Το
αποκαλυπτικό δημοσίευμα του «Ριζοσπάστη» την περασμένη Παρασκευή
περιγράφει «με το νι και με το σίγμα» την εργασιακή ζούγκλα της
«ευελιξίας» και της ανασφάλειας που διαμόρφωσαν με τους νόμους τους η
σημερινή και προηγούμενες κυβερνήσεις, στο έδαφος των οποίων
θωρακίζονται σήμερα η κερδοφορία και η ανταγωνιστικότητα των
επιχειρηματικών ομίλων. Μάλιστα, η έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδας, τα
στοιχεία της οποίας αξιοποιήθηκαν στο ρεπορτάζ της εφημερίδας μας,
περιλαμβάνει και «συστάσεις» προς την κυβέρνηση και τα άλλα αστικά
κόμματα να συνεχίσουν στην ίδια ρότα, φυλάσσοντας ως «κόρη οφθαλμού» τις
αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις των μνημονίων. Την ίδια μέρα, όμως, η
«Αυγή» κυκλοφορούσε με τον προκλητικό πρωτοσέλιδο τίτλο «Κέρδη για τον
κόσμο της εργασίας». Η εφημερίδα του ΣΥΡΙΖΑ, μαγειρεύοντας τα στοιχεία
του προγράμματος «Εργάνη» και προπαγανδίζοντας την εφαρμογή του
μνημονιακού νόμου Βρούτση - Αχτσιόγλου για τον κατώτατο μισθό,
προσπαθούσε να πείσει ότι η κυβέρνηση σταδιακά «γυρνάει το παιχνίδι» για
λογαριασμό των εργαζομένων. Βεβαίως, τα ίδια τα στοιχεία της «Εργάνης»
είναι αμείλικτα, αφού δείχνουν παγίωση της δουλειάς - λάστιχο για
χιλιάδες εργαζόμενους, καθήλωση των μισθών για έναν ακόμη χρόνο, με έναν
στους πέντε να μην παίρνουν ούτε καν τον άθλιο κατώτατο μισθό. Δεν
πρόκειται απλά για δύο διαφορετικές «αναγνώσεις» των ίδιων αριθμητικών
στοιχείων, όπως ακούστηκε σε τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές.
Πρόκειται για την άθλια προσπάθεια της κυβέρνησης να κρατήσει στον πάτο
τις απαιτήσεις των εργαζομένων, με ψέματα και αυταπάτες. Μια προσπάθεια
που χρειάζεται να απαντηθεί αποφασιστικά από το εργατικό κίνημα, χωρίς
αναμονή.
Δεν γιατρεύονται
«Η
κοινή πορεία που έχει αποφασιστεί θα συνεχιστεί, παρά τις διάφορες
αντιρρήσεις - και μάλιστα θα επεκταθεί (...) Και στο παρελθόν υπήρξαν
σημαντικές διαφορές που ξεπεράστηκαν (...) Δεν είναι τα πρόσωπα που
καθορίζουν τις εξελίξεις, αλλά οι κοινωνικοοικονομικές δυνάμεις κάθε
χώρας, οι επιδιώξεις, τα συμφέροντα, τα οράματά τους. Αυτά και στη
Γερμανία και στις άλλες χώρες επιδιώκουν οφέλη, δραστηριότητες, κέρδη
(...) Το σημερινό πρόβλημα προκύπτει από το γεγονός ότι η ΕΕ δεν έχει
ακόμη διαμορφώσει μια συνολική πολιτική οικονομικής διακυβέρνησης, έναν
νέο τρόπο αντιμετώπισης των ανισοτήτων μεταξύ του ανεπτυγμένου κεντρικού
πυρήνα και της λεγόμενης περιφέρειάς της». Αυτά είπε σε συνέντευξή του
στο «Βήμα» ο πρώην πρωθυπουργός Κ. Σημίτης, εξωραΐζοντας τις μεγάλες
αντιθέσεις στο εσωτερικό της ιμπεριαλιστικής ένωσης, που εκφράζονται και
στη διαπάλη για το μέλλον της. Αυτό δείχνει για παράδειγμα η άνοδος του
αστικού ρεύματος των ευρωσκεπτικιστών σε μια σειρά από χώρες, αλλά και
τα σενάρια για μια ΕΕ των «ομόκεντρων κύκλων», όπου θα υπάρχει στενότερη
συνεργασία ανάμεσα σε ομάδες κρατών και πιο «χαλαρή» με άλλες. Βέβαια,
αν κανείς «σκαλίσει» την απάντηση Σημίτη, μπορεί εύκολα να διακρίνει και
τον πυρήνα αυτών των αντιθέσεων και των φυγόκεντρων τάσεων, δηλαδή τα
οφέλη και τα κέρδη που επιδιώκουν για λογαριασμό τους οι αστικές τάξεις
κάθε χώρας από τη συμμετοχή τους στην ΕΕ. Αυτό και ο νόμος της
ανισόμετρης ανάπτυξης, που κανένα «γιατροσόφι» «οικονομικής
διακυβέρνησης» και κανένας πρόσκαιρος συμβιβασμός δεν μπορούν να
ανατρέψουν, γεννάνε και αναπαράγουν τις μεγάλες αντιθέσεις, που όπως
δείχνουν και οι σημερινές εξελίξεις, όχι απλά δεν «ξεπερνιούνται», με
κάθε πρόσκαιρο συμβιβασμό, αλλά επανέρχονται στην επιφάνεια με νέα ορμή
και βάθος.
Προτροπές...
Καθώς
πλησιάζει η ώρα για την ψήφιση της συμφωνίας των Πρεσπών στην Ελλάδα,
από διάφορες πλευρές ακούγεται το εξής επιχείρημα: Ακόμα κι αν η
συμφωνία έχει τα αρνητικά της, δεν μπορεί να την κρίνει κανείς με βάση
τι θα ήθελε να γίνει, «ούτε με οράματα για ένα μελλοντικό και
απροσδιόριστο μέλλον, όπου όλα θα γίνουν όπως τα έχουμε φτιάξει στο
μυαλό μας», όπως γράφει εφημερίδα που στηρίζει την κυβέρνηση. Αντίθετα,
«ρεαλιστικό κριτήριο» πρέπει να είναι το τι ήταν δυνατό να γίνει στις
«συγκεκριμένες συνθήκες» και τι έγινε, πράγμα που καθιστά «μονόδρομο»
την υπερψήφιση της συμφωνίας. Αλήθεια, όμως, ποιες είναι οι
«συγκεκριμένες συνθήκες» που διαμόρφωσαν αυτήν τη συμφωνία; Δεν είναι ο
σχεδιασμός των ΗΠΑ - ΝΑΤΟ - ΕΕ στα Βαλκάνια, στον ανταγωνισμό τους με τη
Ρωσία, όπου πρωτοστατεί η ελληνική κυβέρνηση; Δεν είναι η αντιλαϊκή
πολιτική όλων των προηγούμενων κυβερνήσεων, και της σημερινής, που επί
27 χρόνια κρύβουν κάτω από την ονοματολογία την ουσία των διαφορών με
την ΠΓΔΜ; Δεν είναι τα συμφέροντα της ελληνικής αστικής τάξης, που
συνέδεε διαχρονικά το Σκοπιανό με την προσπάθειά της να αναβαθμιστεί
στην περιοχή, εναλλάσσοντας τον εθνικισμό με τον κοσμοπολιτισμό; Δεν
είναι οι ανταγωνισμοί ανάμεσα στις αστικές τάξεις των άλλων βαλκανικών
κρατών, για τους ίδιους ακριβώς λόγους, την ίδια ώρα που τσακίζουν τους
εργαζόμενους σε κάθε χώρα;
... με νόημα
Τίποτα
από αυτά δεν αλλάζει, αντίθετα ενισχύονται με τη συμφωνία των Πρεσπών,
δημιουργώντας μια νέα, ακόμα πιο επικίνδυνη πραγματικότητα για τους
λαούς της Ελλάδας και της ΠΓΔΜ, συνολικά της Βαλκανικής. Αλλωστε, το
σπέρμα των αλυτρωτισμών, που αποτελούν «μαγιά» για το «διαίρει και
βασίλευε» των ιμπεριαλιστών, διατηρείται και σ' αυτήν τη συμφωνία. Ας
αφήσουν λοιπόν τις γαλιφιές... Προτροπές όπως αυτή - που αντανακλούν
«προβληματισμούς» στο εσωτερικό όλων των αστικών κομμάτων, είτε
στηρίζουν τη συμφωνία είτε ζητάνε να συνεχιστεί το παζάρι για μια
«καλύτερη» - απευθύνονται προπάντων στο λαό. Αυτόν καλούν, στο όνομα του
«ρεαλισμού» του κεφαλαίου, να αποδεχτεί ως μονόδρομο τον
αμερικανοΝΑΤΟικό σχεδιασμό στα Βαλκάνια και τον επικίνδυνο ρόλο που
αναλαμβάνει η κυβέρνηση, όχι για τα δικά του συμφέροντα αλλά για
λογαριασμό της αστικής τάξης.
Ριζοσπάστης Πέμπτη 3 Γενάρη 2019
Ριζοσπάστης Πέμπτη 3 Γενάρη 2019
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου