Φυσικά, δεν
είναι η πρώτη φορά που ο ΣΥΡΙΖΑ, την ώρα που αναλαμβάνει εμπροσθοφυλακή
του κεφαλαίου, προσποιείται ότι τιμά την Ιστορία του επαναστατικού
εργατικού κινήματος. Από τις ψεύτικες τιμές στον Νίκο Μπελογιάννη, που
τον εμφάνισε ως «αγωνιστή της δημοκρατικής ομαλότητας», μέχρι την
επίσκεψη του Τσίπρα στον τόπο θυσίας των 200 κομμουνιστών στην
Καισαριανή. Ετσι, την ώρα που ο ΣΥΡΙΖΑ διαγκωνίζεται πλέον με τη ΝΔ για
το ποιος είναι ο αυθεντικός εκπρόσωπος του φιλελευθερισμού και ο
κληρονόμος του αστικού διαφωτισμού, θυμάται ταυτόχρονα τον Μαρξ. Για την
ακρίβεια μια καρικατούρα του Μαρξ, που καμία σχέση δεν έχει με το
ανατρεπτικό, επαναστατικό περιεχόμενο της κοσμοθεωρίας του. Δεν θα
μπορούσε να κάνει και αλλιώς. Χωμένος μέχρι τα μπούνια στην εξυπηρέτηση
των συμφερόντων του κεφαλαίου έχει ανάγκη τη μάσκα του «αριστερού», του
«κομμουνιστή με ανθρώπινο πρόσωπο», προκειμένου να συνεχίσει να εξαπατά
ένα κομμάτι του λαϊκού κόσμου.
Ξεπερνάει
κάθε όριο υποκρισίας η προσπάθεια του ΣΥΡΙΖΑ να εμφανιστεί ως η δύναμη
που ψηλαφεί στις σημερινές συνθήκες τους τρόπους για την κοινωνικοποίηση
του κοινωνικού πλούτου, «σημαντικό πρόταγμα που απορρέει από τον Μαρξ και τον μαρξισμό»,
όπως αναγκάζεται να παραδεχτεί η «Αυγή».
Θέλει φυσικά να ξεχνά η κυβερνητική εφημερίδα ότι ο θεμελιωτής της επαναστατικής κοσμοθεωρίας, σε καμία θεωρητική ή πρακτική στιγμή της πολυκύμαντης δράσης του, δεν οραματίστηκε ότι η εργατική τάξη θα μπορούσε να υλοποιήσει την ιστορική της αποστολή μέσα στο πλαίσιο του καπιταλισμού, κατακτώντας με κοινοβουλευτικά μέσα τους θώκους της αστικής κυβέρνησης και ενισχύοντας τους καπιταλιστές στον έλεγχο των βασικών κλειδιών της οικονομίας ή παραχωρώντας τους και καινούργια, όπως κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ με το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων που προωθεί.
Η προσπάθεια που κάνει η «Αυγή» να εμφανίσει τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι της αστικής τάξης ως αναγκαία σήμερα πολιτική, δήθεν ρεαλιστική, απέναντι σε «έναν εξαιρετικά δυσμενή συσχετισμό δυνάμεων», καμία φυσικά σχέση δεν έχει με τον Μαρξισμό. Τσαλαπατάει κάθε ιστορικό δίδαγμα που έχει βγάλει το επαναστατικό κίνημα, πρώτα και κύρια το δίδαγμα που έβγαλε ο ίδιος ο Μαρξ από την Παρισινή Κομμούνα, ότι το προλεταριάτο δεν μπορεί να πάρει στα χέρια του και να χρησιμοποιήσει για τους σκοπούς του την αστική κρατική μηχανή, αλλά ότι πρέπει να την τσακίσει, να μην αφήσει «πέτρα πάνω στην πέτρα» από τον αστικό κρατικό μηχανισμό. Η επίκληση του αρνητικού συσχετισμού δυνάμεων, ως μόνιμης δικαιολογίας των απανταχού οπορτουνιστών για τον συμβιβασμό τους με την αστική εξουσία και το κεφάλαιο, καταντά οικτρή κωμωδία στα χείλη μιας κυβέρνησης που παίρνει αριστερά και δεξιά τα εύσημα των καπιταλιστών και των ιμπεριαλιστικών οργανισμών.
Ο
κατήφορος όμως δεν έχει πάτο. Η εφημερίδα του ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί παραπέρα
να ειρωνευτεί τον θεμελιωτή της επαναστατικής κοσμοθεωρίας, γράφοντας
ότι «έπεσε έξω στην πρόβλεψή του για το τέλος του καπιταλισμού, το οποίο περίμενε όσο ακόμα ζούσε», ότι «υποτίμησε την ικανότητα του καπιταλισμού να μεταλλαχθεί για να αντέξει στην πίεση του ανταγωνισμού».
Τι να πρωτοπεί κανείς για την κατάντια των πολιτικά αγράμματων,
εμφανιζόμενων ως μαρξιστών! Καταρχάς, ο ίδιος ο Μαρξ ποτέ δεν
εμφανίστηκε ως μελλοντολόγος, ως τελάλης μιας επί των θυρών ανατροπής
του παγκόσμιου καπιταλισμού. Σε συνθήκες προμονοπωλιακού καπιταλισμού
μελέτησε τις αντιφάσεις στην καπιταλιστική οικονομία που οδηγούσαν σε
επαναλαμβανόμενα αδιέξοδα (πρώτα και κύρια σε οικονομικές κρίσεις και
στην τάση πτώσης του ποσοστού κέρδους) και διαμόρφωναν ταυτόχρονα τον
αριθμητικά διογκούμενο πολιτικό νεκροθάφτη του καπιταλισμού, το
προλεταριάτο. Ως επαναστάτης φλεγόταν από το όραμα της κομμουνιστικής
κοινωνίας και επιζητούσε φυσικά να το κάνει πράξη μια ώρα αρχύτερα. Για
τον Μαρξ, όμως, η ιστορική νομοτέλεια της ανατροπής του καπιταλισμού δεν
ήταν μια ευθύγραμμη πορεία αυτόματης κατάρρευσης του συστήματος ούτε
βέβαια του σταδιακού μετασχηματισμού του. Προϋπέθετε τη μεθοδική,
συλλογική, σχεδιασμένη δράση ενός επαναστατικού φορέα, του κόμματος της
εργατικής τάξης, για το οποίο τόσο αγωνίστηκε ο μεγάλος διανοητής.
Προϋπέθετε και την ασίγαστη πάλη ενάντια σε έναν πολύ ισχυρό αντίπαλο,
την αστική τάξη και την ιδεολογία της, ενάντια και στην αντανάκλαση
αυτής της ιδεολογίας στις γραμμές της εργατικής τάξης, τον οπορτουνισμό.
Αντίθετα με τις ειρωνείες της «Αυγής», «Το Κεφάλαιο» του Μαρξ συνιστά την πιο συγκλονιστική αποκάλυψη της ικανότητας του καπιταλισμού να «μεταλλάσσεται», ωθούμενος από τον ανταγωνισμό των κεφαλαιοκρατών. Ο Μαρξ, παρόλο που με μεγαλοφυία διέβλεψε τις τάσεις εξέλιξης του καπιταλισμού, δεν μπορούσε φυσικά να προβλέψει τις συγκεκριμένες ανάσες ζωής που θα έπαιρνε το εκμεταλλευτικό σύστημα από τον πολύ πιο ενεργητικό ρόλο του αστικού κράτους στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων των μονοπωλιακών ομίλων, από τη διεξαγωγή των παγκόσμιων ιμπεριαλιστικών πολέμων και από την κολοσσιαίων διαστάσεων προδοσία της εργατικής τάξης από τους σοσιαλδημοκράτες, τους προδρόμους του ΣΥΡΙΖΑ. Γι' αυτό σήμερα μια επαναστατική πολιτική οφείλει, θεμελιωμένη στις πρωτοπόρες επεξεργασίες του Μαρξ, να βασίζεται εξίσου στην ανάπτυξη της θεωρίας του Μαρξισμού από τον Λένιν στις συνθήκες του μονοπωλιακού καπιταλισμού, στην πείρα από την πάλη της εργατικής εξουσίας για την οικοδόμηση των νέων σχέσεων παραγωγής και την υπερνίκηση του ταξικού αντίπαλου, εσωτερικού και εξωτερικού. Η τεχνητή αποκοπή του Μαρξ από τον Λένιν, χαρακτηριστικό γνώρισμα του οπορτουνισμού εδώ και δεκαετίες, διασπά την αναγκαία συνοχή της κοσμοθεωρίας του Μαρξισμού - Λενινισμού, καταντά επί της ουσίας την οικονομική και πολιτική θεωρία του Μαρξ ένα άκακο, βολικό για την αστική τάξη, εικόνισμα.
Η
λύση για την εργατική τάξη και τα λαϊκά στρώματα σήμερα δεν βρίσκεται
στις συνταγές κάποιων αστών μελετητών που η «Αυγή» μάς τους παρουσιάζει
ως συνεχιστές του Μαρξ (Πικετί, Στρέεκ) και που αναπολούν παλιές
(σοσιαλδημοκρατικές) «συμμαχίες αναδιανομής» ή έναν μεγαλύτερο έλεγχο πάνω στον καπιταλισμό που έχει δήθεν «υπερβεί το κράτος».
Περσινά ξινά σταφύλια της αστικής κεϊνσιανής διαχείρισης! Το σημερινό
επίπεδο διεθνοποίησης του καπιταλισμού, η υποχώρηση της επιχειρηματικής
δραστηριότητας του αστικού κράτους και η ραγδαία μείωση των κοινωνικών
του υπηρεσιών (του λεγόμενου «κράτους πρόνοιας») δεν αποτελούν
αυθαίρετες επιλογές μιας κάποιας νεοφιλελεύθερης εμμονικής πολιτικής,
που θα μπορούσαν να ανατραπούν με μια αλλαγή του κυβερνητικού
διαχειριστή. Συνιστούν αδήριτη σημερινή αναγκαιότητα για το μονοπωλιακό
κεφάλαιο, προϋπόθεση για να γίνει φθηνότερη η εργατική δύναμη, για την
εξασφάλιση ικανών όρων κερδοφορίας σε συνθήκες υπερσυσσώρευσής του. Γι'
αυτό και το βασικό πλέγμα των εφαρμοζόμενων πολιτικών παραμένει
αδιατάραχτο ανεξάρτητα από τον κυβερνητικό διαχειριστή: Συντηρητικό,
παραδοσιακό σοσιαλδημοκρατικό, «αριστερό» σοσιαλδημοκρατικό νέας κοπής,
ακροδεξιό - εθνικιστικό.
Η εργατική τάξη έχει καθήκον σήμερα να οργανώσει την πάλη της σε κάθε χώρο δουλειάς ενάντια όχι μόνο στον έναν ή τον άλλο επιχειρηματία, αλλά στη συνολική στρατηγική του κεφαλαίου και στους πολιτικούς διαχειριστές της, ανεξάρτητα από την προβιά τους. Η επαναστατική στρατηγική που έχει χαράξει το ΚΚΕ στοχεύει στο ανέβασμα της ταξικής πάλης έως το επίπεδο ανατροπής της αστικής εξουσίας και όχι στο καταλάγιασμά της κάτω από το κάλπικο «κοινό εθνικό συμφέρον», όπως επιδιώκουν όλες οι αστικές πολιτικές δυνάμεις. Με πίστη στις δυνάμεις και την ιστορική αποστολή της εργατικής τάξης και βγάζοντας πολύτιμα διδάγματα από την πλούσια πείρα του επαναστατικού κινήματος. Με οδηγό την πρωτοπόρα θεωρία του Μαρξισμού - Λενινισμού, με βαθιά συναίσθηση ότι «το όπλο της κριτικής δεν μπορεί να αντικαταστήσει την κριτική των όπλων, η υλική δύναμη δεν μπορεί να νικηθεί παρά μόνο από την υλική δύναμη, αλλά και η θεωρία γίνεται κι αυτή δύναμη αφότου κατακτήσει τις μάζες».
«Επαναστατική» πολιτική με ιδιωτικοποιήσεις
Θέλει φυσικά να ξεχνά η κυβερνητική εφημερίδα ότι ο θεμελιωτής της επαναστατικής κοσμοθεωρίας, σε καμία θεωρητική ή πρακτική στιγμή της πολυκύμαντης δράσης του, δεν οραματίστηκε ότι η εργατική τάξη θα μπορούσε να υλοποιήσει την ιστορική της αποστολή μέσα στο πλαίσιο του καπιταλισμού, κατακτώντας με κοινοβουλευτικά μέσα τους θώκους της αστικής κυβέρνησης και ενισχύοντας τους καπιταλιστές στον έλεγχο των βασικών κλειδιών της οικονομίας ή παραχωρώντας τους και καινούργια, όπως κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ με το πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων που προωθεί.
Η προσπάθεια που κάνει η «Αυγή» να εμφανίσει τα ψίχουλα που πέφτουν από το τραπέζι της αστικής τάξης ως αναγκαία σήμερα πολιτική, δήθεν ρεαλιστική, απέναντι σε «έναν εξαιρετικά δυσμενή συσχετισμό δυνάμεων», καμία φυσικά σχέση δεν έχει με τον Μαρξισμό. Τσαλαπατάει κάθε ιστορικό δίδαγμα που έχει βγάλει το επαναστατικό κίνημα, πρώτα και κύρια το δίδαγμα που έβγαλε ο ίδιος ο Μαρξ από την Παρισινή Κομμούνα, ότι το προλεταριάτο δεν μπορεί να πάρει στα χέρια του και να χρησιμοποιήσει για τους σκοπούς του την αστική κρατική μηχανή, αλλά ότι πρέπει να την τσακίσει, να μην αφήσει «πέτρα πάνω στην πέτρα» από τον αστικό κρατικό μηχανισμό. Η επίκληση του αρνητικού συσχετισμού δυνάμεων, ως μόνιμης δικαιολογίας των απανταχού οπορτουνιστών για τον συμβιβασμό τους με την αστική εξουσία και το κεφάλαιο, καταντά οικτρή κωμωδία στα χείλη μιας κυβέρνησης που παίρνει αριστερά και δεξιά τα εύσημα των καπιταλιστών και των ιμπεριαλιστικών οργανισμών.
«Επεσε έξω» ο Μαρξ
Αντίθετα με τις ειρωνείες της «Αυγής», «Το Κεφάλαιο» του Μαρξ συνιστά την πιο συγκλονιστική αποκάλυψη της ικανότητας του καπιταλισμού να «μεταλλάσσεται», ωθούμενος από τον ανταγωνισμό των κεφαλαιοκρατών. Ο Μαρξ, παρόλο που με μεγαλοφυία διέβλεψε τις τάσεις εξέλιξης του καπιταλισμού, δεν μπορούσε φυσικά να προβλέψει τις συγκεκριμένες ανάσες ζωής που θα έπαιρνε το εκμεταλλευτικό σύστημα από τον πολύ πιο ενεργητικό ρόλο του αστικού κράτους στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων των μονοπωλιακών ομίλων, από τη διεξαγωγή των παγκόσμιων ιμπεριαλιστικών πολέμων και από την κολοσσιαίων διαστάσεων προδοσία της εργατικής τάξης από τους σοσιαλδημοκράτες, τους προδρόμους του ΣΥΡΙΖΑ. Γι' αυτό σήμερα μια επαναστατική πολιτική οφείλει, θεμελιωμένη στις πρωτοπόρες επεξεργασίες του Μαρξ, να βασίζεται εξίσου στην ανάπτυξη της θεωρίας του Μαρξισμού από τον Λένιν στις συνθήκες του μονοπωλιακού καπιταλισμού, στην πείρα από την πάλη της εργατικής εξουσίας για την οικοδόμηση των νέων σχέσεων παραγωγής και την υπερνίκηση του ταξικού αντίπαλου, εσωτερικού και εξωτερικού. Η τεχνητή αποκοπή του Μαρξ από τον Λένιν, χαρακτηριστικό γνώρισμα του οπορτουνισμού εδώ και δεκαετίες, διασπά την αναγκαία συνοχή της κοσμοθεωρίας του Μαρξισμού - Λενινισμού, καταντά επί της ουσίας την οικονομική και πολιτική θεωρία του Μαρξ ένα άκακο, βολικό για την αστική τάξη, εικόνισμα.
Το πραγματικό καθήκον της εργατικής τάξης
Η εργατική τάξη έχει καθήκον σήμερα να οργανώσει την πάλη της σε κάθε χώρο δουλειάς ενάντια όχι μόνο στον έναν ή τον άλλο επιχειρηματία, αλλά στη συνολική στρατηγική του κεφαλαίου και στους πολιτικούς διαχειριστές της, ανεξάρτητα από την προβιά τους. Η επαναστατική στρατηγική που έχει χαράξει το ΚΚΕ στοχεύει στο ανέβασμα της ταξικής πάλης έως το επίπεδο ανατροπής της αστικής εξουσίας και όχι στο καταλάγιασμά της κάτω από το κάλπικο «κοινό εθνικό συμφέρον», όπως επιδιώκουν όλες οι αστικές πολιτικές δυνάμεις. Με πίστη στις δυνάμεις και την ιστορική αποστολή της εργατικής τάξης και βγάζοντας πολύτιμα διδάγματα από την πλούσια πείρα του επαναστατικού κινήματος. Με οδηγό την πρωτοπόρα θεωρία του Μαρξισμού - Λενινισμού, με βαθιά συναίσθηση ότι «το όπλο της κριτικής δεν μπορεί να αντικαταστήσει την κριτική των όπλων, η υλική δύναμη δεν μπορεί να νικηθεί παρά μόνο από την υλική δύναμη, αλλά και η θεωρία γίνεται κι αυτή δύναμη αφότου κατακτήσει τις μάζες».
Η φηριμήδα του ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ η "ΑΥΓΗ" είναι τόσο καλή είναι τόσο ενημερωτική τόσο τόσο ... "ΧΡΥΣΗ"!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠρόταση να ονομαστεί η φηριμήδα του ΣΥΝΑΣΠΙΣΜΟΥ από "Αυγή" σε "Χρυσή Αυγή"!!