Εικοσιένα χρόνια NAFTA, οι καταστροφικές συνέπειες των συμφωνιών «ελεύθερου εμπορίου».
Με πλήρη μυστικότητα συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις για την υπογραφή της Διατλαντικής Εταιρικής Σχέσης Εμπορίου και Επενδύσεων, (Transatlantic Trade and Investment Partneship- TTIP). Σ΄ αυτές συμμετέχουν η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οι κυβερνήσεις των ΗΠΑ και του Καναδά, συνεπικουρούμενες από εκπροσώπους των μεγάλων διεθνικών μονοπωλίων και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.
Κέρδη χωρίς… εμπόδια
Στόχος της ΤΤΙΡ είναι η άρση κάθε υφιστάμενης ρύθμισης που περιορίζει τα δυνητικά κέρδη των πολυεθνικών εταιρειών των ΗΠΑ και της Ε.Ε. Για το σκοπό αυτό, προσβλέπει στη δημιουργία νέων αγορών, με το άνοιγμα του δημοσίου και των δημόσιων υπηρεσιών στον ιδιωτικό ανταγωνισμό. Επίσης, με την ΤΤΙΡ επιχειρείται η παράκαμψη των προβλημάτων που προκύπτουν στον Παγκόσμιο Οργανισμού Εμπορίου, απομονώνοντας την Κίνα, Ρωσία, Ινδία και λοιπές χώρες.
Το μέσον για την επίτευξη αυτών των στόχων είναι η περαιτέρω μείωση του «εργατικού κόστους», ως το όριο της εξόντωσης των εργαζομένων.
Σχετικά με το περιεχόμενο της ΤΤΙΡ και τις διαδικασίες για την σύναψη και υπογραφή της μπορείτε να διαβάσετε εδώ, το άρθρο που δημοσίευσε στις 29 Μαϊου ο «Ημεροδρόμος».
Καθώς, λοιπόν, τα μονοπώλια και οι κυβερνήσεις τους απεργάζονται, μέσω της ΤΤΙΡ, νέα δεσμά για την εργατική τάξη, αξίζει να δούμε τι απέδωσαν ανάλογες συμφωνίες για την «απελευθέρωση» του εμπορίου, όπως η Συμφωνία Ελευθέρου Εμπορίου της Βορείου Αμερικής (NAFTA), η οποία συμπλήρωσε ήδη εικοσιένα χρόνια*.
Τα «μεγάλα λόγια»
H NAFTA είχε υπογραφεί από τις ΗΠΑ, τον Καναδά και το Μεξικό και τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 1994. Τότε, οι υποστηρικτές της, θιασώτες του «ελεύθερου εμπορίου» μιλούσαν για μια συμφωνία που θα οδηγούσε στην άνοδο του εμπορίου, την τόνωση της ανάπτυξης, τη δημιουργία χιλιάδων θέσεων εργασίας και τη μείωση της παράνομης μετανάστευσης.
Η «Ουάσινγκτον Ποστ», στις 14/9/1993, εξέφραζε το θαυμασμό της για μια «σειρά νέων ευκαιριών και οφελών, που προσφέρει η NAFTA», η «Γουόλ Στριτ Τζόρναλ», στις 7/8/1992, δήλωνε τη χαρά της «με την ιδέα της ωφέλειας για τους καταναλωτές από τη μείωση των τιμών σε ένα ευρύ φάσμα προϊόντων», ενώ η «Λος Άντζελες Τάιμς», στις 29 Μαϊου 1993, εκτιμούσε ότι «η NAFTA θα δημιουργήσει πολύ περισσότερες θέσεις εργασίας απ΄ αυτές που θα καταστρέψει».
Όλες αυτές οι αίσιες προβλέψεις αφορούσαν μια εμπορική συμφωνία, που διέφερε σημαντικά από τις προηγούμενες. Μέχρι τότε, οι εμπορικές συμφωνίες είχαν ως αντικείμενο τη μείωση των τελωνειακών εμποδίων (φόροι, δασμοί, κ.λπ) και την αύξηση των ποσοστώσεων εισαγωγής. Με τη NAFTA, όμως, άλλαζαν τα δεδομένα, ισοπεδωνόταν κάθε εμπόδιο στην «ελεύθερη» κίνηση των εμπορευμάτων, ενώ σχηματιζόταν ένα ισχυρότατο πλαίσιο προστασίας των επενδυτών, αφού τους έδινε τη δυνατότητα να παρακάμπτουν τις εθνικές πολιτικές σχετικά με τις αμοιβές, την ασφάλιση και τα εργασιακά δικαιώματα των εργαζομένων.
Ας δούμε λοιπόν τώρα ποια είναι η απόσταση που χωρίζει τις προβλέψεις από την πραγματικότητα.
Οι βιομηχανίες… μετακομίζουν
Η απελευθέρωση της κίνησης κεφαλαίων, εμπορευμάτων, εργατικού δυναμικού και υπηρεσιών, συστατικό στοιχείο της NAFTA, είχε
ως συνέπεια την μαζική μετεγκατάσταση βιομηχανιών από τις ΗΠΑ στο
Μεξικό, όπου έβρισκαν φθηνότερα εργατικά χέρια. Ιδιαίτερα μεγάλος ήταν ο
αριθμός των βιομηχανιών παραγωγής τροφίμων που εγκατέλειψαν τις ΗΠΑ και
εγκαταστάθηκαν στο Μεξικό, όχι μόνο για τα φθηνότερα εργατικά χέρια,
αλλά και εξαιτίας ενός ακόμη λόγου: των μειωμένων στάνταρ ασφαλείας των
προϊόντων που ίσχυαν στο Μεξικό σε σχέση με τις ΗΠΑ.
Είναι
χαρακτηριστικό ότι το 1994 (χρονιά εφαρμογής της Συμφωνίας) μόνο μια
μεξικάνικη εταιρία παραγωγής βοείου κρέατος είχε δικαίωμα εξαγωγής στις
ΗΠΑ. Είκοσι χρόνια μετά οι εισαγωγές βοείου κρέατος στις ΗΠΑ, από το
Μεξικό και το Καναδά, αυξήθηκαν κατά 133%, ωθώντας στη χρεοκοπία
χιλιάδες μικρομεσαίους Αμερικανούς κτηνοτρόφους.
Θεαματική
ήταν εξάλλου η πορεία του εμπορικού ελλείμματος των ΗΠΑ με το Μεξικό
και τον Καναδά, το οποίο από 27 δις δολάρια το 1993, εκτινάχθηκε στα 177
δις το 2013!Σύμφωνα με τους
υπολογισμούς του Ινστιτούτου Οικονομικής Πολιτικής των ΗΠΑ, η αύξηση του
ελλείμματος στο εμπορικό ισοζύγιο με το Μεξικό είχε (από το 1994 ως το
2010) ως αποτέλεσμα την απώλεια 700.000 θέσεων εργασίας.
Ανεργία και φτώχεια
Όμως,
δεν μειώθηκε μόνο ο αριθμός των θέσεων εργασίας, αλλά και η ποιότητα
τους. Οι εργαζόμενοι στη βιομηχανία, που έχασαν τη δουλιά τους,
στράφηκαν στο ήδη κορεσμένο κλάδο των υπηρεσιών, όπου οι αμοιβές ήταν
μικρότερες και οι συνθήκες πιο επισφαλείς. Αυτή η στροφή είχε ως
αποτέλεσμα την πίεση στο ύψος των μισθών. Σύμφωνα με το Γραφείο
Στατιστικών της Εργασίας η μείωση του μέσου μισθού στις υπηρεσίες
ξεπέρασε το 20%. Βάσει των παραπάνω, γνωρίζοντας ότι ο μέσος Αμερικανός
εργαζόμενος έχει ετήσιο εισόδημα 47.000 δολάρια η απώλεια που υπέστη
ήταν 10.000 δολάρια. Αυτό εξάλλου εξηγεί γιατί ο μέσος μισθός στις ΗΠΑ
παραμένει στάσιμος εδώ και είκοσι χρόνια, ενώ σημειώθηκε μεγάλη αύξηση
της παραγωγικότητας της εργασίας.
Ένα άλλο επιχείρημα των υποστηρικτών της NAFTA, ήταν
ότι από την εφαρμογή της θα μειωθούν οι τιμές σε σειρά εισαγόμενων
προϊόντων και απ΄ αυτήν την εξέλιξη θα ωφεληθούν οι Αμερικανοί
εργαζόμενοι. Όμως, όπως αποδείχθηκε η αύξηση των εισαγωγών δεν
συνοδεύθηκε από μείωση τιμών. Για παράδειγμα στον τομέα των τροφίμων,
παρά τον τριπλασιασμό των εισαγωγών από το Μεξικό και τον Καναδά, οι
ονομαστικές τιμές των βασικών προϊόντων στις ΗΠΑ αυξήθηκαν (στο διάστημα
1994 ως 2014) κατά 67% , ενώ οι πραγματικοί μισθοί μειώθηκαν κατά
12,2%…
Το καλαμπόκι που… «σκοτώνει»
Βεβαίως δεν ήταν μόνον οι Αμερικανοί εργαζόμενοι που υπέστησαν τις καταστροφικές συνέπειες από τη NAFTA. Παραδείγματος
χάριν, η «απελευθέρωση» των εξαγωγών είχε ως συνέπεια να πλημμυρίσει το
Μεξικό από το φθηνό (λόγω κρατικών επιδοτήσεων και εντατικής
καλλιέργειας) αμερικάνικο καλαμπόκι.
Αν
σκεφθεί κανείς ότι το καλαμπόκι είναι η βάση της διατροφής του πληθυσμού
στο Μεξικό, τότε μπορεί να καταλάβει γιατί αυτή η εξέλιξη οδήγησε σε
αποσταθεροποίηση της αγροτικής οικονομίας της χώρας. Εκατομμύρια αγρότες
υποχρεώθηκαν να εγκαταλείψουν τις καλλιέργειες τους για να γίνουν
εργάτες γης με πολύ μικρότερο εισόδημα, η να αναζητήσουν την τύχη τους,
περνώντας τα σύνορα (νόμιμα, ή παράνομα), στις ΗΠΑ.
Φούντωσε η μετανάστευση
Ο Κάρλος Σαλίνας, πρόεδρος του Μεξικού το 1994, υποστήριζε ότι η NAFTA θα
οδηγούσε στη μείωση των μεταναστών, οι οποίοι κατά κύματα εγκατέλειπαν
τη χώρα, για να αναζητήσουν μια καλύτερη τύχη στις γειτονικές ΗΠΑ. «Το
Μεξικό προτιμά να εξάγει τα προϊόντα του, αντί τους πολίτες του», έλεγε ο
Σαλίνας και συμπλήρωνε ότι με τη NAFTA «οι
γείτονες μας έχουν δύο επιλογές: είτε να φιλοξενήσουν τις μεξικάνικες
ντομάτες, είτε τους Μεξικανούς μετανάστες, οι οποίοι θα καλλιεργήσουν
τις ντομάτες στις ΗΠΑ…». Και ιδού το αποτέλεσμα: το 1993 είχαν
μεταναστεύσει «νομίμως» στις ΗΠΑ 370.000 μετανάστες, το 2000 έφτασαν
τους 770.000. Ενώ, σύμφωνα με τα στοιχεία των Αμερικανικών αρχών, το
1993 ζούσαν «παρανόμως» στις ΗΠΑ 4.800.000 Μεξικανοί, ενώ το 2012
έφθαναν τα 11.700.000!
Το ψωμί… ψωμάκι
Παράλληλα,
η τιμή της τορτίγιας, του μεξικάνικου ψωμιού, αυξήθηκε από το 1994 ως
το 2004 κατά 279%! Μέσα σε είκοσι χρόνια οι τιμές των βασικών προϊόντων
επταπλασιάστηκαν ενώ ο κατώτατος μισθός τετραπλασιάστηκε. Ενώ η NAFTA υποσχόταν να τους φέρει ευημερία, τελικά το 50% των Μεξικανών ζει σήμερα κάτω από το όριο της φτώχειας.
Αξίζει ακόμη να σημειωθεί ότι κατά την εικοσαετία εφαρμογής της NAFTA (1994- 2014) το
κατά κεφαλήν Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν του Μεξικού αυξήθηκε μόνο κατά
24%. Σημειώνεται ότι την εικοσαετία 1960- 1980 η αντίστοιχη αύξηση ήταν
102%. Πράγμα που σημαίνει ότι αν το Μεξικό συνέχιζε με εκείνο το ρυθμό
θα είχε σήμερα ένα βιοτικό επίπεδο ανάλογο των ευρωπαϊκών χωρών…
* Στοιχεία για το παρόν άρθρο, αντλήσαμε από το άρθρο της Lori M. Wallach, διευθύντριαςς του Public Citizen’s Global Trade Watch, στη «Le Μonde Diplomatique» (Ιούνιος 2015).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου