Όταν μιλάμε για γραφειοκρατία ο νους
του καθενός πηγαίνει φυσικά στην κρατική
γραφειοκρατία, η οποία έχει συνδεθεί
με ποικίλα στερεότυπα, όπως σπατάλη,
αναποτελεσματικότητα και διαφθορά. Η
πάταξη επομένως όλων των ανωτέρω
δυσλειτουργιών θα επέλθει μόνο με τη
συρρίκνωση του κράτους και την αξιολόγηση,
εξου και η πρεμούρα με τις ιδιωτικοποιήσεις
και την απόσπαση ζωτικών για την κοινωνία
λειτουργιών από το κράτος και την απόδοσή
τους σε ιδιωτικούς οργανισμούς. Μπορεί
οι περισσότεροι να ενοχλούνται με τη
χρήση της λέξης “στερεότυπα”, μιας και
είναι εντελώς πεπεισμένοι ότι έτσι
έχουν τα πράγματα, δύσκολα όμως θα
προσκομίσουν αποδεικτικά στοιχεία που
να τεκμηριώνουν τις πεποιθήσεις τους.
Επειδή στην Ελλάδα δεν θεωρείται αναγκαίο
να υποστηρίζει κάποιος τις απόψεις του
με απτά στοιχεία, τα οποία είναι αρκετό
να υποκαθίστανται με αβανταδόρικες
ατάκες, ανεκδοτολογικά περιστατικά,
λογοδιάρροια και ακατάσχετη παραθυράτη
μπουρδολογία, θα προστρέξουμε πάλι στις
ΗΠΑ και στα δικά τους στατιστικά στοιχεία.
70% των αμερικανών συμφωνούν ότι η
κυβέρνηση είναι σπάταλη και αναποτελεσματική,
κι ότι το μισό από το ένα δολάριο που
πάει στα ασφαλιστικά ταμεία χάνεται
στο βόθρο της σπατάλης. Το Λογιστήριο
του Κράτους όμως έχει άλλη γνώμη. Το
ίδιο και η Έκθεση του Al Gore για
την Κυβερνητική Αποδοτικότητα που
εξέτασε ενδελεχώς όλα τα κλιμάκια της
κρατικής γραφειοκρατίας. Το εύρημα ότι
η σπατάλη συνοψίζεται σε λιγότερα από
δυο σεντ στο δολάριο δεν φαίνεται ότι
αρκεί να αναστρέψει πάγιες αντιλήψεις,
βαθιά ριζωμένες από τον βομβαρδισμό
δεκαετιών της ιδιωτικής προπαγάνδας
των ΜΜΕ.
Κι έτσι, εξ αιτίας του βομβαρδισμού
αυτού είναι αδιανόητο να βρεθεί έστω
και μια σταλιά χώρος να χωρέσει την
γραφειοκρατία του ιδιωτικού τομέα,
γραφειοκρατία η οποία μεταφράζεται
ομοίως σε σπατάλη, αναποτελεσματικότητα
και διαφθορά (έχει κανείς αντίρρηση ως
προς αυτό;). Μοιάζει σα σχήμα οξύμωρο,
αλλά γιαυτό ευθύνεται η προπαγάνδα και
όχι η πραγματικότητα. Η πληθώρα των
ερευνών σχετικά με την σύγκριση της
αποδοτικότητας των κυβερνήσεων και των
ιδιωτικών οργανισμών στην παροχή
δημόσιων αγαθών, όπως ενέργεια και νερό
δεν παρήγαγε κάποιο συγκεκριμένο
αποτέλεσμα υπέρ της μιας ή της άλλης
πλευράς, ούτε ως κόστος, ούτε ως ποιότητα.
Εκεί όμως που τα αποτελέσματα είναι
σαφή και με μεγάλη διαφορά υπέρ των
κρατικών παρόχων είναι στην υγεία και
την εκπαίδευση.
Το
ότι το αμερικανικό σύστημα
υγείας είναι εξωφρενικά
ακριβό και επιλεκτικό σε σύγκριση ας
πούμε με το βρετανικό είναι πασίγνωστο
και τεκμηριωμένο. Αντιστοιχεί στο
13.6% του ΑΕΠ, ενώ ο μέσος όρος
των 13 βιομηχανοποιημένων χωρών του ΟΟΣΑ
είναι στο 8.2%. Το ίδιο
ακριβώς συμβαίνει και με την ανώτατη
εκπαίδευση, όπου τα κόστη των ιδιωτικών
πανεπιστημίων είναι πάνω από τριπλάσια
σε σχέση με αυτά των δημοσίων και
πολιτειακών.
Τι
είναι αυτό όμως που ανεβάζει το κόστος
της ιδιωτικής περίθαλψης; Η γραφεικρατία!
Τα
διοικητικά κόστη στις ΗΠΑ απομυζούν 31
σεντ για κάθε δολάριο που δαπανάται
στην Υγεία, σε σύγκριση με 17 σεντ στον
Καναδά. Και πού οφείλεται αυτή η διαφορά;
Στη χαρτούρα και στο υπερβολικό προσωπικό.
Ο μεγαλύτερος πάροχος υγείας στη
Μασαχουσέτη απασχολεί 6682 άτομα για 2.7
εκ. συνδρομητές, πολύ περισσότερα απ'
ότι το κρατικό σύστημα υγείας του Καναδά
για 25 εκ. . Και γιατί χρειάζονται τόσοι
πολλοί; Όπως λέει ο Κρούγκμαν, όχι φυσικά
για να παρέχουν καλύτερες υπηρεσίες,
αλλά για να κινούν διαδικασίες ώστε να
μεταφέρουν τα κόστη σε οποιονδήποτε
άλλο εκτός της δικής τους εταιρίας.
Άλλοι
λόγοι είναι η επικάλυψη πολλών εταιριών
για τον ίδιο λόγο. Κάθε ιδιωτική
ασφαλιστική εταιρία πρέπει να διατηρεί
τα δικά της αρχεία και να αναπτύσσει το
δικό της σύστημα κάλυψης, τιμολόγησης
και πληρωμών. Κι αν στα έξοδα υπολογίσουμε
και το κέρδος, όλα αυτά προσθέτουν ένα
15%-25% στο ιδιωτικό ασφαλιστικό πρόγραμμα.
Αντιθέτως τα διοικητικά κόστη του
κυβερνητικού Medicair
ανέρχονται μόλις στο 3%.
Ας πάμε τώρα στην Εκπαίδευση.
Βάσει του γνωστού νεοφιλελεύθερου
μάντρα ότι ο ανταγωνισμός παρέχει
καλύτερες υπηρεσίες και σε χαμηλότερο
κόστος, θα έπρεπε τα ιδιωτικά πανεπιστήμια
στις ΗΠΑ να κατέβαζαν το κόστος όχι μόνο
το δικό τους, αλλά και των δημοσίων. Αυτό
που συνέβη όμως είναι ότι αντί να
κατεβάσουν το κόστος το ανέβασαν και
μάλιστα το πολλαπλασίασαν.
Για παράδειγμα, στο πολιτειακό πανεπιστήμιο
της Μινεσσότα, τα δίδακτρα ανέβηκαν
πάνω από δυο φορές στη δεκαετία, στα
13.500 δολάρια. Στα ιδιωτικά η αύξηση ήταν
μικρότερη, αλλά με δίδακτρα στα 30.000
δολάρια κατά μέσο όρο τα περιθώρια είναι
αντικειμενικά στενά.
Και ο λόγος της αποτυχίας; Πάλι η
γραφεικρατία και τα κόστη της!
Όπως φαίνεται στο παραπάνω γράφημα, οι
κάθετες μπάρες στ' αριστερά δείχνουν,
ενδεικτικά για το πανεπιστήμιο της
Μινεσσότα, το ποσοστό αύξησης του κόστους
την περίοδο 2001-2012 των διοικητικών
δαπανών, κατά 45% και των δαπανών που
σχετίζονται αποκλειστικά με τη διδασκαλία,
όπως μισθοί καθηγητών, εργαστήρια κλπ.,
κατά 15.6%. Η διαφορά είναι παραπάνω από
εμφανής. Την ίδια περίοδο η αύξηση των
φοιτητών είναι 22.4%,.
Οι καμπύλες στα δεξιά αναφέρονται σ'
όλα τα πανεπιστήμια συνολικά, τόσο στα
δημόσια, όσο και στα ιδιωτικά και δείχνουν
την αύξηση των διδάκτρων, κατά 92%, πολύ
παερισσότερο από την αύξηση του κόστους
της ιατρικής περίθαλψης (47%) και του
δείκτη τιμών καταναλωτή (27%). Από τη
σύγκριση των δυο αυτών γραφημάτων είναι
εμφανές πού πηγαίνουν τα δίδακτρα. Στη
διοίκηση και όχι στη διδασκαλία.
Θα μου αντιτείνετε όμως ότι αυτό δεν
αφορά τα ιδιωτικά πανεπιστήμια, αλλά
μόνο τα δημόσια. Είναι όμως λάθος. Διότι
η αναλογία διοικητικού προσωπικού προς
φοιτητές είναι μεγαλύτερη στα ιδιωτικά,
απ' ότι στα δημόσια: 9 διοικητικοί για
100 φοιτητές στα ιδιωτικά, 8, στα δημόσια.
Ειδικά για το Vanderbilt η
αναλογία φτάνει στους 64 διοικητικούς
ανά 100 φοιτητές, στο Rochester τους
40 και στο John Hopkins, τους 31.
Την περίοδο 1975-2005 ο αριθμός των διοικητικών
στα δημόσια πανεπιστήμια αυξήθηκε κατά
66%, ενώ στα ιδιωτικά κατά ...135%.
Και φυσικά οι πανεπιστημιακές διοικήσεις
έχουν και τα δικά τους golden
boys, με μισθούς που αγγίζουν το
εκατομμύριο. Και όπως μετά την κρίση τα
τραπεζικά golden boys συνέχισαν
να διεκδικούν και να λαμβάνουν τα χρυσά
τους bonus, με τα χρήματα
των φορολογουμένων αυτή τη φορά, κάτι
παρόμοιο συνέβη και στην πλειονότητα
των πανεπιστημίων. Οι διοικήσεις
προτίμησαν να παγώσουν τις προσλήψεις
και τους μισθούς του διδακτικού
προσωπικού, να κλείσουν τμήματα και να
απολύσουν διδάσκοντες, παρά να πειράξουν
έστω και ένα σεντ από τις παχυλές αμοιβές
τους.
Τα ιδιωτικά πανεπιστήμια εν τέλει
αποτέλεσαν κακή παρέα για τα δημόσια,
για το λόγο ότι τα ανάγκασαν να δρουν
με ιδιωτικο-οικονομικά κριτήρια. Δηλαδή
να πασχίζουν με όρους marketing
να προσελκύουν εξωτερικές χορηγίες
και φοιτητές, που σημαίνει να αναγκάζονται
να ξοδεύουν το 1/4 τουλάχιστον του
προυπολογισμού τους σε συμβούλους, σε
άσχετα meetings, σε κατάρτιση
στρατηγικών πλάνων, το περιεχόμενο των
οποίων ουδείς μπορούσε να θυμηθεί τον
επόμενο μήνα, σε επιτροπές επί επιτροπών
για θέματα που έπρεπε να εφευρεθούν
ώστε οι διοικήσεις να διατηρούν τα πόστα
τους και την ισχύ, σε διοικητικές
ιεραρχίες απίθανης κλιμάκωσης και
μηδενικής επαφής, σε κατασκευή πολυτελών
campus με πισίνες, τζακούζι,
τοίχους αναρρίχησης κλπ για να γητεύουν
φοιτητές και να κερδίζουν θέσεις στις
αξιολογήσεις των League Tables,
σε psychobubble σεμινάρια για
“την ενδυνάμωση του εσωτερικού κόσμου”
και “για το πώς να γίνεις επιτυχημένος”,
και σε ο,τιδήποτε μαρκετίστικο και εξω-εκπαιδευτικό.
Πάντως, όσοι σκέφτηκαν να εξομοιώσουν
την Εκπαίδευση και την Υγεία με συνήθη
προιόντα, θα πρέπει να απογοητεύτηκαν
γιατί τα συγκεκριμένα αποδείχτηκαν
εντελώς απείθαρχα και προδοτικά των
προσδοκιών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου