Και μόνο η παρακάτω φωτογραφία, που περιελαμβανόταν στο άρθρο θα ήταν επαρκής λόγος. Η χτεσινή επέτειος της 25ης Μάρτη ωστόσο δίνει μια καλή αφορμή για την αναδημοσίευσή του, σχετικά με τον προβληματισμό που θέτει σχετικά με το επίμαχο ζήτημα των παρελάσεων.
« – Πώς σε λένε;
– Ελληνίδα
– Τι έκανες;
– Υπηρετούσα το λαό».
(Στιχομυθία της Ηλέκτρας Αποστόλου με τους βασανιστές της. Από το βιβλίο «Οι δοσίλογοι της κατοχής»).
Αραγε, τι μορφή και περιεχόμενο θα μπορούσαν να δώσουν οι εμπνευστές της Ενωμένης Ευρώπης στον εορτασμό αυτής της «ένωσης»; Σίγουρα την απόλυτη σιωπή και την τύφλωση, αλλιώς κινδυνεύουν να φανούν οι χάσκουσες ρωγμές που αποκαλύπτουν τον εφιάλτη μιας γιορτής που επιβραβεύει τη διάλυση μιας χώρας που λεγόταν Γιουγκοσλαβία, την παραμόρφωση της Βαλκανικής Χερσονήσου και την κατοχή της Β. Ιρλανδίας και της Β. Κύπρου.
Κι επειδή ενός κακού μύρια έπονται, πρέπει, αλήθεια, να παρελαύνει κάποιος στο όνομα εθνικών παλιγγενεσιών και λαϊκών νικών, σε μια «παγκοσμιοποιημένη δημοκρατία» που αναζητά μια κοινή μνήμη; Σύμφωνα με τα τελευταία ανακοινωθέντα κάτι τέτοιο δεν είναι σύννομο με τη σύγχρονη σκέψη και αμφισβήτηση, γιατί τέτοιοι εορτασμοί συνιστούν κατάλοιπα φασιστικών νοοτροπιών και ρατσιστικών αντιλήψεων. Επιπροσθέτως, ακούγεται τελευταία και μια άκρως ενδιαφέρουσα και πρωτάκουστη άποψη, η οποία θα μπορούσε να αποτελέσει ακόμα και ιδεολογική ομπρέλα της παραπάνω αντίληψης: Την Επανάσταση του 1821 δεν την κέρδισε ο ελληνικός λαός, αλλά η εμπλοκή των ξένων δυνάμεων στο εσωτερικό της χώρας. Αρα, ορθώς κάποιος μπορεί να αναρωτηθεί γιατί πανηγυρίζουμε κάθε 25η Μαρτίου.
1. Αποτελούν οι εορτασμοί της 25ης Μαρτίου και της 28ης Οκτωβρίου, αντίστοιχα, προϊόντα κάποιων συγκεκριμένων θεοκρατικών ή κυβερνητικών δυνάμεων στο όνομα άνομων ή απάνθρωπων σκοπιμοτήτων;
Κατ’ αρχήν, οι δύο επέτειοι αποτελούν το σύμβολο μνήμης δύο εθνικοαπελευθερωτικών εξεγέρσεων. Τόσο η Επανάσταση του 1821 όσο και η Εθνική Αντίσταση κατά των Γερμανοϊταλών αποτελούν δύο κορυφαίες και κρίσιμες νίκες του ελληνικού λαού για την ύπαρξη της Ελλάδας ως εθνικά ανεξάρτητης χώρας. Η δε σημασία τους αποκτά μεγαλύτερη βαρύτητα καθώς είναι γνωστό πως ο ελληνικός λαός και στις δύο ιστορικές στιγμές ήρθε αντιμέτωπος όχι μόνο με το αξιόμαχο και την υπεροπλία του αντιπάλου, αλλά και με μια σειρά «συμμάχους» που οραματίζονταν μια Ελλάδα κι ένα λαό ανίκανο να προασπίσει την ίδια του την ύπαρξη, ώστε να κατοχυρώσουν το ρητό του μεγάλου κήτους που πάντα θα τρώει το μικρό στην εξέλιξη της ανθρώπινης ιστορίας.
Αυτές οι επέτειοι δεν αποτέλεσαν νίκη κι επιβολή κανενός δικτάτορα αλλά τις κέρδισε επάξια ο ελληνικός λαός, με πολύχρονες μάχες και θυσίες. Μαζί μ’ αυτές κέρδισε και τη σημαία του, τον Ύμνο του και την παράδοση που θέλει η ιστορία να κερδίζεται στους δρόμους και όχι σε think tank και διευθυντήρια πολυεθνικών.
Θα ήταν, δε, εξαιρετικά διδακτικό για όσους έχουν αντικαταστήσει τη μέχρι τώρα ιστορία της ανθρωπότητας με αυτήν της ευρωπαϊκής και υπερατλαντικής ολοκλήρωσης, να ανατρέξουν στις κορυφαίες στιγμές της παγκόσμιας ιστορίας, όπου η λαϊκή νίκη στα πεδία των μαχών δόθηκε με την ύψωση της ματωμένης σημαίας. Η μπαρουτοκαπνισμένη σημαία της Γαλλικής Επανάστασης έγινε σύμβολο των μετέπειτα κομμουνάρων κι αναγνωρίστηκε από όλους τους λαούς ως σύμβολο αντίστασης κι «εφόδου στον ουρανό». Η σημαία της Οχτωβριανής Επανάστασης γίνεται η παντιέρα της παγκόσμιας αντιφασιστικής νίκης των λαών, σφραγίδα της ταφόπλακας του ναζισμού, όταν υψώνεται στο Βερολίνο. Όσο για την ελληνική σημαία, αυτή ξεκίνησε το 1821, για να περάσει το 1940 – 1945 από την Πίνδο και τον Υμηττό, να διασχίσει το 1949 το Γράμμο και το Βίτσι και να καταλήξει ματωμένη αλλά αλώβητη στην ετήσια πορεία του Πολυτεχνείου.
Η μοναδική σημαία που, σήμερα, επισείει την μήνι και δέχεται τα πυρά όλων των λαϊκών πορειών και διαδηλώσεων είναι η αμερικανική, γιατί αυτή για πάνω από μισόν αιώνα κυματίζει πάνω από κατοχικούς στρατούς και βομβαρδισμένους λαούς, υπενθυμίζοντας πως οι λαοί ακόμα έχουν πολύ δρόμο μέχρι την τελική νίκη.
Αλήθεια, αν οι παρελάσεις με τα υψωμένα λάβαρα ήταν φασιστικό κατάλοιπο που αναβίωνε με αφορμή τις επετείους, γιατί το ΕΑΜ θα αναβιώσει την παρέλαση της 25ης Μαρτίου μεσούσης της Κατοχής και θα καθιερώσει τον εορτασμό της 28ης Οκτωβρίου; Γιατί οι κατοχικές δυνάμεις και η ενδοτική κυβέρνηση θα προσπαθήσουν να καταστείλουν τους εορτασμούς;
«Ο εορτασμός της 28ης Οκτωβρίου αποφασίστηκε στις αρχές του Οκτώβρη 1941 σε μια συνεδρίαση του Γραφείου της ΚΕ της ΟΚΝΕ σε κάποιο σπίτι στην Κυψέλη… Την παραμονή της 28ης Οχτώβρη οι αρχές της κατοχής μετάδιναν από το ραδιόφωνο, δημοσίευαν στις εφημερίδες και είχαν τοιχοκολλήσει και στα κεντρικά σημεία της Αθήνας και των άλλων πόλεων της Ελλάδας ανακοινώσεις με τις οποίες απαγόρευσαν τις συγκεντρώσεις και τις κάθε είδους εκδηλώσεις την ημέρα αυτή, με ποινή επί τόπου εκτέλεση κλπ»…
«… Στις 11 ακριβώς έβλεπες να καταφθάνουν οι φάλαγγες από τους διάφορους τόπους προσυγκέντρωσης με τις ελληνικές σημαίες μπροστά… Χιλιάδες και χιλιάδες φοιτητές, μαθητές, εργάτες είχαν πλημμυρίσει την πλατεία Συντάγματος. Διάφοροι ομιλητές πήραν το λόγο… άλλοι κατέθεταν στεφάνια στον Αγνωστο Στρατιώτη… ενώ οι συγκεντρωμένοι… έψαλαν τον εθνικό ύμνο. Εκεί για πρώτη φορά ακούστηκε το σύνθημα “θάνατος στο φασισμό – λευτεριά στο λαό”… Μπροστά στον όγκο των συγκεντρωμένων – που θα ήταν πάνω από 5.000 – δεν τόλμησαν να επέμβουν οι χαφιέδες και οι καραμπινιέροι – ειδοποιήθηκε η ιταλική καβαλερία που άρχισε να χτυπάει τους διαδηλωτές».1
Όσο για την επέτειο της 25ης Μαρτίου αυτή γιορτάστηκε το 1942 για πρώτη φορά μέσα στην κατοχή με πρωτοβουλία του ΕΑΜ Νέων, όπως σημειώνεται στην Ιστορία της Εθνικής Αντίστασης 1940 – 1945.
«… Την άλλη μέρα, 25 του Μάρτη, χιλιάδες λαού κατεβαίνουν από τις πρωινές ώρες στους δρόμους για να τιμήσουν την επέτειο της εθνικής επανάστασης. Οι διαδηλωτές εργάτες, ανάπηροι, φοιτητές, μαθητές, υπάλληλοι και νοικοκυρές, κρατώντας ελληνικές σημαίες και λουλούδια και τραγουδώντας πατριωτικά τραγούδια συγκεντρώνονται στο μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτη. Εκεί μ’ επικεφαλής τους αναπήρους του ελληνοϊταλικού πολέμου… στεφανώνουν το μνημείο…, το ραίνουν με λουλούδια και ψάλλουν το εθνικό ύμνο. Οι Ιταλοί καραμπινιέροι χτυπούν τους διαδηλωτές… Οι συγκρούσεις… κράτησαν ως το απόγευμα».2
Τα παραπάνω καταδεικνύουν ότι ο εορτασμός των δύο επετείων ουδεμία σχέση και συγγένεια είχε με τις μεταξικές τελετές και παρελάσεις. Αντιθέτως, αποτελεί την απόλυτα λαϊκή έκφραση αντίστασης όχι μόνο στον ξένο κατακτητή, αλλά και στην ελληνική πολιτεία που στηρίζει τη φασιστική κατοχή. Οπως βλέπουμε δε μετέχουν μόνο ανάπηροι πολέμου αλλά εργαζόμενοι, μαθητές και φοιτητές σε μια προσπάθεια να ενωθεί η ιστορική μνήμη με το παρόν και να μεταλαμπαδευτούν οι αξίες της ανυπακοής και της αντίστασης στις μέλλουσες γενιές γι’ αυτό και δέχονται τις επιθέσεις της άρχουσας τάξης, η οποία στοιχίζεται πίσω από τις κατοχικές αρχές.
2. Πρέπει να καταργηθεί η συμμετοχή των μαθητών σε μια παρέλαση στην οποία συμμετέχει ο στρατός, προκειμένου να αποφευχθεί η ταύτιση της μαθητιώσας νεολαίας με μιλιταριστικές πρακτικές;
Εδώ οφείλει κανείς να εξετάσει προσεκτικά μια ενδεχόμενη θετική απάντηση, η οποία μπορεί να οδηγήσει στην ολοκληρωτική ακύρωση του περιεχομένου και της ουσίας των προαναφερόμενων γιορτασμών, οι οποίες έχουν τις ρίζες τους στην ιστορία ενός λαού που μάχεται για εθνική ανεξαρτησία και λαϊκή εξουσία.
Κατά τη διάρκεια του 2ου Παγκόσμιου Πολέμου, η Εθνική Αντίσταση γιορτάζει και τις δύο επετείους. Τόσο τα ένοπλα τμήματα όσο και οι πολίτες (ακόμα και ο ένοπλος λαϊκός κλήρος) λαμβάνουν μέρος στην προετοιμασία, στην περιφρούρηση και παρουσίαση των εορταστικών εκδηλώσεων.
Το περιεχόμενο και η φόρμα των δύο αυτών εορτασμών θα αλλάξει με την επικράτηση του ξενόδουλου αστικού κι εμφυλιακού κράτους. Μην μπορώντας οι νικητές να αγνοήσουν τις δύο εθνικές λαϊκές εξεγέρσεις αποφασίζουν να τις προσαρμόσουν στα δικά τους επινίκια, προκειμένου να υποθηκεύσουν και να χειραγωγήσουν τη μνήμη των μετέπειτα γενεών. Χρησιμοποιούν τον εθνικό στρατό ως φόβητρο στη λαϊκή έκφραση αντίστασης και υποχείριο της ξενόδουλης εξουσίας και τις μαθητικές παρελάσεις ως επιβεβαίωση της νίκης τους. Στόχος, η καταστολή ενός λαϊκού και ταξικά προσανατολισμένου κινήματος που υπερασπίζεται την εθνική ανεξαρτησία της χώρας, διασφαλίζοντάς τη με τη δημιουργία ενός στρατού, που μαζί με το λαό διεκδικούν την επαναστατική ανατροπή και την επιβολή της λαϊκής εξουσίας.
Αν είχε επικρατήσει το ΕΑΜ μετά το τέλος του 2ου Παγκόσμιου Πολέμου, θα μπορούσε να θεωρηθεί μιλιταριστική η παράδοση μιας παρέλασης λαού (συμπεριλαμβανομένων και των μαθητών) και στρατού στους γιορτασμούς εθνικών επετείων; Μπορεί να εξισωθεί η παρέλαση των χιτλερικών ενόπλων δυνάμεων και της Ναζιστικής Νεολαίας με αυτήν του Σοβιετικού Στρατού και του λαού μιας χώρας που σφράγισε την τύχη της Αντιφασιστικής Νίκης των λαών; Αν οι Ιρακινοί εκδιώξουν τα αμερικανικά στρατεύματα κατοχής από τη χώρα τους, θα αποτελέσει η παρέλαση της ιρακινής αντίστασης δείγμα ιμπεριαλιστικού μιλιταρισμού;
Η πρόταση του ΣΥΝ να καταργηθούν οι παρελάσεις μαθητών και να αντικατασταθούν από εκδηλώσεις «ουσιαστικής εμβάθυνσης» της ιστορικής μνήμης σε κλειστούς χώρους αποτελούν αναδιατύπωση του επιχειρήματος της άρχουσας τάξης, που επιδιώκει την κατάργηση των εορτασμών του Πολυτεχνείου και της Πρωτομαγιάς, στο όνομα μιας Νέας Τάξης Πραγμάτων και βαφτίζει την έκφραση της λαϊκής αντίστασης και της ταξικής πάλης παρελθούσα βαρβαρότητα. Ο κλειστός χώρος ενός σχολείου δεν εξασφαλίζει απαραίτητα την εμβάθυνση μιας σχολικής γιορτής στα ιστορικά γεγονότα, τη στιγμή που το εκπαιδευτικό σύστημα ελέγχεται από την ίδια αστική τάξη, η οποία από το 1944 έως σήμερα επιχειρεί ποικιλοτρόπως τη φίμωση της ιστορίας όλων των εθνικοαπελευθερωτικών και ταξικών κινημάτων. Οσο για τη σημειολογία της λαϊκής πορείας και συγκέντρωσης στους δρόμους της χώρας, αυτή σηματοδοτεί τη λαϊκή ενότητα και πολεμική που οδηγεί στην ανατροπή του υπάρχοντος συστήματος. Η απάλειψη και η αντικατάστασή της από πρακτικές real politic (ρεάλ πολιτίκ) σημαίνει την παραδοχή της καπιταλιστικής μονοκρατορίας και την υποταγή της «εφόδου στον ουρανό», στις αλυσίδες της ιμπεριαλιστικής βαρβαρότητας.
3. Θα μπορούσε, άραγε, να προσβληθεί ένας αλλοδαπός μετανάστης ή επισκέπτης από δημόσιους εορτασμούς της αντιφασιστικής νίκης στην Ελλάδα; Θα αισθανόταν θύμα ρατσισμού ένας Ελληνας τουρίστας στο Παρίσι κατά τη διάρκεια των εορτασμών της 14ης Ιουλίου;
Ναι, αν μιλάμε για θιασώτες του ναζισμού ή της λουδοβίκιας παλινόρθωσης. Η ιστορία έχει δείξει πως οι νίκες των λαϊκών και ταξικών κινημάτων είχαν παγκόσμια αίγλη και ταυτίστηκαν με τις νίκες των αντίστοιχων κινημάτων σε εθνικό επίπεδο. Ο Γκεβάρα, ο Φιντέλ, ο Αλιέντε ή ο Λουμούμπα δεν αποτελούν για τον ελληνικό λαό πορτρέτα ξένων εθνικιστών, αλλά συνειρμοί οικείων μορφών όπως αυτές του Λαμπράκη, του Σουκαντζίδη ή του Μπελογιάννη. Οι μόνοι που φοβούνται τις ηρωικές σελίδες ή τους ήρωες ενός λαού είναι οι εξουσίες και οι προσκυνημένοι που συγγράφουν τις μαύρες σελίδες της ιστορίας, προσπαθώντας να ξορκίσουν το αναπόφευκτο τέλος τους.
4. Ενας λαός γιορτάζει μόνο νίκες για να σηματοδοτήσει την επικράτησή του;
Επέτειοι όπως αυτές που προαναφέρθηκαν ή αυτές του Πολυτεχνείου και της Πρωτομαγιάς δε γιορτάζονται ως εκδικητικά κι επιδεικτικά επινίκια επιβολής μιας τάξης ή μιας ιστορικής φάσης έναντι μιας άλλης. Αποτελούν σταθμούς ωρίμανσης της ιστορίας ενός λαού και της ταξικής του πάλης σε εθνικό επίπεδο. Η Επανάσταση του 1821 αποτελεί νίκη του ελληνικού λαού, γιατί κατακτά την παραπέρα ιστορική του εξέλιξη, δημιουργώντας το δικό του εθνικό κράτος, έστω κι αν δεν μπορεί τελικά να αποτρέψει την ξένη επέμβαση σε αυτό. Η ελληνική Εθνική Αντίσταση αποτελεί, μετά την Οχτωβριανή Επανάσταση, μια από τις σημαντικότερες «εφόδους στον ουρανό» – έστω κι αν δεν έκοψε το νήμα – αφού καταφέρνει σε μικρό χρονικό διάστημα να δημιουργήσει ένα εθνικοαπελευθερωτικό κίνημα που να συσπειρώνει τη λαϊκή πλειοψηφία στην ταυτόχρονη διεκδίκηση της λαϊκής εξουσίας. Το Πολυτεχνείο θα αποτελέσει τον απόηχο και το συνδετικό κρίκο του ΕΑΜ με τα σύγχρονα λαϊκά κινήματα στη χώρα μας, ακόμα κι αν η μεταπολίτευση διαψεύσει τις ελπίδες για μια γενικότερη αλλαγή.
Όσο για την Πρωτομαγιά, οι πορείες των ανέργων στη Νάουσα, με αφορμή την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου, είναι η απόδειξη πως αυτοί που θα προασπίσουν αυτή τη φλούδα γης θα είναι οι ίδιοι που θα παλέψουν για να μην υποθηκευτεί το μέλλον ενός ολόκληρου λαού στα πειράματα της αστερόεσσας και ευρωενωσιακής γκιλοτίνας.
Οποιος σήμερα επιθυμεί την απαλοιφή της ιστορικής μνήμης τάσσεται με αυτούς που σήμερα βαφτίζουν τη σιωπή και την υποταγή πολιτισμό. Οποιος όμως διεκδικεί να εορτάζεται η ιστορική μνήμη όπως της πρέπει τότε γίνεται ένα με τους «κολασμένους» αυτής της γης που είναι ταγμένοι να επιστρέψουν τις αλυσίδες τους στους δεσμοφύλακές τους.
***
1. «Ιστορία της Εθνικής Αντίστασης 1940 – 1945», εκδόσεις «Αυλός», σελ. 324 – 326
2. «Ιστορία της Εθνικής Αντίστασης 1940 – 1945», εκδόσεις «Αυλός», σελ. 329 – 330
Πηγή: Ριζοσπάστης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου