Δυο βδομάδες πριν τα γεγονότα στο Πολυτεχνείο, στις 2 Νοεμβρίου 1973,
το περιοδικό Ταχυδρόμος δημοσιεύει ένα κείμενο του Γιώργου Λιάνη με
θέμα την τέταρτη (από τις πέντε συνολικά) αρνήσεις τής σουηδικής
ακαδημίας να απονείμει το βραβείο Νόμπελ για την λογοτεχνία στον Γιάννη
Ρίτσο. Τα εκτενή αποσπάσματα που ακολουθούν, προέρχονται από εκείνο το
κείμενο, όπως διασώθηκε από τον ίδιο τον δημοσιογράφο στο λεύκωμά του
"Ανταποκρίσεις από την λογοτεχνία" (εκδόσεις Λιβάνη, 2005):
Ο Γιάννης Ρίτσος, ο Έλληνας Άμλετ, ο μεγαλύτερος ποιητής στον κόσμο κατά
τον Αραγκόν, δεν πήρε το βραβείο Νόμπελ για τέταρτη συνεχή φορά.
Τον συνάντησα βυθισμένο στην εκτυφλωτική σιωπή του και τον βρήκα γαλήνιο, αστραφτερά σαφή, "σαν έτοιμο από καιρό", μ’ ένα στέφανο καρτερίας για τα πάντα, αλλά και σαν λίγο ευδιάθετο μέσα στην αδυσώπητη δόξα του, που φτάνει στο δωμάτιό του απ’ τα βάθη της καρδιάς των ανθρώπων. Αυτός που λαμπρύνει όσο κανένας τη χώρα μας, σκυμμένος στη μεγάλη Βίβλο της Πλάσης, συνεχίζει την παράδοση του Προμηθέα και του Οιδίποδα κλέβοντας τα μυστικά των θεών και της Σφίγγας για να τα παραδώσει στους ανθρώπους. Η κραυγή του έρχεται από έρχεται από την έρημο της Σκυθίας και τις πεδιάδες της Θήβας και, ανάερη καθώς είναι, αντηχεί απ’ άκρη σ’ άκρη στη σημερινή Ελλάδα. Κραυγή ελευθερίας, βγαλμένη από τον άνδρα με το "ηλιακό προφίλ", που βρίσκεται λησμονημένος απ’ το κράτος και την εξουσία στην άγνωστη γειτονιά του Αϊ-Νικόλα…
"Ζήτω ο Γιάννης!" Έτσι αναφώνησε ο Πάμπλο Νερούντα στους Έλληνες δημοσιογράφους αμέσως μετά τη βράβευσή του με το Νόμπελ το 1970. Είναι απίστευτο. Ενώ οι ξένοι σηκώνουν τον ποιητή μέρα τη μέρα ψηλότερα, οι δικοί μας προσπαθούν να τον ταπεινώσουν με φοβέρα και λησμονιά!
Το έργο του Γιάννη Ρίτσου γνωρίζει αλλεπάλληλες εκδόσεις στη Δύση και στην Ανατολή. Τα μεγαλύτερα περιοδικά ποίησης στον κόσμο του αφιερώνουν δέκα και είκοσι σελίδες. Θεατρικά του έργα παίζονται στις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και τα Δεκαοχτώ λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας είναι η ελληνική μετάληψη και το αντίδωρο που μοιράζει ο Μίκης Θεοδωράκης στην οικουμένη.
Στην πατρίδα μας, η ντροπιαστική σιγή των Αθανάτων και το φραγγέλιο της εξουσίας περασμένο στο μέτωπο του ποιητή, που γνώρισε εξορίες και διωγμούς από το 1950 μέχρι το 1970! Αυτοεξόριστος στην κάμαρα ενός ρετιρέ, ο Γιάννης Ρίτσος, "ο παρηγορητής του κόσμου, ο πάντα απαρηγόρητος", κλωσάει τα "αυγά του κεραυνού" για τη φυλή με λόγια που φέρνουν ρίγος:
Δω πέρα η κάθε πόρτα έχει πελεκημένο ένα όνομα
κάπου από τρεις χιλιάδες τόσα χρόνια,
κάθε λιθάρι έχει ζωγραφισμένον έναν άγιο
μ’ άγρια μάτια και μαλλιά σκοινένια,
κάθε άντρας έχει στο ζερβί του χέρι χαραγμένη
βελονιά τη βελονιά μια κόκκινη γοργόνα,
κάθε κοπέλα έχει μια φούχτα αλατισμένο φως
κάτου απ’ τη φούστα της
και τα παιδιά έχουν πέντε-έξι σταυρουλάκια πίκρα
πάνου στην καρδιά τους
σαν χνάρια απ’ το βήμα των γλάρων
στην αμμουδιά το απόγευμα.
Δε χρειάζεται να θυμηθείς. Το ξέρουμε.
Τον κατηγόρησαν οι σύγχρονοι "μανδαρίνοι του πνεύματος" πως είναι "πολιτικός ποιητής και στρατευμένος", αλλά, όπως παρατηρεί ο Βάρναλης, "πολιτική έξω απ’ τα δόντια κάνανε και ο Αριστοφάνης, ο Ντάντε, ο Θερβάντες, ο Ζολά και ο Τολστόι και στην πατρίδα μας ο Σολωμός, ο Κάλβος, ο Παλαμάς και ο Σικελιανός στα τελευταία του". Τα λόγια του σοφού γέροντα, που πάτησε τα ενενήντα ένα και βρίσκεται κι αυτός ξεχασμένος στο Παγκράτι, ενώ πριν από λίγο καιρό κινδύνευσε να πεθάνει μόνος, λησμονημένος σε μια κλινική, έχουν σημασία:
"Είναι πιστοποιημένο σ’ όλο το δυτικό πολιτισμό πως για τη χαλασμένη κυρίαρχη τάξη το μόνο πράγμα που δεν έχει ενδιαφέρον είναι η τέχνη. Κι όταν βραβεύει (βλέπε και το ρεζιλίκι του Νόμπελ), διαλέγει τα πιο αντιδραστικά, τα πιο αντιλαϊκά, τα πιο εξωπραγματικά έργα".
Τέταρτη και τελευταία χρονιά φέτος που ο Ρίτσος ήταν υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Τον είχε προτείνει το "PEN Club" της Σουηδίας και κάθε χρόνο μεγάλες ομάδες από επιφανείς Ευρωπαίους διανοούμενους έκαναν αγώνα για να ενισχύσουν την υποψηφιότητά του στη σουηδική Ακαδημία. Ο Ρίτσος, μια τιμητική πρόσκληση να συμμετάσχει σε συνάντηση στρογγυλής τραπέζης με άλλες εφτά κορυφαίες προσωπικότητες που διοργάνωσε το "PEN Club" στη Σουηδία. Σε παλαιότερή μας συνάντηση είχε εκφράσει τις απόψεις του για το Νόμπελ και μου είχε αναφέρει ότι διόλου δεν ενδιαφερόταν από το γεγονός πως δύο χρόνια δεν τον βράβευσαν.
"Θυμηθείτε", μου είπε, "πόσοι δεν πήραν το Νόμπελ: ο Μποντλέρ, ο Ρεμπό, ο Μαγιακόφσκι, ο Τολστόι, ο Ντοστογιέφσκι".
Ο μεγαλύτερος τίτλος τιμής για φέτος ήταν το γεγονός πως ο βασικός διεκδικητής του Νόμπελ, ο Τούρκος Γιασάρ Κεμάλ, είχε δηλώσει πως, αν επρόκειτο να δοθεί το βραβείο σε κάποιον που να το αξίζει πέρα για πέρα, αυτός ήταν ο Ρίτσος! Αλλά στη Στοκχόλμη η "μυστική διπλωματία" κρατάει πάντα το τελευταίο χαρτί στο χέρι της κι έτσι οι περισσότερες βραβεύσεις νοθεύονται από την πολιτική σκοπιμότητα. Για το δικό μας μεγάλο ποιητή, που χρόνια τώρα κρατάει μια τυραννοκτόνο πένα, μια πένα ενάντια στην εξουσία, οι ανταύγειες του μεγαλείου του έρχονται απ’ όλη τη γη με το αρχιπέλαγος των τραγουδιών του Μίκη Θεοδωράκη.
----------------------------------------------------
Υστερόγραφο
Διάλεξα τούτο το κείμενο επειδή, κατά παράδοξο τρόπο, πρωτοδημοσιεύτηκε τα μαύρα χρόνια τής δικτατορίας. Και διάλεξα τούτη την ημέρα να το κάνω επειδή το 1990 ήταν μια μέρα σαν σήμερα όταν ο ποιητής τής Ρωμιοσύνης, ο ποιητής στο διάβα του οποίου παραμέριζε ολόκληρος Παλαμάς, άφηνε τούτο τον κόσμο για να περάσει στην αθανασία.
Κλείνουμε με μια -μάλλον άσχετη- λεπτομέρεια. Εκείνη την ημέρα του 1990, ο Ρίτσος δεν θα ταξίδευε μόνος του. Θα του έκανε συντροφιά ο Αλέξης Μινωτής. Εκείνη την Κυριακή θα φτώχαιναν πραγματικά και η ποίηση και το θέατρο...
Τον συνάντησα βυθισμένο στην εκτυφλωτική σιωπή του και τον βρήκα γαλήνιο, αστραφτερά σαφή, "σαν έτοιμο από καιρό", μ’ ένα στέφανο καρτερίας για τα πάντα, αλλά και σαν λίγο ευδιάθετο μέσα στην αδυσώπητη δόξα του, που φτάνει στο δωμάτιό του απ’ τα βάθη της καρδιάς των ανθρώπων. Αυτός που λαμπρύνει όσο κανένας τη χώρα μας, σκυμμένος στη μεγάλη Βίβλο της Πλάσης, συνεχίζει την παράδοση του Προμηθέα και του Οιδίποδα κλέβοντας τα μυστικά των θεών και της Σφίγγας για να τα παραδώσει στους ανθρώπους. Η κραυγή του έρχεται από έρχεται από την έρημο της Σκυθίας και τις πεδιάδες της Θήβας και, ανάερη καθώς είναι, αντηχεί απ’ άκρη σ’ άκρη στη σημερινή Ελλάδα. Κραυγή ελευθερίας, βγαλμένη από τον άνδρα με το "ηλιακό προφίλ", που βρίσκεται λησμονημένος απ’ το κράτος και την εξουσία στην άγνωστη γειτονιά του Αϊ-Νικόλα…
"Ζήτω ο Γιάννης!" Έτσι αναφώνησε ο Πάμπλο Νερούντα στους Έλληνες δημοσιογράφους αμέσως μετά τη βράβευσή του με το Νόμπελ το 1970. Είναι απίστευτο. Ενώ οι ξένοι σηκώνουν τον ποιητή μέρα τη μέρα ψηλότερα, οι δικοί μας προσπαθούν να τον ταπεινώσουν με φοβέρα και λησμονιά!
Το έργο του Γιάννη Ρίτσου γνωρίζει αλλεπάλληλες εκδόσεις στη Δύση και στην Ανατολή. Τα μεγαλύτερα περιοδικά ποίησης στον κόσμο του αφιερώνουν δέκα και είκοσι σελίδες. Θεατρικά του έργα παίζονται στις μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και τα Δεκαοχτώ λιανοτράγουδα της πικρής πατρίδας είναι η ελληνική μετάληψη και το αντίδωρο που μοιράζει ο Μίκης Θεοδωράκης στην οικουμένη.
Στην πατρίδα μας, η ντροπιαστική σιγή των Αθανάτων και το φραγγέλιο της εξουσίας περασμένο στο μέτωπο του ποιητή, που γνώρισε εξορίες και διωγμούς από το 1950 μέχρι το 1970! Αυτοεξόριστος στην κάμαρα ενός ρετιρέ, ο Γιάννης Ρίτσος, "ο παρηγορητής του κόσμου, ο πάντα απαρηγόρητος", κλωσάει τα "αυγά του κεραυνού" για τη φυλή με λόγια που φέρνουν ρίγος:
Δω πέρα η κάθε πόρτα έχει πελεκημένο ένα όνομα
κάπου από τρεις χιλιάδες τόσα χρόνια,
κάθε λιθάρι έχει ζωγραφισμένον έναν άγιο
μ’ άγρια μάτια και μαλλιά σκοινένια,
κάθε άντρας έχει στο ζερβί του χέρι χαραγμένη
βελονιά τη βελονιά μια κόκκινη γοργόνα,
κάθε κοπέλα έχει μια φούχτα αλατισμένο φως
κάτου απ’ τη φούστα της
και τα παιδιά έχουν πέντε-έξι σταυρουλάκια πίκρα
πάνου στην καρδιά τους
σαν χνάρια απ’ το βήμα των γλάρων
στην αμμουδιά το απόγευμα.
Δε χρειάζεται να θυμηθείς. Το ξέρουμε.
Τον κατηγόρησαν οι σύγχρονοι "μανδαρίνοι του πνεύματος" πως είναι "πολιτικός ποιητής και στρατευμένος", αλλά, όπως παρατηρεί ο Βάρναλης, "πολιτική έξω απ’ τα δόντια κάνανε και ο Αριστοφάνης, ο Ντάντε, ο Θερβάντες, ο Ζολά και ο Τολστόι και στην πατρίδα μας ο Σολωμός, ο Κάλβος, ο Παλαμάς και ο Σικελιανός στα τελευταία του". Τα λόγια του σοφού γέροντα, που πάτησε τα ενενήντα ένα και βρίσκεται κι αυτός ξεχασμένος στο Παγκράτι, ενώ πριν από λίγο καιρό κινδύνευσε να πεθάνει μόνος, λησμονημένος σε μια κλινική, έχουν σημασία:
"Είναι πιστοποιημένο σ’ όλο το δυτικό πολιτισμό πως για τη χαλασμένη κυρίαρχη τάξη το μόνο πράγμα που δεν έχει ενδιαφέρον είναι η τέχνη. Κι όταν βραβεύει (βλέπε και το ρεζιλίκι του Νόμπελ), διαλέγει τα πιο αντιδραστικά, τα πιο αντιλαϊκά, τα πιο εξωπραγματικά έργα".
Τέταρτη και τελευταία χρονιά φέτος που ο Ρίτσος ήταν υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Τον είχε προτείνει το "PEN Club" της Σουηδίας και κάθε χρόνο μεγάλες ομάδες από επιφανείς Ευρωπαίους διανοούμενους έκαναν αγώνα για να ενισχύσουν την υποψηφιότητά του στη σουηδική Ακαδημία. Ο Ρίτσος, μια τιμητική πρόσκληση να συμμετάσχει σε συνάντηση στρογγυλής τραπέζης με άλλες εφτά κορυφαίες προσωπικότητες που διοργάνωσε το "PEN Club" στη Σουηδία. Σε παλαιότερή μας συνάντηση είχε εκφράσει τις απόψεις του για το Νόμπελ και μου είχε αναφέρει ότι διόλου δεν ενδιαφερόταν από το γεγονός πως δύο χρόνια δεν τον βράβευσαν.
"Θυμηθείτε", μου είπε, "πόσοι δεν πήραν το Νόμπελ: ο Μποντλέρ, ο Ρεμπό, ο Μαγιακόφσκι, ο Τολστόι, ο Ντοστογιέφσκι".
Ο μεγαλύτερος τίτλος τιμής για φέτος ήταν το γεγονός πως ο βασικός διεκδικητής του Νόμπελ, ο Τούρκος Γιασάρ Κεμάλ, είχε δηλώσει πως, αν επρόκειτο να δοθεί το βραβείο σε κάποιον που να το αξίζει πέρα για πέρα, αυτός ήταν ο Ρίτσος! Αλλά στη Στοκχόλμη η "μυστική διπλωματία" κρατάει πάντα το τελευταίο χαρτί στο χέρι της κι έτσι οι περισσότερες βραβεύσεις νοθεύονται από την πολιτική σκοπιμότητα. Για το δικό μας μεγάλο ποιητή, που χρόνια τώρα κρατάει μια τυραννοκτόνο πένα, μια πένα ενάντια στην εξουσία, οι ανταύγειες του μεγαλείου του έρχονται απ’ όλη τη γη με το αρχιπέλαγος των τραγουδιών του Μίκη Θεοδωράκη.
----------------------------------------------------
Υστερόγραφο
Διάλεξα τούτο το κείμενο επειδή, κατά παράδοξο τρόπο, πρωτοδημοσιεύτηκε τα μαύρα χρόνια τής δικτατορίας. Και διάλεξα τούτη την ημέρα να το κάνω επειδή το 1990 ήταν μια μέρα σαν σήμερα όταν ο ποιητής τής Ρωμιοσύνης, ο ποιητής στο διάβα του οποίου παραμέριζε ολόκληρος Παλαμάς, άφηνε τούτο τον κόσμο για να περάσει στην αθανασία.
Κλείνουμε με μια -μάλλον άσχετη- λεπτομέρεια. Εκείνη την ημέρα του 1990, ο Ρίτσος δεν θα ταξίδευε μόνος του. Θα του έκανε συντροφιά ο Αλέξης Μινωτής. Εκείνη την Κυριακή θα φτώχαιναν πραγματικά και η ποίηση και το θέατρο...
Στιγμιότυπο από την σελίδα τής κόρης τού Γιάννη Ρίτσου στο Facebook (12/2/2016) |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου