Τα στοιχεία για την αυξανόμενη φτώχεια σε ισχυρές καπιταλιστικές οικονομίες, όπως στη Γερμανία, καταρρίπτουν τους μύθους για το βιοτικό επίπεδο των λαϊκών στρωμάτων στις «σύγχρονες ευρωπαϊκές χώρες» και ταυτόχρονα σοκάρουν, καθώς αποκαλύπτουν ποιοι θεωρούνται φτωχοί στην τέταρτη ισχυρότερη καπιταλιστική οικονομία του πλανήτη και πόσο χαμηλά βρίσκεται ο πήχης σε ό,τι αφορά τις ανάγκες των εργαζομένων, των παιδιών, των ηλικιωμένων.
Η οικονομική κατάσταση στα γερμανικά νοικοκυριά επιδεινώνεται διαχρονικά, επισημαίνει ο γερμανικός Τύπος («Spiegel» κ.ά.) σχολιάζοντας την τελευταία έκθεση της Ενωσης Συλλόγων Πρόνοιας της Γερμανίας. Ο πλούτος που παράγεται αυξάνεται, αλλά όλο και περισσότεροι αποκλείονται από αυτόν.
Ακόμη και το Συμβούλιο της Ευρώπης επισήμανε σε πρόσφατη έκθεση την ανάγκη η Γερμανία «να κάνει περισσότερα» για τον σεβασμό των δικαιωμάτων των παιδιών και την καταπολέμηση της ανέχειας. Επικρίνει το υψηλό επίπεδο φτώχειας ως δυσανάλογο με την «ευημερία της χώρας». Διαπιστώνει ότι παιδιά, ηλικιωμένοι και άτομα με αναπηρία πλήττονται ιδιαίτερα από την ανέχεια και εκφράζει «ανησυχία» για τον αυξανόμενο αριθμό αστέγων.
Συνολικά 14,2 εκατ. άνθρωποι θεωρούνταν φτωχοί (16,8%) το 2022 στη Γερμανία, 100.000 περισσότεροι από ό,τι το 2021 και σχεδόν 1 εκατ. περισσότεροι από το 2019. Από το 2006 μέχρι το 2022 ο αριθμός των φτωχών στη Γερμανία αυξήθηκε κατά 2,7 εκατ.
Ποιος είναι όμως ο ορισμός της φτώχειας; Στην Ευρώπη, όποιος ζει με λιγότερα από το 60% του «μέσου εισοδήματος» θεωρείται και επίσημα φτωχός. Για τη Γερμανία αυτό σημαίνει ότι ένα άτομο θεωρείται φτωχό με λιγότερα από 1.186 ευρώ το μήνα και πράγματι για τα δεδομένα της χώρας είναι πολύ χαμηλά.
Ποιοι δεν λογαριάζονται στους φτωχούς; Αυτοί που βρίσκονται στα όρια, όσοι τα βγάζουν πέρα δύσκολα με «αιματηρές» οικονομίες, όσοι στερούνται αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης. Αλλά και όσοι στερούνται βασικά δικαιώματα, όπως ο ελεύθερος χρόνος, ο πολιτισμός, οι διακοπές κ.λπ. Δεν θεωρούνται καν φτωχοί οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι που «ξεμένουν» στις 25 κάθε μήνα και καταφεύγουν στις «τράπεζες τροφίμων» ή τρώνε μια φορά την ημέρα.
Δεν θεωρείται φτωχή η μονογονεϊκή οικογένεια με μηνιαίο εισόδημα 1.542 ευρώ, αν το παιδί έχει κλείσει τα 14 χρόνια, επειδή στη Γερμανία του 21ου αιώνα ένα παιδί 14 ετών θεωρείται ότι μπορεί να δουλέψει και να συνεισφέρει στο οικογενειακό ταμείο! Ακόμη κι έτσι, 1 στα 5 παιδιά και έφηβοι (21,8%) υπέφεραν από φτώχεια το 2022, καταγράφοντας ένα θλιβερό «ρεκόρ».
«Είναι πλάνη να πιστεύουμε ότι μόνο όσοι δεν έχουν δουλειά είναι φτωχοί», ξεκαθαρίζει η έκθεση, σε μια παραδοχή ότι στον καπιταλισμό η δουλειά δεν αρκεί για αξιοπρεπή διαβίωση, ακόμα και στη Γερμανία, όπου υποτίθεται ότι οι μισθοί είναι καλύτεροι συγκριτικά με άλλες χώρες της ΕΕ. Τα στοιχεία δείχνουν ότι πάνω από το 1/4 των 14,2 εκατ. επίσημα φτωχών είναι απασχολούμενοι και 1/4 είναι συνταξιούχοι.
Στη Γερμανία η σύνταξη δεν υπερβαίνει το 48,1% του μισθού που εισέπρατταν ως εργαζόμενοι. Αυτό ισχύει μέχρι το 2025, οπότε το ποσοστό μπορεί να αναθεωρηθεί, δηλαδή να μειωθεί. Η κυβέρνηση δηλώνει ότι σκοπεύει να το διατηρήσει τουλάχιστον μέχρι το 2039, αλλά εκτιμάται ότι θα πρέπει να αυξηθούν οι συνταξιοδοτικές εισφορές.
Εντάξει - μπορεί να σκεφτεί κάποιος στην Ελλάδα - με τους μισθούς που έχουν στη Γερμανία, δεν είναι κι άσχημα το 48,1%. Κι όμως... Το 2023 η μέση σύνταξη στη Γερμανία φτάνει τα 1.543 ευρώ (μεικτά) μετά από 45 έτη πλήρους απασχόλησης. Το ποσό αυτό φορολογείται με ενιαίο συντελεστή 14%, ενώ καταβάλλονται και εισφορές Υγείας. Επομένως τα 1.500 ευρώ μεικτά, δεν είναι 1.500 ευρώ στην τσέπη, ακόμη και μετά από 45 ολόκληρα χρόνια δουλειάς. Πολλοί όμως δεν έχουν συμπληρώσει 45 έτη πλήρους εργασίας λόγω ανεργίας, μερικής απασχόλησης, φροντίδας παιδιών ή ηλικιωμένων (κάτι που ισχύει κυρίως για τις γυναίκες), επομένως λαμβάνουν μικρότερη σύνταξη.
Στην πράξη, όλα αυτά οδηγούν ώστε 4 στους 10 συνταξιούχους να ζουν με σύνταξη που δεν υπερβαίνει τα 1.250 ευρώ καθαρά. Αν και λίγο πάνω από το επίσημο όριο φτώχειας, είναι στην πραγματικότητα φτωχοί. Αυτό ισχύει για την πλειονότητα των γυναικών (53,5%). Μάλιστα, ο 1 στους 4 συνταξιούχους (25%) λαμβάνει σύνταξη χαμηλότερη των 1.000 ευρώ. Με δεδομένο ότι το ενοίκιο για ένα ευπρεπές διαμέρισμα σε μεγάλες γερμανικές πόλεις αρχίζει από 800 - 1.000 ευρώ, γίνεται αντιληπτό το πρόβλημα επιβίωσης.
Το καλοκαίρι του 2023 ο αριθμός των χαμηλοσυνταξιούχων που έκαναν αίτηση για το κρατικό επίδομα (κάτι σαν το ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα) ξεπέρασε κάθε προηγούμενο, φτάνοντας τους 680.000 έναντι 414.000 το 2020. Εξάλλου, τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι συνταξιούχοι στη Γερμανία εργάζονται για να συμπληρώσουν τη σύνταξη. Τον Σεπτέμβρη του 2023 οι συνταξιούχοι άνω των 67 ετών με «mini jobs» ξεπέρασαν τους 1.123.000. Πρόκειται για αριθμό - ρεκόρ.
Οπως ξεδιάντροπα αποφάνθηκε το υπουργείο Εργασίας (Σοσιαλδημοκράτες), «δεν είναι αυτό που φαίνεται». Πολλοί συνταξιούχοι «επιλέγουν» την «ευκαιριακή εργασία» όχι για οικονομικούς λόγους, αλλά κυρίως γιατί «αισθάνονται την ανάγκη για μία απασχόληση που δίνει νόημα στην καθημερινότητα ή για να διατηρούν κοινωνικές επαφές ακόμη και μετά τη συνταξιοδότησή τους». Ευτυχώς, δηλαδή, που υπάρχουν και τα «mini jobs» και αποκτά νόημα η ζωή μετά τα 60...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου