Με την ενεργοποίηση του «προσωπικού γιατρού» από χτες για την Αττική και το Νότιο Αιγαίο, γράφεται ένα ακόμα επεισόδιο στην «κανονικότητα» της υποβαθμισμένης Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Αποτελώντας συμπλήρωμα της επιχειρηματικής δράσης στην Υγεία, η ρύθμιση αυτή, που υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσε να έχει αποφασιστική συμβολή στην πρόληψη, σήμερα μετατρέπεται στο ακριβώς αντίθετό της, στο πλαίσιο της πολιτικής εμπορευματοποίησης και ιδιωτικοποίησης της Υγείας, που και η ίδια υπηρετεί.
Από τη μία αξιοποιείται εκβιαστικά, με τα πρόστιμα που τη συνοδεύουν για όποιον δεν εγγραφεί στη σχετική πλατφόρμα. Και από την άλλη, οι στοιχειώδεις υπηρεσίες που θα παρέχονται μέσα από αυτόν τον θεσμό θα αξιοποιούνται ως ένας καλοακονισμένος «κόφτης» για την πρόσβαση του λαού σε όλες τις αναγκαίες ιατρικές πράξεις, πάντα στο όνομα του «εξορθολογισμού» και της «μείωσης του κόστους».
Μέσα από ένα βασικό πακέτο - ξεροκόμματο στοιχειωδών παροχών Υγείας (π.χ. συνταγογράφηση και υποτυπώδεις εξετάσεις) για συγκεκριμένο αριθμό επισκέψεων κάθε χρόνο, το κράτος ξεκόβει κάθε συζήτηση για ουσιαστική αναβάθμιση της Υγείας, με χρηματοδότηση και ενίσχυση του δημόσιου συστήματος, όπως διεκδικούν υγειονομικοί, συνδικάτα και φορείς.
Πόσο μάλλον για υπηρεσίες ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης στο ύψος των σύγχρονων δυνατοτήτων και αναγκών, μέσα από ένα καθολικό, αποκλειστικά δημόσιο και δωρεάν σύστημα Υγείας.
Ακόμα και γι' αυτό το ελάχιστο πακέτο υπηρεσιών, όμως, που είναι πλέον απαραίτητη η παραπομπή από τον «προσωπικό γιατρό», ο λαός θα συνεχίσει να ταλαιπωρείται, αφού δεν υπάρχουν οι αναγκαίες υποδομές και προσωπικό στις δημόσιες μονάδες Υγείας. Ετσι, ή θα περιμένει για μήνες για ένα ραντεβού ή θα πληρώνει από την τσέπη του στον ιδιωτικό τομέα, που γιγαντώνεται στο φόντο των σμπαραλιασμένων Κέντρων Υγείας, τοπικών Ιατρείων κ.ο.κ.
Στο μεταξύ, ακόμα και η εγγραφή στον «προσωπικό γιατρό», που γίνεται υποχρεωτική για τους ασφαλισμένους, σκοντάφτει στις ίδιες τις ελλείψεις στο σύστημα Υγείας που έχουν την υπογραφή όλων των κυβερνήσεων. Σε μεγάλες πόλεις, για παράδειγμα, ο αριθμός των διαθέσιμων γιατρών δεν ξεπερνά τα δάχτυλα του ενός χεριού, ενώ θα αξιοποιούνται εκτός από ιδιώτες και γιατροί των δομών ΠΦΥ.
Ολα τα παραπάνω δεν είναι ούτε καινοτομία της σημερινής κυβέρνησης, ούτε «ελληνική πατέντα». Αλλωστε ο θεσμός αυτός είχε ξεκινήσει επί ΣΥΡΙΖΑ με άλλη ονομασία («οικογενειακός γιατρός») και ήταν ενταγμένος στην ίδια στρατηγική: Του ενδιάμεσου «κόφτη» για την πρόσβαση του λαού σε πρόληψη και θεραπεία, που το κράτος τις αντιμετωπίζει ως «κόστος».
Αποτελούν στοιχείο έντασης της επιχειρηματικής δράσης, με την προώθηση των ΣΔΙΤ στα δημόσια νοσοκομεία, με τις συγχωνεύσεις και καταργήσεις κλινικών και μονάδων στο πλαίσιο του «νέου ΕΣΥ», των απογευματινών χειρουργείων επί πληρωμή, της προκλητικής στήριξης του ιδιωτικού τομέα και μέσα από τη διαχείριση της πανδημίας.
Είναι συνέχεια της αντιλαϊκής στρατηγικής που αντιμετωπίζει ως «ενιαίο σύστημα Υγείας» τον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, πριμοδοτώντας την κερδοφορία του δεύτερου και την παραπέρα εμπορευματοποίηση του πρώτου.
Ποιος πληρώνει και ποιος κερδίζει από όλες αυτές τις αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις; Ο λαός βάζει πιο βαθιά το χέρι στην τσέπη ακόμα και για στοιχειώδεις ανάγκες του, το κράτος εξοικονομεί πόρους από τις περικοπές ώστε να χρηματοδοτεί το κεφάλαιο, ενώ οι κλινικάρχες, τα ιδιωτικά διαγνωστικά και οι άλλοι επιχειρηματίες της Υγείας μετράνε κέρδη επί των κερδών τους.
Το τίμημα για τα εργατικά - λαϊκά στρώματα είναι βαρύ και φάνηκε ακόμα περισσότερο κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Αποδείχθηκε ότι δημόσιος και ιδιωτικός τομέας δεν μπορούν να συνυπάρχουν προς όφελος του λαού, αλλά μόνο σε βάρος των συμφερόντων και της υγείας του.
Αποδείχθηκε ότι όσο η δημόσια Υγεία αξιοποιείται ως πεδίο επενδύσεων και ΣΔΙΤ, η κατάσταση για τον λαό θα χειροτερεύει και θα μεγαλώνει η απόσταση ανάμεσα στις δυνατότητες που παρέχουν τα σύγχρονα επιστημονικά επιτεύγματα και στην πραγματικότητα που βιώνει ο μεροκαματιάρης, τόσο στην πρόληψη όσο και στην αντιμετώπιση νοσημάτων.
Εκεί είναι που πρέπει να αναζητηθεί η διέξοδος: Στη σύγκρουση με αυτήν τη στρατηγική, με την ΕΕ και τα κόμματα που τη στηρίζουν. Με τη διεκδίκηση της ουσιαστικής ενίσχυσης όλων των υγειονομικών μονάδων, με την πάλη ενάντια στην πολιτική ενίσχυσης της επιχειρηματικής δράσης. Για αποκλειστικά δημόσιο, δωρεάν, καθολικό σύστημα Υγείας.
- Το άρθρο αναδημοσιεύεται από τη στήλη «Η Αποψή μας», του «Ριζοσπάστη», Παρασκευή 2 Σεπτέμβρη 2022.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου