Κώστα ΠΑΠΑΔΑΚΗ*
* Ο Κ. Παπαδάκης είναι μέλος της ΚΕ και ευρωβουλευτής του ΚΚΕ
Πέρα από τις ανεπαρκείς και γεμάτες παγίδες για τους πυρόπληκτους εξαγγελίες, επιστρατεύεται και η γνωστή πλέον κασέτα: «Ανέφικτο να αντιμετωπιστούν οι πυρκαγιές», «πρωτόγνωρες οι διαστάσεις της», «ακραία καιρικά φαινόμενα».
Σηκώνουν υποκριτικά «λευκή πετσέτα», υποβαθμίζοντας την επιστημονική και τεχνολογική δυνατότητα της εποχής μας να προλαμβάνει, να αντιμετωπίζει σχεδιασμένα και να περιορίζει τις συνέπειες των πυρκαγιών ή των πλημμυρών.
Δαιμονοποιούν και εμφανίζουν τις όποιες αλλαγές καταγράφονται στο κλίμα ως «ουδέτερο», «αναπόφευκτο φυσικό φαινόμενο» και όχι ως αποτέλεσμα του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, που οι ίδιοι υπερασπίζονται.
Ως όραμα για την επόμενη μέρα εμφανίζουν στο λαό τη λεγόμενη «Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία» της ΕΕ, με κάλπικες διακηρύξεις για έναν ηθικό και δίκαιο «πράσινο» καπιταλισμό.
Το σχέδιο έχει καταστρωθεί: «Κλιματικός νόμος», πρόγραμμα πολιτικής προστασίας «Αιγίς» με χρηματοδοτήσεις στο κεφάλαιο από το νέο υπερμνημόνιο του Ταμείου Ανάκαμψης και του νέου ΕΣΠΑ, όλα ιδρώτας του λαού.
INTIME NEWS |
Τα μεγάλα συμφέροντα αυτοσυστήνονται αμέσως στο κείμενο, το οποίο σημειώνει: «Η Στρατηγική επιδιώκει να αναπτύξει, μεταξύ άλλων, οικονομικά κίνητρα, ιδίως για ιδιώτες ιδιοκτήτες και διαχειριστές δασών, για την παροχή αυτών των οικοσυστημικών υπηρεσιών».
Η ΕΕ παίρνει σοβαρά υπόψη της την εκτίμηση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ, με βάση την οποία έως το 2030 «η διατήρηση, αποκατάσταση και βιώσιμη διαχείριση των δασών θα μπορούσε να δημιουργήσει 190 δισ. ευρώ σε επιχειρηματικές ευκαιρίες».
Προωθεί λοιπόν ένα σύστημα «αποκεντρωμένης δασικής διακυβέρνησης (...) που προάγει συνέργειες (...) χωρίς αποκλεισμούς για τα κράτη - μέλη, τους ιδιοκτήτες και διαχειριστές δασών, τη βιομηχανία, τους ακαδημαϊκούς και την κοινωνία των πολιτών (...) αποφεύγοντας παράλληλα τις επικαλυπτόμενες δομές».
Με λίγα λόγια, τον πρώτο λόγο για το κουμάντο στα δάση θα έχουν «χωρίς να έχουν κανέναν στο κεφάλι τους» οι ιδιοκτήτες δασών, οι επιχειρηματικοί όμιλοι της Ενέργειας, της υλοτομίας, του τουρισμού, μάνατζερς φορέων διαχείρισης κ.ά.
Παράλληλα, μεθοδεύεται η συγκέντρωση σε ομάδες παραγωγών, επιχειρηματικά σχήματα και ΚΟΙΝΣΕΠ των μικροπαραγωγών μελιού, ρετσίνας κ.λπ., με όρους που πλήττουν τόσο την παραγωγή όσο και το εισόδημά τους. Η όποια ενασχόλησή τους με την αναδάσωση και τα αντιπλημμυρικά ως δήθεν αντιστάθμισμα για την καταστροφή που έχουν υποστεί, μεθοδεύεται μέσω των γνωστών εργολαβιών με άθλιες εργασιακές σχέσεις.
Οι δε προσχηματικοί διάλογοι και τα καλοπιάσματα «για να μη μείνει κανένας πίσω», οι «Επιτροπές Ανασυγκρότησης» και τα φόρουμ που η ΕΕ, η κυβέρνηση και η Τοπική Διοίκηση εξαγγέλλουν, βάζουν ...τον λύκο και το πρόβατο να συζητήσουν τι θα φάνε για δείπνο!
Το αστικό κράτος, ως συλλογικός καπιταλιστής, αποτελεί τον εγγυητή ότι αυτοί οι επιχειρηματικοί σχεδιασμοί θα τρέχουν γρήγορα, με λυμένα χέρια των ομίλων όσον αφορά το φιλετάρισμα, τις αδειοδοτήσεις, το καθεστώς ιδιοκτησίας και τις χρηματοδοτήσεις χωρίς γραφειοκρατικές καθυστερήσεις, χωρίς εμπόδια που έστω και τυπικά αντιμετώπιζαν μέχρι σήμερα από δασαρχεία, Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων κ.λπ.
Ειδικός ρόλος «περιφρούρησης» («watchdogs», όπως αναφέρεται επί λέξει) της υλοποίησης αυτού του σχεδιασμού ανατίθεται στις ΜΚΟ, που είτε έχουν τις δικές τους εταιρείες, είτε διαπλέκονται με άλλες.
Για να δημιουργηθεί αυτό το «φιλικό για τις επιχειρήσεις περιβάλλον», η ΕΕ στο κείμενό της ξεκόβει από νωρίς τι εννοεί ως «δάσος». Ετσι προβλέπει διαφορετικές ταχύτητες, ποσοστώσεις και κατηγοριοποιήσεις στο καθεστώς προστασίας τους, μεθοδεύοντας «κοινούς ευρωενωσιακούς ορισμούς» των δασών προκειμένου να χαρτογραφηθούν και να εφαρμοστεί το υποτιθέμενο «καθεστώς προστασίας» τους.
Στην ουσία, αυτά που στην Ελλάδα ονομάζουν - με βάση τους νόμους - «δασικές εκτάσεις», που αποτελούν το 30% της δασοκάλυψης της Ελλάδας και με βάση την επιστήμη της δασολογίας θεωρούνται μέρος ενός δασικού οικοσυστήματος, που μπορεί να εξελιχθεί ως υψηλό δάσος, τα πετάνε έξω από την προστασία και αυτό «πάει πακέτο» με την παραπέρα εμπορευματοποίηση των δασικών οικοσυστημάτων και την αλλαγή χρήσης τους.
Στην Ελλάδα «μη δημόσια δάση» αποτελούν περίπου το 35% των δασών της χώρας, ανήκοντας σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα δημοσίου ή ιδιωτικού δικαίου. Σε άλλες χώρες της ΕΕ, αυτό το ποσοστό είναι ακόμη υψηλότερο, σχεδόν 50% σε Γερμανία και Σουηδία, 76% στη Γαλλία.
Ανεξαρτήτως όμως ιδιοκτησίας, πρωταρχικός στόχος της ΕΕ και του κεφαλαίου είναι να δοθεί μεγαλύτερη ώθηση στα επιχειρηματικά σχέδια, με ΣΔΙΤ, συμπράξεις. Αυτό που κατά βάση τους απασχολεί, είναι είτε απευθείας, ως κάτοχος ιδιόκτητου δάσους, είτε ως επενδυτής σε κατά τα άλλα δημόσιο δάσος, να εξυπηρετείται η μέγιστη δυνατή κερδοφορία.
Η εν λόγω «αγορά» επικαλούνταν «αβέβαιη απόδοση κερδοφορίας τα τελευταία χρόνια» και σήμερα πριμοδοτείται αδρά με «πράσινες» επιδοτήσεις, όλες χρήματα του λαού, προκειμένου να εξασφαλιστούν επενδύσεις με εγγυημένη κερδοφορία.
Το δε «ζωντανό δάσος» που περιγράφει η Στρατηγική της ΕΕ, είναι μια αρένα ανεμπόδιστης επιχειρηματικής δράσης, που όχι μόνο - όπως ισχυρίζονται ΕΕ και κυβερνήσεις - δεν αποτελεί ασπίδα για τις πυρκαγιές, αλλά το αντίθετο, συνιστά το «φιτίλι» τους.
Ηδη κυβερνητικά στελέχη κάνουν σαφές με δηλώσεις τους ότι θα μπορούν να διανοίγονται δασικοί δρόμοι και αντιπυρικές ζώνες με μόνη προϋπόθεση αυτοί να εξυπηρετούν ταυτόχρονα ανεμογεννήτριες και κάθε άλλη επιχειρηματική δραστηριότητα μέσα στο δάσος.
Στο επίκεντρο του κυβερνητικού σχεδίου βρίσκεται η αναδάσωση των καμένων. Το χρήμα από το Ταμείο Ανάκαμψης που θα διατεθεί, θα προικίσει ...πρόθυμους επιχειρηματικούς ομίλους - αναδόχους (κατά την κυβέρνηση) για να αναλάβουν αναδασώσεις, προκειμένου να αποκτήσουν το φιλέτο του δάσους που έχουν βάλει στο μάτι και να βγάλουν διπλά και τρίδιπλα...
Αλλωστε, πλέον και διά νόμου τόσο στη χώρα μας όσο και σε όλη την ΕΕ αναδάσωση δεν σημαίνει και προστασία από την επιχειρηματική δράση, αλλά ακριβώς το αντίθετο. Αποκαλύπτεται δηλαδή η αντίληψη του αστικού κράτους, το οποίο εκχωρεί σε ομίλους - αναδόχους μέρος της υποχρέωσής του, που είναι η ολοκληρωμένη διαχείριση και προστασία των δασών, που ούτε μπορεί, ούτε και θέλει να εξασφαλίσει.
Ανοίγει έτσι ο δρόμος για άμεση ή έμμεση ιδιωτικοποίηση των δασών της Ελλάδας με εκχώρηση σε επιχειρηματικούς ομίλους της διαχείρισης και της προστασίας τους.
Δεν έχουν περάσει παρά λίγες μέρες απ' όταν αποκαλύφθηκε ότι με νόμο της κυβέρνησης ΝΔ, που ενσωματώνει σχετικές οδηγίες της ΕΕ, ετοιμάζονται να βάλουν εισιτήριο ακόμα και στον Ολυμπο (!) ενώ και επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, επιχείρηση εμπορίας ξύλου είχε «προτείνει» την ανάληψη της διαχείρισης κρατικού δασικού συμπλέγματος και μάλιστα δωρεάν, με τον ισχυρισμό ότι αφού το κράτος δεν διαχειρίζεται το δάσος, θα το κάνει η ίδια και αντί οποιασδήποτε χρηματικής δαπάνης, το όφελος του κράτους θα είναι η δωρεάν διαχείριση.
Εζησαν οι πληγέντες από πρώτο χέρι τι σημαίνει τελικά και ο πολυδιαφημισμένος αποκαλούμενος «Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Πολιτικής Προστασίας - RescEU», που όχι μόνο δεν αναπληρώνει τη γύμνια των ελλείψεων του κρατικού μηχανισμού σε πυροσβέστες, μέσα και υποδομές, αλλά τις ανακυκλώνει, με μεγάλη καθυστέρηση από χώρα σε χώρα, διαιωνίζοντάς τες.
Αποδείχθηκε στην πράξη ότι τις πρώτες καθοριστικές ώρες και μέρες για την έκβαση και τις διαστάσεις της φωτιάς, τη μάχη έδωσαν οι ελάχιστοι πυροσβέστες με όλες τις τραγικές ελλείψεις ολοκληρωμένου κρατικού σχεδιασμού, πρόληψης δασοπυρόσβεσης και δασοπροστασίας, τις απογυμνωμένες υπηρεσίες από προσωπικό, μέσα, υποδομές και πόρους.
Τη μάχη για ζωές, περιουσίες, καλλιέργειες την έδωσε παλικαρίσια και αποφασιστικά σώζοντας ολόκληρα χωριά τελικά ο ίδιος ο λαός. Οι αποστολές του ευρωενωσιακού μηχανισμού «RescEU» κατέφτασαν μετά την τραγωδία, 4 μέρες έως και μια βδομάδα μετά την έναρξη των πυρκαγιών.
Να μην ξεχνούμε όμως και κάτι άλλο. Οτι ένας από τους βασικούς λόγους που συγκροτήθηκε ο «RescEU» από την ΕΕ, ήταν για να διασφαλιστούν παραγγελίες πυροσβεστικών αεροσκαφών με εξασφαλισμένο κέρδος για τους αεροναυπηγικούς κατασκευαστικούς ομίλους, που οι περισσότεροι τα τελευταία χρόνια είχαν αναστείλει το συγκεκριμένο σκέλος της δραστηριότητάς τους ως «ασύμφορο».
Kι εδώ λοιπόν το κριτήριο του κέρδους. Το ίδιο ισχύει και με τα πιο σύγχρονα πυροσβεστικά αεροσκάφη με σύγχρονες δυνατότητες (με χωρητικότητα πολλών τόνων νερού, δυνατότητα νυχτερινών πτήσεων κ.ά.), που το καπιταλιστικό κέρδος και ο έλεγχος από τους επιχειρηματικούς ομίλους φρενάρουν τις δυνατότητες φτηνής και μαζικής παραγωγής τους.
Χρειάζεται να πάρουμε ωστόσο υπόψη ότι η πρόληψη, ή μέρος αυτής, δεν θα είναι πάντα και παντού ασύμφορη κι ανεπιθύμητη για το κεφάλαιο, ή τουλάχιστον για μια μερίδα του. Πολύ περισσότερο που μια από τις δύο βασικές λεωφόρους κερδοφορίας του κεφαλαίου αυτήν τη στιγμή και για τα επόμενα χρόνια θα είναι η λεγόμενη ψηφιακή οικονομία.
Μεγάλοι μονοπωλιακοί όμιλοι ήδη προωθούν πανάκριβα ψηφιακά συστήματα πυρανίχνευσης, διαφόρων ειδών αισθητήρες και drones, εξελιγμένα συστήματα ρομποτικής, επενδύουν και αποβλέπουν σε μεγάλες δυνατότητες κερδοφορίας με βάση την πρόληψη.
Το πότε, πώς και σε ποια έκταση θα χρησιμοποιηθούν τέτοιες τεχνολογίες και συστήματα, δεν αφορά τις πιεστικές λαϊκές ανάγκες που απαιτούν αυτά να είχαν γίνει ...χτες. Κι αυτό μπαίνει στο ζύγι κόστος - όφελος, στον εκάστοτε σχεδιασμό και τους ανταγωνισμούς του ενός ή του άλλου ομίλου, ενώ ο λαός καταδικάζεται να μην μπορεί να απολαύσει σε πραγματικό χρόνο όσα η επιστήμη και η τεχνολογία παράγουν.
Με το ίδιο κριτήριο, τα ιδιωτικά δάση, ή αυτά που γειτνιάζουν σε κρίσιμες για το κεφάλαιο επενδύσεις και υποδομές, προτάσσονται στην εφαρμογή ακόμα και πιλοτικά των πανάκριβων ψηφιακών και άλλων υπηρεσιών πρόληψης νέων τεχνολογιών. Σε κάθε περίπτωση, η καπιταλιστική αγορά επιβάλλει τιμές απλησίαστες, μισθώσεις με το κομμάτι και όρους που τελικά είτε ο όμιλος μετακυλίει στην τιμή, είτε το καπιταλιστικό κράτος στους πράσινους και ψηφιακούς φόρους, με τον τελικό λογαριασμό να πληρώνει πάντα ο λαός.
Ομως η πρόληψη και προστασία των δασών δεν είναι μόνο η επιτήρηση. Περιλαμβάνει ένα σύνολο μελετών, έργων, έρευνας και δράσεων όχι μόνο απέναντι σε δασικές πυρκαγιές αλλά και π.χ. ασθένειες, διάβρωση εδαφών κ.λπ.
Ως προς τον αντιπυρικό σχεδιασμό στο πλαίσιο της συνολικής διαχείρισης και προστασίας, η πρόληψη αφορά π.χ. βελτίωση των δικτύων δασικών δρόμων, υδατοδεξαμενών, πυροσβεστικών κρουνών, καθαρισμών, κλαδεύσεων υλοτομιών, δημιουργία αντιπυρικών ζωνών - όπου κριθεί απαραίτητο - δίκτυο παρατηρητηρίων, διασπορά των αναγκαίων πυροσβεστικών οχημάτων μεγάλου, μεσαίου και μικρού μεγέθους μέσα στο δάσος, ανάλογα με τη σύνθεση της βλάστησης, το οδικό δίκτυο, και άλλων παραγόντων, όπως βασικών κατευθύνσεων του ανέμου κ.λπ.
Εκτός των ψηφιακών ομίλων, ανάλογα ποντάρουν σε μια τέτοια κατεύθυνση επικερδούς πρόληψης με εξασφαλισμένη κερδοφορία και οι ...«πράσινοι» κατασκευαστικοί όμιλοι.
Μπορεί π.χ. και με τη χρηματοδότηση του Ταμείου Ανάκαμψης τα αντιπλημμυρικά έργα να γίνονται με το σταγονόμετρο, αν όμως διασυνδεθούν με μεγάλης έκτασης επιχειρηματικά σχέδια στην ευρύτερη περιοχή «το πράγμα αλλάζει»...
Δεν υπάρχει πιο ενδεικτικό παράδειγμα αυτήν τη στιγμή στην Ευρώπη, από αυτό στη Σουηδία, όπου κατεδαφίζουν και ξαναχτίζουν από την αρχή τον πορθμό του Slussen στη Στοκχόλμη. Το φαραωνικό έργο καλείται να αντιμετωπίσει την προβλεπόμενη άνοδο της στάθμης της θάλασσας και τον κίνδυνο πλημμύρας κατά τη διάρκεια ζωής του έργου.
Σουηδικές αρχές και ανάδοχοι όμιλοι έκαναν βέβαια προηγούμενα τους υπολογισμούς τους, ότι είναι οικονομικά πιο συμφέρουσα η προληπτική ανακατασκευή, παρά το κόστος των διαρκών έργων επιδιορθώσεων, με τους κατασκευαστικούς ομίλους αναδόχους να θησαυρίζουν από άλλο δρόμο...
Εν ολίγοις, κριτήριο κάθε φορά αποτελεί η εξασφάλιση κενού χώρου για να «τρέξουν» τα καπιταλιστικά κέρδη, για να αναπτυχθούν οι πράσινες και ψηφιακές μπίζνες, με το μέγιστο δυνατό κέρδος και τις λαϊκές ανάγκες να πηγαίνουν περίπατο.
Τίποτα δεν απαγορεύει στο κεφάλαιο να κερδίζει πολλαπλά τόσο από επιδοτήσεις από κρατικές «εξοικονομήσεις» σε βάρος της υγείας, της ασφάλειας, της πυρόσβεσης, της δασοπροστασίας, των αντιπλημμυρικών κ.ο.κ. όσο και από μεγάλα σχέδια που δεν αποκλείουν την πρόληψη, τα αντιπλημμυρικά, αρκεί οι όμιλοι να είναι και πάλι πολλαπλά κερδισμένοι.
Η οργάνωση της πάλης και οι διεκδικήσεις των πληγέντων, των εργατικών - λαϊκών νοικοκυριών, των μικροπαραγωγών στις περιοχές που επλήγησαν έχουν πλέον νέες πρόσθετες ιδεολογικοπολιτικές απαιτήσεις.
Η δική μας παρέμβαση μπορεί να ριζώσει, μπορεί να ξεπερνά τα εμπόδια της αστικής προπαγάνδας, τους μηχανισμούς χειραγώγησης που περιλαμβάνουν και το καρότο και το μαστίγιο. Μπορούμε πειστικά και υπομονετικά να εξηγούμε ότι δεν είναι μοιραίο να καίγονται και να πλημμυρίζουν ο λαός μας και η περιουσία του.
Να τεκμηριώνουμε γιατί από την καπιταλιστική ανάπτυξη «καίγεται» ο λαός και «πλημμυρίζουν» στα κέρδη οι όμιλοι. Πάνω από όλα, όμως, το κρίσιμο είναι να αναδείξουμε ότι υπάρχει διέξοδος, εξουσία και οικονομία απαλλαγμένη από το καπιταλιστικό κέρδος, τα δεσμά της ΕΕ και κάθε ένωσης του κεφαλαίου.
Για να αντιστοιχηθεί η ανάπτυξη της παραγωγικότητας της εργασίας, της επιστήμης και της τεχνολογίας με την ικανοποίηση όλων των σύγχρονων αναγκών και της προστασίας και των δασών, με κεντρικό επιστημονικό σχέδιο. Για αυτήν την υπόθεση ο λαός μας αξίζει να παλέψει με όλες του τις δυνάμεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου