Το νομοσχέδιο, νόμος πια, για τη νομική αναγνώριση της
ταυτότητας φύλου υπήρξε μια καλή ευκαιρία για διεκδίκηση ευσήμων
προοδευτικότητας, όπως θα είναι και η νομοθετική ρύθμιση για νομιμοποίηση της
χρήσης της φαρμακευτικής κάνναβης που προτίθεται να φέρει στη Βουλή η κυβέρνηση,
αλλά και κάθε παρόμοια νομοθετική πρωτοβουλία της που αναγνωρίζοντας τυπικά
δικαιώματα σε ιδιαίτερες μειονότητες συμβάλλει στον θεωρητικό εξοπλισμό του
συστήματος για δικαίωση του χωρίς να
αμφισβητούνται οι υλικές βάσεις του. Κι αν είναι θετική βέβαια η επέκταση
τυπικών αστικών δικαιωμάτων είναι όμως και ύποπτη η σκοπιμότητά της που
κατακερματίζει και τελικά ακυρώνει κάθε δυνατότητα καθολικής κοινωνικής
απελευθέρωσης.
Και οι υπόλοιποι αστοί, δοθεισών τέτοιων και άλλων ευκαιριών, δεν κάνουν άλλο από το να δημοσιοποιούν προβληματισμούς και αμφισβητήσεις που διαφορετικά θα περιορίζονταν στους μικρόκοσμούς τους, επιδεικνύοντας πολλές φορές τον πλούτο των ιδεών τους ή ακριβέστερα το ρεπερτόριο των λέξεών τους, ενώ στην πραγματικότητα δεν έχουν να πουν και πολλά πράγματα. Ακόμα κι αν μοιάζει να μην αδιαφορούν για τα βάσανα του κόσμου και τις προσπάθειές του φαίνεται όμως πως ελάχιστα συμμετέχουν σ’ αυτά. Γιατί απλώς η κοινοποίηση απόψεων, ενισχυμένες με ενδιαφέρουσες θεωρίες και αναλύσεις, που αναζητούν και αναδεικνύουν ως αιτία της πολύπλευρης εξαθλίωσης της ζωής μας την καπιταλιστική οργάνωση της παραγωγής, στις περισσότερες περιπτώσεις ενισχύει μόνο την αυταπάτη της συμμετοχής σε αγώνες, όταν δεν συνοδεύεται από συγκεκριμένες πράξεις και δράσεις. Κι ίσως γι’ αυτό κι όταν συμμετέχουν στις προσπάθειες των εργαζομένων πολλοί κοιτάζουν γρήγορα να φύγουν για να ξαναγυρίσουν στην δική τους ιδιαίτερη δράση τους .
Όλα αυτά τα χρόνια, που ταυτίστηκαν
με τα μνημόνια, γίνεται όλο και πιο εμφανής η ταξική διαφοροποίηση, ακόμα κι αν
δεν ονομάζεται. Ένας ολόκληρος κόσμος εργαζομένων που φυτοζωεί και ένας εξίσου
μεγάλος αριθμός ανέργων που καθημερινά αγωνίζεται κυριολεκτικά για τον επιούσιο
μοιάζει να είναι αόρατοι ή το πολύ-πολύ σκιές που οι θεωρητικές ξιφομαχίες ή
αγώνες ρητορικής ακόμα και καλοπροαίρετων αστών δεν τους αγγίζουν. Ίσως γιατί
ακόμα και οι πιο μεγαλόψυχοι αστοί έχουν
τη διάθεση να δίνουν στη σκέψη τους μια προνομιακή θέση, που συνηθέστατα είναι
γι’ αυτούς ολότελα βολική. Φαίνεται πως
όταν σκέφτονται κάτι, αυτό θεωρούν πως είναι το παν. Και όσο ευρύτερο είναι το πεδίο της σκέψης τους, τόσο πιο ασήμαντος τους
φαίνεται ο κόσμος που δρα. Κι ακόμα κι
όταν πολλοί παίρνουν μέρος σε αγωνιστική δράση κοινωνικής αλληλεγγύης, μάλλον οι πιο έξυπνοι
το βλέπουν σαν ένα ακόμα είδος αντίποινα
του πνεύματος εναντίον της θριαμβεύουσας βλακείας, τους νοιάζει περισσότερο να γελάσουν κάτω από τη μύτη των άλλων.
Είναι που δεν έχουν να χάσουν και
πολλά. Ανήκοντας στην τάξη των αστών με τους αντίστοιχους αστικούς τίτλους
ευγενείας –πτυχία διακεκριμένων πανεπιστημίων, μεταπτυχιακά, διδακτορικά- ακόμα
κι αν κάποια στιγμή φανεί πως στρέφονται εναντίον της τάξης τους, πάντα
ανοιχτές είναι οι πόρτες για επιστροφή. Όπως σε κάποια αμερικάνικη ταινία της
δεκαετίας του ’80, που κάποιο από τα περιφερειακά κανάλια είχε προβάλλει. Ο ήρωας
της ταινίας, νεαρός αστός λευκός που παριστάνει τον νέγρο, πιθανόν για να
σφετεριστεί κάποια υποτροφία, όταν αποκαλύπτεται και ο νέγρος καθηγητής του
βρίσκει θετικό πως με την πλαστοπροσωπία τουλάχιστον βίωσε και κατάλαβε τις δυσκολίες
της ζωής των νέγρων παραδέχεται την αδυναμία να νιώσει τη ζωή τους, γιατί
οποιαδήποτε στιγμή αν δυσκόλευαν πολύ οι
καταστάσεις θα μπορούσε να ξαναποκτήσει την πραγματική του ταυτότητα με όλα της
τα προνόμια. Ε, λοιπόν ο τακτοποιημένος αστός δεν πρόκειται ποτέ να μάθει πώς
είναι καμωμένοι αυτοί που αναγκάζονται να ζουν σε συνεχή ανασφάλεια εργασίας, στέγης, ακόμα
και τροφής. Ακόμα κι αν τους γνωρίσει θα
είναι πάντοτε ξένοι. Μπορεί να μάθει τι
κάνουν, τι θέλουν, τι σκέπτονται κι ακόμα τι υποφέρουν. Δεν μπορεί όμως
να τα νιώσει, γιατί ακριβώς δεν βιώνει τις εκμεταλλευτικές σχέσεις παραγωγής με
τον ίδιο τρόπο.
Γι’ αυτό ακόμα και όλες αυτές οι διανοητικές έγνοιες, οι
θεωρητικές συζητήσεις που οι περισσότερες υπερίπτανται της υλικής
πραγματικότητας, όλοι αυτοί οι θόρυβοι των
κούφιων σπαθιών που ξιφομαχούν –σαν τούτο το ιστολόγιο, σαν άλλα τουίτερ- δεν μοιάζουν
μια απλή μελοδραματική επίδειξη; Μ’ αυτό τον τρόπο προσπαθούμε να μην
καταρρεύσουμε, να δείξουμε πως είμαστε ζωντανοί, τόσο ζωντανοί που προχωρούμε
πάνω σ’ αυτούς που αγωνίζονται, αφού
πρώτα τους ληστεύουμε;
Οι διανοούμενοι, που καλλιεργούν
την αδιάλλακτη μισαλλοδοξία του πνεύματος, υποδουλώνοντάς το διαδοχικά σε «πιστεύω»
που τρέφει τον εγωισμό τους, με τα ρουθούνια τους να οσφραίνονται τον παραβάτη
που δεν δέχεται τα δικά τους πιστεύω, δεν πιστεύουν παρά μόνο με τα χείλη κι
αποφεύγουν το βάρος των υποχρεώσεων. Χάσαμε την έννοια των αξιών της ζωής και
οι πιο σοβαρές αξίες της ζωής κατάντησαν παιχνίδια. Κι απομένει μια
προφυλαγμένη αρετή μέσα σε γραφεία και σαλόνια που δεν κινδυνεύει να πάρει θέση
στην πραγματική ζωή. Κι ίσως γι’ αυτό μέσα στη μάζα αυτών που ισχυρίζονται πως
είναι επαναστάτες δεν υπάρχουν παρά ελάχιστοι
που είναι έτοιμοι για δράση. Για τους περισσότερους αυτό σημαίνει μόνο συζήτηση πάνω στη θεωρία. Και δεν
πρόκειται να τελειώσουν τη συζήτηση, βρίσκοντας πως είναι απαλλαγμένοι από τον τομέα της δράσης εφόσον η πράξη είναι
πάντοτε λίγο πολύ συμβιβασμός.
Μόνο που τα ταξικά συμφέροντα υπάρχουν
αντικειμενικά, και η κατάργηση του καπιταλισμού είναι στόχος αντικειμενικός για
την εργατική τάξη, ανεξαρτήτως του
επιπέδου συνειδητοποίησής, για να πάψει να είναι αντικείμενο εκμετάλλευσης. Κι
αν η λογική πολλών αστών ενστερνίζεται την επαναστατική θεωρία όπου θα
στηριχτεί το επαναστατικό κίνημα, στο «δια ταύτα» όμως αρχίζουν οι ενστάσεις
και αμφισβητήσεις. Ακόμα κι όταν γίνεται αποδεκτό ότι «το ρόλο του
πρωτοπόρου αγωνιστή μπορεί να τον εκπληρώσει μόνο ένα κόμμα που καθοδηγείται
από πρωτοπόρα θεωρία» η ανάπτυξη
έντονης κριτικής για το ρόλο και τις θέσεις του Κομμουνιστικού Κόμματος πολλές φορές
έχει κανείς την εντύπωση πως γίνεται με στόχο την υπονόμευσή του. Κι αν είναι πάντα στόχος το κομμουνιστικό κόμμα είναι
που αποτελεί την πιο συγκροτημένη και οργανωμένη αντικαπιταλιστική δύναμη και
επομένως και δύναμη του κοινωνικού μετασχηματισμού. Κι αν η καλής πίστης κριτική πρέπει να προβληματίζει, όταν αυτή περνά
στο επίπεδο του χλευασμού δεν μπορεί παρά, το λιγότερο, να θεωρηθεί σαν τρόπος να κρυφτεί μια
παραίτηση κάτω από δικαιολογίες, με δικαιολογίες που εγκωμιάζουν κιόλας την
παραίτηση. Ένας κόσμος –ο αστός
που διανοείται -γεμάτος σύγχυση που το έχει βάλει στα πόδια για να μην δράσει.
Σωστή έφοδος προς την πόρτα εξόδου από πεδία ναρκοθετημένα, που απειλούν με
αλλαγή τη ζωή του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου