Μια ιστορική απεργία βρίσκεται σε εξέλιξη από την περασμένη Τρίτη σε 14 συνολικά λιμάνια των ανατολικών ακτών των ΗΠΑ, από το Μέιν έως το Τέξας (βλέπε αναλυτικά και στη σημερινή σελίδα 21). Δεκάδες χιλιάδες λιμενεργάτες, μέλη της συνδικαλιστικής οργάνωσης International Longshoremen's Association (ILA), που εκπροσωπεί 45.000 εργαζόμενους, αποφάσισαν επ' αόριστον απεργία μετά το «ναυάγιο» των διαπραγματεύσεων με την «Maritime Alliance» (USMX), που αντιπροσωπεύει τους μεγαλύτερους εργοδότες στον κλάδο της ναυτιλίας και των λιμενικών υπηρεσιών στις ΗΠΑ, για μια νέα εξαετή σύμβαση εργασίας, με αυξήσεις στους μισθούς και μέτρα προστασίας του επαγγέλματός τους.
Για πρώτη φορά μετά το 1977 γίνεται μια τέτοιας έκτασης απεργία στα λιμάνια, βάζοντας «στην πρίζα» τα ισχυρότερα μονοπώλια των Μεταφορών, που έχουν «μπουκώσει» με κέρδη - ειδικά τα τελευταία χρόνια - από την εκμετάλλευση χιλιάδων εργαζομένων σε στεριά και θάλασσα, και τώρα απορρίπτουν τις διεκδικήσεις των λιμενεργατών για αξιοπρεπείς αυξήσεις.
Η σύγκρουση είναι μεγάλη και συγκεντρώνει ήδη το παγκόσμιο ενδιαφέρον. Τα λιμάνια που έχουν «νεκρώσει», διαχειρίζονται το 14% περίπου των εξαγωγών γεωργικών προϊόντων που μεταφέρονται διά θαλάσσης από τις ΗΠΑ και πάνω από το μισό των συνολικών εισαγωγών. Ο αντίκτυπος της απεργίας είναι μεγάλος στην αμερικανική οικονομία και «ακουμπάει» πολλούς διαφορετικούς κλάδους.
Για παράδειγμα, το εμπόριο μπανάνας και σοκολάτας αναμένεται να παγώσει εντελώς τις επόμενες μέρες, ενώ εμπορεύματα όπως ο κασσίτερος, ο καπνός, προϊόντα ένδυσης - υπόδησης και αυτοκίνητα θα αντιμετωπίσουν επίσης προβλήματα, καθώς η μεταφορά τους γίνεται κυρίως από τις ανατολικές ακτές. Σύμφωνα με αναλυτές, η απεργία θα επηρεάσει περισσότερο από το ένα τρίτο των εξαγωγών και των εισαγωγών στις ΗΠΑ και θα προκαλέσει απώλεια τουλάχιστον 4,5 δισ. δολαρίων στην οικονομία για κάθε βδομάδα που οι προβλήτες θα παραμένουν κλειστοί! Πάνω από 100.000 άνθρωποι, που εμπλέκονται σε επαγγέλματα έξω από το λιμάνι, επηρεάζονται επίσης από την απεργία.
Η προθεσμία για να υπάρξει συμφωνία πάνω σε νέα σύμβαση, έληξε στις 30 Σεπτέμβρη κι από τα μεσάνυχτα της ίδιας μέρας ξεκίνησε η κινητοποίηση. Σύμφωνα με το σωματείο, η προσφορά των εργοδοτών ήταν «πολύ μικρότερη από τις απαιτήσεις των εργαζομένων για επικύρωση νέας σύμβασης». Οπως ανακοινώθηκε, μεγάλοι εργοδότες, όπως η «Maersk», που διαχειρίζεται τεράστιο αριθμό εμπορευματοκιβωτίων και τερματικών σταθμών στη Βόρεια Αμερική, «δεν έχουν προσφέρει τις κατάλληλες αυξήσεις μισθών, ούτε έχουν αποδεχτεί το αίτημα των εργαζομένων για διασφάλιση των θέσεων εργασίας».
«Είμαστε έτοιμοι να πολεμήσουμε όσο χρειαστεί», αναφέρουν οι εργαζόμενοι. Απαντούν έτσι και στην προσπάθεια της USMX να θολώσει τα νερά για το ναυάγιο των διαπραγματεύσεων, ανακοινώνοντας ότι «η τρέχουσα προσφορά μας για αύξηση μισθού υπερβαίνει κάθε άλλη πρόσφατη διευθέτηση των συνδικάτων και αντιμετωπίζει τον πληθωρισμό». Δηλώνει μάλιστα η εργοδοσία ότι ...«αναγνωρίζει τη σκληρή δουλειά του ILA για να διατηρήσει την παγκόσμια οικονομία σε λειτουργία».
Από την πρώτη μέρα της απεργίας, ξεκίνησε μια λυσσαλέα προσπάθεια να καλλιεργηθεί κλίμα κοινωνικού αυτοματισμού ενάντια στους λιμενεργάτες. Αυτό που προβάλλουν οι όμιλοι των ΜΜΕ, είναι ο «κίνδυνος αυξήσεων στις τιμές των προϊόντων» και οι «ελλείψεις που θα προκαλέσει η απεργία». Σε ποιους απευθύνονται; Σε εργαζόμενους και λαϊκά στρώματα των ΗΠΑ που έχουν ήδη «γονατίσει» από την ακρίβεια και το αβάσταχτο κόστος διαβίωσης, ενώ εκατομμύρια από αυτά είναι χρεωμένα μέχρι τον λαιμό στις τράπεζες. Κι όλα αυτά χωρίς να υπάρχει καμιά απεργία στα λιμάνια εδώ και 47 χρόνια!
Η ίδια η κυβέρνηση Μπάιντεν, προσπαθώντας να κάνει την απεργία μέρος του προεκλογικού ντεκόρ, ομολογεί ότι τα κέρδη των ναυτιλιακών εταιρειών από την περίοδο της πανδημίας έχουν αυξηθεί πάνω από 800% και καλεί εργαζόμενους και εργοδότες «να επιστρέψουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων». Μπροστά στην κάλπη, διαφημίζει στους εργαζόμενους ότι δεν ενεργοποίησε άμεσα τον νόμο Taft-Hartley, που ψηφίστηκε το 1947 και δίνει στον Πρόεδρο την εξουσία να αναστείλει μια απεργία για 80 μέρες, επικαλούμενος λόγους «εθνικής υγείας» ή «εθνικής ασφάλειας». Ο Τραμπ, από την άλλη, συμμετέχει ενεργά στην προπαγάνδα ότι η απεργία θα φέρει μεγαλύτερο πληθωρισμό και δηλώνει ότι ο ίδιος δεν θα πλήρωνε ποτέ υπερωρίες!
Σε κάθε περίπτωση, η κυβέρνηση Μπάιντεν διατηρεί το ...«δικαίωμά» της να επιστρατεύσει τους απεργούς λιμενεργάτες, κάνοντας χρήση του νόμου, ειδικά στις σημερινές συνθήκες της πολεμικής προπαρασκευής και των αβεβαιοτήτων που σκεπάζουν και την αμερικανική οικονομία. Αλλωστε, ο ίδιος ο Μπάιντεν ήταν που τον Νοέμβρη του 2022 προώθησε νόμο στο Κογκρέσο εν μέσω απεργίας στον σιδηρόδρομο, που επιβάλλει στους εργαζόμενους να επιστρέψουν στη δουλειά και να αποδεχτούν «με το στανιό» τους όρους της εργοδοσίας που τους οδήγησαν να κάνουν απεργία!
Με την κινητοποίηση λοιπόν να βρίσκεται ακόμα στην αρχή, όλοι προετοιμάζονται για τον επόμενο γύρο της αναμέτρησης, καθώς είναι βέβαιο ότι θα μεγαλώσουν οι πιέσεις από Δημοκρατικούς, Ρεπουμπλικάνους και τα μονοπώλια των Μεταφορών για να σπάσει η κινητοποίηση και να ανοίξουν τα λιμάνια. Η αλληλεγγύη στον αγώνα των Αμερικανών λιμενεργατών είναι δύναμη και ασπίδα σ' αυτήν την ιστορική απεργία, που επιβεβαιώνει ότι σε όλο τον καπιταλιστικό κόσμο νέοι μαζικοί και ελπιδοφόροι αγώνες γεννιούνται, απέναντι στη βαρβαρότητα του συστήματος και τα αδιέξοδα της αντιλαϊκής πολιτικής!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου