Συνέντευξη στο alt.gr της Χριστίνας Σκαλούμπακα, προέδρου της Ομοσπονδίας Γυναικών Ελλάδας, για την Παγκόσμια Μέρα της Γυναίκας.
Ποιο είναι το μήνυμα της 8ης Μάρτη, της Παγκόσμιας Μέρας της Γυναίκας, σήμερα το 2021;
111 χρόνια μετά την καθιέρωση της 8ης Μάρτη ως Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας, από το Διεθνές Συνέδριο Σοσιαλιστριών Γυναικών μετά από πρόταση της Κλάρας Τσέτκιν, το μήνυμα της παραμένει ζωντανό και επίκαιρο, καθώς η ανισοτιμία της γυναίκας ζει και βασιλεύει και η πανδημία έχει ξεγυμνώσει την βαρβαρότητα που βιώνουμε. Η 8η Μάρτη, που είναι μέρα αφιερωμένη στους αγώνες των γυναικών για τα δικαιώματά τους στην εργασία, για την ισότιμη θέση τους στην κοινωνία, δεν είναι απλά μια επέτειος την οποία τιμούμε. Αποτελεί ένα κρίκο στην αλυσίδα των αγώνων και διεκδικήσεων μας για όσα έχουμε ανάγκη σήμερα τον 21ο αιώνα εμείς οι γυναίκες του μόχθου και αποτελούν προϋπόθεση για τη γυναικεία ισοτιμία.
Σήμερα οι εργαζόμενες και οι άνεργες, οι αυτοαπασχολούμενες της πόλης και της υπαίθρου, οι αγρότισσες, οι νέες μητέρες, οι φοιτήτριες, οι συνταξιούχοι βιώνουμε τη βαρβαρότητα των άθλιων συνθηκών που επικρατούν στα νοσοκομεία τα οποία έχουν μετατραπεί σε νοσοκομεία “μιας νόσου”. Είμαστε ξεκρέμαστες χωρίς γιατρούς και εξετάσεις ιδιαίτερα προγεννητικού ελέγχου, αφού οι υπηρεσίες Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας είναι υποστελεχωμένες, χωρίς εξοπλισμό ή ακόμα και ανύπαρκτες. Μας σπρώχνουν να τα χρυσοπληρώνουμε στους ιδιωτικούς ομίλους της Υγείας.
Χιλιάδες γυναίκες υγειονομικοί καταρρέουν από τη σωματική και ψυχική κόπωση και την υπερεργασία, αφού αναγκάζονται να καλύψουν τις τεράστιες ελλείψεις σε προσωπικό υπερβαίνοντας τις δυνάμεις τους.
Η ανυπαρξία σύγχρονων, δημόσιων και δωρεάν υποδομών για την παρακολούθηση και φροντίδα των ηλικιωμένων γονιών μας, των ΑμΕΑ, των χρονίως πασχόντων μας γεμίζουν ανασφάλεια. Οι ανάγκες αυτές φορτώνονται στις δικές μας πλάτες.
Η σημερινή τραγική κατάσταση σ’ όλο τον κόσμο, στα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και στη χώρα μας είναι αποτέλεσμα της πολιτικής επιλογής των κυβερνήσεων που λογαριάζει την προστασία της υγείας και της ανθρώπινης ζωής ως “κόστος” για το κράτος και «όφελος» για τους επιχειρηματικούς ομίλους που δραστηριοποιούνται στον τομέα της Υγείας. Από τη μια χαρίζουν εκατομμύρια ευρώ στους κλινικάρχες, δισεκατομμύρια ευρώ στις φαρμακευτικές εταιρείες αλλά και στους ΝΑΤΟϊκούς εξοπλισμούς και από την άλλη περικόπτουν τις δαπάνες του κράτους για την Υγεία (96 εκατ. ευρώ κόπηκαν φέτος από την Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας).
Όλες οι διακρίσεις που υπήρχαν πριν την πανδημία εντάθηκαν τώρα. Η πρωτιά στην ανεργία, στις ελαστικές εργασιακές σχέσεις, η διαφορά στους μισθούς, στα εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα, η εργοδοτική βία ενάντια στη μητρότητα, η φροντίδα του ατομικού νοικοκυριού, των παιδιών, των ηλικιωμένων, των ΑμΕΑ, λόγω της υποβάθμισης ή ακόμα και της απουσίας κοινωνικών υποδομών για τη φροντίδα της οικογένειας και της εμπορευματοποίησης της Υγείας, της Παιδείας, της Πρόνοιας, όλες αυτές οι διακρίσεις που αυξάνουν τα κέρδη των επιχειρηματικών ομίλων, αποτέλεσαν το χαλί πάνω στο οποίο στρώνεται σήμερα η μεγάλη επίθεση στα εργασιακά δικαιώματα και η πιο άγρια εκμετάλλευση με πρόσχημα την πανδημία. Αυτή η επίθεση ρίχνει βαριά τη σκιά της με χιλιάδες απολυμένες ή με αναστολή συμβάσεων, με γενίκευση της ευελιξίας, της εντατικοποίησης, της τηλεργασίας, με επιβάρυνση της σωματικής και ψυχικής υγείας των γυναικών, αφού ο εργάσιμος χρόνος γίνεται λάστιχο κι ο πραγματικά ελεύθερος χρόνος εξαφανίζεται. Κάτω από αυτούς τους χειρότερους όρους της πανδημίας αυξάνεται η αδυναμία να συνδυαστούν η μητρότητα και η εργασία.
Όλες τις αντιδραστικές ανατροπές που ετοιμάζει η κυβέρνηση να φέρει, όπως η νομοθέτηση της 10ωρης δουλειάς με διευθέτηση του εργάσιμου χρόνου, η επέκταση της δουλειάς την Κυριακή σε περισσότερους χώρους και κλάδους, η αύξηση των υπερωριών, η επίθεση στα σωματεία, στη συνδικαλιστική οργάνωση και δράση, στο δικαίωμα στην απεργία, ετοιμάζεται να τις καμουφλάρει συμπεριλαμβάνοντας στο νομοσχέδιο την ενσωμάτωση της ευρωπαϊκής Oδηγίας 2019/1158 “σχετικά με την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και ιδιωτικής ζωής για τους γονείς και τους φροντιστές”.
Αξιοποιείται αυτή η Οδηγία από την κυβέρνηση προκειμένου να προωθήσει την τηλεργασία και το ευέλικτο ωράριο, ενώ η ευελιξία φτάνει μέχρι και στην άδεια τοκετού “χωρίς περιορισμούς από το κράτος”. Αυτό σημαίνει προσαρμογή της άδειας στις ανάγκες των επιχειρηματικών ομίλων που θα αποφασίζουν πότε θα την πάρει η εργαζόμενη μητέρα.
Αντί να εξασφαλίσουν μέτρα προστασίας της μητρότητας και των γυναικών που φροντίζουν ηλικιωμένους, αρρώστους, ΑμΕΑ με δωρεάν κοινωνικές υπηρεσίες, αλλά και θεσμοθέτηση αδειών μεγαλύτερης διάρκειας για τις εργαζόμενες, διεύρυνση των εργαζομένων γυναικών που τις δικαιούνται, όπως οι συμβασιούχες εποχικές, αύξηση της αποζημίωσης κατά τη διάρκεια της άδειας μητρότητας, επιδιώκουν να μοιράσουν τα βάρη και τις ευθύνες σε άνδρες και γυναίκες.
Την ίδια στιγμή η πανδημία έχει γεννήσει νέα προβλήματα για τις μητέρες που πρέπει να διαχειριστούν μόνες τους, δηλαδή σε ατομικό-οικογενειακό επίπεδο, τις ανυπολόγιστες συνέπειες λόγω του κλεισίματος των σχολείων τόσο στην ψυχική και σωματική υγεία των παιδιών τους, όσο και στη σχολική τους απόδοση. Αντί να εξασφαλιστούν οι ανάγκες των παιδιών μπαίνουν στη ζυγαριά του κόστους γι αυτό και τα σχολεία παραμένουν αθωράκιστα και ανοιγοκλείνουν ένα χρόνο τώρα.
111 χρόνια από την καθιέρωση της Παγκόσμιας Ημέρα της Γυναίκας οι μεγάλοι γυναικείοι εργατικοί αγώνες που προηγούμενων αιώνων φωτίζουν και σήμερα το δρόμο της αναγκαιότητας της οργάνωσης και της συλλογικής δράσης που μπορεί να σπάσει τις αλυσίδες του φόβου. Τίποτα δε μας χαρίστηκε. Ό,τι κατακτήθηκε έχει τη σφραγίδα της σκληρής πάλης του εργατικού κινήματος.
Δεν νομιμοποιούμε λοιπόν τη βαρβαρότητα που σκιάζει κάθε πτυχή της ζωής μας. Δε συμβιβαζόμαστε με τίποτα λιγότερο από αυτό που θα εξασφαλίσει την ισοτιμία μας. Δεν ανεχόμαστε τίποτα λιγότερο από την πλήρη κάλυψη των αναγκών μας
Γι αυτό συνεχίζουμε τον αγώνα για ένα δημόσιο δωρεάν σύστημα Υγείας για όλες τις γυναίκες και τις οικογένειές μας με έμφαση στο σύστημα Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας που θα καλύπτει και τις ιδιαίτερες ανάγκες των γυναικών, αλλά και των παιδιών για πρόληψη, θεραπεία, αποκατάσταση και προαγωγή της υγείας. Δε συμβιβαζόμαστε με την πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κυβερνήσεων που θεωρεί την υγεία τη δική μας και των οικογενειών μας «κόστος» για το κράτος και «όφελος» για τους επιχειρηματικούς ομίλους που δραστηριοποιούνται στον τομέα της Υγείας. Δεν ανεχόμαστε τον 21ο αιώνα επιστημονικά επιτεύγματα, όπως τα εμβόλια και τα φάρμακα, αντί να είναι κοινωνικά αγαθά και να χρησιμοποιούνται προς όφελος της υγείας των οικογενειών μας να είναι πανάκριβα εμπορεύματα και να παράγονται με κριτήριο τα κέρδη που φέρνουν στους ομίλους και τους μεταξύ τους ανταγωνισμούς.
Γι αυτό απαντάμε αγωνιστικά στην επίθεση στα εργασιακά μας δικαιώματα και στα σχέδια κυβέρνησης και εργοδοσίας που δείχνουν τα «δόντια» τους στο 8ωρο, στη συλλογική δράση, στα σωματεία. Στέλνουμε το δικό μας ξεκάθαρο μήνυμα πως δεν δεχόμαστε να γίνεται η ζωή μας λάστιχο, στο όνομα μάλιστα της «συμφιλίωσης» οικογενειακής και επαγγελματικής ζωής.
Γι αυτό υψώνουμε φωνή καταδίκης των περιστατικών βίας, σεξουαλικής παρενόχλησης και κακοποίησης που θεριεύουν μέσα στις συνθήκες των οικονομικών και κοινωνικών καταναγκασμών, προβάλλοντας την μόνη πραγματική ασπίδα προστασίας για τις γυναίκες που βρίσκεται στη συλλογικότητα και την αλληλεγγύη. Αποκαλύπτουμε κάθε αποπροσανατολιστική φωνή που προβάλλει την καταγγελία και καταδίκη της βίας σαν ένα ξεχωριστό κίνημα, ενώ πρέπει να αποτελούν στοιχεία ενταγμένα στην εργατική λαϊκή πάλη και όχι απομονωμένα ή σε αντιπαράθεση μ’ αυτήν. Δίνουμε μαχητική απάντηση στην κρατική και εργοδοτική βία που δεν θα μας κλείσει το στόμα.
Γι αυτό συνεχίζουμε τον αγώνα μας για απεμπλοκή της χώρας μας από τις ιμπεριαλιστικές ενώσεις και τους σχεδιασμούς τους καθώς αποτελεί μονόδρομο για τη γυναικεία ισοτιμία. Οι επικίνδυνοι σχεδιασμοί ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ αφορούν τις ζωές μας και το μέλλον των παιδιών μας. Δυναμώνουμε λοιπόν την πάλη μας ενάντια στα νέα βρώμικα σχέδια που προβλέπουν επέκταση της συμφωνίας για παραμονή των αμερικανοΝΑΤΟϊκών βάσεων για ακόμα πέντε χρόνια στη χώρα μας, για επιχειρησιακή αναβάθμιση της βάσης της Σούδας, όπως και όλων των αμερικανικών βάσεων και υποδομών, δημιουργία νέων βάσεων σε πάνω από είκοσι σημεία στη χώρα (Σκύρος, Κάρπαθος κλπ), πρόσδεση των ελληνικών στρατιωτικών δυνάμεων στα ευρωατλαντικά σχέδια με συνεχείς ασκήσεις – πρόβες πολέμου και παραπέρα αξιοποίηση των στρατιωτικών και άλλων υποδομών, όπως λιμάνια, αεροδρόμια κλπ για τους ΑμερικανοΝΑΤΟϊκούς σχεδιασμούς.
Αυτό το μήνυμα στέλνουν οι Σύλλογοι και οι Ομάδες της ΟΓΕ στις γυναίκες του μόχθου μπροστά στην φετινή 8η Μάρτη. Τα σχέδια κυβέρνησης, ΕΕ, μεγαλοεπιχειρηματιών δεν πρέπει να μας βρουν παροπλισμένες και απογοητευμένες. Ο αγώνας για το μέλλον το δικό μας και των οικογενειών μας πρέπει να μας βρει δυνατές και μαχητικές.Το σύνθημα “Σπάμε τις αλυσίδες του ατομικού δρόμου. Δυναμώνουμε τον συλλογικό αγώνα για Υγεία και ζωή με δικαιώματα” σηματοδοτεί τη θέση μας ότι το θάρρος, η αντοχή, η χειραφέτηση από τις κάθε είδους πιέσεις και βία που δέχονται οι γυναίκες στους εργασιακούς χώρους, στην εκπαίδευση, στον αθλητισμό μπορούν να ανθίσουν μόνο στο έδαφος της συλλογικότητας και της αλληλεγγύης. Το δικό μας όπλο βρίσκεται στον συλλογικό αγώνα για μια ζωή χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση σύμφωνα με τις ανάγκες και τις δυνατότητες που υπάρχουν σήμερα τον 21ο αιώνα.
Σ’ αυτόν τον αγώνα σημαντικό ρόλο παίζει η κοινή δράση της ΟΓΕ με εργατικά σωματεία, ενώσεις αυτοαπασχολουμένων, αγροτικούς συλλόγους, φοιτητικούς συλλόγους. Φέτος τιμάμε μαχητικά και όχι επετειακά τη μέρα αυτή και με συγκεντρώσεις την 8η Μάρτη (στην Αθήνα το ραντεβού μας θα είναι 17.30 στα Προπύλαια) και με άλλες πρωτοβουλίες.
Πώς μπορεί να απαλλαγεί η εργαζόμενη κι άνεργη γυναίκα από τις κοινωνικές διακρίσεις;
Σήμερα την εποχή της ψηφιοποίησης και αυτοματοποίησης, υπάρχουν όλες οι προϋποθέσεις για να ικανοποιηθούν οι σύγχρονες ανάγκες μας και επομένως να γίνει πραγματικότητα η γυναικεία ισοτιμία. Μπορεί να εξασφαλιστεί σταθερή εργασία με δικαιώματα. Μπορεί να εξασφαλιστεί σε όλες τις γυναίκες να εργάζονται στο αντικείμενο των σπουδών τους με δημόσια και δωρεάν επανειδίκευση, με σταθερό ωράριο. Μπορεί να εξασφαλιστεί ολόπλευρη προστασία της μητρότητας από το κράτος, αλλά και προστασία του γυναικείου οργανισμού με μέτρα υγείας και ασφάλειας στους χώρους δουλειάς.
Μπορεί να συνδυαστούν αρμονικά η εργασία με τη μητρότητα με τη γενική μείωση του εργάσιμου χρόνου, την κατοχύρωση σύγχρονων εργατικών δικαιωμάτων, με τη δημιουργία και λειτουργία δημόσιων και δωρεάν κοινωνικών υπηρεσιών για τη στήριξη όλης της οικογένειας. Η ολόπλευρη και ουσιαστική προστασία της μητρότητας μπορεί να σημαίνει κάλυψη όλων των σύγχρονων αναγκών της γυναίκας κατά την εμβρυική, τη βρεφική, την παιδική, την εφηβική, την ενήλικη φάση της ζωής της, και όχι περιορισμένα μόνο στην περίοδο της εγκυμοσύνης, της γέννας και του θηλασμού.
Μπορεί να εξασφαλιστεί σε όλες τις γυναίκες να έχουν ελεύθερο χρόνο που θα τον αξιοποιούν δημιουργικά με βάση τις κλίσεις και τα ενδιαφέροντά τους αλλά και για να συμμετέχουν στην κοινωνική δράση, στα σωματεία τους, στους φοιτητικούς συλλόγους, στους συλλόγους γυναικών, που αποτελεί στοιχείο για την ολόπλευρη ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους.
Σήμερα είναι ρεαλιστική η ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών μας. Ομως σκοντάφτει πάνω στα συμφέροντα αυτών που κάνουν κουμάντο στην οικονομία, των βιομηχάνων, των τραπεζιτών, των εφοπλιστών, των μεγαλοξενοδόχων, των μεγαλεμπόρων. Γι αυτό οι ίδιοι μαζί με τις κυβερνήσεις και τους διεθνείς οργανισμούς, όπως η ΕΕ, που τους υπηρετούν, κάνουν ότι περνάει από χέρι τους με τη χειραγώγηση αλλά και τη βία, τον αποπροσανατολισμό αλλά και την τρομοκρατία, να μας πείσουν ότι κάτι τέτοιο είναι ανέφικτο. Κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους για να μην πιστέψουμε ότι μπορούμε να το διεκδικήσουμε γιατί κερδίζουν από τη γυναικεία ανισοτιμία.
Γι αυτό η μόνη διέξοδος για τις εργαζόμενες και άνεργες γυναίκες προκειμένου να απαλλαγούμε από τις κοινωνικές διακρίσεις είναι ο δρόμος της συλλογικής διεκδίκησης για όσα έχουμε ανάγκη τον 21ο αιώνα, για όλα αυτά που θα έπρεπε να μας ανήκουν και μας τα στερούν οι εκμεταλλευτές του μόχθου μας.
Όπλο μας στον αγώνα είναι η κοινή δράση του ριζοσπαστικού γυναικείου κινήματος με εργατικά σωματεία, με ενώσεις αυτοαπασχολουμένων, με φοιτητικούς συλλόγους που δεν πρέπει να εξαντλείται σε μια διαμαρτυρία το χρόνο, σε μια επετειακή εκδήλωση, αλλά να είναι πολύμορφη, να έχει συνέχεια και διάρκεια. Αυτή η δράση μπορεί να συμβάλλει στην αύξηση της γυναικείας συμμετοχής που είναι απαραίτητη για να βγούμε στην αντεπίθεση, για να διεκδικήσουμε ζωή με δικαιώματα για μας και τις οικογένειές μας.
Είστε πρόεδρος της Ομοσπονδίας Γυναικών Ελλάδας, μιας ριζοσπαστικής γυναικείας οργάνωσης που απευθύνει ανοιχτό κάλεσμα προς κάθε γυναίκα. Ποιος είναι ο σκοπός και η λειτουργία της ΟΓΕ και ποιο το πρόταγμα που θέτει σήμερα στον αγώνα για τα δικαιώματα των γυναικών; Μία γυναίκα που επιθυμεί να συστρατευθεί με το ριζοσπαστικό γυναικείο κίνημα, την ΟΓΕ που μπορεί να απευθυνθεί;
Η ΟΓΕ από την ίδρυση της, πριν 45 χρόνια, ξεκαθάρισε τη ταυτότητά της, τη φυσιογνωμία της. Είναι μια ριζοσπαστική γυναικεία οργάνωση, που ασχολείται με όλες τις πλευρές που αφορούν την γυναικεία ανισοτιμία. Βρίσκεται στην πρώτη γραμμή του αγώνα και συγκρούεται με όλους τους φραγμούς που συναντά η γυναίκα στην εργασία, στη μητρότητα, στη μόρφωση, στην αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου της, στη συμμετοχή της στην κοινωνική δράση. Παλεύει για την ικανοποίηση αιτημάτων που συνδέονται με τις σύγχρονες ανάγκες των γυναικών του καθημερινού μόχθου. Φωτίζει την πραγματική αιτία της γυναικείας ανισοτιμίας. Πίσω από τις κατακτήσεις των γυναικών στη χώρα μας βρίσκεται η σφραγίδα της ΟΓΕ, όπως για το οικογενειακό δίκαιο και τη νομιμοποίηση των αμβλώσεων.
Θεμέλια της ΟΓΕ είναι οι Σύλλογοι και οι Ομάδες της που απευθύνονται στις γυναίκες της γειτονιάς τους, της πόλης τους, του χωριού τους και τις καλούν στοσυλλογικό και οργανωμένο αγώνα για να διεκδικήσουν όλα αυτά που τους ανήκουν και τους τα στερούν Ευρωπαϊκή Ένωση και κυβερνήσεις προκειμένου να εξυπηρετήσουν τα συμφέροντα των επιχειρηματικών ομίλων.
Η Ομοσπονδία Γυναικών Ελλάδας στάθηκε και στέκεται αλληλέγγυα στους λαούς και τις γυναίκες που δέχτηκαν και δέχονται τις επιθέσεις και τους αποκλεισμούς των ΗΠΑ, ΝΑΤΟ, Ευρωπαϊκής Ένωσης, κάθε ιμπεριαλιστικού μηχανισμού. Έχει κηρύξει τον πόλεμο ενάντια στους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς που σπέρνουν πολέμους, φτώχεια, προσφυγιά. Η δράση της στην Παγκόσμια Δημοκρατική Ομοσπονδία Γυναικών (ΠΔΟΓ), και ως Συντονίστρια του Ευρωπαϊκού Γραφείου από το 2007, υπηρετεί ακριβώς αυτόν το στόχο.
Η ΟΓΕ παλεύει ενάντια στην ανισοτιμία που όπως είπαμε ζει και βασιλεύει. Κάτω από αυτό το πρίσμα βλέπουμε και την αναγκαιότητα του ριζοσπαστικού γυναικείου κινήματος. Η νομική – τυπική ισότητα των δύο φύλων συγκαλύπτει επιμελώς την ουσιαστική ανισότητα. Αντίθετα η ισοτιμία για την οποία παλεύουμε αναγνωρίζει τις ιδιαιτερότητες των φύλων, τις ιδιαίτερες ανάγκες που προκύπτουν από την αναπαραγωγική λειτουργία, αλλά και τα κοινωνικά προβλήματα που βιώνουν οι γυναίκες, ώστε αυτά να μη λειτουργούν ως εμπόδια στην ανάπτυξη της συνείδησης και της δράσης τους. Γι αυτό οι επεξεργασμένες θέσεις μας απαντούν στα πρόσθετα εμπόδια που συναντά η γυναίκα στην οικονομική, κοινωνική, πολιτιστική ζωή, στις κοινωνικές σχέσεις. Ταυτόχρονα αναδεικνύουν τις ιδιαίτερες ανάγκες των γυναικών λόγω του ρόλου της στην αναπαραγωγική διαδικασία.
Από την άλλη πλευρά η έννοια της «ισότητας» χρησιμοποιείται από την ΕΕ και τις κυβερνήσεις με περιεχόμενο βαθιά αντιδραστικό. Στο όνομα της «ίσης μεταχείρισης» και των «ίσων ευκαιριών» για τα δύο φύλα, λαμβάνονται και εφαρμόζονται αντιλαϊκά, αντιδραστικά μέτρα που πλήττουν ιδιαίτερα τις γυναίκες αλλά και συνολικά τους εργαζόμενους, τη λαϊκή οικογένεια. Μετατρέπουν την «ισότητα» σε μοχλό πίεσης, σε πολιορκητικό κριό, προκειμένου να ισοπεδώσουν δικαιώματα και κατακτήσεις, αλλά και να πείσουν τις γυναίκες να συναινέσουν σ΄ αυτή την πολιτική.
Σ’ αυτά τα πλαίσια καταργήθηκε η πενταετής διαφορά στην ηλικία συνταξιοδότησης, ρύθμιση που αποτελούσε την ελάχιστη αναγνώριση των βιολογικών ιδιαιτεροτήτων και αναγκών των γυναικών και αποτελούσε ένα μικρό έστω αντιστάθμισμα απέναντι στις αρνητικές συνέπειες που έχει η ανισοτιμία, τα κοινωνικά και οικογενειακά βάρη που πολλαπλασιάζονται με την ιδιωτικοποίηση και εμπορευματοποίηση των κοινωνικών υπηρεσιών, με την κατάργηση μιας σειράς εργατικών δικαιωμάτων.
Η ΟΓΕ δεν απευθύνεται σε όλες τις γυναίκες. Οι γυναίκες μέτοχοι επιχειρηματικών κολοσσών, οι σύζυγοι των βιομηχάνων, των εφοπλιστών, των μεγαλοεπιχειρηματιών, τα μεγαλοστελέχη των επιχειρήσεων όχι μόνο δε βιώνουν με τον ίδιο τρόπο τη διπλή καταπίεση, αλλά στηρίζουν με νύχια και με δόντια την εκμεταλλευτική κοινωνία. Αυτές οι γυναίκες βρίσκονται απέναντί μας.
Η ΟΓΕ απευθύνεται σ’ αυτές που βιώνουν την εκμετάλλευση και την καταπίεση, στις μισθωτές, στις άνεργες, στις αυτοαπασχολούμενες, στις φτωχές αγρότισσες, στις φοιτήτριες και σπουδάστριες των λαϊκών οικογενειών, στις απόμαχους της δουλειάς, στις μετανάστριες και πρόσφυγες. Θέλει να τις μπολιάσει με την αξία της συλλογικότητας, της αγωνιστικής στάσης ζωής. Να αποκαλύψει πως χρησιμοποιείται σήμερα η ισότητα ως πρόσχημα όχι μόνο για να παρθούν πίσω θετικές ρυθμίσεις που αφορούσαν τις εργαζόμενες, αλλά και για να επιδεινωθεί συνολικά η ζωή των εργαζομένων και των άλλων λαϊκών στρωμάτων. Να συνειδητοποιήσουν τον πραγματικό τους αντίπαλο, τους επιχειρηματικούς ομίλους που κερδίζουν διπλά και τρίδιπλα από την εκμετάλλευση της εργατικής τους δύναμης. Αυτοί είναι το πραγματικό εμπόδιο στην υπόθεση της ισοτιμίας και χειραφέτησης της γυναίκας. Αυτή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά μόνο σε μια κοινωνία που θα εξασφαλίζει την καθολική συμμετοχή των γυναικών στην κοινωνική παραγωγή με την ταυτόχρονη ολόπλευρη προστασία της μητρότητας.
Η ανάγκη μας να ζήσουμε μια ζωή χωρίς εκμετάλλευση και καταπίεση είναι η κινητήρια δύναμη της δράσης μας. Οι Σύλλογοι και οι Ομάδες της ΟΓΕ που αφουγκράζονται τον παλμό των γυναικών το αποδεικνύουν.
Η αγωνιστική δράση της ΟΓΕ συναντιέται με τη δράση δεκάδων εργατικών σωματείων, ενώσεων αυταπασχολουμένων, αγροτικών συλλόγων, φοιτητικών συλλόγων. Ενώνουμε τις δυνάμεις μας, διατυπώνουμε κοινά αιτήματα, παίρνουμε αγωνιστικές πρωτοβουλίες.
Ο πολιτισμός και ο αθλητισμός είναι δύο κλάδοι που πάντοτε τραβούν τα φώτα της δημοσιότητας και το ενδιαφέρον της κοινωνίας, είναι λοιπόν επόμενο οι καταγγελίες που προέρχονται από τους χώρους αυτούς να προβάλλονται ιδιαιτέρως από τα ΜΜΕ. Ωστόσο η βία και η κακοποίηση υφίστανται σε πολύ μεγάλο βαθμό σε κάθε χώρο δουλειάς και σε κάθε εξουσιαστική σχέση. Ποια είναι η θέση της ΟΓΕ για το θέμα αυτό;
Η ΟΓΕ από την ίδρυση της συνεχίζει αταλάντευτα το συλλογικό αγώνα ενάντια και σε κάθε μορφής βία κατά των γυναικών που εντείνει την ανισοτιμία τους και βάζει φραγμό στην ικανοποίηση των σύγχρονων αναγκών τους.
Και με αφορμή όλες αυτές τις καταγγελίες εκφράσαμε την αλληλεγγύη μας σε όλες τις γυναίκες του καθημερινού μόχθου που έχουν υποστεί τους εκβιασμούς, τη σεξουαλική παρενόχληση, βία και κακοποίηση στους χώρους δουλειάς, στους χώρους όπου ζουν, εργάζονται, σπουδάζουν, αθλούνται.
Η ΟΓΕ δε μένει όμως στην επιφάνεια του ζητήματος. Επίσης δε βλέπουμε μόνο μία πλευρά του. Δε στεκόμαστε δηλαδή μόνο στη σεξουαλική βία και κακοποίηση, που φτάνει ακόμα και στο βιασμό ή τη δολοφονία, και που σίγουρα είναι ακραία, αποκρουστική και η πιο χυδαία μορφή βίας, όμως δεν παύει να είναι ένα μόνο από τα πολλά πρόσωπα της βίας που αντιμετωπίζουν οι γυναίκες του καθημερινού μόχθου.
Η βία κατά των γυναικών δεν περιορίζεται μόνο στη σωματική, λεκτική, ψυχολογική σεξουαλική κακοποίηση στην εργασία, μέσα στην οικογένεια, στη διαπροσωπική σχέση. Βία είναι το συνολικό τσάκισμα της εργασιακής, της οικογενειακής, της προσωπικής μας ζωής, η έλλειψη μέτρων προστασίας της υγείας και της ζωής μας, των εργασιακών μας δικαιωμάτων, της μητρότητας.
Αυτή την ωμή βία αντιμετωπίζουν οι άνεργες, οι εργαζόμενες που είναι υποχρεωμένες να τα βγάλουν πέρα με μισθούς πείνας, οι εργαζόμενες που γίνονται λάστιχο με εξαντλητικά ωράρια, χωρίς ρεπό, οι εργαζόμενες που δεν έχουν ούτε καν την Κυριακή για ξεκούραση ή για να την αφιερώσουν στην οικογένειά τους.
Αυτή την ωμή βία αντιμετωπίζουν οι γυναίκες που απολύονται όταν μείνουν έγκυες ή όταν υπογράφουν χαρτί ότι δεν θα κάνουν οικογένεια για να προσληφθούν. Οι υγειονομικοί που διαλύονται από την ψυχική και σωματική κούραση δουλεύοντας για 3 ή 4 εργαζόμενους. Οι αναπληρώτριες εκπαιδευτικοί που κάνουν μήνες να δουν τα παιδιά τους δουλεύοντας στην άλλη άκρη της χώρας. Αυτή την ωμή βία αντιμετωπίζουν οι γυναίκες που πρέπει να συμπληρώσουν 200 ένσημα τα τελευταία 2 χρόνια πριν τον τοκετό για να πάρουν επίδομα και άδεια μητρότητας. Οι γυναίκες που σηκώνουν στις πλάτες τη φροντίδα των παιδιών, των ηλικιωμένων, των ΑμΕΑ, του νοικοκυριού.
Αυτήν την ωμή βία αντιμετωπίζουν οι γυναίκες που χτυπιέται η συλλογική και συνδικαλιστική τους δράση, καθώς το κράτος παίρνει μέτρα γιατί τις θέλει απομονωμένες, ανήμπορες, απελπισμένες. Πρόκειται για την κρατική βία και καταστολή που φυσικά δίνει αέρια στα πανιά των εργοδοτών να τη συμπληρώνουν και με δικά τους μέτρα, όπως οι απειλές, οι εκβιασμοί, ακόμα και ο ξυλοδαρμός, το κυνήγια από πληρωμένους μπράβους ή και απευθείας από τους ίδιους τους εργοδότες σε εργαζόμενες που τολμούν να ζητήσουν το μισθό τους, τα επιδόματά τους ή να μη δουλεύουν εξαντλητικά, ακόμα και 12ωρα.
Όλα αυτά δεν αποτελούν μόνο τις μορφές της βίας που επιμελώς κρύβουν οι εκμεταλλευτές μας και οι κυβερνήσεις τους, αλλά αποτελούν και το έδαφος πάνω στο οποίο ανθίζουν τα φαινόμενα της σεξουαλικής βίας και κακοποίησης.
Το ριζοσπαστικό γυναικείο κίνημα αποκαλύπτει τους κοινωνικούς και οικονομικούς παράγοντες που γεννούν αυτά τα φαινόμενα, φωτίζοντας τη γενεσιουργό μορφή βίας που είναι η εκμετάλλευση και την καταπίεση. Κάτω από το φόβο της ανεργίας και της ανασφάλειας, τους εκβιασμούς των μεγαλοπαραγόντων του αθλητισμού, τις πιέσεις του πανεπιστημιακού κατεστημένου ανθίζουν και διαιωνίζονται αυτά τα φαινόμενα. Γεννιούνται και αναπτύσσονται πάνω στο έδαφος της εμπορευματοποίησης της υγείας, της πρόνοιας, του αθλητισμού, του πολιτισμού, ακόμα και της σεξουαλικότητας. Στη βάση του ανταγωνισμού των επιχειρηματικών ομίλων για την κυριαρχία του ενός ή του άλλου.
Αυτή την πραγματική αιτία της πολύμορφης βίας θέλουν να κρύψουν και μας μιλούν “κώδικες δεοντολογίας” που δήθεν θα ελέγχουν τη βίαιη συμπεριφορά, αφήνοντας στο απυρόβλητο τον πυρήνα της.
Η σεξουαλική κακοποίηση και ο βιασμός δεν αποτελεί «κρίση των ανθρώπινων αξιών, της ηθικής» της κοινωνίας. Πηγάζει από το «δίκαιο» που επιβάλλει η σημερινή εκμεταλλευτική κοινωνία, από τις αξίες που εκπορεύονται από την ίδια τη φύση της: την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, τον ανελέητο ανταγωνισμό, τον ατομισμό, τον εγωιστικό τρόπο ζωής και σκέψης, που γεννούν την αλαζονεία και την υποτίμηση της φίλης ή του φίλου, του συναδέλφου, του συντρόφου, που γεννούν συμπεριφορές επιθετικές και εχθρικές ακόμα και μεταξύ ανθρώπων που έχουν τις ίδιες έγνοιες, τα ίδια προβλήματα, τα ίδια συμφέροντα.
Επομένως δε μπορούμε να μιλάμε για μεμονωμένα περιστατικά που οφείλονται απλά στην προβληματική προσωπικότητα του κάθε δράστη. Αλλά για ένα πρόβλημα που η ρίζα του φτάνει πιο βαθειά, στην ανισότιμη θέση της γυναίκας στη σημερινή εκμεταλλευτική κοινωνία.
Όσο οι όροι της ζωής και της δουλειάς μας θα επιδεινώνονται, τόσο περισσότερο οι γυναίκες θα δυσκολεύονται να σηκώσουν κεφάλι και να καταγγείλουν, να αντιπαλέψουν την εργοδοτική βία, αλλά και να απεγκλωβιστούν από παθογόνες οικογενειακές και διαπροσωπικές σχέσεις. Γιατί η εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών συνδέεται με όλες τις οικονομικές και κοινωνικές προϋποθέσεις που θα τους εξασφαλίσουν τη δυνατότητα να ικανοποιούν τις σύγχρονες ανάγκες τους σε όλους τους τομείς της ζωής τους, να στέκονται στα πόδια τους, να είναι χειραφετημένες οικονομικά, ψυχικά, συναισθηματικά.
Η όψιμη ευαισθησία των εκπροσώπων της σημερινής και των προηγούμενων κυβερνήσεων, μέχρι και της Προέδρου της Δημοκρατίας, που καλούν τις γυναίκες να «σπάσουν τη σιωπή» έρχεται σε απόλυτη αντίθεση με την προτροπή των ίδιων προς τις γυναίκες να μην βγάλουν άχνα για τις οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες που τις υποχρεώνουν να υποστούν τη βία και να μη μιλήσουν.
Στη σκληρή πραγματικότητα που βιώνει η γυναίκα στο χώρο δουλειάς βρίσκεται και η απάντηση στο ερώτημα γιατί όλα αυτά δεν βγαίνουν στο φως της δημοσιότητας, δεν καταγγέλλονται. Γιατί μπαίνει εμπόδιο ο φόβος της σύγκρουσης με τον εργοδότη ή τον προϊστάμενο, της απόλυσης και της ανεργίας, ο φόβος του κοινωνικού στιγματισμού. Σε αυτές τις συνθήκες, η εργαζόμενη υποχρεώνεται να μένει σιωπηλή.
Δεν είναι ατομικό της ζήτημα να «σπάσει τη σιωπή» της, όπως προβάλλεται από τη σημερινή κυβέρνηση και άλλα κόμματα, όπως και από τα ΜΜΕ, τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης. Το θάρρος, η τόλμη, η χειραφέτηση και η αντοχή απέναντι στις πιέσεις μπορούν να αναπτυχθούν στο έδαφος της συλλογικότητας, της συναδελφικότητας, της αλληλεγγύης, που είναι το πραγματικό «δίχτυ ασφαλείας» στους χώρους δουλειάς. Η ατομική προστασία, η καταγγελία και καταδίκη της πολύμορφης βίας σήμερα μπορούν και πρέπει να είναι στοιχεία της εργατικής, της λαϊκής, της νεολαιίστικης πάλης, και όχι απομονωμένα ή σε αντιπαράθεση με αυτήν.
Αναδεικνύοντας όλες αυτές τις πλευρές θα ήταν χρήσιμο να πούμε δύο λόγια για το κίνημα metoo που προβάλλεται και χρησιμοποιείται σήμερα σήμερα ακόμα και από την κυβέρνηση. Το κίνημα #metoo αξιοποιείται πολυποίκιλα σε πολλές χώρες, όπως και στη δική μας τώρα. Ενας στόχος είναι να μείνει στο απυρόβλητο η πραγματική αιτία της βίας και να εγκλωβιστεί αυτό το ζήτημα στην ατομική δημοσιοποίηση. Η καταγγελία βέβαια και η δημοσιοποίηση των περιστατικών βίας είναι ένα πολύ σημαντικό βήμα, που φυσικά χρειάζεται μεγάλη γενναιότητα και θάρρος. Όμως, η προτροπή στις γυναίκες να κοινοποιήσουν σε μια διαδικτυακή πλατφόρμα τη βίαιη συμπεριφορά σε βάρος τους, δεν εξασφαλίζει ούτε κατά διάνοια την ουσιαστική στήριξή τους, τη στιγμή που έρχονται αντιμέτωπες με ένα αποσπασματικό, υποβαθμισμένο κρατικό δίκτυο κοινωνικών υπηρεσιών και υποδομών. Ούτε η διαδικτυακή αλληλεγγύη, με ένα σχόλιο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, μπορεί να υποκαταστήσει την πολύτιμη αλληλεγγύη και συναδελφικότητα που εξασφαλίζει ο οργανωμένος συλλογικός αγώνας μέσα από τα εργατικά σωματεία, τις ενώσεις αυτοπασχολουμένων, τους αγροτικούς συλλόγους αλλά και τους γυναικείους συλλόγους του ριζοσπαστικού γυναικείου κινήματος, της ΟΓΕ στη γειτονιά. Οσο η υπόθεση αυτή αρχίζει και τελειώνει στην ατομική καταγγελία της γυναίκας τόσο παραμένει αποκλειστικά ατομική της υπόθεση η εξασφάλιση των παραγόντων ( οικονομικών, κοινωνικών) για να μπορέσει να σταθεί στα πόδια της.
Μέσα από τα μεγάλα λόγια για το «κίνημα» του #metoo αναπαράγεται η προβολή των γυναικών ως ενιαία κοινωνική ομάδα με σβησμένες τις ταξικές διαφοροποιήσεις, που ως τέτοια εναντιώνεται στην επέλαση του σεξισμού, της «πατριαρχίας», της παρενόχλησης και της βίας. Σε τελική ανάλυση, η όλη συζήτηση για το #metoo από τη μία συμβάλλει στην αναθέρμανση του φεμινιστικού ρεύματος στο γυναικείο κίνημα, με σύγχρονο περιτύλιγμα, ώστε πιο αποτελεσματικά να προσανατολιστούν η σκέψη και η δράση των γυναικών του καθημερινού μόχθου, ιδιαίτερα των νέων γυναικών, σε ανώδυνα κανάλια για την εκμεταλλευτική κοινωνία και από την άλλη να υποτάξουν τις δικές τους ανάγκες στα συμφέροντα συγκεκριμένων μερίδων επιχειρηματικών ομίλων. Δεν είναι τυχαίο ότι στις ΗΠΑ το #metoo –που ξεκίνησε από τις καταγγελίες ηθοποιών και μοντέλων του Χόλυγουντ για συγκεκριμένο μεγαλοπαραγωγό- σε μια πορεία συνδέθηκε με τους ανταγωνισμούς τεράστιων οικονομικών συμφερόντων, με την αντιπαράθεση αμερικάνικων επιχειρηματικών κολοσσών για στρατηγικές επιλογές και προσανατολισμούς στην οικονομία και στην εξωτερική πολιτική και αξιοποιήθηκε από την αντιπολίτευση των Δημοκρατικών ενάντια στις πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης Τραμπ με απευθείας υποστήριξη από κολοσσούς όπως η GOOGLE, AMAZON, κ.ά.
Το ενδιαφέρον των κυβερνήσεων όπως και της σημερινής, αλλά και των προηγούμενων που κινούνται στις ράγες της ΕΕ για το ζήτημα αυτό, συνδέεται με το γεγονός ότι μετράνε τις συνέπειες της βίας κατά των γυναικών με τη λογική του «κόστους». Τους ενδιαφέρει η διασφάλιση ενός εργασιακού περιβάλλοντος που θα δίνει τη δυνατότητα εκμετάλλευσης γυναικείου εργατικού δυναμικού. Γι αυτό έχει ξεκινήσει και η συζήτηση για την αυστηροποίηση του νομικού πλαισίου. Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του οικονομικού συμβούλου του Πρωθυπουργού του Α. Πατέλη ότι «……η εξάλειψη των διακρίσεων μπορεί να φέρει προστιθέμενη αξία στην οικονομία και τη διεθνή εικόνα της χώρας». Για τον ίδιο λόγο η κυβέρνηση ετοιμάζεται να επικυρώσει τη Διεθνή Σύμβαση κατά τη βίας της Διεθνούς Οργάνωσης Εργασίας. Στο ίδιο μήκος κύματος ήταν και ο νόμος για την «ισότητα των φύλων του ΣΥΡΙΖΑ που χαρίζει βραβεία ισότητας στις επιχειρήσεις για να χτίζουν την κερδοφορία τους στην εκμετάλλευση των εργαζόμενων γυναικών. Ομολογούν, δηλαδή, ότι τα όποια κυβερνητικά μέτρα για την αντιμετώπιση της βίας κατά των γυναικών υπολογίζουν, ανάμεσα στα άλλα, το κόστος που έχουν τέτοιες κραυγαλέες διακρίσεις σε βάρος των γυναικών για το κράτος και τους επιχειρηματικούς ομίλους. Κοστολογούν τις συνέπειες που έχει η κακοποίηση μιας γυναίκας στη χαμηλότερη παραγωγικότητά της στην εργασία, αλλά και το κόστος των υπηρεσιών συμβουλευτικής, ψυχολογικής, νομικής υποστήριξης που χρειάζεται.
Τέλος θέλω να επισημάνω ότι αυτή η συζήτηση που έχει ανοίξει αποτέλεσε μια καλή ευκαιρία για να εκφράσουν το υποκριτικό τους ενδιαφέρον και την ανησυχία για τη βία κατά των γυναικών όλοι αυτοί που με τις πολιτικές τους ευθύνονται για όλα αυτά που πραγματικά γεννούν τη βία. Η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ, το ΠΑΣΟΚ/ ΚΙΝΑΛ που κυβέρνησαν τα προηγούμενα χρόνια – ακόμα και η Πρόεδρος της Δημοκρατίας, που δεν έχει αφήσει αντιλαϊκό νομοσχέδιο που να μην έχει βάλει φαρδιά την υπογραφή της- , που με το «πλούσιο» αντεργατικό έργο τους βάθυναν την εκμετάλλευση και καταπίεση, γενίκευσαν την ανασφάλεια των εργαζόμενων γυναικών και το σμπαράλιασμα της επαγγελματικής και οικογενειακής ζωής, τώρα να σηκώνουν τη σημαία της υπεράσπισής μας.
Ποιον κοροϊδεύουν;
Μιλάει για βία το ΠΑΣΟΚ που ψήφισε το 1999 τον απαράδεκτο νόμο που κατοχυρώνει ως επάγγελμα την πορνεία, νόμο που διατήρησε στη συνέχεια και η ΝΔ και ο ΣΥΡΙΖΑ ;
Μιλάει για βία ο ΣΥΡΙΖΑ που σαν κυβέρνηση πέρασε τις απαράδεκτες αλλαγές στον ποινικό κώδικα που ρίχνουν στα μαλακά ακόμα και τους μαστροπούς, και καταργούν την κατώτατη ποινή για τη σεξουαλική παρενόχληση από εργοδότες. Αλλαγές που υλοποιούνται φυσικά και από τη σημερινή κυβέρνηση. Θα μιλήσει ο ΣΥΡΙΖΑ για την ανάγκη επέκτασης και ενίσχυσης του δικτύου των δομών για τις κακοποιημένες γυναίκες και τον απεγκλωβισμό τους από το ΕΣΠΑ, όταν σαν κυβέρνηση είχε τους εργαζόμενους σε αυτές τις δομές απλήρωτους για μήνες ακριβώς επειδή εξαρτώνται από το ΕΣΠΑ;
Σήμερα που υπάρχουν όλες οι δυνατότητες δεν μπορούμε να συμβιβαστούμε με τα ψίχουλα των ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Δεν ανεχόμαστε οι υπηρεσίες πρόληψης και στήριξης των κακοποιημένων γυναικών στη χώρα μας να μη διαθέτουν το απαραίτητο προσωπικό, ούτε την αναγκαία χρηματοδότηση. Δεν ανεχόμαστε οι εργαζόμενοι να εξαρτώνται από ευρωπαϊκά και άλλα προγράμματα που έχουν ημερομηνία λήξης.
Η ΟΓΕ διεκδικεί σήμερα
- Μέτρα στήριξης των εργαζόμενων, των άνεργων γυναικών, των γυναικών από μονογονεϊκές και πολύτεκνες οικογένειες, μόνιμη και σταθερή δουλειά με αξιοπρεπείς μισθούς, κατοχυρωμένους από Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα, για να μπορέσουν οι γυναίκες να σταθούν με αξιοπρέπεια στα πόδια τους και να πάρουν τη ζωή στα χέρια τους. Επίδομα ανεργίας χωρίς όρους και προϋποθέσεις.
- Χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό για τη λειτουργία των κρατικών δωρεάν κοινωνικών υπηρεσιών και υποδομών για την πρόληψη του φαινομένου της βίας κατά των γυναικών και για τη στήριξη των κακοποιημένων γυναικών (ξενώνες, τηλεφωνικές γραμμές κ.α.), με την άμεση και πλήρη στελέχωσή τους από εξειδικευμένο προσωπικό με μόνιμη και σταθερή εργασία χωρίς καμία εμπλοκή ΜΚΟ και ΚΟΙΝΣΕΠ.
- Ενημερωτικά προγράμματα σε σχολεία και σχολές από επιστημονικούς κρατικούς φορείς
Σύνταξη – Επιμέλεια: Γιάννης Αγγέλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου