Ο κύριος Μητσοτάκης προσπαθεί, πίσω από αστείες δικαιολογίες περί «λάθους» και «ολισθήματος», να κρύψει τη βασική πλευρά του σκανδάλου των παρακολουθήσεων, που δεν είναι άλλη από την απόλυτη προσήλωσή του στη διαμόρφωση ενός σκοτεινού κι επικίνδυνου θεσμικού πλαισίου που σταθερά υπονομεύει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του ελληνικού λαού.
Για «νόμιμη» παρακολούθηση που έγινε την περίοδο που ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ Ν. Ανδρουλάκης ήταν ευρωβουλευτής και η οποία διακόπηκε όταν ανέλαβε την ηγεσία του Κόμματος, τρεις μήνες μετά, έκανε λόγο στο διάγγελμά του ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης σε μια προσπάθεια να αποσείσει τις ευθύνες για το σκάνδαλο.
Έριξε την ευθύνη στην Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών που «υποτίμησε την πολιτική διάσταση της συγκεκριμένης ενέργειας. Ήταν τυπικά επαρκής, όμως πολιτικά μη αποδεκτή. Δεν θα έπρεπε να έχει συμβεί, προκαλώντας ρωγμές στην εμπιστοσύνη των πολιτών στις Υπηρεσίες Εθνικής Ασφάλειας» και πρόσθεσε πως «αυτό που έγινε μπορεί να ήταν σύμφωνο με το γράμμα του νόμου, ήταν όμως λάθος. Δεν το γνώριζα και, προφανώς, δεν θα το επέτρεπα ποτέ!».
Την ίδια στιγμή έπλεξε το εγκώμιο τόσο της ΕΥΠ λέγοντας πως «η προσφορά της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών είναι σημαντική. Αποτυπώνεται εμφατικά στην ετοιμότητα της Ελλάδος να αντιμετωπίσει προκλήσεις όπως αυτές στον Έβρο ή στο Αιγαίο. Στη διαρκή διπλωματική και αμυντική μας θωράκιση. Αλλά και στην καθημερινή μάχη της κοινωνίας με την τρομοκρατία και το έγκλημα» όσο και του νέου διοικητή της, Θεμιστοκλή Δεμίρη, που «είναι ένας από τους πιο έμπειρους Έλληνες διπλωμάτες και διαθέτει όλα τα εχέγγυα για να φέρει εις πέρας αυτή την αποστολή».
Επίσης, ανέφερε πως η κυβέρνηση συμφώνησε αμέσως στη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής, «η οποία προφανώς και θα λειτουργήσει υπό συνθήκες που η φύση του αντικειμένου που θα ερευνήσει επιβάλλει» και έθεσε τέσσερα «πεδία αλλαγών» όπως είπε και τα οποία είναι η ενίσχυση της λογοδοσίας της ΕΥΠ και της εποπτείας του κοινοβουλίου μέσω της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, η αναβάθμιση του ρόλου του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας για την καλύτερη αξιοποίηση των πληροφοριών και της ΕΥΠ, η θωράκιση του πλαισίου νομίμων επισυνδέσεων για πολιτικά πρόσωπα και οι αλλαγές στο εσωτερικό της ΕΥΠ για την ενίσχυση του εσωτερικού ελέγχου, της διαφάνειας, της εξωστρέφειας και της εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού της».
Ανέφερε ότι το θέμα «δεν πρέπει να μετατραπεί σε κατασκοπευτικό σήριαλ προς κομματική κατανάλωση» και υποστήριξε ότι «υπάρχουν πολλοί εχθροί της πατρίδας που καραδοκούν και θα ήθελαν μία αδύναμη Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών. Και αν κάποιες σκοτεινές δυνάμεις εκτός Ελλάδας απεργάζονται οποιοδήποτε σχέδιο αποσταθεροποίησης της χώρας, να ξέρουν ότι η Ελλάδα είναι και ισχυρή και θεσμικά θωρακισμένη».
Είπε ακόμα ότι η κυβέρνηση προτείνει αλλαγές σε τέσσερα πεδία που είναι: «Ενίσχυση της λογοδοσίας της ΕΥΠ και της εποπτείας του κοινοβουλίου μέσω της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, αναβάθμιση του ρόλου του Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας για την καλύτερη αξιοποίηση των πληροφοριών και της ΕΥΠ, θωράκιση του πλαισίου νομίμων επισυνδέσεων για πολιτικά πρόσωπα και αλλαγές στο εσωτερικό της ΕΥΠ για την ενίσχυση του εσωτερικού ελέγχου, της διαφάνειας, της εξωστρέφειας και της εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού της».
Σε ανακοίνωση για τη δήλωση του πρωθυπουργού για τις υποκλοπές το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ αναφέρει:
“Ο κύριος Μητσοτάκης προσπαθεί, πίσω από αστείες δικαιολογίες περί «λάθους» και «ολισθήματος», να κρύψει τη βασική πλευρά του σκανδάλου των παρακολουθήσεων, που δεν είναι άλλη από την απόλυτη προσήλωσή του στη διαμόρφωση ενός σκοτεινού κι επικίνδυνου θεσμικού πλαισίου που σταθερά υπονομεύει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του ελληνικού λαού.
Αυτό το θεσμικό πλαίσιο, όχι μόνο δε ρίχνει «άπλετο φως», αλλά είναι αυτό που οδηγεί στο απόλυτο «σκοτάδι» τη δράση των διάφορων κέντρων, μηχανισμών και υπηρεσιών, επίσημων και ανεπίσημων, εγχώριων και ξένων. Είναι αυτό ακριβώς το πλαίσιο που, αξιοποιώντας ως «λάστιχο» την έννοια της «εθνικής ασφάλειας», νομιμοποιεί και διευκολύνει πρακτικές παρακολουθήσεων, οδηγώντας στην αλματώδη αύξηση των εισαγγελικών διατάξεων για άρση του απορρήτου των επικοινωνιών. Είναι αυτό το πλαίσιο, το οποίο εδώ και χρόνια καταγγέλλει και καταψηφίζει το ΚΚΕ, σε αντίθεση με όλα τα υπόλοιπα κόμματα.
Δίπλα, λοιπόν, στην ανάγκη διαλεύκανσης της υπόθεσης παρακολούθησης του Νίκου Ανδρουλάκη, αλλά και της υπόθεσης των «συνακροάσεων» στην έδρα της ΚΕ του ΚΚΕ -όσο αυτό είναι δυνατόν μέσα από τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες που προβλέπονται- προκύπτει μια ακόμη μεγαλύτερη ανάγκη, αυτή της κατάργησης όλης αυτής της νομοθεσίας, των ευρωενωσιακών οδηγιών και των διακρατικών συμφωνιών που έχει οδηγήσει στον σημερινό «βούρκο».
Αυτό φυσικά δεν μπορεί να το εγγυηθεί η κυβέρνηση της ΝΔ με προτάσεις περί «εγγυήσεων», «φίλτρων» και «βέλτιστων ευρωπαϊκών πρακτικών», ούτε κανένα από τα κόμματα που έχουν συνδιαμορφώσει το σημερινό καθεστώς. Είναι υπόθεση του ίδιου του λαού, με τη δράση του και τις πολιτικές επιλογές του, να υπερασπίσει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες του, κόντρα στη «νομιμότητα» της καταστολής, του αυταρχισμού, των παρακολουθήσεων, κόντρα στην ίδια τη δικτατορία του κεφαλαίου.”
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου