Γράφει ο Cogito ergo sum απο Ατέχνως
ΝουΔου και ΠαΣοΚ ανήκουν στην ομάδα «μένουμε και βλέπουμε». Πρώτα, μείναμε διότι δεν μπορούσαμε και δεν έπρεπε να φύγουμε (αφού εμείς και το ψηφίσαμε και δεσμευθήκαμε με τις υπογραφές των αρχηγών μας ότι θα το τηρήσουμε, πώς να μιλούσαμε εναντίον του;) αλλά επειδή και εξ αιτίας και λόγω του ότι ενδεχομένως και πιθανόν και ίσως κάπου να κάναμε και καμμιά μαλακιούλα, το ψάχναμε το θέμα να δούμε αν και μήπως μπορούσαμε να νοστιμέψουμε λίγο την συνταγή. Άσε δε που εμείς τα είχαμε κανονίσει μια χαρά και τώρα θα είχαμε φύγει αλλά ήρθε το καταστροφικό εξάμηνο του ΣυΡιζΑ και υποχρεωνόμαστε να μείνουμε τρία χρόνια ακόμη. Έτσι, τώρα πάμε πάλι από την αρχή και το ξαναψάχνουμε το θέμα… Παπάρια μάντολες, δηλαδή.
Οι Καμμένοι Έλληνες συγκροτούν μόνοι τους την ομάδα «φεύγουμε μένοντας». Δεν γουστάρουμε μνημόνιο ούτε με σφαίρες αλλά δεν θέλουμε να φύγουμε από το ευρωενωσιακό μαγαζί γιατί μας αρέσει. Εδώ είναι που μπερδεύομαι: πώς γίνεται να μ” αρέσει ένα μαγαζί όταν δεν μ” αρέσει το προϊόν που πουλάει; Το λογικό είναι να σηκωθώ να φύγω, όχι να προσπαθώ να πείσω την διεύθυνση του μαγαζιού να φτιάξει φασόν στα μέτρα μου. Δεν γίνεται να μπω στην γκαλλερί Μοιραράκη και να έχω απαίτηση να φτιάξουν για πάρτη μου μια κουρελού για μπροστά στο τζάκι ή να πάω στο Βυζαντινό τού Χίλτον με τσαμπουκά για πατσά. Αυτό το «εγώ θα μείνω αλλά με τους δικούς μου όρους» δεν το καταλαβαίνω. Δηλαδή «ήξεις, αφήξεις ουκ εν πολέμω θνήξεις» κι εγώ πρέπει να ψάξω αν το κόμμα θα μπει πριν ή μετά το «ουκ»…
Το Ποτάμι του Σταύρακα, μαζί με ό,τι έχει ξεμείνει από ΔημΑρ (η οποία έχει πλέον αποστασιοποιηθεί από τις αγκυλώσεις του κυρ-Φώτη περί απαγκίστρωσης), παίζουν κόντρα στους ΑνΕλ ως «μένουμε φεύγοντας, καθ’ όσον μένουμε Ευρώπη. Μένουμε διότι δεν μπορούμε και δεν πρέπει τώρα να κάνουμε αλλοιώς αλλά η παραμονή μας θα μας βοηθήσει να εκσυγχρονιστούμε και να γίνουμε μια σωστή χώρα, όπως όλες οι χώρες του πολιτισμένου δημοκρατικού δυτικού κόσμου.
Κι όταν με το καλό τα καταφέρουμε, φεύγουμε από τα μνημόνια αλλά συνεχίζουμε να μένουμε Ευρώπη με την αξία μας και το φιλότιμό μας κι όχι με ξένες πλάτες. Έτσι κι αλλοιώς, τότε δεν θα έχουμε ανάγκη τα μνημόνια. Τώρα, το πότε θα έρθει εκείνη η ώρα «με το καλό», παραμένει μυστήριο και ζήτημα προς διερεύνηση.
Ο ΣυΡιζΑ, τέλος, έχει το δικό του βιολί, το «φεύγουμε αλλά μένουμε». Ξεκινήσαμε ακυρώνοντας το μνημόνιο αλλά ξεκαθαρίσαμε ότι δεν θα προβούμε σε μονομερείς ενέργειες, δηλαδή θα αποφασίσουμε από κοινού και δεν θα κάνουμε του κεφαλιού μας. Στην συνέχεια αφήσαμε κατά μέρος τις ακυρώσεις και κάναμε λόγο για καταγγελία των μνημονίων. Βέβαια, όλες οι καταγγελίες γίνονταν μονομερώς, οπότε εκείνο το περί μη μονομερών ενεργειών πάει περίπατο αλλά σπεύσαμε να εξηγήσουμε (θενκς και μερσί κυρ-Δραγασάκη!) ότι μιλάμε μόνο για «πολιτική καταγγελία». Το οποίον, βάλαμε τον λαό να απορρίψει με τον πλέον επίσημο τρόπο την αποδοχή μνημονίων και μετά πήγαμε και παραγγείλαμε καινούργιο μνημόνιο, πιο περιποιημένο από τα προηγούμενα.
Είναι προφανές ότι η κυβερνώσα αριστερά ολοκλήρωσε την αντιμνημονιακή της παράσταση ανήμερα των εκλογών του Γενάρη. Θυμηθείτε εκείνα τα ωραία περί νταουλιών που θα παίζαμε και θα χόρευαν οι ξένοι, περί μνημονιακών νόμων που θα καταργούνταν με έναν νόμο κι ένα άρθρο (σχήμα λόγου), περί σκισιμάτων μνημονίων κλπ. Πολύ θα ήθελε να τα εφαρμόσει όλα αυτά η κυβέρνηση αλλά δεν την άφησαν. Έγινε πραξικόπημα, λένε με έκπληξη τάχατες και θυμό, σαν να μη το περίμεναν πως οι πιστωτές θα αντιδρούσαν. Και κάπως έτσι καταλήξαμε στο σουρρεαλιστικό «εμείς θέλαμε να φύγουμε αλλά δεν μας άφησαν, οπότε μένουμε». Κι έχουμε και την Αριστερή
Πλατφόρμα από δίπλα να χτυπιέται πως ο αγώνας συνεχίζεται. Φέξε μου και γλίστρησα, δηλαδή.
Τελικά, αν το ζήτημα δεν ήταν τόσο δραματικό, θα είχε πολλή πλάκα. Πώς διάβολο γίνεται όλοι να σκούζουν με τα μνημόνια και, ταυτόχρονα, όλοι (πλην λακεδαιμονίων κουκουέδων) να έχουν ως κύριο μέλημα να μη δυσαρεστήσουν τους εμπνευστές των μνημονίων; Και, για να μη μουρλαθώ σαν τον Παπαγιαννόπουλο στο «Για ποιον χτυπάει η κουδούνα», ας μου εξηγήσει κάποιος σταράτα και ξάστερα: μένουμε ή φεύγουμε;
Μένουμε ή φεύγουμε;
Λέγεται -και, ενδεχομένως, σωστά- ότι η περίοδος της «μεταπολίτευσης»τελείωσε και, μαζί μ” αυτήν, τελείωσε και το κλασσικό δίπολο «δεξιά-αριστερά», το οποίο σημάδεψε την χώρα για 90 τόσα χρόνια, κυρίως δε από την περίοδο του εμφυλίου ίσαμε τις μέρες μας. Τώρα πλέον διανύουμε τις απαρχές τής μετα-μεταπολιτευκής περιόδου (αυτήν την οποία αποκαλεί ο Λαζόπουλος με τον αδόκιμο νεολογισμό «νεοπολίτευση», ο οποίος είναι βλακωδέστατος και εύχομαι να μην επικρατήσει), μιας περιόδου που ξεκίνησε άσχημα καθώς δημιούργησε ένα καινούργιο δίπολο: μνημόνιο-αντιμνημόνιο.
Το καινούργιο δίπολο, όμως, είναι υπερβολικά θολό, ιδιαίτερα όσον αφορά τον αντιμνημονιακό του πόλο. Υπάρχουν στιγμές που μου δημιουργείται η εντύπωση πως όλες οι πολιτικές δυνάμεις τής χώρας συνωστίζονται σ” αυτόν τον πόλο, είτε στο κέντρο του είτε στις υπώρειές του. Και καλά το ΚΚΕ, το οποίο έχει την πλέον σαφή και κρυστάλλινη τοποθέτηση, όπου δεν χωρούν παρερμηνείες ή παρεξηγήσεις. Και καλά η Χρυσή Αυγή, για την οποία χέστηκαν περί της αντιμνημονιακής της θέσης τόσο εκείνοι που την σιχαίνονται όσο κι εκείνοι που την συμπαθούν. Με τους υπόλοιπους τί γίνεται;ΝουΔου και ΠαΣοΚ ανήκουν στην ομάδα «μένουμε και βλέπουμε». Πρώτα, μείναμε διότι δεν μπορούσαμε και δεν έπρεπε να φύγουμε (αφού εμείς και το ψηφίσαμε και δεσμευθήκαμε με τις υπογραφές των αρχηγών μας ότι θα το τηρήσουμε, πώς να μιλούσαμε εναντίον του;) αλλά επειδή και εξ αιτίας και λόγω του ότι ενδεχομένως και πιθανόν και ίσως κάπου να κάναμε και καμμιά μαλακιούλα, το ψάχναμε το θέμα να δούμε αν και μήπως μπορούσαμε να νοστιμέψουμε λίγο την συνταγή. Άσε δε που εμείς τα είχαμε κανονίσει μια χαρά και τώρα θα είχαμε φύγει αλλά ήρθε το καταστροφικό εξάμηνο του ΣυΡιζΑ και υποχρεωνόμαστε να μείνουμε τρία χρόνια ακόμη. Έτσι, τώρα πάμε πάλι από την αρχή και το ξαναψάχνουμε το θέμα… Παπάρια μάντολες, δηλαδή.
Οι Καμμένοι Έλληνες συγκροτούν μόνοι τους την ομάδα «φεύγουμε μένοντας». Δεν γουστάρουμε μνημόνιο ούτε με σφαίρες αλλά δεν θέλουμε να φύγουμε από το ευρωενωσιακό μαγαζί γιατί μας αρέσει. Εδώ είναι που μπερδεύομαι: πώς γίνεται να μ” αρέσει ένα μαγαζί όταν δεν μ” αρέσει το προϊόν που πουλάει; Το λογικό είναι να σηκωθώ να φύγω, όχι να προσπαθώ να πείσω την διεύθυνση του μαγαζιού να φτιάξει φασόν στα μέτρα μου. Δεν γίνεται να μπω στην γκαλλερί Μοιραράκη και να έχω απαίτηση να φτιάξουν για πάρτη μου μια κουρελού για μπροστά στο τζάκι ή να πάω στο Βυζαντινό τού Χίλτον με τσαμπουκά για πατσά. Αυτό το «εγώ θα μείνω αλλά με τους δικούς μου όρους» δεν το καταλαβαίνω. Δηλαδή «ήξεις, αφήξεις ουκ εν πολέμω θνήξεις» κι εγώ πρέπει να ψάξω αν το κόμμα θα μπει πριν ή μετά το «ουκ»…
Το Ποτάμι του Σταύρακα, μαζί με ό,τι έχει ξεμείνει από ΔημΑρ (η οποία έχει πλέον αποστασιοποιηθεί από τις αγκυλώσεις του κυρ-Φώτη περί απαγκίστρωσης), παίζουν κόντρα στους ΑνΕλ ως «μένουμε φεύγοντας, καθ’ όσον μένουμε Ευρώπη. Μένουμε διότι δεν μπορούμε και δεν πρέπει τώρα να κάνουμε αλλοιώς αλλά η παραμονή μας θα μας βοηθήσει να εκσυγχρονιστούμε και να γίνουμε μια σωστή χώρα, όπως όλες οι χώρες του πολιτισμένου δημοκρατικού δυτικού κόσμου.
Κι όταν με το καλό τα καταφέρουμε, φεύγουμε από τα μνημόνια αλλά συνεχίζουμε να μένουμε Ευρώπη με την αξία μας και το φιλότιμό μας κι όχι με ξένες πλάτες. Έτσι κι αλλοιώς, τότε δεν θα έχουμε ανάγκη τα μνημόνια. Τώρα, το πότε θα έρθει εκείνη η ώρα «με το καλό», παραμένει μυστήριο και ζήτημα προς διερεύνηση.
Ο ΣυΡιζΑ, τέλος, έχει το δικό του βιολί, το «φεύγουμε αλλά μένουμε». Ξεκινήσαμε ακυρώνοντας το μνημόνιο αλλά ξεκαθαρίσαμε ότι δεν θα προβούμε σε μονομερείς ενέργειες, δηλαδή θα αποφασίσουμε από κοινού και δεν θα κάνουμε του κεφαλιού μας. Στην συνέχεια αφήσαμε κατά μέρος τις ακυρώσεις και κάναμε λόγο για καταγγελία των μνημονίων. Βέβαια, όλες οι καταγγελίες γίνονταν μονομερώς, οπότε εκείνο το περί μη μονομερών ενεργειών πάει περίπατο αλλά σπεύσαμε να εξηγήσουμε (θενκς και μερσί κυρ-Δραγασάκη!) ότι μιλάμε μόνο για «πολιτική καταγγελία». Το οποίον, βάλαμε τον λαό να απορρίψει με τον πλέον επίσημο τρόπο την αποδοχή μνημονίων και μετά πήγαμε και παραγγείλαμε καινούργιο μνημόνιο, πιο περιποιημένο από τα προηγούμενα.
Είναι προφανές ότι η κυβερνώσα αριστερά ολοκλήρωσε την αντιμνημονιακή της παράσταση ανήμερα των εκλογών του Γενάρη. Θυμηθείτε εκείνα τα ωραία περί νταουλιών που θα παίζαμε και θα χόρευαν οι ξένοι, περί μνημονιακών νόμων που θα καταργούνταν με έναν νόμο κι ένα άρθρο (σχήμα λόγου), περί σκισιμάτων μνημονίων κλπ. Πολύ θα ήθελε να τα εφαρμόσει όλα αυτά η κυβέρνηση αλλά δεν την άφησαν. Έγινε πραξικόπημα, λένε με έκπληξη τάχατες και θυμό, σαν να μη το περίμεναν πως οι πιστωτές θα αντιδρούσαν. Και κάπως έτσι καταλήξαμε στο σουρρεαλιστικό «εμείς θέλαμε να φύγουμε αλλά δεν μας άφησαν, οπότε μένουμε». Κι έχουμε και την Αριστερή
Πλατφόρμα από δίπλα να χτυπιέται πως ο αγώνας συνεχίζεται. Φέξε μου και γλίστρησα, δηλαδή.
Τελικά, αν το ζήτημα δεν ήταν τόσο δραματικό, θα είχε πολλή πλάκα. Πώς διάβολο γίνεται όλοι να σκούζουν με τα μνημόνια και, ταυτόχρονα, όλοι (πλην λακεδαιμονίων κουκουέδων) να έχουν ως κύριο μέλημα να μη δυσαρεστήσουν τους εμπνευστές των μνημονίων; Και, για να μη μουρλαθώ σαν τον Παπαγιαννόπουλο στο «Για ποιον χτυπάει η κουδούνα», ας μου εξηγήσει κάποιος σταράτα και ξάστερα: μένουμε ή φεύγουμε;
ΣΑΝ ΣΗΜΕΡΑ...
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://eyrytixn.blogspot.gr/2013/10/blog-post_25.html
Παναγιώτα Σταθοπούλου: Μια ηρωίδα της Αντίστασης!