Από
τις αρχές του προηγούμενου αιώνα υπήρχαν αντιδραστικές φωνές, που
αντιμετώπιζαν τη νεαρή εργατική τάξη ως σκλάβους που θα έπρεπε πρωί και
νύχτα, κάθε μέρα και όλες τις ώρες, να είναι στη δούλεψη του εργοδότη.
Σημαντική κατάκτηση, αποτέλεσμα των εργατικών αγώνων εκείνης της περιόδου, ήταν η Κυριακή να χαρακτηριστεί με νόμο αργία. Από τότε μέχρι σήμερα βρίσκεται συνεχώς στο στόχαστρο των μεγαλοεπιχειρηματιών η «απελευθέρωσή» της. Μέσα από διάφορες εξαιρέσεις, όπως π.χ. από τους κλιβάνους συνεχούς λειτουργίας, τη μηχανική παρασκευή μεταλλευμάτων, τη φύλαξη χώρων και οργανισμών, αλλά και το τσεκούρωμα της μισθολογικής προσαύξησης κατά 75% για την κυριακάτικη εργασία, την εκχώρηση του δικαιώματος σε Περιφέρειες να αποφασίζουν πότε και πώς θα ανοίγουν τα μαγαζιά, έως και τον τελευταίο νόμο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ για 6 μήνες ανοιχτά μαγαζιά, η Κυριακή αργία «ξηλώνεται» βήμα - βήμα και με σχέδιο.
Η
προσπάθεια κατάργησης της Κυριακής αργίας δεν μπορεί να εξεταστεί
χωριστά από τους νόμους που πέρασαν για τη ρύθμιση του χρόνου εργασίας,
ιδιαίτερα από τη δεκαετία του '90 μέχρι σήμερα. Νόμοι που απορρέουν από
την πολιτική που συνδιαμορφώνουν στην ΕΕ οι κυβερνήσεις των κρατών -
μελών της, ως έναν βασικό μοχλό έντασης της εκμετάλλευσης. Είναι το
έδαφος πάνω στο οποίο πάτησαν όλες οι ανατροπές των εργασιακών σχέσεων, η
«διευθέτηση» του χρόνου εργασίας, ο πολλαπλασιασμός κάθε είδους
«ευέλικτης» απασχόλησης.
Οι εμποροϋπάλληλοι έχουν δει στις πλάτες τους να οικοδομούνται κατά βάση όλες οι αντεργατικές «καινοτομίες» στη χώρα μας. Τα επιχειρήματα σε κάθε περίοδο ήταν διαφορετικά, ανάλογα με την πίεση που ασκούσε το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα, αλλά και τις επιδιώξεις του εμπορικού και όχι μόνο κεφαλαίου, τις οποίες φρόντιζε προπαγανδιστικά να τις εμφανίζει ως ωφέλιμες για τους εργαζόμενους.
Για παράδειγμα, έλεγαν χρόνια πριν πως η ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων θα βοηθήσει στη συνολική απασχόληση, θα μειώσει την ανεργία. Τα τελευταία χρόνια είμαστε όλοι μάρτυρες της τραγικής κατάστασης που κυριαρχεί σε κλάδους όπου βασιλεύουν οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις.
Ο μισθός και το μεροκάματο, ο σταθερός ημερήσιος εργάσιμος χρόνος (8ωρο - 7ωρο), γκρεμίστηκαν. Οσες θέσεις σταθερής εργασίας είχαν απομείνει αντικαταστάθηκαν με συμβάσεις προσωρινής δουλειάς ή ημιαπασχόλησης και παράλληλα αυξήθηκε κατά πολύ η ανεργία. Στην αντίπερα όχθη, ωφελήθηκαν οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι, που είδαν τα κέρδη τους να πολλαπλασιάζονται από την κατακόρυφη ένταση της εκμετάλλευσης.
Η αύξηση του τζίρου των επιχειρήσεων αναδεικνύεται κάθε φορά ως ένα από τα βασικά επιχειρήματα ώστε να χτυπηθεί η Κυριακή αργία. Η αναθέρμανση ή η ανάκαμψη του τζίρου των εμπορικών καταστημάτων, μέσω των διαφόρων μέτρων που «απελευθέρωναν» τη λειτουργία τους τις Κυριακές, αποδείχθηκε σαθρό επιχείρημα, καθώς τα στοιχεία δεν επιβεβαιώνουν τη σύνδεση των ανοιχτών καταστημάτων τις Κυριακές με την αύξηση του τζίρου.
Από την άλλη, ακόμα κι αν υπήρχε αύξηση του τζίρου, αυτό δεν πρέπει να ενδιαφέρει τους εργαζόμενους, καθώς η μεγιστοποίηση των κερδών των καταστημάτων είναι ζήτημα ξένο προς τα συμφέροντα και τις διεκδικήσεις τους. Πολύ περισσότερο που τα κέρδη βγαίνουν από τη δουλειά τους, ενώ οι μισθοί μειώνονται σχετικά και απόλυτα, άρα δεν έχουν όφελος, έχουν χασούρα. Γι' αυτό οι εργαζόμενοι δεν θα πρέπει να είναι δέσμιοι του τζίρου, γιατί αυτό σημαίνει να βρίσκονται ανά πάσα ώρα και στιγμή έρμαια στις ορέξεις της μεγαλοεργοδοσίας, να μπαίνουν σε συζητήσεις για την κατάργηση της Κυριακής αργίας ή ποσοστώσεων αυτής, πού θα μένουν τα καταστήματα ανοιχτά. Αυτό άλλωστε είναι και αίτημα της εργοδοσίας, με την οποία συμβαδίζει η πλειοψηφία της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Υπαλλήλων Ελλάδας (ΟΙΥΕ).
Η αύξηση του τζίρου ως επιχείρημα αποτελεί σταθερά το βασικό πλεονέκτημα των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων έναντι και των μικρών εμπόρων και των αυτοαπασχολούμενων, τους οποίους συνθλίβουν μέσω του ανταγωνισμού, οδηγώντας τους σε λουκέτο, χρέη και ανεργία.
Από τα στοιχεία όσον αφορά τον τζίρο, φανερώνεται μια ακόμα πλευρά που όμως επιχειρηματικοί όμιλοι, κυβερνήσεις και τα πρόθυμα ΜΜΕ δεν τολμούν να αναφέρουν: Ο χαμηλός τζίρος κατά την περίοδο των ανοιχτών Κυριακών ή κατά την περίοδο των τακτικών και ενδιάμεσων εκπτώσεων, οι ανικανοποίητες προσδοκίες των εμπόρων από τις καταναλωτικές φιέστες των «Λευκών Νυχτών» και των «Black Fridays», αποδεικνύουν πως το πρόβλημα δεν είναι οι τάχα λίγες ώρες ή μέρες που είναι ανοιχτά τα μαγαζιά. Το τσάκισμα των μισθών, των συντάξεων, η ανυπαρξία συμβάσεων σε μια σειρά κλάδους, τα 300 - 400 ευρώ που πληρώνονται εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι (πολλοί από αυτούς στον κλάδο του Εμπορίου), αποτελούν επιπλέον βασικές πλευρές που τα μαγαζιά δεν έχουν κίνηση και παράλληλα αποτελούν δείκτη εξαθλίωσης και αύξησης της εκμετάλλευσης. Γιατί τα μονοπώλια του κλάδου, τα πολυκαταστήματα, οι μεγάλες αλυσίδες, έχουν τη δυνατότητα να ρίχνουν τις τιμές των προϊόντων. Σ' αυτόν τον ανταγωνισμό οι μικροί δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν, να μειώσουν τις τιμές πιο χαμηλά από τους μεγάλους, τα μονοπώλια. Ετσι, τους παίρνουν μερίδια από την αγορά. Γιατί οι εργαζόμενοι, με τους τσακισμένους μισθούς, ψάχνουν να αγοράσουν φτηνά προϊόντα, ακόμη και τα στοιχειώδη, όπως τα διατροφικά, άρα ψωνίζουν από τους μεγάλους.
Η
ελευθερία, όταν πιάνεται στο στόμα των εκμεταλλευτών, αποκτά ταξικό
πρόσημο. Σου λένε, είναι «ελευθερία» να μπορεί το κάθε μαγαζί να ανοίγει
όποτε θέλει και όπου θέλει, και από την άλλη οι εργαζόμενοι -
«καταναλωτές» να έχουν την «ελευθερία» να αγοράζουν όποτε θέλουν και
όπου θέλουν.
Είναι έτσι; Τι σημαίνει στην πραγματικότητα το επιχείρημα πως η Κυριακή είναι η μοναδική μέρα που απομένει για να αγοράσουν οι εργαζόμενοι ό,τι δεν πρόλαβαν τις προηγούμενες μέρες; Γιατί οι εργαζόμενοι έχουν άστατο και ακανόνιστο ωράριο και δεν μπορούν να αγοράσουν τις καθημερινές ή το Σάββατο; Δεν αρκούν τα απογεύματα ή το συνεχές ωράριο των 72 ωρών που έχουν τα μεγαλοκαταστήματα, ύστερα από τις ανατροπές στον εργάσιμο χρόνο τη δεκαετία του '90;
Γιατί ο ελεύθερος χρόνος των εργαζομένων περιορίζεται σε μια Κυριακή; Στην ουσία ομολογούν τις συνέπειες στη ζωή του εργαζόμενου λαού από την αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων και τις ανατροπές στον εργάσιμο χρόνο, δηλαδή την κατάργηση του πενθήμερου σε αρκετούς κλάδους και χώρους δουλειάς, τη μετατροπή του Σαββάτου σε μια τυπική εργάσιμη μέρα, τα εξαντλητικά ωράρια των 10-12 ωρών, το συνεχές τρέξιμο από την προσπάθεια συμπληρώματος του εισοδήματος με δεύτερη ή τρίτη δουλειά του ποδαριού.
Ενας ακόμη παράγοντας ανυπαρξίας - ουσιαστικά - ελεύθερου χρόνου των εργαζομένων είναι η ενασχόληση με τα παιδιά και τους υπερήλικες, αφού δεν υπάρχει ούτε στοιχειώδης κρατική μέριμνα παροχής τέτοιων κοινωνικών υπηρεσιών στα εργατικά - λαϊκά νοικοκυριά, λόγω δραστικών περικοπών των κρατικών κονδυλίων. Εχουν ιδιωτικοποιηθεί και οι τσακισμένοι μισθοί δεν φτάνουν για να καλύψουν τέτοιες ανάγκες, έτσι τις αντιμετωπίζουν τα ίδια τα νοικοκυριά.
Η δουλειά εφτά μέρες τη βδομάδα τσακίζει την όποια υποψία ελεύθερου χρόνου που υπάρχει σήμερα, σε όσους εργάζονται τις υπόλοιπες έξι μέρες. Αυτό δεν αφορά μόνο τους εργαζόμενους στο Εμπόριο, αλλά και εργατικές οικογένειες που έχουν ως μέλος τους έναν και μόνο εμποροϋπάλληλο. Η μοναδική μέρα που υπήρχε και μπορούσε να αφιερωθεί στην οικογένεια, στα παιδιά, στη μεταξύ τους επαφή, γίνεται αντικείμενο πλουτισμού των επιχειρηματικών ομίλων, χαρίζεται στα μονοπώλια.
Αν σταθεροποιηθεί το άνοιγμα των εμπορικών καταστημάτων τις Κυριακές και αυτές κατοχυρωθούν ως εργάσιμες, τότε θα οδηγηθούμε αργά ή γρήγορα σε γενικευμένη εφαρμογή της 7ήμερης εργασίας, θα ακολουθήσει ντόμινο σε κλάδους που συνδέονται με το Εμπόριο ή ζουν από την κίνηση στην αγορά.
Η
σχεδιασμένη κατάργηση της Κυριακής αργίας συνοδεύεται με μεγάλες
καθυστερήσεις στις καταβολές μισθών, με απλήρωτες υπερωρίες και ρεπό που
δεν δίνονται, με αύξηση της εντατικοποίησης της εργασίας, με ολοένα και
λιγότερους εργαζόμενους, ιδιαίτερα σε σούπερ μάρκετ και
πολυκαταστήματα, να «βγάζουν» πολλαπλάσια δουλειά, γεγονός που οδηγεί σε
αύξηση των εργατικών «ατυχημάτων» και των επαγγελματικών ασθενειών.
Ο αγώνας των εργαζομένων για τη νομοθετική κατοχύρωση της Κυριακής αργίας, όσο κι αν φαίνεται η διεκδίκηση να έχει σχετική αυτοτέλεια, δεν είναι αποκομμένος από άλλες πλευρές που εντείνουν την εκμετάλλευση. Δεν είναι ξεχωριστό μέτωπο από τη γενικότερη πάλη για Συλλογικές Συμβάσεις που θα ανακουφίζουν τους εργαζόμενους, που θα αποτελούν συνολικό δίχτυ προστασίας όχι μόνο για το μισθό αλλά και για τον εργάσιμο χρόνο. Είναι αγώνας για την κατάργηση του νομοθετικού πλαισίου που επιβάλλει τη «διευθέτηση» του ημερήσιου εργάσιμου χρόνου και την «ευέλικτη» απασχόληση, δένεται με την κατάργηση του ωρομίσθιου και της μερικής απασχόλησης, με τη μετατροπή των συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου, με το κεντρικό αίτημα για σταθερή και μόνιμη δουλειά για όλους. Είναι συνολικός αγώνας για τα όρια της εργάσιμης μέρας, με βάση τις ανάγκες του εργαζόμενου, του δικαιώματός του στην ξεκούραση.
Για να βγουν τα πραγματικά αιτήματα των εργαζομένων στο προσκήνιο, να πιέσουν επιχειρηματικούς ομίλους και το πολιτικό προσωπικό τους, πρέπει να νικηθούν οι δυνάμεις του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού που δρουν στο παρασκήνιο και θάβουν κάθε υποψία αγώνα ο οποίος στρέφεται ενάντια στα αφεντικά τους. Αποτελούν ένα ολιγομελές διαπαραταξιακό (ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ, δυνάμεις ΣΥΡΙΖΑ) συνονθύλευμα εργατοπατέρων, που μέσω εργοδοτικών μηχανισμών και νοθείας ελέγχει τους συσχετισμούς, εκφράζοντας ό,τι πιο σάπιο υπάρχει στο συνδικαλιστικό κίνημα.
Η ανυπαρξία τους στις πρόσφατες Πρωτομαγιάτικες συγκεντρώσεις και στην απεργία στις 30 Μάη είναι εικόνα που δεν σβήνει. Στην ΟΙΥΕ, μέσω της απόφασης για απεργία διαρκείας, επιχειρούν να δώσουν χτύπημα στο όπλο της απεργίας, να το απαξιώσουν. Κοντεύουν 2 μήνες από την απόφαση που πήραν για απεργία διαρκείας έως τον Οκτώβρη και δεν έχουν οργανώσει μία κινητοποίηση, μία απεργιακή συγκέντρωση! Οι δυνάμεις τους δε στους εργασιακούς χώρους, που λένε ότι τάχα νοιάζονται για τους εργαζόμενους και ότι τάχα αυτοί τους υπερψηφίζουν κατά χιλιάδες, δεν έχουν ψελλίσει καν τη λέξη «απεργία», δεν έχουν βγάλει μια ανακοίνωση. Είναι συνειδητοί απεργοσπάστες και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, καθώς αποτελούν το διευθυντικό κομμάτι των σούπερ μάρκετ.
Τα αιτήματα για νομοθετική κατοχύρωση της Κυριακής αργίας και μείωση του εργάσιμου χρόνου, με παράλληλη αύξηση των μισθών, συμβάλλουν ως στόχοι πάλης τόσο στην άμεση ανακούφιση των εργαζομένων όσο και στην ανάδειξη της αναγκαιότητας για την απελευθέρωσή τους από την καπιταλιστική εκμετάλλευση.
Οι απεργίες στις 24 Ιούνη και στις 15 Ιούλη μπορούν να αποτελέσουν βήμα για καλύτερη επαφή των σωματείων με περισσότερους εμποροϋπαλλήλους, για ανάπτυξη αγωνιστικών δεσμών, για να πυκνώσουν οι εστίες αγώνα που αμφισβητούν στην πράξη τούς επιχειρηματικούς σχεδιασμούς. Η αγανάκτηση που υπάρχει σε χιλιάδες συναδέλφους δεν μπορεί να μείνει στο σιχτίρισμα ή σε μια τηλεφωνική καταγγελία, απ' αυτές που κατά δεκάδες γίνονται στα σωματεία.
Πραγματική και ουσιαστική απάντηση θα έρθει όταν η αγανάκτηση δεθεί με την οργάνωση, με τη συμμετοχή, την αγωνιστική διεκδίκηση, ιδιαίτερα στους μεγάλους χώρους δουλειάς, όταν θα υπάρχει αποφασιστικό μέτωπο απέναντι σε εργοδοσία, κυβέρνηση και όσους υπερασπίζονται το σύστημα της εκμετάλλευσης. Σε αυτήν τη ρότα έχουμε πολλή δουλειά ακόμα.
Σημαντική κατάκτηση, αποτέλεσμα των εργατικών αγώνων εκείνης της περιόδου, ήταν η Κυριακή να χαρακτηριστεί με νόμο αργία. Από τότε μέχρι σήμερα βρίσκεται συνεχώς στο στόχαστρο των μεγαλοεπιχειρηματιών η «απελευθέρωσή» της. Μέσα από διάφορες εξαιρέσεις, όπως π.χ. από τους κλιβάνους συνεχούς λειτουργίας, τη μηχανική παρασκευή μεταλλευμάτων, τη φύλαξη χώρων και οργανισμών, αλλά και το τσεκούρωμα της μισθολογικής προσαύξησης κατά 75% για την κυριακάτικη εργασία, την εκχώρηση του δικαιώματος σε Περιφέρειες να αποφασίζουν πότε και πώς θα ανοίγουν τα μαγαζιά, έως και τον τελευταίο νόμο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ για 6 μήνες ανοιχτά μαγαζιά, η Κυριακή αργία «ξηλώνεται» βήμα - βήμα και με σχέδιο.
Κόντρα σε κάθε προσπάθεια διεμβολισμού της Κυριακής αργίας
Οι εμποροϋπάλληλοι έχουν δει στις πλάτες τους να οικοδομούνται κατά βάση όλες οι αντεργατικές «καινοτομίες» στη χώρα μας. Τα επιχειρήματα σε κάθε περίοδο ήταν διαφορετικά, ανάλογα με την πίεση που ασκούσε το ταξικό συνδικαλιστικό κίνημα, αλλά και τις επιδιώξεις του εμπορικού και όχι μόνο κεφαλαίου, τις οποίες φρόντιζε προπαγανδιστικά να τις εμφανίζει ως ωφέλιμες για τους εργαζόμενους.
Για παράδειγμα, έλεγαν χρόνια πριν πως η ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων θα βοηθήσει στη συνολική απασχόληση, θα μειώσει την ανεργία. Τα τελευταία χρόνια είμαστε όλοι μάρτυρες της τραγικής κατάστασης που κυριαρχεί σε κλάδους όπου βασιλεύουν οι ελαστικές εργασιακές σχέσεις.
Ο μισθός και το μεροκάματο, ο σταθερός ημερήσιος εργάσιμος χρόνος (8ωρο - 7ωρο), γκρεμίστηκαν. Οσες θέσεις σταθερής εργασίας είχαν απομείνει αντικαταστάθηκαν με συμβάσεις προσωρινής δουλειάς ή ημιαπασχόλησης και παράλληλα αυξήθηκε κατά πολύ η ανεργία. Στην αντίπερα όχθη, ωφελήθηκαν οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι, που είδαν τα κέρδη τους να πολλαπλασιάζονται από την κατακόρυφη ένταση της εκμετάλλευσης.
Η αύξηση του τζίρου των επιχειρήσεων αναδεικνύεται κάθε φορά ως ένα από τα βασικά επιχειρήματα ώστε να χτυπηθεί η Κυριακή αργία. Η αναθέρμανση ή η ανάκαμψη του τζίρου των εμπορικών καταστημάτων, μέσω των διαφόρων μέτρων που «απελευθέρωναν» τη λειτουργία τους τις Κυριακές, αποδείχθηκε σαθρό επιχείρημα, καθώς τα στοιχεία δεν επιβεβαιώνουν τη σύνδεση των ανοιχτών καταστημάτων τις Κυριακές με την αύξηση του τζίρου.
Από την άλλη, ακόμα κι αν υπήρχε αύξηση του τζίρου, αυτό δεν πρέπει να ενδιαφέρει τους εργαζόμενους, καθώς η μεγιστοποίηση των κερδών των καταστημάτων είναι ζήτημα ξένο προς τα συμφέροντα και τις διεκδικήσεις τους. Πολύ περισσότερο που τα κέρδη βγαίνουν από τη δουλειά τους, ενώ οι μισθοί μειώνονται σχετικά και απόλυτα, άρα δεν έχουν όφελος, έχουν χασούρα. Γι' αυτό οι εργαζόμενοι δεν θα πρέπει να είναι δέσμιοι του τζίρου, γιατί αυτό σημαίνει να βρίσκονται ανά πάσα ώρα και στιγμή έρμαια στις ορέξεις της μεγαλοεργοδοσίας, να μπαίνουν σε συζητήσεις για την κατάργηση της Κυριακής αργίας ή ποσοστώσεων αυτής, πού θα μένουν τα καταστήματα ανοιχτά. Αυτό άλλωστε είναι και αίτημα της εργοδοσίας, με την οποία συμβαδίζει η πλειοψηφία της Ομοσπονδίας Ιδιωτικών Υπαλλήλων Ελλάδας (ΟΙΥΕ).
Η αύξηση του τζίρου ως επιχείρημα αποτελεί σταθερά το βασικό πλεονέκτημα των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων έναντι και των μικρών εμπόρων και των αυτοαπασχολούμενων, τους οποίους συνθλίβουν μέσω του ανταγωνισμού, οδηγώντας τους σε λουκέτο, χρέη και ανεργία.
Από τα στοιχεία όσον αφορά τον τζίρο, φανερώνεται μια ακόμα πλευρά που όμως επιχειρηματικοί όμιλοι, κυβερνήσεις και τα πρόθυμα ΜΜΕ δεν τολμούν να αναφέρουν: Ο χαμηλός τζίρος κατά την περίοδο των ανοιχτών Κυριακών ή κατά την περίοδο των τακτικών και ενδιάμεσων εκπτώσεων, οι ανικανοποίητες προσδοκίες των εμπόρων από τις καταναλωτικές φιέστες των «Λευκών Νυχτών» και των «Black Fridays», αποδεικνύουν πως το πρόβλημα δεν είναι οι τάχα λίγες ώρες ή μέρες που είναι ανοιχτά τα μαγαζιά. Το τσάκισμα των μισθών, των συντάξεων, η ανυπαρξία συμβάσεων σε μια σειρά κλάδους, τα 300 - 400 ευρώ που πληρώνονται εκατοντάδες χιλιάδες εργαζόμενοι (πολλοί από αυτούς στον κλάδο του Εμπορίου), αποτελούν επιπλέον βασικές πλευρές που τα μαγαζιά δεν έχουν κίνηση και παράλληλα αποτελούν δείκτη εξαθλίωσης και αύξησης της εκμετάλλευσης. Γιατί τα μονοπώλια του κλάδου, τα πολυκαταστήματα, οι μεγάλες αλυσίδες, έχουν τη δυνατότητα να ρίχνουν τις τιμές των προϊόντων. Σ' αυτόν τον ανταγωνισμό οι μικροί δεν μπορούν να αντεπεξέλθουν, να μειώσουν τις τιμές πιο χαμηλά από τους μεγάλους, τα μονοπώλια. Ετσι, τους παίρνουν μερίδια από την αγορά. Γιατί οι εργαζόμενοι, με τους τσακισμένους μισθούς, ψάχνουν να αγοράσουν φτηνά προϊόντα, ακόμη και τα στοιχειώδη, όπως τα διατροφικά, άρα ψωνίζουν από τους μεγάλους.
Η «ελευθερία» της αγοράς
Είναι έτσι; Τι σημαίνει στην πραγματικότητα το επιχείρημα πως η Κυριακή είναι η μοναδική μέρα που απομένει για να αγοράσουν οι εργαζόμενοι ό,τι δεν πρόλαβαν τις προηγούμενες μέρες; Γιατί οι εργαζόμενοι έχουν άστατο και ακανόνιστο ωράριο και δεν μπορούν να αγοράσουν τις καθημερινές ή το Σάββατο; Δεν αρκούν τα απογεύματα ή το συνεχές ωράριο των 72 ωρών που έχουν τα μεγαλοκαταστήματα, ύστερα από τις ανατροπές στον εργάσιμο χρόνο τη δεκαετία του '90;
Γιατί ο ελεύθερος χρόνος των εργαζομένων περιορίζεται σε μια Κυριακή; Στην ουσία ομολογούν τις συνέπειες στη ζωή του εργαζόμενου λαού από την αποδιάρθρωση των εργασιακών σχέσεων και τις ανατροπές στον εργάσιμο χρόνο, δηλαδή την κατάργηση του πενθήμερου σε αρκετούς κλάδους και χώρους δουλειάς, τη μετατροπή του Σαββάτου σε μια τυπική εργάσιμη μέρα, τα εξαντλητικά ωράρια των 10-12 ωρών, το συνεχές τρέξιμο από την προσπάθεια συμπληρώματος του εισοδήματος με δεύτερη ή τρίτη δουλειά του ποδαριού.
Ενας ακόμη παράγοντας ανυπαρξίας - ουσιαστικά - ελεύθερου χρόνου των εργαζομένων είναι η ενασχόληση με τα παιδιά και τους υπερήλικες, αφού δεν υπάρχει ούτε στοιχειώδης κρατική μέριμνα παροχής τέτοιων κοινωνικών υπηρεσιών στα εργατικά - λαϊκά νοικοκυριά, λόγω δραστικών περικοπών των κρατικών κονδυλίων. Εχουν ιδιωτικοποιηθεί και οι τσακισμένοι μισθοί δεν φτάνουν για να καλύψουν τέτοιες ανάγκες, έτσι τις αντιμετωπίζουν τα ίδια τα νοικοκυριά.
Η δουλειά εφτά μέρες τη βδομάδα τσακίζει την όποια υποψία ελεύθερου χρόνου που υπάρχει σήμερα, σε όσους εργάζονται τις υπόλοιπες έξι μέρες. Αυτό δεν αφορά μόνο τους εργαζόμενους στο Εμπόριο, αλλά και εργατικές οικογένειες που έχουν ως μέλος τους έναν και μόνο εμποροϋπάλληλο. Η μοναδική μέρα που υπήρχε και μπορούσε να αφιερωθεί στην οικογένεια, στα παιδιά, στη μεταξύ τους επαφή, γίνεται αντικείμενο πλουτισμού των επιχειρηματικών ομίλων, χαρίζεται στα μονοπώλια.
Αν σταθεροποιηθεί το άνοιγμα των εμπορικών καταστημάτων τις Κυριακές και αυτές κατοχυρωθούν ως εργάσιμες, τότε θα οδηγηθούμε αργά ή γρήγορα σε γενικευμένη εφαρμογή της 7ήμερης εργασίας, θα ακολουθήσει ντόμινο σε κλάδους που συνδέονται με το Εμπόριο ή ζουν από την κίνηση στην αγορά.
Στο προσκήνιο οι σύγχρονες ανάγκες μας
Ο αγώνας των εργαζομένων για τη νομοθετική κατοχύρωση της Κυριακής αργίας, όσο κι αν φαίνεται η διεκδίκηση να έχει σχετική αυτοτέλεια, δεν είναι αποκομμένος από άλλες πλευρές που εντείνουν την εκμετάλλευση. Δεν είναι ξεχωριστό μέτωπο από τη γενικότερη πάλη για Συλλογικές Συμβάσεις που θα ανακουφίζουν τους εργαζόμενους, που θα αποτελούν συνολικό δίχτυ προστασίας όχι μόνο για το μισθό αλλά και για τον εργάσιμο χρόνο. Είναι αγώνας για την κατάργηση του νομοθετικού πλαισίου που επιβάλλει τη «διευθέτηση» του ημερήσιου εργάσιμου χρόνου και την «ευέλικτη» απασχόληση, δένεται με την κατάργηση του ωρομίσθιου και της μερικής απασχόλησης, με τη μετατροπή των συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου, με το κεντρικό αίτημα για σταθερή και μόνιμη δουλειά για όλους. Είναι συνολικός αγώνας για τα όρια της εργάσιμης μέρας, με βάση τις ανάγκες του εργαζόμενου, του δικαιώματός του στην ξεκούραση.
Για να βγουν τα πραγματικά αιτήματα των εργαζομένων στο προσκήνιο, να πιέσουν επιχειρηματικούς ομίλους και το πολιτικό προσωπικό τους, πρέπει να νικηθούν οι δυνάμεις του εργοδοτικού - κυβερνητικού συνδικαλισμού που δρουν στο παρασκήνιο και θάβουν κάθε υποψία αγώνα ο οποίος στρέφεται ενάντια στα αφεντικά τους. Αποτελούν ένα ολιγομελές διαπαραταξιακό (ΠΑΣΚΕ, ΔΑΚΕ, δυνάμεις ΣΥΡΙΖΑ) συνονθύλευμα εργατοπατέρων, που μέσω εργοδοτικών μηχανισμών και νοθείας ελέγχει τους συσχετισμούς, εκφράζοντας ό,τι πιο σάπιο υπάρχει στο συνδικαλιστικό κίνημα.
Η ανυπαρξία τους στις πρόσφατες Πρωτομαγιάτικες συγκεντρώσεις και στην απεργία στις 30 Μάη είναι εικόνα που δεν σβήνει. Στην ΟΙΥΕ, μέσω της απόφασης για απεργία διαρκείας, επιχειρούν να δώσουν χτύπημα στο όπλο της απεργίας, να το απαξιώσουν. Κοντεύουν 2 μήνες από την απόφαση που πήραν για απεργία διαρκείας έως τον Οκτώβρη και δεν έχουν οργανώσει μία κινητοποίηση, μία απεργιακή συγκέντρωση! Οι δυνάμεις τους δε στους εργασιακούς χώρους, που λένε ότι τάχα νοιάζονται για τους εργαζόμενους και ότι τάχα αυτοί τους υπερψηφίζουν κατά χιλιάδες, δεν έχουν ψελλίσει καν τη λέξη «απεργία», δεν έχουν βγάλει μια ανακοίνωση. Είναι συνειδητοί απεργοσπάστες και δεν θα μπορούσε να είναι αλλιώς, καθώς αποτελούν το διευθυντικό κομμάτι των σούπερ μάρκετ.
Τα αιτήματα για νομοθετική κατοχύρωση της Κυριακής αργίας και μείωση του εργάσιμου χρόνου, με παράλληλη αύξηση των μισθών, συμβάλλουν ως στόχοι πάλης τόσο στην άμεση ανακούφιση των εργαζομένων όσο και στην ανάδειξη της αναγκαιότητας για την απελευθέρωσή τους από την καπιταλιστική εκμετάλλευση.
Οι απεργίες στις 24 Ιούνη και στις 15 Ιούλη μπορούν να αποτελέσουν βήμα για καλύτερη επαφή των σωματείων με περισσότερους εμποροϋπαλλήλους, για ανάπτυξη αγωνιστικών δεσμών, για να πυκνώσουν οι εστίες αγώνα που αμφισβητούν στην πράξη τούς επιχειρηματικούς σχεδιασμούς. Η αγανάκτηση που υπάρχει σε χιλιάδες συναδέλφους δεν μπορεί να μείνει στο σιχτίρισμα ή σε μια τηλεφωνική καταγγελία, απ' αυτές που κατά δεκάδες γίνονται στα σωματεία.
Πραγματική και ουσιαστική απάντηση θα έρθει όταν η αγανάκτηση δεθεί με την οργάνωση, με τη συμμετοχή, την αγωνιστική διεκδίκηση, ιδιαίτερα στους μεγάλους χώρους δουλειάς, όταν θα υπάρχει αποφασιστικό μέτωπο απέναντι σε εργοδοσία, κυβέρνηση και όσους υπερασπίζονται το σύστημα της εκμετάλλευσης. Σε αυτήν τη ρότα έχουμε πολλή δουλειά ακόμα.
Του Θανάση ΓΚΩΓΚΟΥ*
*Ο Θανάσης Γκώγκος είναι μέλος του Τμήματος της ΚΕ του ΚΚΕ για την Εργατική - Συνδικαλιστική Δουλειά
*Ο Θανάσης Γκώγκος είναι μέλος του Τμήματος της ΚΕ του ΚΚΕ για την Εργατική - Συνδικαλιστική Δουλειά
Ριζοσπάστης Σάββατο 16 Ιούνη 2018 - Κυριακή 17 Ιούνη 2018
Εδώ ο κόσμος καίγεται και το ..... !
ΑπάντησηΔιαγραφήΕχουμαι σήμερα μια Επίσημη Εθνική Ντροπή καθ'υπαγόρευση του ΝΑΤΟ ΚΑΙ ΕΕ διαμέσου των Λακεδωραγιάδων μας Της "Πρώτης Φοράς Βρώμικης Βρωμιάς" Εχουμαι τα Μνημόνια Του Εικονικού και Ψεύτικου Χρέους και Εσείς μιλάτε για ...... το σουβλαντζίδικο του μπαρμπά Θωμά εάν πρέπει να να ανοικτό την Κυριακή!!!
Αυτή Είναι η ... Αριστερά/Κουμουνιστική Αριστερά: "Σφάξε με Αγά μου να Αγιάσω"!!!
.... καληνύχτα....