Την κατεύθυνση να γενικευτεί ως «κανονικότητα» η ζωή με τα ελάχιστα δίνει η Οδηγία της ΕΕ για τους «επαρκείς κατώτατους μισθούς», που εγκρίθηκε την Τετάρτη στο Ευρωκοινοβούλιο και για την οποία ήδη πανηγυρίζουν η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ και οι εργοδοτικές ενώσεις.
Η Οδηγία συζητιόταν εδώ και μήνες, αποκαλύπτοντας από το προσχέδιο ακόμα τον στόχο της να καθιερώσει για λογαριασμό των επιχειρηματικών ομίλων το «ταβάνι» στον κατώτατο μισθό κάθε χώρας, επομένως και το πλαίσιο για τη διαρκή συμπίεση του μέσου μισθού.
Ποιος βάζει αυτό το «ταβάνι»; Προφανώς όχι οι ανάγκες και οι διεκδικήσεις των εργαζομένων, αλλά η θωράκιση της ανταγωνιστικότητας και η προστασία της κερδοφορίας του κεφαλαίου από το δίκαιο αίτημα συνδικάτων και εργαζομένων για ουσιαστικές αυξήσεις στους μισθούς, ειδικά στις σημερινές συνθήκες της ακρίβειας και του πληθωρισμού.
Στη χώρα μας άλλωστε έχουμε πείρα από τέτοιους «μηχανισμούς» και τις συνέπειές τους για τους εργαζόμενους. Το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα είναι ο νόμος «Βρούτση - Αχτσιόγλου», που ψηφίστηκε το 2013 από την τότε συγκυβέρνηση ΝΔ - ΠΑΣΟΚ, για να δοθεί καίριο πλήγμα στις Συλλογικές Συμβάσεις.
Ο νόμος - έκτρωμα ενεργοποιήθηκε για πρώτη φορά το 2018 από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, η οποία, μαζί με τη ΝΔ, το ΚΙΝΑΛ και τα άλλα αστικά κόμματα, απέρριπταν την πρόταση 530 τουλάχιστον σωματείων για την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα επίπεδα πριν την κρίση, ως βάση για αυξήσεις, την κατάργηση του παραπάνω άθλιου νόμου και την υπογραφή ΣΣΕ με αυξήσεις.
Αυτόν τον νόμο εφάρμοσε στη συνέχεια και η ΝΔ για να δώσει αυξήσεις - ψίχουλα, με αποτέλεσμα σήμερα - σε συνδυασμό με όλα τα άλλα εργαλεία που έχει στα χέρια της η εργοδοσία - ο βασικός μισθός να παραμένει σε χαμηλότερα επίπεδα απ' ό,τι δέκα χρόνια πριν, ένας στους τρεις εργαζόμενους να παίρνει μισθό 700 ευρώ μεικτά και ένας στους πέντε κάτω από 500 ευρώ μεικτά!
Τώρα ο μηχανισμός αυτός ενισχύεται με την Οδηγία της ΕΕ, βάζοντας συγκεκριμένα «όρια», που θα εξειδικεύονται ανά χώρα. Είναι αποκαλυπτικό ότι με βάση αυτά τα κριτήρια «επαρκής μισθός» στη χώρα μας θεωρούνται τα 600 ευρώ, δηλαδή ακόμα πιο κάτω και από τον σημερινό κατώτατο μισθό!
Με την ίδια Οδηγία επανέρχονται οι προβλέψεις για εφαρμογή ακόμα και «υποκατώτατων» μισθών για «συγκεκριμένες ομάδες εργαζομένων» (π.χ. «πρακτικάριους»), ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι οι ναυτεργάτες εξαιρούνται, κάτι που μεταφράζεται σε ακόμα χαμηλότερους μισθούς προς όφελος του εφοπλιστικού κεφαλαίου.
Τελικά, η Οδηγία αποτελεί ένα ακόμα «ανάχωμα» για τις διεκδικήσεις της εργατικής τάξης απέναντι στην εργοδοσία και στις κυβερνήσεις της, που επικαλούνται ό,τι πιο αντεργατικό γεννούν οι «βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές», πότε για να δίνουν ένα ξεροκόμματο και πότε για να το παίρνουν πίσω, με βάση τους «δείκτες» της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας.
Επιβεβαιώνεται και με την Οδηγία της ΕΕ ότι αυτά δεν είναι τίποτα «παραφωνίες» σε μια κατά τ' άλλα ευρωπαϊκή «κανονικότητα», αλλά συστατικά στοιχεία της καπιταλιστικής βαρβαρότητας σε όλα τα κράτη - μέλη.
Γι' αυτό είναι τουλάχιστον πρόκληση, ειδικά αυτήν την περίοδο των μεγάλων ανατιμήσεων και της τεράστιας ακρίβειας, να εμφανίζεται η συγκεκριμένη Οδηγία ως «εργαλείο κατά της φτώχειας», όπως λένε κυβέρνηση και ΕΕ, ή ως «βήμα για μισθούς που θα αντανακλούν τις ανάγκες των εργαζομένων», όπως ισχυρίζεται ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ο «κόσμος» τους είναι αυτός που κάνει τη φτώχεια συνήθεια για τους πολλούς, της «προσαρμογής» των εργαζομένων στον στενό κορσέ των αντοχών της καπιταλιστικής κερδοφορίας, του συμβιβασμού με τα ελάχιστα, τα οποία βαφτίζονται «επαρκείς μισθοί».
Στον αντίποδα αυτής της αθλιότητας είναι ο κόσμος των σύγχρονων αναγκών των εργαζομένων, ο κόσμος των εργατικών αγώνων που αναζωπυρώνονται σε χώρες της Ευρώπης, δείχνοντας στην πράξη ότι οι λαοί δεν έχουν να περιμένουν τίποτα από την ΕΕ των μονοπωλίων, τις κυβερνήσεις και τα κόμματά τους.
Χωρίς αναμονή λοιπόν, με οργανωμένο, συλλογικό και συντονισμένο αγώνα μέσα από τα σωματεία, να δυναμώσει η πάλη για ουσιαστικές αυξήσεις στους μισθούς, για ΣΣΕ, για προστασία του εισοδήματος, κλιμακώνοντας με την πανεργατική πανελλαδική απεργία στις 9 Νοέμβρη.
Το άρθρο αυτό αναδημοσιεύεται από την στήλη «Η Άποψή μας» του Ριζοσπάστη της Παρασκευής 16 Σεπτέμβρη 2022.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου