Icon |
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, η μάζα των φορολογικών εσόδων υποχώρησε στα 39,1 δισ. στο 11μηνο Γενάρη - Νοέμβρη 2020 (από 45,9 δισ. στο αντίστοιχο 11μηνο του 2019). Μεταξύ άλλων, ο φόρος εισοδήματος σε «νομικά πρόσωπα» (κάθε είδους εταιρείες) διαμορφώθηκε στα 3,4 δισ. Οπως προκύπτει, η συμβολή του φόρου εισοδήματος που καταβάλλεται μέσω των επιχειρήσεων επί της συνολικής μάζας με τους φόρους που φορτώνονται στις πλάτες του λαού διαμορφώνεται σε συμβολικά επίπεδα, στο 5,6%.
Η αποκαλυπτική αυτή αναλογία, την οποία μπορεί κανείς να βρει ατόφια σε όλους τους προϋπολογισμούς των πολλών τελευταίων χρόνων, και με όλες διαδοχικά τις κυβερνήσεις, έσπασε ρεκόρ το 2020, αφού η κυβέρνηση ψήφισε την περικοπή σχεδόν στο μισό της ήδη ισχνής φορολογίας των μεγάλων επιχειρήσεων και επιπλέον ένα «τσούρμο» φοροαπαλλαγές για τις επενδύσεις στην κρουαζιέρα, για τους μετόχους, επεκτείνοντας μέτρα όπως η απαλλαγή φόρων για τα διανεμόμενα κέρδη τα οποία είχε πάρει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ.
Αλλά και για τη νέα χρονιά, παρά τις «αβεβαιότητες» των αστικών επιτελείων, το μόνο βέβαιο είναι ότι ο λαός θα συνεχίσει να ματώνει, όπως αποκαλύπτουν και τα όσα προβλέπονται στον κρατικό προϋπολογισμό που ψηφίστηκε πρόσφατα.
Θυμίζουμε πως μεταξύ άλλων ο προϋπολογισμός του 2021 προβλέπει ότι τα συνολικά ποσά φόρων θα απογειωθούν κατά 3,5 δισ. ευρώ και θα φτάσουν τα 47,8 δισ. ευρώ.
Επιπλέον προβλέπεται να χειροτερεύσει παραπέρα η αναλογία των - κατεξοχήν αντιλαϊκών - έμμεσων φόρων, που θα φτάσουν το 56% των φορολογικών εσόδων, με χαρακτηριστικό το παράδειγμα του ΦΠΑ που προβλέπεται να αυξηθεί κατά 2,5 δισ.
Την ίδια ώρα και παρότι ένα μεγάλο τμήμα των φετινών εταιρικών φόρων προβλέπεται να καταβληθεί την επόμενη χρονιά λόγω της αναστολής πληρωμών για το 2020, η συμβολή του φόρου εισοδήματος που εμφανίζεται στις επιχειρήσεις στη συνολική μάζα των φόρων εξακολουθεί να παραμένει σε «συμβολικά» επίπεδα, περίπου στο 7%.
Καθοριστικό ρόλο στο νέο αυτό όργιο φοροληστείας για το λαό έχουν τα μέτρα για την ενίσχυση της «φορολογικής ανταγωνιστικότητας», κάτι που στηρίζουν όλα τα αστικά κόμματα ως μέσο για τον «εθνικό» στόχο της «προσέλκυσης επενδυτών», τα οποία διαμορφώνουν όλο και περισσότερο συνθήκες «φορολογικού παραδείσου» για τα μονοπώλια, στέλνοντας το λογαριασμό στο λαό.
Η πραγματικότητα αυτή δείχνει πως η φοροληστεία στο λαό δεν είναι θέμα «φορολογικής δικαιοσύνης» που υπόσχονται διάφορες σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις και ο ΣΥΡΙΖΑ - παρόλο που στη διακυβέρνησή του απογείωσε τη φοροληστεία. Είναι ουσιαστικά προέκταση της κλοπής που έχει γίνει πολύ πριν φτάσει ο λαός στο γκισέ της εφορίας, δηλαδή της «νόμιμης» κλοπής του παραγόμενου από τους εργαζόμενους πλούτου, που όμως ανήκει στους ιδιοκτήτες των μονοπωλιακών ομίλων.
Τα μέτρα αυτά δείχνουν από μια ακόμα σκοπιά ότι η ανταγωνιστικότητα του κεφαλαίου είναι εχθρική στις λαϊκές ανάγκες: Χαρακτηριστικό είναι π.χ. το παράδειγμα της φορολογίας ακινήτων και του ΕΝΦΙΑ, τον οποίο... ακόμα καταργούν οι αστικές κυβερνήσεις, από την εποχή του ΣΥΡΙΖΑ ακόμα. Την ίδια ώρα που ο ΕΝΦΙΑ διατηρείται ως ο βασικός φόρος σε βάρος των λαϊκών στρωμάτων, αποφέροντας κάθε χρόνο περίπου 2,6 δισ. ευρώ, οι απαλλαγές που απολαμβάνουν μόνο για τη φορολογία ακινήτων οι μεγάλες επιχειρήσεις (π.χ. ναυτιλιακές, offshore κ.ά.) ξεπερνούν τα 3,6 δισ. ευρώ!
Αυτή η πολιτική θα απογειωθεί το επόμενο διάστημα, στο πλαίσιο και του «Ταμείου Ανάκαμψης» της ΕΕ, για το οποίο πανηγυρίζουν η κυβέρνηση και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα. Αλλωστε, η συγκρότηση του Ταμείου - μέσω του περιβόητου κοινού δανεισμού - συνοδεύεται με νέα «πράσινα» και «ψηφιακά» χαράτσια για όλους τους λαούς της Ευρώπης και τον ελληνικό, μαζί βέβαια με το υπόλοιπο πογκρόμ των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων, με την παραπέρα επίθεση στα ασφαλιστικά δικαιώματα, την προώθηση της «ευελιξίας» στις εργασιακές σχέσεις κ.ο.κ.
Συνολικά άλλωστε η κυβέρνηση όχι μόνο φροντίζει ώστε οι επιχειρηματικοί όμιλοι «με τα μονά να κερδίζουν» - με τις νέες εισφοροαπαλλαγές - αλλά και «με τα ζυγά» φορτώνει στα λαϊκά στρώματα την αύξηση των ελλειμμάτων από τα υπόλοιπα μέτρα στήριξης της κερδοφορίας τους.
Ετσι, την ίδια ώρα που οι μεγάλες επιχειρήσεις δεν πλήρωσαν καλά καλά ούτε 3,5 δισ. για φόρους, το πρωτογενές έλλειμμα, κυρίως λόγω των δαπανών για την αποζημίωση ειδικού σκοπού επιχειρήσεων, για την επιδότηση τόκων επιχειρηματικών δανείων και τα υπόλοιπα μέτρα στήριξης των ομίλων, ξεπέρασε τα 18 δισ. (μαζί με τους τόκους).
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τα οριστικά στοιχεία από το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, στο 11μηνο Γενάρη - Νοέμβρη 2020 το πρωτογενές αποτέλεσμα εμφανίζει έλλειμμα 13,7 δισ. ευρώ, ενώ το ισοζύγιο του κρατικού προϋπολογισμού (μαζί με δαπάνες για τόκους) εκτοξεύει το έλλειμμα στα 18,25 δισ. ευρώ.
Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι οι δαπάνες του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, μέσω του οποίου διενεργούνται παρεμβάσεις στήριξης της εργοδοσίας, έφτασαν στο 11μηνο στα 8,4 δισ. ευρώ (από 3,17 δισ. στο περσινό 11μηνο).
Το σύνολο των δαπανών εμφανίζεται στα 60,38 δισ. ευρώ (από 46,5 δισ. πέρυσι), ως αποτέλεσμα των παρεμβάσεων στήριξης των εργοδοτών και με βάση το γεγονός ότι σε επίπεδο ΕΕ για το 2020 και το 2021 εφαρμόζεται η λεγόμενη «ρήτρα γενικής διαφυγής», σύμφωνα με την οποία προβλέπεται η προσωρινή παρέκκλιση από τους δημοσιονομικούς κανόνες, προκειμένου να ενεργοποιούνται τα μέτρα στήριξης του κεφαλαίου, με την προϋπόθεση ότι αυτό «δεν θέτει σε κίνδυνο τη δημοσιονομική βιωσιμότητα μεσοπρόθεσμα», όπως χαρακτηριστικά προβλέπεται.
Σε κάθε περίπτωση όμως τον λογαριασμό αυτό για τα «γενναία» μέτρα στήριξης της καπιταλιστικής κερδοφορίας τα λαϊκά στρώματα θα κληθούν να τον καταβάλουν το επόμενο διάστημα «μέχρι δεκάρας», όπως έχει ξανά και ξανά τονίσει η Κομισιόν, η οποία σημειώνει πως «όταν οι οικονομικές συνθήκες το επιτρέψουν θα πρέπει να εφαρμοστούν δημοσιονομικές πολιτικές οι οποίες θα επιτρέψουν να επιτευχθούν συνετές μεσοπρόθεσμες δημοσιονομικές θέσεις».
Και από αυτήν την άποψη επιβεβαιώνεται πόσο ξένος για το λαό είναι ο «καβγάς» της κυβέρνησης της ΝΔ με τα άλλα αστικά κόμματα, με πρώτο πρώτο τον ΣΥΡΙΖΑ, για το αν τα μέτρα για τη στήριξη της καπιταλιστικής κερδοφορίας πάρθηκαν νωρίτερα ή αργότερα, αντιπαράθεση που καμία σχέση δεν έχει με το «λογαριασμό» που γράφεται για το λαό.
Αυτόν όμως το λογαριασμό, μιας ακόμα καπιταλιστικής κρίσης που φορτώνουν στις πλάτες του, ο λαός πρέπει να τον επιστρέψει στο κεφάλαιο, στην κυβέρνηση, στα κόμματά του. Διεκδικώντας όχι απλά ένα μεγαλύτερο «φιλοδώρημα», αλλά όλο τον πλούτο που ο ίδιος παράγει και του τον αρπάζουν.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου