Τελευταία αφορμή, με την οποία επανήλθε η θέση αυτή, είναι η «Ηλεκτρονική Αθηνών», που, τις προηγούμενες μέρες κήρυξε ξαφνικά την εταιρεία σε κατάσταση πτώχευσης, αφήνοντας στο δρόμο 450 εργαζόμενους και τις οικογένειές τους, χωρίς καταγγελία σύμβασης, χωρίς αποζημιώσεις. Στο ίδιο μήκος κύματος, η «Raxevsky» και ο «Μαρινόπουλος» ανακοινώνουν πως προσπαθούν να έρθουν σε συμφωνία με τις τράπεζες για δανεισμό, για να προχωρήσουν σε αναδιαρθρώσεις, με σκοπό να ξεπεράσουν το σκόπελο της πτώχευσης.
Φυσικό είναι οι παραπάνω θέσεις να επαναλαμβάνονται από ορισμένα αστικά πολιτικά κόμματα και ΜΜΕ, τα οποία αποδίδουν τα λουκέτα των επιχειρήσεων στην «αντιαναπτυξιακή πολιτική της κυβέρνησης, στην εχθρότητα απέναντι στην ιδιωτική πρωτοβουλία και στα capital controls».
Πρέπει να σημειώσουμε πως η συγκεκριμένη θέση, περί έλλειψης ρευστότητας εμφανίζεται με πολλές διαφορετικές εκδοχές. Το τελευταίο διάστημα, ιδιαίτερο βάρος έχει η εκδοχή που υποστηρίζει πως το κλείσιμο των επιχειρήσεων οφείλεται στους κεφαλαιακούς ελέγχους στις τραπεζικές καταθέσεις (capital controls), που οδήγησαν σε αυξημένες δυσκολίες στη λειτουργία των επιχειρήσεων, αλλά και στη μεγάλη δυσκολία δανεισμού απ' τις τράπεζες που «στέρεψε» τις επιχειρήσεις από κεφάλαια κίνησης.
Είναι, όμως, η έλλειψη ρευστότητας και τα capital controls η πραγματική αιτία που οι επιχειρήσεις κλείνουν ή μήπως ευθύνεται ο καπιταλισμός και οι κρίσεις του;
Πρώτα - πρώτα, η κρίση χτύπησε την ελληνική οικονομία το 2008 - 2009. Οταν χτύπησε η κρίση, οι καταθέσεις ήταν σχεδόν στο 120% του ΑΕΠ και τα επιτόκια δανεισμού στην εγχώρια αγορά ήταν ελάχιστα. Δεν υπήρχε «έλλειψη ρευστότητας».
Από το 2008, που χτύπησε και τη χώρα μας η πιο βαθιά καπιταλιστική κρίση της μεταπολεμικής περιόδου, μέχρι και το 2013, χρονικό διάστημα πολύ πριν την επιβολή των capital controls, έκλεισαν στη χώρα μας, μόνο στον κλάδο του εμπορίου, πάνω από 46 χιλιάδες επιχειρήσεις (μικρές, μεσαίες, μεγάλες) και πετάχτηκαν στο δρόμο πάνω από 140 χιλιάδες μισθωτοί εργαζόμενοι, με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ.
Παράλληλα, το λουκέτο στις επιχειρήσεις και οι πτωχεύσεις δεν αποτελούν ελληνική πρωτοτυπία. Εμφανίζονται σε ολόκληρη την ΕΕ αλλά και διεθνώς, όπου εκεί δεν έχουν επιβληθεί κεφαλαιακοί έλεγχοι (capital controls) και μνημόνια, αλλά που ωστόσο η καπιταλιστική κρίση συνεχίζει να μαίνεται ακόμη και με «διαφοροποιήσεις έκτασης και μεγέθους». Αναφέρουμε πως από τότε που η καπιταλιστική κρίση ξεκίνησε, στην ΕΕ έχουν διπλασιαστεί οι πτωχεύσεις. Σημειώνουμε επίσης μια σειρά μονοπωλιακών ομίλων - κολοσσών, οι οποίοι είτε βρέθηκαν στο χείλος του γκρεμού, είτε έκλεισαν την οικονομική τους δραστηριότητα σε κάποια χώρα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι η «Chrysler», η GM και η «Lehman Brothers» στις ΗΠΑ, η «Nortel» στον Καναδά και οι εμπορικοί κολοσσοί «Schlecker» και «Arcandor» στη Γερμανία με 120 χιλιάδες υπαλλήλους αθροιστικά που χρεοκόπησαν το 2009.
Η απλή εξιστόρηση της πραγματικότητας αποδεικνύει πως η αιτία για το κλείσιμο των επιχειρήσεων είναι βαθύτερη και πως η απόδοσή τους στην «έλλειψη ρευστότητας» λόγω capital controls είναι επιφανειακή και τελικά συγκαλύπτει τις πραγματικές αιτίες.
Η καπιταλιστική κρίση και η δυσκολία δανεισμού των επιχειρήσεων
Στην πραγματικότητα, η καπιταλιστική κρίση δεν σημαίνει «έλλειψη ρευστότητας», αλλά το αντίστροφο. Η κρίση ξεσπάει διότι οι καπιταλιστικές επιχειρήσεις έχουν συσσωρεύσει τόσα πολλά κέρδη και δεν μπορεί να τα επενδύσουν κερδοφόρα περισσότερο. Πρόκειται για κρίση υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου.
Μοναδική διέξοδος, που έχει το σύστημα για να μπορέσει να βγει από την κρίση του, είναι η καταστροφή παραγωγικών δυνάμεων π.χ. αύξηση του αριθμού των ανέργων, κλείσιμο και συγχωνεύσεις επιχειρήσεων, ώστε να ανοίξουν κομμάτια της αγοράς και τα συσσωρευμένα κεφάλαια να επενδυθούν με ικανοποιητικό ποσοστό κέρδους. Το κλείσιμο των πιο αδύναμων επιχειρήσεων στον καπιταλισμό είναι το νομοτελειακό αποτέλεσμα της εκδήλωσης της κρίσης και ταυτόχρονα είναι όρος, για να προχωρήσει στη φάση της αναζωογόνησης.
Μέσα σε αυτήν την κατάσταση, ο ανταγωνισμός των επιχειρήσεων οξύνεται σε τρομερό βαθμό. Ο ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρηματικών ομίλων, αλλά και η ανισόμετρη ανάπτυξη ακόμη και μέσα στον ίδιο τον κλάδο μιας οικονομίας, είναι νόμος στον καπιταλισμό που δείχνει πως τόσο σε καιρό ανάπτυξης και ακόμη περισσότερο σε περιόδους που το κεφάλαιο δυσκολεύεται να «μεγαλώσει», τελικά αυτός που είναι πιο αδύναμος χάνεται.
Υπάρχουν πολλές απτές αποδείξεις πως δεν υπάρχει γενικά έλλειψη ρευστότητας στην αγορά. Μόνο οι κινητές αξίες (χρήμα, ομόλογα κ.λπ.) που είχαν στο εξωτερικό οι μεγαλομέτοχοι των μονοπωλιακών ομίλων της χώρας ανέρχονται σε 140 δισ. ευρώ, ενώ αν προσθέσουμε τις ακίνητες το ποσό είναι πολύ μεγαλύτερο.
Ετσι, το πρόβλημα δεν είναι γενικά πως δεν υπάρχει χρήμα στην αγορά. Αντίθετα, το πρόβλημα είναι πως η κρίση καθιστά τη δανειοδότηση της μιας ή της άλλης επιχείρησης αδύνατη, γιατί η επιχείρηση δεν έχει μέλλον λόγω της εκδήλωσης της κρίσης.
Απόδειξη αποτελεί το ότι και μέσα στην κρίση αλλά και με την επιβολή των κεφαλαιακών ελέγχων δεν έχασαν όλες οι επιχειρήσεις. Για παράδειγμα, στο σύνολο της οικονομίας, κλάδοι όπως οι κατασκευές συρρικνώθηκαν, αλλά, από την άλλη, οι κλάδοι του Φαρμάκου και του Τουρισμού γνωρίζουν σημαντική ανάπτυξη. Ακόμη και μέσα στον ίδιο τον κλάδο ας πάρουμε του εμπορίου, λόγω της επικαιρότητας, η «Ηλεκτρονική» μπορεί να πτώχευσε, η «Raxevsky» να μπαίνει στον πτωχευτικό κώδικα με σκοπό την αναδιάρθρωση και ο «Μαρινόπουλος» να κλείνει καταστήματα, να ξεπουλάει μέρος της επιχείρησής του, αλλά, από την άλλη, υπάρχει η «Media Markt» και ο «Κωτσόβολος», η «Inditex» και τα Η&Μ, ο «Σκλαβενίτης» και ο «Βασιλόπουλος» που χαρακτηρίζουν την κρίση ευκαιρία και καταφέρνουν να μεγαλώσουν τα μερίδιά τους στην αγορά, εξοβελίζοντας τους πιο αδύναμους εκ των ανταγωνιστών τους.
Το ίδιο ισχύει ακόμη και μέσα στην ίδια την επιχείρηση, λόγου χάρη η «Raxevsky», την ίδια ώρα που μπαίνει στον πτωχευτικό κώδικά δηλώνει πως η κρίση ήταν και μία ευκαιρία για αυτήν να επενδύσει στο εξωτερικό π.χ. Νότια Αφρική.
Στον κλάδο των ηλεκτρονικών συσκευών, το κλείσιμο της «Ηλεκτρονικής Αθηνών» αντανακλά τη ραγδαία πτώση του συνολικού τζίρου. Το 2007, ο τζίρος του κλάδου έφτανε τα 3,2 δισ. ευρώ. Από την έναρξη της κρίσης όμως ξεκίνησε η καθοδική πορεία, φτάνοντας στα επίπεδα του 1,6 - 1,7 δισ. γεγονός που σήμαινε όξυνση του ανταγωνισμού μεταξύ των ομίλων για τα μερίδια της αγοράς.
Την ίδια στιγμή, οι μεγάλες αλυσίδες μονοπωλιακών εμπορικών ομίλων του εξωτερικού που δραστηριοποιούνται στην εγχώρια αγορά έχουν ένα σαφές πλεονέκτημα στον ανταγωνισμό (μέγεθος κεφαλαίων και δυνατότητα εγγύησης δανεισμού από μεγάλες τράπεζες του εξωτερικού). Υπ' αυτό το πρίσμα, ο έλεγχος των κεφαλαίων όξυνε αυτές τις δυσκολίες και αποτέλεσε τη
θρυαλλίδα των εξελίξεων.
Απ' αυτήν τη σκοπιά, μπορεί να κατανοήσει κανείς και το ρόλο των τραπεζών. Πρόκειται για καπιταλιστικές επιχειρήσεις που δανείζουν - επενδύουν τα κεφάλαια που διαχειρίζονται με σκοπό το μέγιστο δυνατό κέρδος τους. Μέσα απ' αυτήν τη διαδικασία, οι τράπεζες παίζουν σημαντικό ρόλο στον καπιταλισμό, διαφυλάττουν και διευκολύνουν τη διευρυμένη αναπαραγωγή του συνολικού κεφαλαίου της οικονομίας.
Μια τράπεζα αποφασίζει αν θα δανειοδοτήσει μια επιχείρηση με γνώμονα τη δυνατότητα επιτυχίας της επιχείρησης και αποπληρωμής των δανείων που έχει λάβει. Ετσι, η αδυναμία δανεισμού μιας επιχείρησης είναι αποτέλεσμα της κρίσης και της πορείας απαξίωσης της επιχείρησης και όχι η αιτία της.
Επομένως, ένα βασικό συμπέρασμα που βγαίνει είναι πως η ρευστότητα σίγουρα δεν εξαλείφει τον ανταγωνισμό και τις καπιταλιστικές κρίσεις αλλά αντίθετα δρα μέσω αυτών.
Μονόδρομος η οργάνωση της πάλης
Ωστόσο, οι εργαζόμενοι από τη δική τους τη σκοπιά είτε εργάζονται σε μια επιχείρηση που βγαίνει πρώτη στην κούρσα του ανταγωνισμού είτε είναι σε επιχείρηση που δυσκολεύεται να ακολουθήσει αντιμετωπίζουν λίγο έως πολύ τις ίδιες δυσκολίες και κινδύνους.
Η εντατικοποίηση και η τρομοκρατία στους χώρους δουλειάς «σπάει κόκαλα». Οι Συλλογικές Συμβάσεις έχουν πια μετατραπεί σε ατομικές, τα ωράρια έχουν γίνει λάστιχο και τελικά όποιος απολυθεί έρχεται αντιμέτωπος, εκτός του γλίσχρου επιδόματος ανεργίας για ένα σύντομο χρονικό διάστημα και χωρίς δικαιώματα, με τον κίνδυνο να μην το δικαιούται όπως π.χ. οι εργαζόμενοι της «Ηλεκτρονικής» που δεν είναι οι μόνοι, όχι τώρα με τα capital controls αλλά και πολύ πριν από αυτά που άφηναν εργαζόμενους απλήρωτους και χωρίς καταγγελία σύμβασης να τρέχουν στα δικαστήρια να αποδείξουν το αυτονόητο.
Σήμερα, λύση για τους εργαζόμενους δεν είναι η απόδοση ευθυνών σε επιμέρους πολιτικές που προωθήθηκαν, αλλά στη συνειδητοποίηση πως η κρίση είναι γέννημα - θρέμμα του καπιταλισμού. Πως το ξεπέρασμα της κρίσης και η φάση της ανάπτυξης απαιτούν φθηνή εργατική δύναμη. Πως είναι ουτοπικό να περιμένουν πως οι καπιταλιστές θα δώσουν πίσω ό,τι μας κλέβουν όταν έρθει η ανάπτυξη. Μονόδρομος είναι η οργάνωση της πάλης απέναντι στο σάπιο καπιταλιστικό σύστημα που στηρίζεται στην εξαθλίωση των εργαζομένων για να τροφοδοτεί τη μηχανή του καπιταλιστικού κέρδους, η ρήξη με τους μονοπωλιακούς ομίλους, το κράτος τους, την ΕΕ που τους στηρίζει, τους πολιτικούς υπηρέτες τους. Η επιτυχία οργάνωσης της 48ωρης απεργίας για να εμποδίσουμε την κλιμάκωση της επίθεσης είναι ένα πρώτο αποφασιστικό βήμα.
Της Αιμιλίας ΒΑΜΒΑΚΙΔΟΥ*
*Η Αιμιλία Βαμβακίδου είναι μέλος του Τμήματος Οικονομίας της ΚΕ του ΚΚΕ
Ριζοσπάστης: Σάββατο 30 Απρίλη 2016 - Κυριακή 1 Μάη 2016
Καλό Πάσχα Ανορθόγραφε.
ΑπάντησηΔιαγραφήΝα' σαι καλά.