Σάββατο 30 Οκτωβρίου 2021

Με τον φασισμό δεν τελειώσαμε αφού δεν τελειώσαμε με το εκμεταλλευτικό σύστημα που τον γεννά και τον τρέφει, επειδή τον έχει ανάγκη

 

ΑΝΤΩΝΗΣ ΑΝΤΑΝΑΣΙΩΤΗΣ


Δεν είναι νομίζω υπερβολή να πούμε ότι έναν χρόνο μετά, τα συμπεράσματα και τα διδάγματα από τη δίκη της εγκληματικής ναζιστικής οργάνωσης της Χρυσής Αυγής επιβεβαιώνονται πανηγυρικά. Ενώ δεν έχει ακόμη καθαρογραφεί η καταδικαστική απόφαση του δικαστηρίου, τα πρόσφατα γεγονότα στη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα, με την επανεμφάνιση της εγκληματικής δράσης φασιστικών ομάδων, η τελευταία προκλητική απόφαση του Εφετείου Αναστολών της Αθήνας για την αποφυλάκιση του εγκληματία ναζιστή Πατέλη, του διαβόητου πυρηνάρχη της Νίκαιας, υπενθυμίζουν με χειροπιαστό τρόπο το εγκληματικό πρόσωπο του φασισμού.

Υπενθυμίζουν όμως και την ανοχή που απολαμβάνει η δράση του από την Αστυνομία και τον κρατικό μηχανισμό, όπως και τη Δικαιοσύνη, τη συνειδητή προσπάθεια αθώωσής της από τους αστούς πολιτικούς και δημοσιογράφους, μέσω της ανιστόρητης θεωρίας των «δύο άκρων».

Επιβεβαιώνουν, όπως είχαμε επισημάνει, από την πρώτη στιγμή, ότι η δικαιολογημένη ικανοποίηση και χαρά που ένιωσε ο λαός μας για την καταδικαστική απόφαση, δεν πρέπει να οδηγήσουν σε κανέναν εφησυχασμό. Με τον φασισμό δεν τελειώσαμε, τονίζαμε τότε, αφού δεν τελειώσαμε με το εκμεταλλευτικό σύστημα που τον γεννά και τον τρέφει, επειδή τον έχει ανάγκη. Για να τον αξιοποιεί πολύπλευρα, ως δύναμη κρούσης ενάντια στο εργατικό και λαϊκό κίνημα, ως πολιτική εφεδρεία για δύσκολες καταστάσεις, όπως η καπιταλιστική οικονομική κρίση και ο πόλεμος, ως εργαλείο για τον εγκλωβισμό της λαϊκής δυσαρέσκειας και τη διάδοση του αντικομμουνισμού, ως φόβητρο για την ανοχή και στήριξη φιλελεύθερων και σοσιαλδημοκρατικών κυβερνήσεων, με βάση τη λογική του «μικρότερου κακού».

Γι' αυτό το αστικό κράτος και οι θεσμοί του ούτε θέλουν ούτε μπορούν ποτέ να ξεκόψουν οριστικά από τον φασισμό. Κι αυτό ούτε θέλουν ούτε μπορούν να κατανοήσουν όσοι, με αφορμή και τη συγκεκριμένη δίκη, εναποθέτουν σε αυτούς τις ελπίδες του λαού για την αντιμετώπιση του φασισμού, επικαλούμενοι το «κράτος δικαίου», δηλαδή του δικαίου που εκφράζει τη βούληση της κυρίαρχης τάξης. Ωστόσο, διαψεύδονται ηχηρά από την ίδια την πραγματικότητα.

Η στάση του αστικού κράτους και των κυβερνήσεων απέναντι στον φασισμό

Οι μεταβολές στη στάση των αστικών κυβερνήσεων και της Δικαιοσύνης απέναντι στις φασιστικές οργανώσεις υπαγορεύονται κυρίως από τις εκάστοτε ανάγκες και προτεραιότητες της αστικής τάξης. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Χρυσής Αυγής. Ας δούμε λίγο τον φαύλο κύκλο της στάσης που κράτησαν και κρατούν απέναντί της: Ανοχή και σιωπηρή ενίσχυση της ανάπτυξής της για δεκαετίες αρχικά, έντονη προβολή, στήριξη και αξιοποίησή της την περίοδο της καπιταλιστικής οικονομικής κρίσης, δικαστική παραπομπή στη συνέχεια, ύστερα και από τη λαϊκή κατακραυγή που ξεσηκώθηκε από την εγκληματική δράση της και ιδιαίτερα τη δολοφονία του αντιφασίστα μουσικού Παύλου Φύσσα, μεγάλη καθυστέρηση στη διάρκεια της δίκης, προκλητικά αθωωτική πρόταση από την εισαγγελέα της έδρας, καταδίκη της ηγεσίας της αλλά με ιδιαίτερα επιεικείς ποινές, υποβιβασμός σε πλημμέλημα και τελικά παραγραφή της υπόθεσης της δολοφονικής επίθεσης στους κομμουνιστές και συνδικαλιστές του ΠΑΜΕ στο Πέραμα, νέα ανοχή σήμερα απέναντι στη δράση της ίδιας και των παραφυάδων της.

Στα πρόσφατα γεγονότα σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα είναι αποκαλυπτική η προσπάθεια της κυβέρνησης για συγκάλυψη της φασιστικής δράσης, η οποία εξίσωσε προκλητικά τους θύτες με τα θύματα. Οι συνειρμοί με αντίστοιχες κρατικές πρακτικές και πολιτικές δηλώσεις, λίγα χρόνια πριν, είναι κάτι παραπάνω από σαφείς. Αλλά και στην απόφαση του Εφετείου Αναστολών για την αποφυλάκιση του Πατέλη είναι αξιοσημείωτο, για την προκλητικά ευμενή διάθεση της πλειοψηφίας του δικαστηρίου απέναντί του, το σκεπτικό της, σύμφωνα με το οποίο, αποδεχόμενο την αντίστοιχη εισαγγελική πρόταση, ο συγκεκριμένος ναζιστής εγκληματίας δεν είναι ιδιαίτερα επικίνδυνος για τη διάπραξη νέων εγκλημάτων, καθώς, όπως αναφέρεται σε αυτήν, «το συγκεκριμένο αδίκημα τελέστηκε για συγκεκριμένους λόγους ενόψει συγκεκριμένων συνθηκών», αντίθετα δηλαδή με ό,τι έκρινε το δικαστήριο επί της ουσίας, ένα χρόνο μόλις πριν. Είναι νομίζουμε απροκάλυπτη η επιδίωξη σταδιακής αποδόμησης της συγκεκριμένης καταδικαστικής απόφασης.

Ο συνεπής και αποτελεσματικός αγώνας κατά του φασισμού

Γι' αυτό και ο συνεπής αγώνας κατά του φασισμού υπονομεύεται από την καλλιέργεια ψευδαισθήσεων για τη δυνατότητα οριστικής αναχαίτισης της εγκληματικής δράσης του, μέσω της δυνατότητας για «συνεχή», «αμερόληπτη» και προς «πάσα κατεύθυνση» απονομή της δικαιοσύνης.

Αρνητικές υπηρεσίες στον αντιφασιστικό αγώνα προσφέρουν και όσοι συσκοτίζουν την ταξική ουσία του φασισμού, ως πολιτικού ρεύματος, που στηρίζει την εξουσία του κεφαλαίου και τον εμφανίζουν απλώς ως έκφραση ακραίας βιαιότητας, έλλειψης ανοχής στη διαφορετικότητα κ.λπ.

Το ίδιο και όσοι εμφανίζουν ως αντίπαλο του φασισμού την αστική δημοκρατία, δηλαδή μια μορφή της δικτατορίας του κεφαλαίου, η οποία στο όνομα της τυπικής ισότητας συγκαλύπτει την πραγματική ανισότητα και την ταξική εκμετάλλευση, καταστέλλει βίαια τους αγώνες των εργαζομένων για τα δικαιώματά τους, ανεξάρτητα από το ποιο κόμμα βρίσκεται κάθε φορά στην κυβέρνηση, ενώ εξέθρεψε ιστορικά στην Ευρώπη τον ναζισμό και τον φασισμό, όπως και στη χώρα μας πρόσφατα τη Χρυσή Αυγή.

Η ίδια η ζωή αποκαλύπτει τι κρύβεται πίσω από την τυπική ισότητα των πολιτών απέναντι στον νόμο και την ψήφο, πίσω από την επίκληση των δικαιωμάτων του κάθε πολίτη που πρέπει να γίνονται σεβαστά από τους άλλους πολίτες. Οπως ειρωνικά σχολίαζε ο Γάλλος συγγραφέας Ανατόλ Φρανς, «ο νόμος, στη μεγαλοπρεπή του ισότητα, απαγορεύει στους πλούσιους, όπως και στους φτωχούς, να κοιμούνται κάτω από τις γέφυρες, να ζητιανεύουν στους δρόμους και να κλέβουν ψωμί». Οποια μορφή κι αν έχει η δικτατορία του κεφαλαίου (κοινοβουλευτικής ή φασιστικής διακυβέρνησης) το ιερό και απαραβίαστο δικαίωμα που κατοχυρώνει είναι πάντοτε η καπιταλιστική ιδιοκτησία.

Εδώ και αρκετά χρόνια, ο αντικομμουνισμός έχει υιοθετηθεί ως επίσημη ιδεολογία της ΕΕ, μέσα από την ανιστόρητη θεωρία των «δύο άκρων» και του «ολοκληρωτισμού», που εξισώνει τον φασισμό με τον κομμουνισμό, τη ναζιστική Γερμανία με τη σοσιαλιστική Σοβιετική Ενωση, τον Χίτλερ με τον Στάλιν. Σε αρκετά κράτη - μέλη της τα Κομμουνιστικά και Εργατικά Κόμματα είναι παράνομα και διώκονται, ενώ παράλληλα δικαιώνονται οι συνεργάτες των ναζιστών.

Παρά τις αψιμαχίες τους, τόσο η ΝΔ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ αποδέχονται την ουσία της θεωρίας των «δύο άκρων» γιατί πίνουν νερό στο όνομα της ΕΕ, του αντισοβιετισμού, της υπεράσπισης της δικτατορίας του κεφαλαίου και της τυπικής ισότητας της αστικής δημοκρατίας. Αποτελούν δηλαδή στηρίγματα του συστήματος που γεννά και χρειάζεται το φασιστικό ρεύμα. Επομένως, οι όποιες αντιφασιστικές ρητορείες τους είναι αντικειμενικά κενές περιεχομένου, πρόκειται στην πραγματικότητα για «κούφια λόγια».

Αυτό που χρειάζεται σήμερα, ώστε να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά ο φασισμός, είναι ο οργανωμένος και μαζικός αγώνας των εργαζομένων και της νεολαίας, που θα στοχεύει όχι μόνο τον ίδιο τον φασισμό, την αναγκαία απόκρουση και απομόνωσή του παντού αλλά συνολικά τον πραγματικό αντίπαλο, τη ρίζα του κακού, τη δικτατορία του κεφαλαίου σε όλες τις μορφές της.

Ριζοσπάστης 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου