Οι
οπορτουνιστικές δυνάμεις ΝΑΡ/ΑΝΤΑΡΣΥΑ έχουν αναλάβει τις τελευταίες
βδομάδες μια επίμονη πολεμική ενάντια στις θέσεις του ΚΚΕ.
Διαστρεβλώνοντάς τις προκλητικά, ισχυρίζονται ότι η ανάλυσή μας τονίζει
με μονομέρεια την τουρκική επιθετικότητα και ότι η θέση για «υπεράσπιση
της εδαφικής ακεραιότητας» σημαίνει σύμπλευση με την ελληνική αστική
τάξη. Επιχειρείται μάλιστα να τεθεί η τοποθέτηση του ΚΚΕ σε αντίστιξη με
το Πρόγραμμά του: «Η θέση του ΚΚΕ (σ.σ. στο Πρόγραμμα) για
τον χαρακτήρα του ενδεχόμενου πολέμου ως ιμπεριαλιστικού "και από τις
δύο πλευρές, ασχέτως ποιος είναι ο πρώτος επιτιθέμενος" αλλοιώνεται με
την παρουσίαση της Ελλάδας ως αμυνόμενης σε σχέση με όλες σχεδόν τις
γειτονικές χώρες».1 Ας δούμε λοιπόν τι ισχύει στην πραγματικότητα.
Καταρχάς
είναι θρασύτατη διαστρέβλωση ότι το ΚΚΕ δεν αναδεικνύει τις ευθύνες και
το ρόλο της αστικής τάξης της Ελλάδας. Δεν έχουν άραγε διαβάσει στο ΝΑΡ
τις δεκάδες ομιλίες, άρθρα, παρεμβάσεις όπου φωτίζουμε τους ξεχωριστούς
σχεδιασμούς του ελληνικού κεφαλαίου στην περιοχή (τα σχέδια του Νότιου
Ενεργειακού Διαδρόμου της ΕΕ, επενδύσεις στα Βαλκάνια, αξιοποίηση των
εγχώριων κοιτασμάτων σε συνεργασία κυρίως με την αμερικανική
«ExxonMobil» και τη γαλλική «Total», επενδύσεις στα κοιτάσματα της Ν/Α
Μεσογείου, όπως της ελληνικής «Energean» στο Ισραήλ κ.λπ.); Δεν έχουν
ακούσει πόσο τονίζουμε ότι η επιδίωξη της λεγόμενης «γεωστρατηγικής
αναβάθμισης» της χώρας εγκυμονεί τεράστιους κινδύνους; Οτι σε κάθε μας
παρέμβαση επισημαίνουμε με έμφαση το ρόλο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ
ως σημαιοφόρου των σχεδιασμών ΗΠΑ - ΝΑΤΟ στην περιοχή; Τα ΝΑΤΟικά σχέδια
και οι ασκήσεις τύπου «Ηνίοχος» θα ήταν σε μεγάλο βαθμό άγνωστα στο λαό
αν δεν υπήρχε ο «Ριζοσπάστης», που καθημερινά τα αναδεικνύει στα
πρωτοσέλιδά του ως «πρόβες πολέμου».
Το ΚΚΕ αναδεικνύει ότι ο ανταγωνισμός των αστικών τάξεων Ελλάδας - Τουρκίας είναι επικίνδυνος για τους λαούς και από τις δύο πλευρές. Το πρόβλημα του ΝΑΡ είναι ότι για να ασκήσει πολεμική στο ΚΚΕ και να δικαιολογήσει τη δική του πασιφιστική γραμμή, ουσιαστικά υποβαθμίζει την τωρινή στρατιωτική επιθετικότητα της τουρκικής αστικής τάξης, με αποτέλεσμα να μην αποτυπώνει αντικειμενικά αυτόν τον ανταγωνισμό και τα σημερινά βήματα κλιμάκωσής του.
Γιατί γενικά ο ανταγωνισμός ανάμεσα στην ελληνική και την τουρκική αστική τάξη υπάρχει εδώ και δεκαετίες, το νέο στοιχείο όμως τώρα είναι οι συγκεκριμένες ενέργειες στρατιωτικής και διπλωματικής κλιμάκωσης και «πρόκλησης» που επιλέγονται από την πλευρά της τουρκικής αστικής τάξης, οι οποίες πυροδοτούν τη νέα φάση μεγάλης όξυνσης.
Το
ΚΚΕ υποστηρίζει ότι οι λαοί δεν έχουν να χωρίσουν τίποτα μεταξύ τους,
και με αυτήν την έννοια υπερασπιζόμαστε τη σταθερότητα των συνόρων,
πράγμα που όμως δεν μπορούν να διασφαλίσουν η αστική εξουσία, οι
συμφωνίες ιμπεριαλιστικής ειρήνης και οι Συνθήκες μεταξύ των
ιμπεριαλιστικών συμμαχιών.
Η τοποθέτηση του ΝΑΡ όμως, και η μόνη απτή γραμμή που προβάλλει, ξεκινούν και τελειώνουν με τη γενικόλογη επίκληση στην πάλη για «αποτροπή του πολέμου». Γενικά κανείς δεν αρνείται κάτι τέτοιο. Το ΚΚΕ, με τις τοποθετήσεις, τη δράση του και με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, πρωταγωνιστεί όχι μόνο τώρα, αλλά διαχρονικά σε αυτόν τον αγώνα και στην κοινή πάλη των λαών Ελλάδας - Τουρκίας.
Το πολιτικό ζήτημα είναι ότι το κάλεσμα του ΝΑΡ δεν λέει πώς πρέπει να σταθεί κανείς στην περίπτωση που τελικά ο πόλεμος δεν αποτραπεί. Μας λένε ότι δεν είναι αναπόφευκτο, δεν μας λένε όμως τι θα κάνουν αν τελικά γίνει. Πολύ περισσότερο, υποβαθμίζεται η σκληρή πραγματικότητα που λέει ότι ο πόλεμος δεν καθορίζεται μόνο και κυρίως από τη θέληση του εργατικού κινήματος, αλλά από ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και ανταγωνισμούς που έχουν αντικειμενικό χαρακτήρα. Είναι άλλο λοιπόν το καθήκον του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος να παλεύει ενάντια στον πόλεμο και άλλο η επανάπαυση και ο εφησυχασμός. Πολύ περισσότερο, η καλλιέργεια αυταπατών που μπορεί να οδηγήσουν το εργατικό κίνημα να εναποθέτει τις ελπίδες του στην ιμπεριαλιστική «ειρήνη», την ειρήνη «με το πιστόλι στον κρόταφο».
Εξαντλώντας τη θέση του στο σύνθημα της «αποτροπής του πολέμου», το ΝΑΡ προσπαθεί υποκριτικά να αποφύγει το φλέγον ερώτημα: «Τι κάνει» σε περίπτωση πολέμου, και πιο συγκεκριμένα - με βάση τα τωρινά δεδομένα - σε περίπτωση στρατιωτικής εισβολής. Μια τέτοια γραμμή καταδικάζει το εργατικό κίνημα να βρεθεί απροετοίμαστο, βορά στους αστικούς σχεδιασμούς. Το οδηγεί σε σίγουρη ήττα, σε μια περίοδο όξυνσης του αγώνα αλλά πιθανότατα και της καταστολής. Σημαίνει παραίτηση στην πράξη από την ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική προετοιμασία της εργατικής τάξης, που θα έχει ως αποτέλεσμα να συρθεί απλά στην ουρά της αστικής.
Η μη επεξεργασία γραμμής πριν από τον πόλεμο για ένα τέτοιο ενδεχόμενο μπορεί να έχει καταστροφικές συνέπειες για το εργατικό κίνημα. Ο Κάουτσκι προσπαθούσε να δικαιολογήσει τη σοσιαλσοβινιστική γραμμή που υιοθέτησε τελικά η γερμανική σοσιαλδημοκρατία την περίοδο του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και να παρουσιάσει ότι δεν ήταν σε αναντιστοιχία με τις αντιπολεμικές διακηρύξεις που έκανε πριν το ξέσπασμά του, λέγοντας ότι «ο διεθνής σοσιαλισμός είχε μεν ασχοληθεί με το ερώτημα της αποτροπής του πολέμου, όχι όμως και με το τι πρέπει να γίνει αφού ξεσπάσει ο πόλεμος».2
Θα
πει τελικά το ΝΑΡ τι θα κάνει σε περίπτωση πολεμικής εμπλοκής και με
την ισχυρή πιθανότητα εισβολής; Σε περίπτωση επιστράτευσης; Η μήπως τα
αποκλείουν όλα αυτά ακόμη και ως ενδεχόμενα; Το «Δίκτυο Σπάρτακος»,
μάλιστα, αποτυπώνοντας τις απόψεις του ευρύτερου «χώρου», λέει: «Δεν
πολεμάμε για βραχονησίδες και πετρέλαια».
Ο αγώνας όμως σε Ελλάδα και Τουρκία για το απαραβίαστο των συνόρων απαιτεί την αποφασιστική παρέμβαση του λαϊκού παράγοντα και στις δύο χώρες. Το ΝΑΡ βλέπει μόνο την αστική τάξη να πρωταγωνιστεί και τους λαούς στη γωνία.
Το ΚΚΕ δεν αδιαφορεί ούτε για το απαραβίαστο των συνόρων, ούτε για την εδαφική ακεραιότητα και τα κυριαρχικά δικαιώματα. Γι' αυτό και επιδιώκει να πρωταγωνιστήσει στη λαϊκή πάλη. Ούτε αδιαφορεί γενικά για τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας, τα κοιτάσματα πετρελαίου κ.λπ. Αδιαφορεί για αυτά μόνο όποιος θεωρεί δεδομένο ότι, είτε έτσι είτε αλλιώς, θα τα εκμεταλλεύεται κάποιο εγχώριο μονοπώλιο ή κάποια «ExxonMobil», μια λογική που ουσιαστικά διευκολύνει τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς συνεκμετάλλευσης του Αιγαίου υπό την ομπρέλα ΝΑΤΟ - ΗΠΑ. Αδιαφορεί για όλα αυτά, τελικά, όποιος δεν σκοπεύει να παλέψει για την εργατική εξουσία, που θα στηριχτεί στις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας και θα τις αξιοποιήσει στο έπακρο για τη λαϊκή ευημερία.
Το
ΝΑΡ δεν μπορεί να μην αντιλαμβάνεται ότι ο αγώνας του εργατικού
κινήματος σε τέτοιες συνθήκες έχει και διαφορετικές φάσεις και
συγκεκριμένη κλιμάκωση.
Ούτε η γενικότερη κατάσταση ούτε η κατάσταση του λαού είναι ίδια πριν τον πόλεμο, στο ξεκίνημα ενός πολέμου, στην εξέλιξη και διάρκειά του. Με σταθερούς και ενιαίους στόχους προσαρμόζεται η κλιμάκωση της δράσης, των συνθημάτων, της ζύμωσης, ώστε η αστική εξουσία, που έστειλε τους λαούς να αλληλοσκοτώνονται, να μην βγει «αλώβητη» από τον πόλεμο και να μην επιστρέψουμε στον αντιλαϊκό βάλτο της ιμπεριαλιστικής «ειρήνης» και της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.
Το ΚΚΕ καλεί από τώρα σε δυσπιστία απέναντι στην αστική κυβέρνηση που διεξάγει τον πόλεμο και επισημαίνει ότι «επιστέγασμα και έπαθλο αυτής της πάλης πρέπει και μπορεί να είναι η λαϊκή εξουσία». Καλλιεργεί δηλαδή από σήμερα τους όρους ώστε η αγανάκτηση να στραφεί σε αυτούς που οφείλονται για το σφαγείο των λαών. Οποιος ζητάει από το ΚΚΕ περισσότερες και πιο λεπτομερείς «διευκρινίσεις» για τη δράση του, μόνο αφελής ή πονηρός είναι...
Το ΝΑΡ ουσιαστικά κρύβει πίσω από αντικαπιταλιστικές γενικολογίες μια γραμμή που στέκεται σε πασιφιστικά καλέσματα, χωρίς την παραμικρή επεξεργασία για τα συγκεκριμένα καθήκοντα ώστε να στραφεί η εργατική τάξη ενάντια στον πραγματικό της αντίπαλο, που είναι η τάξη που την εκμεταλλεύεται, όπως και ενάντια στις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες που τη στηρίζουν, το ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Στην πράξη είναι γραμμή παραίτησης από την ταξική πάλη.
Ο Λένιν, έχοντας ως σταθερή πυξίδα την πάλη της εργατικής τάξης για την εξουσία, έγραφε απέναντι στις τάσεις πασιφισμού που υπήρχαν σε διάφορα σοσιαλιστικά κόμματα την περίοδο του Α' Παγκοσμίου Πολέμου: «Η άρνηση της στρατιωτικής υπηρεσίας, η απεργία ενάντια στον πόλεμο κτλ., δεν είναι παρά ανοησία, ανίσχυρο και άνανδρο όνειρο άοπλου αγώνα ενάντια στην εξοπλισμένη αστική τάξη».3
Παραπομπές:
1. Εφημερίδα «ΠΡΙΝ», 24/3/2018.
2. Περιλαμβάνεται στο άρθρο της Ρ. Λούξεμπουργκ «Το ξαναχτίσιμο της Διεθνούς» (1915), στη συλλογή κειμένων «Ο βασικός εχθρός βρίσκεται στην ίδια μας τη χώρα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 96.
3. Β. Ι. Λένιν, «Απαντα», τ. 26, σελ. 41.
Διαστρέβλωση των θέσεων του ΚΚΕ
Το ΚΚΕ αναδεικνύει ότι ο ανταγωνισμός των αστικών τάξεων Ελλάδας - Τουρκίας είναι επικίνδυνος για τους λαούς και από τις δύο πλευρές. Το πρόβλημα του ΝΑΡ είναι ότι για να ασκήσει πολεμική στο ΚΚΕ και να δικαιολογήσει τη δική του πασιφιστική γραμμή, ουσιαστικά υποβαθμίζει την τωρινή στρατιωτική επιθετικότητα της τουρκικής αστικής τάξης, με αποτέλεσμα να μην αποτυπώνει αντικειμενικά αυτόν τον ανταγωνισμό και τα σημερινά βήματα κλιμάκωσής του.
Γιατί γενικά ο ανταγωνισμός ανάμεσα στην ελληνική και την τουρκική αστική τάξη υπάρχει εδώ και δεκαετίες, το νέο στοιχείο όμως τώρα είναι οι συγκεκριμένες ενέργειες στρατιωτικής και διπλωματικής κλιμάκωσης και «πρόκλησης» που επιλέγονται από την πλευρά της τουρκικής αστικής τάξης, οι οποίες πυροδοτούν τη νέα φάση μεγάλης όξυνσης.
Προετοιμασία για όλα τα ενδεχόμενα ή εφησυχασμός;
Η τοποθέτηση του ΝΑΡ όμως, και η μόνη απτή γραμμή που προβάλλει, ξεκινούν και τελειώνουν με τη γενικόλογη επίκληση στην πάλη για «αποτροπή του πολέμου». Γενικά κανείς δεν αρνείται κάτι τέτοιο. Το ΚΚΕ, με τις τοποθετήσεις, τη δράση του και με συγκεκριμένες πρωτοβουλίες, πρωταγωνιστεί όχι μόνο τώρα, αλλά διαχρονικά σε αυτόν τον αγώνα και στην κοινή πάλη των λαών Ελλάδας - Τουρκίας.
Το πολιτικό ζήτημα είναι ότι το κάλεσμα του ΝΑΡ δεν λέει πώς πρέπει να σταθεί κανείς στην περίπτωση που τελικά ο πόλεμος δεν αποτραπεί. Μας λένε ότι δεν είναι αναπόφευκτο, δεν μας λένε όμως τι θα κάνουν αν τελικά γίνει. Πολύ περισσότερο, υποβαθμίζεται η σκληρή πραγματικότητα που λέει ότι ο πόλεμος δεν καθορίζεται μόνο και κυρίως από τη θέληση του εργατικού κινήματος, αλλά από ενδοϊμπεριαλιστικές αντιθέσεις και ανταγωνισμούς που έχουν αντικειμενικό χαρακτήρα. Είναι άλλο λοιπόν το καθήκον του εργατικού και κομμουνιστικού κινήματος να παλεύει ενάντια στον πόλεμο και άλλο η επανάπαυση και ο εφησυχασμός. Πολύ περισσότερο, η καλλιέργεια αυταπατών που μπορεί να οδηγήσουν το εργατικό κίνημα να εναποθέτει τις ελπίδες του στην ιμπεριαλιστική «ειρήνη», την ειρήνη «με το πιστόλι στον κρόταφο».
Εξαντλώντας τη θέση του στο σύνθημα της «αποτροπής του πολέμου», το ΝΑΡ προσπαθεί υποκριτικά να αποφύγει το φλέγον ερώτημα: «Τι κάνει» σε περίπτωση πολέμου, και πιο συγκεκριμένα - με βάση τα τωρινά δεδομένα - σε περίπτωση στρατιωτικής εισβολής. Μια τέτοια γραμμή καταδικάζει το εργατικό κίνημα να βρεθεί απροετοίμαστο, βορά στους αστικούς σχεδιασμούς. Το οδηγεί σε σίγουρη ήττα, σε μια περίοδο όξυνσης του αγώνα αλλά πιθανότατα και της καταστολής. Σημαίνει παραίτηση στην πράξη από την ιδεολογική, πολιτική και οργανωτική προετοιμασία της εργατικής τάξης, που θα έχει ως αποτέλεσμα να συρθεί απλά στην ουρά της αστικής.
Η μη επεξεργασία γραμμής πριν από τον πόλεμο για ένα τέτοιο ενδεχόμενο μπορεί να έχει καταστροφικές συνέπειες για το εργατικό κίνημα. Ο Κάουτσκι προσπαθούσε να δικαιολογήσει τη σοσιαλσοβινιστική γραμμή που υιοθέτησε τελικά η γερμανική σοσιαλδημοκρατία την περίοδο του Α' Παγκοσμίου Πολέμου και να παρουσιάσει ότι δεν ήταν σε αναντιστοιχία με τις αντιπολεμικές διακηρύξεις που έκανε πριν το ξέσπασμά του, λέγοντας ότι «ο διεθνής σοσιαλισμός είχε μεν ασχοληθεί με το ερώτημα της αποτροπής του πολέμου, όχι όμως και με το τι πρέπει να γίνει αφού ξεσπάσει ο πόλεμος».2
Το απαραβίαστο των συνόρων θα το διασφαλίσει η αστική τάξη;
Ο αγώνας όμως σε Ελλάδα και Τουρκία για το απαραβίαστο των συνόρων απαιτεί την αποφασιστική παρέμβαση του λαϊκού παράγοντα και στις δύο χώρες. Το ΝΑΡ βλέπει μόνο την αστική τάξη να πρωταγωνιστεί και τους λαούς στη γωνία.
Το ΚΚΕ δεν αδιαφορεί ούτε για το απαραβίαστο των συνόρων, ούτε για την εδαφική ακεραιότητα και τα κυριαρχικά δικαιώματα. Γι' αυτό και επιδιώκει να πρωταγωνιστήσει στη λαϊκή πάλη. Ούτε αδιαφορεί γενικά για τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της χώρας, τα κοιτάσματα πετρελαίου κ.λπ. Αδιαφορεί για αυτά μόνο όποιος θεωρεί δεδομένο ότι, είτε έτσι είτε αλλιώς, θα τα εκμεταλλεύεται κάποιο εγχώριο μονοπώλιο ή κάποια «ExxonMobil», μια λογική που ουσιαστικά διευκολύνει τους ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς συνεκμετάλλευσης του Αιγαίου υπό την ομπρέλα ΝΑΤΟ - ΗΠΑ. Αδιαφορεί για όλα αυτά, τελικά, όποιος δεν σκοπεύει να παλέψει για την εργατική εξουσία, που θα στηριχτεί στις παραγωγικές δυνατότητες της χώρας και θα τις αξιοποιήσει στο έπακρο για τη λαϊκή ευημερία.
«Λιποταξία» από την ταξική πάλη ή ο λαός πρωταγωνιστής στον αγώνα ενάντια στην εξουσία του κεφαλαίου;
Ούτε η γενικότερη κατάσταση ούτε η κατάσταση του λαού είναι ίδια πριν τον πόλεμο, στο ξεκίνημα ενός πολέμου, στην εξέλιξη και διάρκειά του. Με σταθερούς και ενιαίους στόχους προσαρμόζεται η κλιμάκωση της δράσης, των συνθημάτων, της ζύμωσης, ώστε η αστική εξουσία, που έστειλε τους λαούς να αλληλοσκοτώνονται, να μην βγει «αλώβητη» από τον πόλεμο και να μην επιστρέψουμε στον αντιλαϊκό βάλτο της ιμπεριαλιστικής «ειρήνης» και της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης.
Το ΚΚΕ καλεί από τώρα σε δυσπιστία απέναντι στην αστική κυβέρνηση που διεξάγει τον πόλεμο και επισημαίνει ότι «επιστέγασμα και έπαθλο αυτής της πάλης πρέπει και μπορεί να είναι η λαϊκή εξουσία». Καλλιεργεί δηλαδή από σήμερα τους όρους ώστε η αγανάκτηση να στραφεί σε αυτούς που οφείλονται για το σφαγείο των λαών. Οποιος ζητάει από το ΚΚΕ περισσότερες και πιο λεπτομερείς «διευκρινίσεις» για τη δράση του, μόνο αφελής ή πονηρός είναι...
Το ΝΑΡ ουσιαστικά κρύβει πίσω από αντικαπιταλιστικές γενικολογίες μια γραμμή που στέκεται σε πασιφιστικά καλέσματα, χωρίς την παραμικρή επεξεργασία για τα συγκεκριμένα καθήκοντα ώστε να στραφεί η εργατική τάξη ενάντια στον πραγματικό της αντίπαλο, που είναι η τάξη που την εκμεταλλεύεται, όπως και ενάντια στις ιμπεριαλιστικές συμμαχίες που τη στηρίζουν, το ΝΑΤΟ και την ΕΕ. Στην πράξη είναι γραμμή παραίτησης από την ταξική πάλη.
Ο Λένιν, έχοντας ως σταθερή πυξίδα την πάλη της εργατικής τάξης για την εξουσία, έγραφε απέναντι στις τάσεις πασιφισμού που υπήρχαν σε διάφορα σοσιαλιστικά κόμματα την περίοδο του Α' Παγκοσμίου Πολέμου: «Η άρνηση της στρατιωτικής υπηρεσίας, η απεργία ενάντια στον πόλεμο κτλ., δεν είναι παρά ανοησία, ανίσχυρο και άνανδρο όνειρο άοπλου αγώνα ενάντια στην εξοπλισμένη αστική τάξη».3
Παραπομπές:
1. Εφημερίδα «ΠΡΙΝ», 24/3/2018.
2. Περιλαμβάνεται στο άρθρο της Ρ. Λούξεμπουργκ «Το ξαναχτίσιμο της Διεθνούς» (1915), στη συλλογή κειμένων «Ο βασικός εχθρός βρίσκεται στην ίδια μας τη χώρα», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 96.
3. Β. Ι. Λένιν, «Απαντα», τ. 26, σελ. 41.
Του
Κωστή ΜΠΟΡΜΠΟΤΗ*
* Ο Κ. Μπορμπότης είναι μέλος της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ
Κωστή ΜΠΟΡΜΠΟΤΗ*
* Ο Κ. Μπορμπότης είναι μέλος της Ιδεολογικής Επιτροπής της ΚΕ του ΚΚΕ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου