Πέμπτη 21 Οκτωβρίου 2021

Δεν υπάρχει γιατρικό...

 

Ανάκαμψη με επιβραδυνόμενους ρυθμούς βλέπει η έκθεση του ΙΟΒΕ  

Eurokinissi

«Η ελληνική οικονομία βρίσκεται στην κορυφή ενός ιδιαίτερα ισχυρού κύματος ανάκαμψης, σε συνέχεια της ιδιαίτερα βαθιάς ύφεσης του προηγούμενου έτους και εν μέσω μιας γενικής θετικής τάσης στην παγκόσμια οικονομία». Αυτό διαπιστώνεται στην τριμηνιαία έκθεση του Ιδρύματος Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών (ΙΟΒΕ), σύμφωνα με το οποίο οι ρυθμοί ανάκαμψης πιάνουν ταβάνι στη διάρκεια της τρέχουσας περιόδου - επί της ουσίας απλά αναπληρώνοντας την περσινή μεγάλη καθίζηση -, ενόψει της επιβράδυνσης που αναμένεται για το επόμενο έτος.

Ειδικότερα, η ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας στο φετινό 12μηνο αναμένεται στην περιοχή 8 - 8,5%έναντι κατρακύλας 9% το 2020. Οπως χαρακτηριστικά επισημαίνεται, «τόσο η φετινή ανάκαμψη όσο και η περυσινή ύφεση είναι από τις ισχυρότερες στην Ευρωζώνη, γεγονός που αντανακλά την ισχυρή συμμετοχή τομέων που επλήγησαν άμεσα από την πανδημία, όπως του τουρισμού, του λιανικού εμπορίου και των μεταφορών».

Για το 2022 αναμένεται επιβράδυνση στην περιοχή του 4%, ενώ σε περίπτωση νέας έξαρσης του υγειονομικού προβλήματος, που θα επιβραδύνει και την οικονομική ανάκαμψη στο διεθνές περιβάλλον, η προοπτική μεγέθυνσης θα περιοριστεί προς το 2,5%

.

Μάλιστα, για τη συνέχεια προβλέπονται ακόμη χαμηλότεροι ρυθμοί καθώς «η μακροχρόνια τάση της ελληνικής οικονομίας, με τα προ πανδημίας δεδομένα, ήταν για ετήσια μεγέθυνση περίπου 1%». Σήμερα, με φόντο την αξιοποίηση των εκταμιεύσεων από το Ταμείο Ανάκαμψης προς τους επιχειρηματικούς ομίλους, το ΙΟΒΕ βλέπει δυνητική μεγέθυνση του ΑΕΠ προς το 2% ως μέσο όρο της δεκαετίας. Οπως τονίζεται, «υψηλότεροι ρυθμοί μεγέθυνσης στη δεκαετία, άνω του 3% κατά μέσο όρο, θα μπορούν να επιτευχθούν μόνο με αύξηση της παραγωγικότητας και περαιτέρω προσέλκυση παραγωγικών συντελεστών, εξέλιξη που θα προϋποθέτει ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις», ουσιαστικά δηλαδή την επιτάχυνση των αντιλαϊκών αναδιαρθρώσεων που αποτελούν έτσι κι αλλιώς το «καύσιμο» της καπιταλιστικής ανάπτυξης.

Παραπέρα, και η πλευρά του ΙΟΒΕ βλέπει μια σειρά από σημαντικούς εξωγενείς κινδύνους, όπως «μια παράταση της πανδημίας, με τρόπους που μπορεί να μην αναμένονται»οι επιταχυνόμενες αυξήσεις στις τιμές Ενέργειας και εισαγόμενων πρώτων υλών, οι διαταραχές στις αγορές που θα αυξήσουν το κόστος χρηματοδότησης των σχετικά περισσότερο ευάλωτων οικονομιών, όπως η ελληνική.

«Ρευστότητα» για τους ομίλους, χρέη και βάρη για επαγγελματίες

Από την πλευρά του, ο υπουργός Οικονομικών, Χρ. Σταϊκούρας, μιλώντας στην Επιτροπή Οικονομικών Υποθέσεων της Βουλής, αναφορικά με την παροχή ρευστότητας στις επιχειρήσεις, επισήμανε μεταξύ άλλων ότι το 22% των αιτήσεων για δάνειο που υποβάλλουν οι λεγόμενες μικρομεσαίες επιχειρήσεις στην Ελλάδα απορρίπτεται, ενώ το αντίστοιχο μέσο ευρωπαϊκό ποσοστό είναι 8%. Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρέθεσε, οι εγχώριες τράπεζες, λόγω της χαλαρής νομισματικής πολιτικής, έχουν απορροφήσει από το Ευρωσύστημα, μέχρι σήμερα, κεφάλαια ύψους 47 δισ. ευρώ, και μάλιστα με αρνητικά επιτόκια, από -1% έως -0,5%.

Για να μη μείνει εξάλλου αμφιβολία για το ποιον αφορά ο πακτωλός των δισ. που θα πληρώσουν οι λαοί για να πάει στους επιχειρηματικούς ομίλους και τις μεγάλες επιχειρήσεις, ο υπουργός Οικονομικών υπενθύμισε ότι έχει ήδη τεθεί σε δημόσια διαβούλευση σχέδιο νόμου για την προώθηση των συνενώσεων και συνεργασιών μεταξύ μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων, με στόχο την επίτευξη οικονομιών κλίμακας, την αύξηση της ανταγωνιστικότητας των επιχειρήσεων, την αύξηση των επενδύσεων και τη βελτίωση της πρoσβασιμότητάς τους στο τραπεζικό σύστημα.

Από την πλευρά του, ο πρόεδρος της Ελληνικής Ενωσης Τραπεζών, Β. Ράπανος, ανέφερε ότι η χαμηλή πιστοληπτική ικανότητα των επιχειρήσεων αποτελεί το 60,5% των περιπτώσεων απόρριψης αιτημάτων τραπεζικής χρηματοδότησης, ενώ το 16,1% των αιτήσεων απορρίπτεται ως μη σκόπιμη επένδυση βάσει της επιχειρηματικής δραστηριότητας του υποψήφιου δανειολήπτη και το 14,1% για μη διαφαινόμενη δυνατότητα αποπληρωμής.

Στην παρέμβασή του στην ίδια Επιτροπή, ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ Νίκος Καραθανασόπουλος τόνισε ότι αυτό που πρέπει να γίνει είναι να πληρώσουν οι τράπεζες και όχι οι επαγγελματίες και οι φορολογούμενοι, να «κουρευτούν» γενναία τα «κόκκινα» δάνεια των αυτοαπασχολούμενων επαγγελματιών, στεγαστικά, αγροτικά.

Σημείωσε ότι η αιτία της χρεοκοπίας και του κλεισίματος των πολύ μικρών επιχειρήσεων είναι ο καπιταλιστικός, ο μονοπωλιακός ανταγωνισμός, καθώς ο τζίρος συγκεντρώνεται σε μεγάλες αλυσίδες και το ίδιο το αστικό κράτος με τη φορολογική και ασφαλιστική πολιτική που ασκεί και την απελευθέρωση κλειστών επαγγελμάτων.

Ξεκαθάρισε ότι οι τράπεζες είναι κερδοσκοπικά ιδρύματα και όχι κοινωφελή, οι οποίες συγκεντρώνουν πόρους για να εξυπηρετούν τις ανάγκες των μονοπωλιακών ομίλων γι' αυτό και έχουν διαφορετικές πολιτικές στα επιτόκια, για παράδειγμα ανάλογα με το ποιον δανείζουν, αλλά και στις διαγραφές δανείων. Δηλαδή, τα δάνεια μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων διαγράφονται ή αναδιαρθρώνονται, ενώ για επαγγελματίες επιμηκύνονται, με αποτέλεσμα να εγκλωβίζονται και να είναι όμηροι στο διηνεκές.

Υπογράμμισε ότι οι τράπεζες στηρίζονται από το κράτος με ανακεφαλαιοποιήσεις, με μη αναβαλλόμενους φόρους κ.ά. και διευκολύνονται να απαλλαγούν από μη εξυπηρετούμενα δάνεια, ενώ αναφέρθηκε και στο κλείσιμο υποκαταστημάτων με αποτέλεσμα να δυσκολεύονται οι κάτοικοι, κατά συνέπεια μειώνονται και οι εργαζόμενοι.

Τέλος, επισήμανε ότι οι επαγγελματίες και οι αυτοαπασχολούμενοι θα αποφύγουν τον κίνδυνο χρεοκοπίας μόνο σε σύγκρουση με την πολιτική που εξυπηρετεί τα συμφέροντα των μονοπωλιακών ομίλων, με τη συγκρότηση μιας κοινωνικής συμμαχίας με τους εργαζόμενους για συνολικές ανατροπές.

Στα ύψη ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη

Την ίδια ώρα, ως αποτέλεσμα και της περιβόητης «επεκτατικής πολιτικής» σε όλη την Ευρωζώνη, ο πληθωρισμός συνεχίζει να τραβάει την ανηφόρα. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιοποίησε χτες η Γιούροστατ, ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή στην Ευρωζώνη απογειώθηκε τον Σεπτέμβρη σε 3,4% σε ετήσια βάση από 3% τον Αύγουστο και 2,2% τον Ιούλη, με τις τιμές της Ενέργειας να εκτοξεύονται σε 17,6%.

Να σημειωθεί ότι ο εναρμονισμένος πληθωρισμός έχει διαφορετικές σταθμίσεις σε σχέση με τους εθνικούς δείκτες. Σύμφωνα με αυτόν, ο πληθωρισμός στη Γερμανία «έτρεχε» τον Σεπτέμβρη με 4,1%, στη Γαλλία με 2,7%, στην Ιταλία με 2,9%, στην Ισπανία με 4% κ.ά., ενώ στην ελληνική οικονομία με 1,9%.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου