Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2018

ΚΥΒΕΡΝΗΣΗ - ΚΑΤΩΤΑΤΟΣ ΜΙΣΘΟΣ Η παραπλάνηση πίσω από τις αναφορές για «σταδιακές αυξήσεις»



Μια από τις βασικές αιχμές της κυβερνητικής προπαγάνδας περί του επερχόμενου «τέλους των μνημονίων» και της «επιστροφής στην κανονικότητα» φαίνεται ότι θα αποτελέσουν οι διάφορες αναφορές κυβερνητικών στελεχών σε σχέδια για αύξηση του κατώτατου μισθού μετά τον Αύγουστο του 2018.
 Πιο «προσεκτικά» στις δημόσιες δηλώσεις, πιο «γαλαντόμα» στις διάφορες «διαρροές», η κυβέρνηση επιχειρεί με αυτήν την αιχμή να καλλιεργήσει στους εργαζόμενους την προσδοκία ότι έχουν να περιμένουν οφέλη από την επίτευξη των αντιλαϊκών στόχων του κεφαλαίου, ακόμα περισσότερο ότι μπορούν μέσα από αυτόν το δρόμο να ελπίζουν σε μια πορεία σταδιακής αναπλήρωσης των τεράστιων απωλειών τους.

Κάπως έτσι, ήδη από το Δεκέμβρη του 2017, η υπουργός Εργασίας, Εφη Αχτσιόγλου, εμφανίστηκε να κάνει δηλώσεις για μια «συζήτηση» για «ενδεχόμενη» και «υπό προϋποθέσεις» αύξηση του κατώτατου μισθού. Στα μέσα Φλεβάρη σε εκδήλωση του «Economist» εμφανίστηκε να δηλώνει: «Νομίζω ότι μπορούμε να εξετάσουμε με έναν προσεκτικό τρόπο μία σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού, ο οποίος είναι εξαιρετικά συμπιεσμένος στη χώρα», σπεύδοντας να προσθέσει ότι η όποια παρέμβαση θα γίνεται πάντα σε συμφωνία με το κουαρτέτο. Στο ίδιο μήκος κύματος αξιοποιήθηκε στη συνέχεια η επίσκεψη της υπουργού στην Πορτογαλία και η εκεί συνάντησή της με τον ομόλογό της, για να πάρει, όπως λένε, «τεχνογνωσία» γύρω από τα Εργασιακά και τη σταδιακή αύξηση του κατώτατου μισθού στην Πορτογαλία, μετά τη λήξη του εκεί μνημονίου.


Δεν καταργείται κανένας «μνημονιακός» νόμος
 
Τι ισχύει όμως στην πραγματικότητα; Η κυβέρνηση επιβεβαιώνει όπου σταθεί και όπου βρεθεί, όπως έκανε μάλιστα και σε συνέντευξή της από την Πορτογαλία η Εφ. Αχτσιόγλου, ότι «μπορεί να επιτύχει τους στόχους στους οποίους είχε δεσμευτεί», τους στόχους δηλαδή της στήριξης της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητας του κεφαλαίου. Ακριβώς για την επίτευξη αυτών των στόχων, τον αντεργατικό χαρακτήρα των οποίων βιώνουν στο πετσί τους οι εργαζόμενοι όλα αυτά τα χρόνια, η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί τόσο στο ίδιο το μνημόνιο που υπέγραψε και υλοποιεί, όσο και στις «αξιολογήσεις» που ακολούθησαν κατά την εφαρμογή του, ότι δεν πρόκειται να καταργήσει κανένα «μνημονιακό» νόμο μετά τον Αύγουστο του 2018. Η όποια παρέμβαση στον κατώτατο μισθό, αν γίνει, θα γίνει με βάση αυτό ακριβώς το νομικό πλαίσιο που ψηφίστηκε στο πλαίσιο των μνημονίων.

Καθόλου τυχαία, η κυβέρνηση δεν μιλάει πουθενά για επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751 ευρώ, όπως ίσχυε πριν το 2012 και την επιβολή της περιβόητης Πράξης Υπουργικού Συμβουλίου 6/2012, ούτε βέβαια για επαναφορά του πλαισίου που ίσχυε μέχρι τότε για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις για την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και τον καθορισμό του κατώτατου μισθού.

Μόνιμος αντεργατικός μηχανισμός για τον κατώτατο μισθό
 
Ειδικά σε ό,τι αφορά τον κατώτατο μισθό, η κυβέρνηση διατηρεί στο ακέραιο το νόμο 4172/2013 (γνωστό ως «νόμο Βρούτση»), ο οποίος προβλέπει ένα μόνιμο αντεργατικό μηχανισμό για τη διαμόρφωσή του.

Σύμφωνα με τις προβλέψεις του, η νομοθέτηση του κατώτατου μισθού θα γίνεται και πάλι με απόφαση της εκάστοτε αστικής κυβέρνησης, η οποία θα «λαμβάνει υπόψη» το πόρισμα μιας διαδικασίας «διαβούλευσης» των «κοινωνικών εταίρων», με την «τεχνική υποστήριξη» μιας σειράς «εμπειρογνωμόνων»...

Κριτήριο, και μάλιστα νομοθετημένο, της διαμόρφωσης του κατώτατου μισθού θα είναι η διασφάλιση της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητας των επιχειρηματικών ομίλων. Συγκεκριμένα, η σχετική διάταξη του νόμου αναφέρει: «...Το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού και νομοθετημένου ημερομισθίου θα πρέπει να καθορίζεται λαμβάνοντας υπόψη την κατάσταση της ελληνικής οικονομίας και τις προοπτικές της για ανάπτυξη από την άποψη της παραγωγικότητας, των τιμών και της ανταγωνιστικότητας, της απασχόλησης, του ποσοστού της ανεργίας, των εισοδημάτων και μισθών». Το ίδιο ακριβώς κριτήριο χρησιμοποιεί η ΕΕ όταν μιλά για τη δημιουργία μηχανισμού επίβλεψης του ύψους των μισθών, σημειώνοντας ότι πρέπει να υπηρετεί την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών μονοπωλίων.

Την ίδια ώρα που μιλάει τώρα για μια «ενδεχόμενη», «προσεκτική» και «σταδιακή αύξηση», η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ διατηρεί επί τρία χρόνια στο ακέραιο την κατάπτυστη Πράξη Υπουργικού Συμβουλίου του 2012, που σε μια μέρα χώρισε τον κατώτατο μισθό σε κατώτατο και «υποκατώτατο» και τον γκρέμισε κατά 32% για όσους εργάτες είναι μέχρι 25 ετών και κατά 22% για τους εργάτες που είναι πάνω από 25 ετών.

Να σημειωθεί, μάλιστα, ότι ακόμα και σήμερα η κυβέρνηση δεν λέει κουβέντα για κατάργηση του αίσχους του «υποκατώτατου» μισθού, ο οποίος ισχύει για εργαζόμενους κάτω των 25 ετών.

Μεγάλο κομμάτι εργαζομένων κάτω και από τα ψίχουλα του κατώτατου
Ταυτόχρονα, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ έχει στηρίξει με κάθε μέσο την επέκταση των ελαστικών μορφών εργασίας, έχει ενισχύσει δηλαδή το οπλοστάσιο της μεγαλοεργοδοσίας, με βάση το οποίο ήδη απασχολεί ένα μεγάλο μέρος του εργατικού δυναμικού με αμοιβές μικρότερες ακόμα και από τα 586 και τα 511 ευρώ μεικτά που προβλέπει η περιβόητη ΠΥΣ 6/2012.

Χαρακτηριστικά, σύμφωνα με τα στοιχεία του ΕΦΚΑ, η μερική απασχόληση παγιώνεται στο 30% του συνόλου των εργαζομένων, με μισθούς κάτω από τα 400 ευρώ μεικτά! Αντίστοιχα, στις νέες προσλήψεις κυριαρχούν οι συμβάσεις μερικής και εκ περιτροπής απασχόλησης, αποτελώντας το 55% - 65% του συνόλου των προσλήψεων. Στα ύψη έχει εκτοξευτεί και η προσωρινή απασχόληση. Τα στοιχεία του συστήματος «Εργάνη» επιβεβαιώνουν ότι κυρίαρχα χαρακτηριστικά είναι η συνεχής ανακύκλωση ανέργων, η μόνιμη εναλλαγή περιόδων προσωρινής εργασίας και ανεργίας, η απασχόληση με ημερομηνία λήξης για την πλειοψηφία των εργαζομένων. Το 2017 ο τεράστιος αριθμός των απολύσεων έφτασε το 94% των προσλήψεων. Τα αντίστοιχα στοιχεία των προηγούμενων ετών δείχνουν την παγίωση αυτής της άθλιας κατάστασης: Οι απολύσεις ήταν το 93,7% των προσλήψεων το 2014, το 94,5% το 2015 και το 93,6% το 2016.

Ολα τα παραπάνω στοιχεία επιβεβαιώνουν ότι ένα ιδιαίτερα σημαντικό μέρος του εργατικού δυναμικού θα συνεχίσει να αμείβεται με μισθό μικρότερο του κατώτατου, σε όποιο ύψος κι αν διαμορφωθεί αυτός, γεγονός που θα αξιοποιεί έτσι κι αλλιώς η μεγαλοεργοδοσία για την επίθεση διαρκείας συνολικά στους μισθούς των εργαζομένων.

Επιπλέον, δεν πρέπει στιγμή να φεύγει από το κάδρο η δυνατότητα που έχει η κυβέρνηση να εξανεμίζει με πολλαπλούς τρόπους την όποια αύξηση στον κατώτατο μισθό, «επιστρέφοντάς» την από άλλα κανάλια στο μεγάλο κεφάλαιο.
 Είναι χαρακτηριστικό ως προς αυτό ότι την ίδια ώρα που η κυβέρνηση προπαγανδίζει τη «συζήτηση» για μια «ενδεχόμενη σταδιακή αύξηση» του κατώτατου μισθού, έχει ήδη ψηφίσει την παραπέρα απογείωση της φοροαφαίμαξης σε βάρος των εργαζομένων, με το νέο «τσεκούρι» στο αφορολόγητο όριο!

Ο δρόμος για τους εργαζόμενους
 
Ο δρόμος για τους εργαζόμενους δεν είναι η ανοχή στη σημερινή άθλια κατάσταση και η απατηλή προσμονή ότι κάτι καλό θα προκύψει από την «επίτευξη των στόχων» του κεφαλαίου, από τις διαβουλεύσεις της κυβέρνησης, των εργοδοτών και των ανθρώπων τους στο συνδικαλιστικό κίνημα. Μοναδικό μέλημα όλων αυτών είναι η ανάκαμψη της καπιταλιστικής κερδοφορίας, στόχος που προϋποθέτει το παραπέρα τσάκισμα των εργαζομένων και του λαού, κάτι που αποτυπώθηκε χαρακτηριστικά και στους αντεργατικούς άξονες της πρόσφατης «κοινής δήλωσής» τους για το «εθνικό αναπτυξιακό σχέδιο».

Κριτήριο για την εργατική τάξη δεν είναι η ανάγκη των μονοπωλίων για ενίσχυση της ανταγωνιστικότητάς τους, αλλά η δική της ανάγκη για αξιοπρεπή ζωή, τα δικά της συμφέροντα που είναι ασυμβίβαστα με τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Κριτήριο για τους εργαζόμενους είναι η κάλυψη των σύγχρονων αναγκών τους με βάση τον τεράστιο πλούτο που οι ίδιοι παράγουν και μπορούν να παράξουν.

Η απάντηση στους αντεργατικούς σχεδιασμούς του κεφαλαίου και στην προπαγάνδα που τους συνοδεύει, βρίσκεται σήμερα στην οργάνωση του αγώνα των εργαζομένων μέσα από τα σωματεία στους χώρους δουλειάς, για αυξήσεις στους μισθούς και βελτίωση των όρων εργασίας, για να μην αμείβεται κανένας εργαζόμενος με μισθό μικρότερο από 751 ευρώ, για όλα τα αιτήματα που καταγράφηκαν και στην πρόταση νόμου που κατέθεσαν στη Βουλή πάνω από 500 συνδικαλιστικές οργανώσεις, ζητώντας την πλήρη επαναφορά των Συλλογικών Συμβάσεων και των μισθών.

Χ. Μ.
 
Ριζοσπάστης

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου