Αντικομμουνισμός και παραχάραξη της Ιστορίας «δευτέρα φύση»
Θυμίζουμε ότι ανήμερα
της «επετείου» ο α' αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής,
σοσιαλδημοκράτης Φρανς Τίμερμανς, και η επίτροπος Δικαιοσύνης Βέρα
Γιούροβα δημοσιοποίησαν κοινή δήλωση, με την οποία αναπαράγουν την
ανιστόρητη και επικίνδυνη εξίσωση φασισμού - κομμουνισμού.
Οι δύο αξιωματούχοι της ΕΕ ανακυκλώνουν τη συκοφαντία της «συνεργασίας της ΕΣΣΔ με τη ναζιστική Γερμανία», μέσω του Συμφώνου «Μόλοτοφ - Ρίμπεντροπ», που υπογράφτηκε στις 23 Αυγούστου του 1939, το οποίο, όπως λένε, «άνοιξε ένα μαύρο κεφάλαιο στην ευρωπαϊκή ιστορία (...) Σε μια Ευρώπη που η ελευθερία και η δημοκρατία δεν ήταν παρά μόνο ένα όνειρο. Δεκάδες εκατομμύρια εκτοπίζονταν, βασανίζονταν και δολοφονούνταν κάτω από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα της Ευρώπης».
Στην ίδια αισχρή δήλωση, και με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, πανηγυρίζουν για την ανατροπή του σοσιαλισμού πριν από 30 χρόνια με την «πτώση του σιδηρού παραπετάσματος», όπως λένε, που δήθεν «έφερε πίσω την ελευθερία και τη δημοκρατία» και «ένωσε την Ευρώπη». Καταλήγουν προκλητικά και με κυνισμό ότι «πρέπει να διατηρήσουμε ζωντανή τη μνήμη ώστε να εμπνέει τις νέες γενιές στην υπεράσπιση των βασικών δικαιωμάτων, της έννομης τάξης και της δημοκρατίας (...) Στεκόμαστε ενάντια στον ολοκληρωτισμό και στα αυταρχικά καθεστώτα κάθε είδους».
Στο ίδιο πνεύμα της αντικομμουνιστικής υστερίας είναι και η κοινή ανακοίνωση που εξέδωσαν την Παρασκευή οι υπουργοί πέντε χωρών της ΕΕ: Λιθουανίας, Λετονίας, Εσθονίας (Βαλτικών χωρών της πρώην ΕΣΣΔ, όπου οι αντιδραστικές κυβερνήσεις τιμούν με παρελάσεις ως «απελευθερωτές» τα ναζιστικά τάγματα των Ες-Ες και τους συνεργάτες τους), Πολωνίας και Ρουμανίας.
Για την ιστορία, το σοβιετογερμανικό Σύμφωνο μη επίθεσης, το γνωστό Σύμφωνο «Μόλοτοφ - Ρίμπεντροπ», επήλθε μετά τη Συμφωνία του Μονάχου το 1938 (μεταξύ Γερμανίας, Ιταλίας, Βρετανίας και Γαλλίας), που ουσιαστικά «έσπρωχνε» τον Χίτλερ προς Ανατολάς και αφού όλες οι αλλεπάλληλες προσπάθειες προσέγγισης της ΕΣΣΔ με τις «δημοκρατίες» της Ευρώπης για τη συγκρότηση μετώπου κατά της επιθετικότητας του φασισμού είχαν αποτύχει. Ετσι, το Σύμφωνο «Μόλοτοφ - Ρίμπεντροπ» ήταν το μοναδικό μέσο άμυνας που είχε απομείνει στη Σοβιετική Ενωση δεδομένων των συνθηκών. Εξασφάλισε στη χώρα 21 πολύτιμους μήνες ειρήνης, που κατόπιν αποδείχτηκαν ανεκτίμητοι στην πολεμική της προετοιμασία ενόψει της αναπόφευκτης γερμανικής επίθεσης.
Στο
μεταξύ με άρθρο του στην «Εφημερίδα των Συντακτών», με αφορμή τη
συμπλήρωση 80 χρόνων από την έναρξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ο πρέσβης
της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην Ελλάδα, Αντρέι Μασλόφ, σημειώνει μεταξύ
άλλων πως στην ΕΕ «για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας, καταβάλλονται
συνειδητές προσπάθειες διαστρέβλωσης της ιστορικής αλήθειας, όχι μόνο
από ψευδοϊστορικούς, αλλά και από κυβερνήσεις ορισμένων κρατών.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η απόπειρα εξίσωσης της φασιστικής Γερμανίας και της Σοβιετικής Ενωσης ως δύο "συνυπεύθυνων" της έναρξης του πολέμου (...) Για τους σκοπούς αυτούς οι παραχαράκτες της Ιστορίας εκμεταλλεύονται κυνικά το γερμανο-σοβιετικό Σύμφωνο μη Επίθεσης που υπογράφτηκε στις 23 Αυγούστου 1939 μετά του συνοδεύοντος πρωτοκόλλου, που δήθεν τράβηξε τη σκανδάλη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου με την εισβολή της Γερμανίας στην Πολωνία».
Ο Ρώσος πρέσβης κάνει αναφορά στα γεγονότα που προηγήθηκαν του Συμφώνου, με βασικό σταθμό το Σύμφωνο του Μονάχου μεταξύ της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ιταλίας που αποτέλεσε «το αποκορύφωμα της "πολιτικής κατευνασμού" του Χίτλερ εκ μέρους της Αγγλίας και της Γαλλίας», που όπως σημειώνει είχε ως στόχο «να κατευθύνουν τις φανερές επιθετικές προθέσεις της Γερμανίας προς την Ανατολή, κατά της Σοβιετικής Ενωσης, και να αποτρέψουν τον κίνδυνο για τους ίδιους».
«Ουσιαστικά το Σύμφωνο Μόλοτοφ - Ρίμπεντροπ ήταν η απάντηση του Ι. Στάλιν στο Σύμφωνο του Μονάχου», σημειώνει στο κείμενό του ο πρέσβης, προσθέτοντας πως «σ' εκείνες τις έκτακτες συνθήκες ήταν ένα αναγκαίο, αν και εξαιρετικά δύσκολο, βήμα. Για το Κρεμλίνο αποτελούσε τη μοναδική εναλλακτική σε μια νέα προδοτική συμφωνία των δυτικών χωρών με τον Χίτλερ εις βάρος της ΕΣΣΔ». Ενώ σημειώνει πως «όλοι, και οι Δυτικοί, γνώριζαν ότι το Σύμφωνο συνιστούσε μια προσωρινή εκεχειρία μεταξύ της Σοβιετικής Ενωσης και της ναζιστικής Γερμανίας πριν από την αποφασιστική μάχη».
«Σε τελική ανάλυση», σημειώνει ο πρέσβης, «η Πολωνία, η οποία σήμερα δηλώνει "θύμα της σοβιετικής επίθεσης", απελευθερώθηκε από τον φασισμό χάρη στον Κόκκινο Στρατό που έχασε εκεί 600.000 ζωές - πολύ μεγάλο φόρο αίματος (...) Και βεβαίως αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ήταν η Σοβιετική Ενωση που έσπασε τη ραχοκοκαλιά του Γ΄ Ράιχ και απελευθέρωσε το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης από την εγκληματική ιδεολογία του ναζισμού».
Ριζοσπάστης Τρίτη 27 Αυγούστου 2019
Οι δύο αξιωματούχοι της ΕΕ ανακυκλώνουν τη συκοφαντία της «συνεργασίας της ΕΣΣΔ με τη ναζιστική Γερμανία», μέσω του Συμφώνου «Μόλοτοφ - Ρίμπεντροπ», που υπογράφτηκε στις 23 Αυγούστου του 1939, το οποίο, όπως λένε, «άνοιξε ένα μαύρο κεφάλαιο στην ευρωπαϊκή ιστορία (...) Σε μια Ευρώπη που η ελευθερία και η δημοκρατία δεν ήταν παρά μόνο ένα όνειρο. Δεκάδες εκατομμύρια εκτοπίζονταν, βασανίζονταν και δολοφονούνταν κάτω από τα ολοκληρωτικά καθεστώτα της Ευρώπης».
Στην ίδια αισχρή δήλωση, και με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, πανηγυρίζουν για την ανατροπή του σοσιαλισμού πριν από 30 χρόνια με την «πτώση του σιδηρού παραπετάσματος», όπως λένε, που δήθεν «έφερε πίσω την ελευθερία και τη δημοκρατία» και «ένωσε την Ευρώπη». Καταλήγουν προκλητικά και με κυνισμό ότι «πρέπει να διατηρήσουμε ζωντανή τη μνήμη ώστε να εμπνέει τις νέες γενιές στην υπεράσπιση των βασικών δικαιωμάτων, της έννομης τάξης και της δημοκρατίας (...) Στεκόμαστε ενάντια στον ολοκληρωτισμό και στα αυταρχικά καθεστώτα κάθε είδους».
Στο ίδιο πνεύμα της αντικομμουνιστικής υστερίας είναι και η κοινή ανακοίνωση που εξέδωσαν την Παρασκευή οι υπουργοί πέντε χωρών της ΕΕ: Λιθουανίας, Λετονίας, Εσθονίας (Βαλτικών χωρών της πρώην ΕΣΣΔ, όπου οι αντιδραστικές κυβερνήσεις τιμούν με παρελάσεις ως «απελευθερωτές» τα ναζιστικά τάγματα των Ες-Ες και τους συνεργάτες τους), Πολωνίας και Ρουμανίας.
Για την ιστορία, το σοβιετογερμανικό Σύμφωνο μη επίθεσης, το γνωστό Σύμφωνο «Μόλοτοφ - Ρίμπεντροπ», επήλθε μετά τη Συμφωνία του Μονάχου το 1938 (μεταξύ Γερμανίας, Ιταλίας, Βρετανίας και Γαλλίας), που ουσιαστικά «έσπρωχνε» τον Χίτλερ προς Ανατολάς και αφού όλες οι αλλεπάλληλες προσπάθειες προσέγγισης της ΕΣΣΔ με τις «δημοκρατίες» της Ευρώπης για τη συγκρότηση μετώπου κατά της επιθετικότητας του φασισμού είχαν αποτύχει. Ετσι, το Σύμφωνο «Μόλοτοφ - Ρίμπεντροπ» ήταν το μοναδικό μέσο άμυνας που είχε απομείνει στη Σοβιετική Ενωση δεδομένων των συνθηκών. Εξασφάλισε στη χώρα 21 πολύτιμους μήνες ειρήνης, που κατόπιν αποδείχτηκαν ανεκτίμητοι στην πολεμική της προετοιμασία ενόψει της αναπόφευκτης γερμανικής επίθεσης.
Αντιδράσεις από τον πρέσβη της Ρωσίας
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η απόπειρα εξίσωσης της φασιστικής Γερμανίας και της Σοβιετικής Ενωσης ως δύο "συνυπεύθυνων" της έναρξης του πολέμου (...) Για τους σκοπούς αυτούς οι παραχαράκτες της Ιστορίας εκμεταλλεύονται κυνικά το γερμανο-σοβιετικό Σύμφωνο μη Επίθεσης που υπογράφτηκε στις 23 Αυγούστου 1939 μετά του συνοδεύοντος πρωτοκόλλου, που δήθεν τράβηξε τη σκανδάλη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου με την εισβολή της Γερμανίας στην Πολωνία».
Ο Ρώσος πρέσβης κάνει αναφορά στα γεγονότα που προηγήθηκαν του Συμφώνου, με βασικό σταθμό το Σύμφωνο του Μονάχου μεταξύ της Αγγλίας, της Γαλλίας, της Γερμανίας και της Ιταλίας που αποτέλεσε «το αποκορύφωμα της "πολιτικής κατευνασμού" του Χίτλερ εκ μέρους της Αγγλίας και της Γαλλίας», που όπως σημειώνει είχε ως στόχο «να κατευθύνουν τις φανερές επιθετικές προθέσεις της Γερμανίας προς την Ανατολή, κατά της Σοβιετικής Ενωσης, και να αποτρέψουν τον κίνδυνο για τους ίδιους».
«Ουσιαστικά το Σύμφωνο Μόλοτοφ - Ρίμπεντροπ ήταν η απάντηση του Ι. Στάλιν στο Σύμφωνο του Μονάχου», σημειώνει στο κείμενό του ο πρέσβης, προσθέτοντας πως «σ' εκείνες τις έκτακτες συνθήκες ήταν ένα αναγκαίο, αν και εξαιρετικά δύσκολο, βήμα. Για το Κρεμλίνο αποτελούσε τη μοναδική εναλλακτική σε μια νέα προδοτική συμφωνία των δυτικών χωρών με τον Χίτλερ εις βάρος της ΕΣΣΔ». Ενώ σημειώνει πως «όλοι, και οι Δυτικοί, γνώριζαν ότι το Σύμφωνο συνιστούσε μια προσωρινή εκεχειρία μεταξύ της Σοβιετικής Ενωσης και της ναζιστικής Γερμανίας πριν από την αποφασιστική μάχη».
«Σε τελική ανάλυση», σημειώνει ο πρέσβης, «η Πολωνία, η οποία σήμερα δηλώνει "θύμα της σοβιετικής επίθεσης", απελευθερώθηκε από τον φασισμό χάρη στον Κόκκινο Στρατό που έχασε εκεί 600.000 ζωές - πολύ μεγάλο φόρο αίματος (...) Και βεβαίως αποτελεί αδιαμφισβήτητο γεγονός ότι ήταν η Σοβιετική Ενωση που έσπασε τη ραχοκοκαλιά του Γ΄ Ράιχ και απελευθέρωσε το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης από την εγκληματική ιδεολογία του ναζισμού».
Ριζοσπάστης Τρίτη 27 Αυγούστου 2019
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου