά από καταδίωξη κι ενώ ο Σύριος προσπαθούσε να διαφύγει με τα πόδια.   
 
       Μοιάζει στη δημοκρατική Δύση  οι ζωές κάποιων ανθρώπων, όταν δεν είναι λευκοί ευκατάστατοι στις δημοκρατίες μας να κοστίζουν κάπως λιγότερο από άλλες. Και μοιάζει, με την υπερέκθεσή τους στην ανεργία, χρεωκοπημένο το διαφημισμένο δημοκρατικό μοντέλο της ένταξης νέων όχι μόνο από εθνικές μειονότητες, αλλά και από τις υποτελείς τάξεις. Συνεχίζει όμως να προκρίνεται το ατομικιστικό μοντέλο ενσωμάτωσης τους που βασίζεται στην ατομική επιτυχία και φαίνεται η αποδοχή του να στηρίζεται σε μια ευρεία συναίνεση.  Κραυγαλέο στα καθ’ ημάς είναι το παράδειγμα του Γιάννη Αντετοκούνμπο.  Και στη Γαλλία, με τους φτωχούς νέους των προαστίων, γάλλοι δεύτερης και τρίτης γενιάς από τις πρώην γαλλικές αποικίες, αλλά και στη χώρα μας, με τις ροές μεταναστών από τη δεκαετία του ’90 με τους Αλβανούς, τα θεμέλια του μοντέλου ένταξης είναι η αφομοίωση τους στην κοινωνία. Απαιτείται απ’ όλους να συμπεριφέρονται σύμφωνα με το κυρίαρχο μοντέλο, αλλά ταυτόχρονα  a priori δεν γίνεται αποδεκτή η αποτελεσματική ικανότητα τους συμμετοχής σε αυτό που προϋποθέτει την οικονομική και κοινωνική ολοκλήρωση, με αποτέλεσμα ή την μέγιστη προσπάθεια για ένταξη ή την περιθωριοποιίηση. Γιατί ακόμα και αν οι μετανάστες  συμμετέχουν στο παιχνίδι της ένταξης, ιδίως μέσω της μόρφωσης, στη συνέχεια δεν αποφεύγεται ο αποκλεισμός που ακριβώς φαίνεται να βασίζεται στις εθνοτικές διακρίσεις.
 
      Κι όταν οι ελπίδες διαψεύδονται και οι καταστάσεις επιδεινώνονται, αρκεί  μια αφορμή για την έκρηξη. Που ξεκινά από ένα δράμα με το οποίο πολλοί μπορούν να ταυτιστούν, γεγονός που εξηγεί τη διάδοση. Όλες αυτές οι ταραχές πυροδοτούνται από κοινές εμπειρίες  ανεργίας και διακρίσεων. Οι ενέργειες γίνονται πιο βίαιες και πιο παραβατικές με πολλές λεηλασίες. Στήνονται οδοφράγματα, σαν να υπάρχει η επιθυμία να πάρουν τον έλεγχο του δρόμου. Είναι ένας τρόπος υπεράσπισης της επικράτειάς τους και αυτό φαίνεται και μέσα από τα δημόσια κτίρια που γίνονται στόχος. Με τις ταραχές παραβιάζονται οι κανόνες που διέπουν το συμβολικό και όχι το νομικό καθεστώς των μεταναστών, που απαιτούν απ’ αυτούς υπακοή και ευγένεια.
 
       Θεωρητικά  μιλάμε για ρατσισμό και αντιρατσισμό. Δεν δυσκολεύτηκε  ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν  να χαρακτηρίσει τον θάνατο του Ναέλ "ασυγχώρητο", ενώ η γαλλική κυβέρνηση επιμένει ότι δεν είναι ρατσιστική, όπως ισχυρίζονται όλες οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Και όλοι  ξεχνούν ότι οι μετανάστες υπόκεινται στην πραγματικότητα στους νόμους της συγκεκριμένης κοινωνίας που τείνουν να αναπαράγουν τη δομή των διαφορών. Οι μετανάστες λοιπόν, ακόμα και δεύτερης ή τρίτης γενιάς, λιγότεροι πλούσιοι σε οικονομικό, πολιτιστικό και κοινωνικό κεφάλαιο, κατέχοντας επιπλέον ένα συμβολικό «αρνητικό» κεφάλαιο που συνδέεται με το στίγμα της διαφοράς, υπόκεινται σε διακρίσεις που συμβαίνουν όχι μόνο νομικά αλλά και κοινωνικά. Έτσι στη Γαλλία, και όχι μόνο,  ολόκληροι τομείς της αγοράς εργασίας είναι σχεδόν απρόσιτοι στους «μετανάστες», ακόμη και για όσους έχουν γεννηθεί στη Γαλλία και είναι γαλλικής υπηκοότητας.. Και φυσικά το ίδιο συμβαίνει και στη χώρα μας. Μάλιστα ενδεικτικό αυτής της αντίληψης είναι  και το νομοσχέδιο για την ψήφο των ελλήνων του εξωτερικού χωρίς περιορισμούς,  που προωθεί εκ νέου η κυβέρνηση. Η καταγωγή δίνει περισσότερα δικαιώματα σε ανθρώπους που δεν έχουν οικονομικούς και κοινωνικούς δεσμούς με τη χώρα, από την μόνιμη εγκατάσταση και την οικονομική δραστηριότητα σ’ αυτήν. 
 
        Βέβαια, όπως και σε προηγούμενα τέτοια  γεγονότα ταραχών, οι πολιτικές συνέπειες φαίνονται περιορισμένες. Σίγουρα, προκαλείται συγκίνηση απ’ αυτά τα γεγονότα, η κοινή γνώμη ανακαλύπτει την ανεργία των νέων, τον ρατσισμό και τις διακρίσεις, την ύπαρξη αστικών γκέτο. Αλλά όπως πάντα, αφού περάσει η συγκίνηση, και παρά τη σημασία κάποιας κινητοποίησης μέσω δημοσιεύσεων λίγους μήνες αργότερα, η κοινή γνώμη φαίνεται να είναι ικανοποιημένη με την απουσία μέτρων μεγάλης κλίμακας για την καταπολέμηση αυτών των καταστάσεων διαχωρισμού σε φτωχογειτονιές   και υποβιβασμού των νέων που ζουν εκεί. Ακόμα όμως κι έτσι, οι ταραχές, χωρίς οργάνωση, σχέδιο και στόχο τις περισσότερες φορές, εισβάλλουν στον πολιτικό χώρο και γι’ αυτό  δεν αποκλείουν την ανάγνωση ως μορφή συλλογικής και πολιτικής δράσης, και θα πρέπει να υπάρξει αποκρυπτογράφηση πίσω από την επιλογή της άμεσης δράσης και βίας.
 
         Εξάλλου, με την κατάπαυση των ταραχών βλέπουμε και τα όρια μιας κινητοποίησης, όπου οι φτωχοί επιτίθενται σε περιουσίες και δημόσια κτίρια κυρίως στις γειτονιές όπου ζουν, προκαλώντας σ’ αυτές πρόσθετη καταστροφή κι επιβαρύνοντας ένα συχνά μη ανεκτό περιβάλλον διαβίωσης, και σπανιότερα να επιτίθενται στις πλούσιες γειτονιές ή στα κέντρα των πόλεων. Ακόμα κι εδώ αναδεικνύεται ο χωρισμός των δυο κόσμων και η μεθόδευση που έχει γίνει να μην επηρεάζονται οι τάξεις των αστών.
       Κι αν σ΄ αυτές τις ταραχές μοιάζει να λείπει μια ισχυρή ιδεολογία και οι κοινά αποδεκτοί κανόνες στην ανάπτυξη των κοινωνικών κινημάτων, όμως είναι σημαντικό ότι είναι μια συλλογική δράση που σκοπό έχει να προκαλέσει αντιδράσεις, μεταρρυθμίσεις και λύσεις στις αδικίες που βιώνονται καθημερινά, αναδεικνύοντας την κοινή μοίρα των νεαρών,  κατοίκων φτωχών, και πολλές φορές γκετοποιημένων, περιοχών.
 
        Η αντίδραση αυτών των νέων συνδέεται  με την ηθική αγανάκτηση, με το αίσθημα του εξευτελισμού συλλογικά και δημόσια και γι’ αυτό δεν πρέπει να υποτιμάται και το εύρος των  πολιτικών συνεπειών αυτής της κινητοποίησης. Που είναι τόσο μεγαλύτερο όσο πιο ισχυρές συμμαχίες σφυρηλατούνται μεταξύ νέων και συνδικάτων, που μπορεί να οδηγήσουν σε άλλες μορφές κινητοποίησης. Πάντα η οργάνωση και ο σχεδιασμός διαμαρτυριών, πέρα από τη μαζικότητα, είναι καθοριστικά για τη πίεση που μπορούν να ασκήσουν στην κυρίαρχη εξουσία.
 
        Είναι λοιπόν δυνατό να επαναλαμβάνεται το κυρίαρχο αφήγημα για την αυτονομία και το αυθόρμητο των κινημάτων, για να απαξιώνεται η οργάνωση σε συνδικάτα και η ισχυροποίηση εργατικών κομμάτων που υπερασπίζονται τα συμφέροντα της εργατικής τάξης;

 

Dies brumalis

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου