Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, οι δαπάνες για στέγαση φτάνουν έως και το 50% του εισοδήματος μιας λαϊκής οικογένειας. Τα ενοίκια έχουν εκτιναχθεί έως και 35% την τελευταία τριετία. 7 στους 10 νέους έως 34 χρόνων μένουν με τους γονείς τους. Και δεκάδες χιλιάδες βρίσκονται αντιμέτωποι με εξώσεις και πλειστηριασμούς από funds και τράπεζες. Κι όμως: Την ίδια στιγμή πάνω από 750.000 σπίτια και κατοικίες μένουν άδεια και άλλες 200.000 νεόκτιστες κατοικίες απούλητες!
Δεν πρόκειται για κάποια «στρέβλωση», αλλά για την «κανονικότητα» της καπιταλιστικής οικονομίας, όπου η στέγη αποτελεί ακριβοπληρωμένο εμπόρευμα, απλησίαστο για το εισόδημα της εργατικής - λαϊκής οικογένειας.
Αυτήν ακριβώς την «κανονικότητα» έρχεται να ενισχύσει η κυβέρνηση με το νομοσχέδιο που με θράσος βάφτισε «στεγαστική πολιτική για τους νέους» και «αξιοποίηση της δημόσιας περιουσίας για κοινωνική κατοικία».
Με αυτό πράγματι «βρίσκουν στέγη»: Τα κέρδη των τραπεζιτών που βάζουν στο χέρι μια νέα γενιά δανειοληπτών και δανείων γύρω στα 500 εκατ. ευρώ.
Οι κατασκευαστικοί όμιλοι που μέσα από τις ΣΔΙΤ βάζουν στο χέρι οικόπεδα - «φιλέτα» του πρώην ΟΕΚ, για να χτίσουν και να εκμεταλλεύονται κατοικίες και άλλα κτίρια.
Οι όμιλοι της «πράσινης» οικονομίας, που περιμένουν με ανοιχτές αγκάλες τα κρατικά και ευρωπαϊκά πακέτα για «ενεργειακές αναβαθμίσεις» και «ανακαινίσεις» κατοικιών και δημόσιων κτιρίων.
Από την ανάποδη, καμιά «λύση» και «ανακούφιση» δεν προβλέπεται για το τεράστιο στεγαστικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν ειδικά οι νέοι.
Τα όποια μέτρα αφορούν περιορισμένο αριθμό δικαιούχων, περίπου 1 στους 100 σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία. Η μηνιαία επιδότηση ενοικίου είναι τουλάχιστον φιλοδώρημα, ενώ οι ελάχιστοι που θα πληρούν τα κριτήρια, θα συνεχίσουν να είναι ενοικιαστές στο σπίτι τους και όμηροι των τραπεζών για δεκαετίες.
Ακόμα κι αυτήν τη δήθεν «στεγαστική πολιτική» η κυβέρνηση την κάνει «με ξένα κόλλυβα», καταληστεύοντας τα πάνω από 2,5 δισ. ευρώ αποθεματικά του Οργανισμού Εργατικής Κατοικίας (ΟΕΚ) και της Εργατικής Εστίας, που είναι ιδρώτας και κόπος εκατομμυρίων εργαζομένων.
Πάνω από τον «κουμπαρά» δίνουν «μάχες» η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, για το πώς θα γίνουν οι «μοιρασιές» στα διάφορα τμήματα του κεφαλαίου.
Για παράδειγμα, με την πρόταση για «τράπεζες στέγης», ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει το κράτος σε ρόλο κτηματομεσίτη, να διαμορφώνει τους όρους «αξιοποίησης» του κτιριακού αποθέματος δημοσίων, δημοτικών και ιδιωτικών κτιρίων, με εγγυημένη κερδοφορία για τους κατασκευαστές και «εξαιρετικά ελκυστικό πακέτο» για τους ιδιοκτήτες των ακινήτων, όπως έλεγε χτες η εισηγήτριά του στη Βουλή.
Στην ίδια κατεύθυνση, το ΠΑΣΟΚ ζητάει να αξιοποιηθεί το Ταμείο Ανάκαμψης για την κατασκευή κατοικιών που θα νοικιάζονται σε χαμηλότερη τιμή με «κοινωνικά κριτήρια», δηλαδή στους πλέον εξαθλιωμένους.
Όλοι τους έχουν για «ευαγγέλιο» τις «βέλτιστες πρακτικές της ΕΕ», που επικαλείται και το ίδιο το νομοσχέδιο. Ποιες είναι αυτές;
Οι «εξώσεις με εγγυημένη μεταστέγαση» (!), να μετατρέπονται δηλαδή οι βιοπαλαιστές ιδιοκτήτες σε ενοικιαστές των σπιτιών τους, εάν βέβαια μπορούν να πληρώνουν το νοίκι στις τράπεζες.
Ο,τι δηλαδή προβλέπει και ο πτωχευτικός νόμος της ΝΔ, που βάζει το κερασάκι στην «τούρτα» προηγούμενων νόμων, μεταξύ άλλων και του ΣΥΡΙΖΑ.
Αυτοί οι σημερινοί και επίδοξοι κυβερνητικοί «σωτήρες», που υπογράφουν το ξεσπίτωμα των λαϊκών οικογενειών, παριστάνουν τώρα ότι θα λύσουν τάχα το στεγαστικό πρόβλημα, ξεδιπλώνοντας κι εδώ μια προκλητική και «κοστολογημένη» «επιδοματομαχία», στην πλάτη της νέας γενιάς.
Η διεκδίκηση φτηνής και σύγχρονης στέγης περνάει μέσα από την εναντίωση στους πλειστηριασμούς και τους «πράσινους» φόρους, την πάλη για κατάργηση του ΕΝΦΙΑ και ουσιαστική ελάφρυνση από δάνεια και χρέη.
Τα αδιέξοδα για τον λαό που ανακυκλώνει η πολιτική όλων των αστικών κομμάτων, επιβεβαιώνουν την ανάγκη σύγκρουσης με τη στρατηγική του κεφαλαίου και στο ζήτημα της στέγης, σε συμπόρευση με το ΚΚΕ, στην προοπτική μιας άλλης οικονομίας, που θα υπηρετεί τις σύγχρονες λαϊκές ανάγκες και όχι τα κέρδη, όπου η κατοικία δεν θα αποτελεί εμπόρευμα, αλλά δικαίωμα για όλους, εξασφαλισμένο από την εργατική εξουσία.
Το άρθρο αυτό αναδημοσιεύεται από την στήλη «Η Άποψή μας» του Ριζοσπάστη της Τετάρτης 21 Δεκέμβρη 2022.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου