Κατιούσα
Το καλοκαίρι του 1962 ο Αλέκος Αλεξανδράκης είχε βρεθεί στη Μόσχα στα πλαίσια της προβολής της ταινίας του «Συνοικία το όνειρο», την οποία είχε σκηνοθετήσει ο ίδιος και πρωταγωνιστούσε μαζί με τον Μάνο Κατράκη και την τότε σύζυγό του ηθοποιό Αλίκη Γεωργούλη.
Ο Αλ. Αλεξανδράκης, η Αλ. Γεωργούλη, ο ηθοποιός Αλέκος Πέτσος που έπαιζε στην ταινία και ο λογοτέχνης-συγγραφέας Κώστας Κοτζιάς, που είχε γράψει το σενάριο, βρέθηκαν στη Μόσχα τιμητικά προσκεκλημένοι από το υπουργείο Πολιτισμού της ΕΣΣΔ.
Μετά την επίσημη προβολή της ταινίας, ο Αλεξανδράκης και η Γεωργούλη μίλησαν σε δημοσιογράφους στη Μόσχα, αλλά και κατά την επιστροφή τους στην Αθήνα και οι δηλώσεις του δημοσιεύτηκαν στην «Αυγή». Τα όσα είπαν φωτογραφίζουν την περίοπτη θέση που είχε γενικότερα ο πολιτισμός και ο κινηματογράφος στη σοσιαλιστική Σοβιετική Ένωση.
Αλ. Αλεξανδράκης: «Λυπήθηκα που δεν ήταν εδώ απόψε και οι άλλοι άξιοι συνεργάτες της ταινίας, για να γνωρίσουν την καλύτερη αμοιβή για τη δουλειά τους, να ζήσουν τις στιγμές συγκινήσεως που ζήσαμε εμείς και που δεν τις ζει στον τόπο μας ο καλλιτέχνης. Θα ήθελα όλοι οι Έλληνες ηθοποιοί να είχαν ζήσει αυτές τις στιγμές για να αισθανθούν σε ποια υψηλή εκτίμηση έχουν τους καλλιτέχνες εδώ. Εντύπωση μου έκαμε η κατάμεστη αίθουσα, η σοβαρότητα και η προσοχή των θεατών. Επίσης οι λεπτομέρειες τις οποίες έπιαναν και χειροκροτούσαν και τέλος η ζεστασιά του κόσμου. Ή το εκπληκτικό ντουμπλάρισμα και η συγκίνηση να περάσουν ύστερα χιλιάδες άνθρωποι και να τους σφίξουν το χέρι; Και η δεξίωση; Πού να γνωρίσει ο καλλιτέχνης τέτοια πράγματα σε μας».
Αλίκη Γεωργούλη: «Σαν παραμύθι μου φαίνεται. Τι εγκαρδιότητα και τι αγάπη ήταν αυτή! Ποτέ δεν το φανταζόμουνα ότι μπορεί τόσο καλά να μας ξέρουν τους Ρωμιούς εδώ. Μας καταλαβαίνουν! Πολύ μας καταλαβαίνουν. Είμαι πάρα πολύ συγκινημένη γιατί επιτέλους ύστερα από πολλές δυσκολίες μπόρεσα να φτάσω και να δω από κοντά αυτόν τον τόπο, που έγινε λαμπρό παράδειγμα ζωής για όλη τη γη. Οι δύο μέρες που είμαστε εδώ είναι ελάχιστες για να αποκτήσω εμπειρία, αλλά νοιώθω πάρα πολύ καλά ένα σπουδαίο πράγμα. Πόσο ευτυχισμένοι πρέπει να είσαστε που ζείτε στη Σοβιετική Ένωση. Εμείς στην Ελλάδα παρακολουθούμε όλα τα μεγάλα σας επιτεύγματα στην επιστήμη και στην τέχνη. Κάθε νίκη σας είναι και γιορτή μας. Σας αγαπούμε και σας θαυμάζουμε αφάνταστα. Όταν μιλούν για τη φιλία της Ελλάδος και της Σοβιετικής Ενώσεως αναφέρονται στο παρελθόν και στους προγόνους μας κυρίως. Είναι καιρός να αρχίσουμε να μιλούμε για τη δικιά μας τη φιλία, τη φιλία των σύγχρονων ανθρώπων. Και υποσχόμαστε να κάνουμε τα πάντα προς αυτή την κατεύθυνση. Μακάρι όλοι οι άνθρωποι πάνω στη γη να μπορούν να ’ρχονται να βλέπουν τη μεγάλη σας την πατρίδα, που θέλω να την θεωρώ και δικιά μου πατρίδα».
Από το βιβλίο «Επιτεύγματα και κατακτήσεις της εργατικής τάξης στο σοσιαλισμό» (εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2017) παίρνουμε μια μικρή γεύση για το πώς αντιμετώπιζαν τον κινηματογράφο στην ΕΣΣΔ:Επιστρέφοντας στην Αθήνα μετά την περιοδεία τους στην ΕΣΣΔ και σε άλλες σοσιαλιστικές χώρες, ο Αλέκος Αλεξανδράκης και η Αλίκη Γεωργούλη δεν έκρυβαν τον ενθουσιασμό τους για την επιτυχία της ταινίας τους, την υποδοχή που τους επιφύλαξε το κοινό, για τις προόδους των χωρών αυτών στον κινηματογράφο και τη σημασία που έδινε το σοσιαλιστικό σύστημα για την ανάπτυξη της Τέχνης.
«Ο Λένιν έλεγε: «Εμείς, η νέα σοβιετική κυβέρνηση, θεωρούμε πως ο κινηματογράφος είναι η πιο σημαντική απ’ όλες τις τέχνες, ένα ζωτικό εργαλείο της επανάστασης στον αγώνα για τη διαπαιδαγώγηση των νέων πολιτών.» Οι μπολσεβίκοι πήραν μέτρα που ευνοούσαν την ανάπτυξη του κινηματογράφου μέσα από την κοινωνικοποίηση των δομών παραγωγής και διανομής. Η εθνικοποιημένη βιομηχανία ξεκίνησε πολύ νωρίς την κατασκευή κινηματογραφικών μηχανών προβολής σε μαζική κλίμακα, από το 1919 ακόμη. Την ίδια χρονιά το σοβιετικό κράτος ιδρύει την πρώτη κινηματογραφική σχολή στον κόσμο.
Στη Ρωσία το 1913 υπήρχαν 1.412 κινηματογράφοι, μεταξύ των οποίων οι 137 στην Αγία Πετρούπολη και οι 67 στη Μόσχα. Κατά τη διάρκεια της επανάστασης και του εμφύλιου πολέμου ο αριθμός των κινηματογράφων έχει μειωθεί κατά το ήμισυ, αλλά κατά τα επόμενα έτη άρχισε να αυξάνεται ραγδαία. Η παραγωγή ταινιών μεγάλου μήκους ανά έτος ήταν: Το 1918 -6 ταινίες, το 1919 -57 ταινίες, το 1920 -29 ταινίες μεγάλου μήκους, το 1921 -12 ταινίες, το 1922 -16 ταινίες, το 1923 -8 ταινίες, το 1924 -69 ταινίες, το 1925 -80 ταινίες, το 1926 -102 ταινίες, το 1927 -118 ταινίες, το 1928 -124 ταινίες, το 1929 -92 ταινίες, το 1930 -128 ταινίες. Συνολικά παρήχθησαν 841 ταινίες κατά την περίοδο 1918-1930».
Αλέκος Αλεξανδράκης: «Μας έκανε εντύπωση στη Μόσχα το ότι όπου βρίσκονταν οι άνθρωποι διάβαζαν, είχαν κι ένα βιβλίο στο χέρι τους: στα τραίνα, στα λεωφορεία, στις αίθουσες αναμονής, παντού. Έβλεπες απλούς ανθρώπους να είναι κατατοπισμένοι πάνω στα ζητήματα Τέχνης και πάνω στο Δυτικό Κινηματογράφο. Η αγάπη που δείχνουν για την Τέχνη και για τους καλλιτέχνες, είναι κάτι το συγκινητικό για ένα καλλιτέχνη της Δύσης, που έχει συνηθίσει στην προβολή και στην εκμετάλλευση. Αλλά και η μέριμνα του Κράτους για την ανάπτυξη της Τέχνης στις ανατολικές χώρες είναι κάτι απίστευτο. Ο κάθε καλλιτέχνης έχει όλα τα μέσα στή διάθεσή του κι όλες τις ανέσεις να δουλέψει την τέχνη του, να δημιουργήσει. Δεν τον απασχολεί καθόλου το οικονομικό πρόβλημα, δεν έχει το άγχος, πού έχουμε εμείς εδώ: Ανεβάζουμε με χίλια δυο βάσανα ένα έργο και τρέμουμε να θα «πιάσει» ή δεν θα «πιάσει»…Είδαμε πολλές ταινίες, γνωρίσαμε σκηνοθέτες και ανθρώπους του θεάτρου και του Κινηματογράφου. Έχουν τεράστιες προόδους στον κινηματογράφο οι Σοβιετικοί. Τα στούντιό τους, που επισκεφθήκαμε, έχουν άριστο και πλούσιο εξοπλισμό — είναι πολιτείες ολόκληρες».
Αλίκη Γεωργούλη: «Ομολογώ, ότι τα χάσαμε κυριολεκτικά μόλις είδαμε τα τεράστια και μοντέρνα τεχνικά μέσα που έχουν στη διάθεσή τους οι Σοβιετικοί συνάδελφοί μας. Δεν σας κρύβω ότι ζηλέψαμε: Αν είχαμε κι εμείς τέτοια μέσα στην πατρίδα μας, θα κάναμε θαύματα… Από τη μια χαιρόσουν για τις σοβιετικές προόδους, από την άλλη όμως σ’ έπιανε μια λύπη για την κατάντια του τόπου μας και για την κρατική αδιαφορία – αν όχι εχθρότητα – που συναντάει εδώ ο καλλιτέχνης».
***
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1928 και σπούδασε στη Δραματική Σχολή του Εθνικού θεάτρου. Η πρώτη θεατρική του εμφάνιση ήταν το 1949, με το θίασο της Κατερίνας Ανδρεάδη, στο έργο «Φθινοπωρινή παλίρροια». Στο θέατρο συνεργάστηκε με όλους τους σπουδαίους ηθοποιούς, Κοτοπούλη, Μυράτ, Ζαβιτσιάνου, Βαλάκου, Συνοδινού, Φέρτη, Καλογεροπούλου, σε μια μεγάλη γκάμα έργων από Ευριπίδη, Σοφοκλή και Αισχύλο, μέχρι Σαίξπηρ, Τσέχωφ, Πιραντέλο, Μίλερ, Κοκτώ, Γκολντόνι, Ανούιγ, Αλμπυ, αλλά και Γιαλαμά – Πρετεντέρη, κ.ά. Από το 1971 μέχρι το 1992 συγκροτεί θίασο με την Νόνικα Γαληνέα και παρουσιάζουν έργα όπως «Ο γλάρος» του Τσέχωφ, «Παράξενο ιντερμέντζο» του Ο’ Νιλ, «Η επίσκεψη της γηραιάς κυρίας» του Σιλλ, κ.ά. Το 1993 με τον Δάνη Κατρανίδη παρουσίασαν τη «Γυναίκα με τα μαύρα», το 1996 με τον Παπαμιχαήλ έπαιξαν το «Θείο Βάνια», κ.ά. Κορυφαία στιγμή του για πολλούς ήταν στο «Εγκλημα και τιμωρία» που παρουσίασε το 1965, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά σε σκηνοθεσία Γιώργου Σεβαστίκογλου.
Η αφοσίωσή του στο θέατρο και οι αξιοθαύμαστες ερμηνείες του σε κλασικά έργα που αφήνουν εποχή, συμβαδίζουν με τη μεγάλη επιτυχία των ταινιών που πρωταγωνιστεί. Στον κινηματογράφο πρωτοεμφανίστηκε το 1949 στην ταινία «Δύο κόσμοι» και ακολούθησαν «Οι ουρανοί είναι δικοί μας», «Το νησί των γενναίων», «Δάκρυα για την Ηλέκτρα», «Η Μαρία της σιωπής», «Λατέρνα φτώχεια και φιλότιμο», «Ο άνθρωπος με το γαρύφαλο», «Εύα», «Τα παιδιά της χελιδόνας» και πολλές άλλες. Ξεχώρισε στη «Στέλλα» δίπλα στην Μελίνα, ενώ εκπληκτικός ήταν και στις ταινίες «Δεσποινίς διευθυντής» και «Μια τρελή – τρελή οικογένεια» με την Τζένη Καρέζη, «Η σοφερίνα» και το «Δόλωμα» με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, «Μια Ιταλίδα από την Κυψέλη» με την Μάρω Κοντού, «Η κόμισσα της Κέρκυρας» με την Ρένα Βλαχοπούλου.
Σκηνοθέτησε πολλά θεατρικά έργα και τις ταινίες «Θρίαμβος» (σε συνεργασία με τον Καρύδη – Φουκς, 1960) και «Συνοικία το όνειρο» δική του παραγωγή το 1961, για την οποία μάλιστα διακρίθηκε με το βραβείο ερμηνείας στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. Επαιζαν ο Μάνος Κατράκης και η Αλέκα Παΐζη. Ενα έργο σταθμός για τον ελληνικό κινηματογράφο, που συνάντησε τη μήνιν της αυταρχικής εξουσίας αλλά την αγάπη του κόσμου. Η μουσική της ταινίας ευτύχησε να είναι του Μίκη Θεοδωράκη, ο οποίος μαζί με τον Τάσο Λειβαδίτη έγραψαν μερικά από τα καλύτερα τραγούδια τους όπως το «Βρέχει στη φτωχογειτονιά» που με τα φτερά της φωνής του Γρηγόρη Μπιθικώτση και την παρουσία του Αλέκου Αλεξανδράκη ταξίδεψε και εξακολουθεί να ταξιδεύει στις καρδιές των ανθρώπων του μόχθου που έδωσαν και την έμπνευση στον Αλέκο Αλεξανδράκη.
Μαζί με την Αλίκη Γεωργούλη, ανέβασαν δεκάδες έργα, αλλά οι αριστερές και προοδευτικές για την εποχή ιδέες από τις οποίες εμπνέονταν τους δημιουργούσαν προβλήματα. Μια συνέντευξή του τα Χριστούγεννα του 1960 γίνεται αφορμή για να του κηρύξουν «πόλεμο». Τότε αποφασίζει να γυρίσει την ταινία «Συνοικία το όνειρο», μαζί με την Αλίκη Γεωργούλη, μια ταινία που δημιούργησε πολιτική θύελλα στην κυβέρνηση Καραμανλή και απαγορεύεται. Μόνο μετά από έντονες διαμαρτυρίες από τον Τύπο επιτράπηκε η προβολή και μόνο στα μεγάλα αστικά κέντρα, κόβοντας όμως κάποιες σκηνές. Παρ’ όλα αυτά, έξω από τους κινηματογράφους βρίσκεται η αστυνομία και σημειώνει κάθε θεατή. Ανθρωπος αριστερών πεποιθήσεων ο Αλέκος Αλεξανδράκης, ο οποίος συνυπέγραψε την Ιδρυτική Διακήρυξη της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη, ενώ στην περίοδο της χούντας στερήθηκε το διαβατήριό του, πεισμώνει με την κατάσταση και αποφασίζει να κάνει μια δεύτερη ταινία κωμωδία με Αυλωνίτη, τον Κατράκη, κ.ά. Το σενάριο φτάνει στα χέρια του Φίνου και λέει στον Αλεξανδράκη «δεν έβαλες μυαλό»; Εκείνος του απαντά «πρέπει να αγωνιστούμε». Ο Φίνος αμετάπειστος. Ο Αλεξανδράκης μαζί με την Γεωργούλη προσπαθούν τότε μέσα από το θέατρο, με έργα που περνούν πολιτικά μηνύματα να δώσουν τον αγώνα τους συναντώντας πάλι την αντίδραση της κυβέρνησης και με αφορμή τη συμμετοχή τους στην πορεία Ειρήνης τους συλλαμβάνουν. Αφήνουν ελεύθερο τον Αλεξανδράκη, αλλά κρατούν την Γεωργούλη, ώστε να μη συνεχιστεί η παράσταση.
http://www.katiousa.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου