Αφιερωμένο στη μνήμη της Αριστούλας Ελληνούδη
Ομως, οι αγωνιστές και οι αγωνίστριες είναι «χορτάτοι» από τα συνθήματα που είναι γραμμένα σ' όλους τους τοίχους της πρωτεύουσας με το κόκκινο χρώμα του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας που προασπίζεται την ταξική συνείδησή τους. Μάχονται μέχρι θανάτου τους Ιταλούς και τους Γερμανούς κατακτητές, οργανωμένα και συντεταγμένα, γιατί καθοδηγούνται από την ΚΕ του Κόμματος του Λαού και του Εθνικού Απελευθερωτικού Μετώπου.
Ετσι, σε κάθε συνοικία, σε κάθε γειτονιά, σε κάθε λεωφόρο, σε κάθε δρόμο και σοκάκι, η συνεργασία και η αλληλεγγύη σε συνθήκες παρανομίας, μεταξύ των μελών του ΚΚΕ, ορθώνουν το ατσάλινο τείχος που κρατά μακριά τα «αδιάκριτα» βλέμματα των ξένων εισβολέων και των Ελλήνων συνεργατών τους.
Ο γιος του ιδιοκτήτη, ο αείμνηστος κομμουνιστής αυτοκινητιστής Βαγγέλης Μενεμενής (1916-2007) - μέλος της ΟΚΝΕ και του ΚΚΕ από το 1941 - εργάστηκε ως χειριστής και «τεχνικός» της παράνομης τυπογραφικής μονάδας. Επί σαράντα χρόνια (1944-1984), αυτός ο αδάμαστος αγωνιστής κράτησε μυστικό, ακόμη και από την οικογένειά του, ότι στο υπόγειο του σπιτιού τους είχε παραμείνει ακέραιος αυτός ο αντιστασιακός προμαχώνας του τυπωμένου χαρτιού.
Ο χώρος από ευτυχή συγκυρία δεν έπεσε θύμα της αντιπαροχής, γι' αυτό στέκεται ακόμη όρθιος. Μάλιστα, από τις 15 Μάρτη 1998 έχει χαρακτηρισθεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο και ελπίζουμε ότι δεν θα αργήσουμε να το επισκεφτούμε ως Μουσείο Αντιστασιακού Τύπου - όπως έχει αναγγελθεί από την 1η Εφορεία Νεότερων Μνημείων (27 Μάη 1998).
Η σύζυγος του τελευταίου, Καλλιόπη Πάπαρη - Ελληνούδη, νοσοκόμα στο «Σωτηρία», έψαξε και βρήκε το σπίτι του Στέλιου Μενεμενή και υποστήριζε την επιβίωση των συντρόφων της με το ελάχιστο κατοχικό φαγητό. Κοντά τους βρέθηκαν σε υποστηρικτικό και λειτουργικό ρόλο ο συγγραφέας Δημήτρης Χατζής (1913-1981) ως στοιχειοθέτης και επιμελητής κειμένων, ο τυπογράφος Γιώργος Καλατζόπουλος, ο ξυλουργός από τον Βύρωνα Χρήστος Τζίμης - κάτι σαν γενικών καθηκόντων αλλά και πάνω από την κάσα των τυπογραφικών στοιχείων - και η γυναίκα του Ελένη.
Τις «εξωτερικές» δουλειές, δηλαδή παραλαβή και διανομή έντυπου υλικού, τις είχε αναλάβει ο Μανώλης Λυγηρός ή Λυγερός, ο «θείος» ή «παππούς», όπως τον προσφωνούσε η ομάδα, που υποδυόταν τον παλιατζή, τον καρβουνιάρη, τον μανάβη, κουβαλώντας τσουβάλια ή χρησιμοποιώντας το καρότσι του για τις μεταφορές.
Πολύτιμο τεκμήριο για το στήσιμο του παράνομου Τυπογραφείου του ΕΑΜ αποτελεί η μαρτυρία του Βαγγέλη Μενεμενή, όπως την αφηγήθηκε σε φοιτητές του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων («Ριζοσπάστης, 18 Φλεβάρη 2007):
«Ο Γιώργος Ελληνούδης και η γυναίκα του Καλλιόπη κόψανε το πάτωμα για να χωρούν δύο άνθρωποι. Το χώμα το ρίψαμε στο διπλανό δωμάτιο. Βάλαμε τις κάσες με τα στοιχεία, αλλά είχαμε πρόβλημα με το πιεστήριο. Δεν μπορούσαμε να σκάψουμε άλλο, γιατί δεν μπορούσαμε να βγάλουμε πολύ χώμα. (...) Σκεφτήκαμε να κατεβάσουμε το πιεστήριο κοντά στα θεμέλια του σπιτιού, σε σκαμμένη τρύπα, με λοστούς και σχοινιά (...) Μετά εγώ ασχολήθηκα με τη συναρμολόγηση και ο Ελληνούδης φρόντισε να χτίσει τον τοίχο (...).
Το πρόβλημα ήταν ότι το πιεστήριο έκανε μεγάλο θόρυβο. Ετσι τα κουζινέτα (...) τα αντικαταστήσαμε με ρουλεμάν και τύλιξα τα σίδερα με λάστιχο αυτοκινήτου κι έτσι έγινε (...) σχεδόν αθόρυβο (...). Με το φόβο να μην εντοπιστεί το επάνω μέρος της καταπακτής (...), καθότι ήταν ο φόβος των γερμανοτσολιάδων που έψαχναν τα σπίτια, αποφασίσαμε να το καμουφλάρουμε. Ο Ελληνούδης έφερε με δεμένα τα μάτια για το παρκέ έναν φίλο. Ηταν ο Χρήστος Τζίμης.
Βασίλης ΚΑΛΑΜΑΡΑΣ
Δημοσιογράφος, συγγραφέας, κριτικός βιβλίου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου