Φραγκίσκος Λαγωνικάκης (Poexania)
Δεν θα έλεγα ότι είμαι σε θέση να κάνω μια ιστορική αναδρομή στο
φαινόμενο της εμπορευματοποίησης διαφόρων εορταστικών εκδηλώσεων και
εθίμων της ανθρώπινης κοινωνίας, θα στοιχημάτιζα όμως ότι η σχέση αυτή
είναι τόσο αρχαία όσο το ίδιο το εμπόριο. Σκεφτείτε, για παράδειγμα,
πόσο παλιός είναι ο θεσμός της εμποροπανήγυρης, αλλά και πόσο
διαδεδομένη ήταν τον μεσαίωνα η εμπορική εκμετάλλευση –από την πλευρά
της εκκλησίας και των μοναστηριών(και λοιπών παρατρεχάμενων)- διαφόρων
λειψάνων αγίων, κομματιών τιμίου ξύλου, ευλογημένων φυλαχτών, κ.α.
Στην καπιταλιστική εποχή, που το εμπόριο έχει μπει χωρίς αμφιβολία στο προσκήνιο, πέρα από την αύξηση της σε όγκο, η εν λόγω σχέση έχει συσφιχθεί σε τέτοιο βαθμό που θα λέγαμε ότι το εμπόριο και οι διάφοροι επετειακοί εορτασμοί έχουν αποκτήσει αλληλεξάρτηση συμβιωτική. Οι πολυεθνικές θεωρούν την περίοδο των Χριστουγέννων ως χρυσοφόρα, και στα πλαίσια αυτής επενδύουν στην διαφήμιση, σε ειδικές κυκλοφορίες προϊόντων, σε εφοδιασμό των καταστημάτων, σε αύξηση του πλάνου παραγωγής, κλπ. Αντίστοιχες τέτοιου είδους επέτειοι είναι η γιορτή του αγίου Βαλεντίνου, το Χάλοουιν, η μέρα της γυναίκας, η πρωτομαγιά[1]κ.α.
Έχουν περάσει μόλις τρείς μέρες από το προηγούμενο μου άρθρο που μιλούσε για τον πολιτισμικό ιμπεριαλισμό, και το πως, στη χώρα μας αλλά και αλλού αντιγράφονται τα αμερικάνικα έθιμα. Χθες λοιπόν, σε μια παρέα φίλων, έπεσε στο τραπέζι το ζήτημα της «Μαύρης Παρασκευής», για το οποίο κάτι είχε πάρει το αυτί μου αλλά δεν του είχα δώσει και πολύ σημασία. Η «Μαύρη Παρασκευή» είναι ένα ακόμη εισαγόμενο από την Αμερική έθιμο, το οποίο σηματοδοτεί την έναρξη των χριστουγεννιάτικων αγορών. Στα πλαίσια αυτής, κάποια καταστήματα –κυρίως αλυσίδες ή συγκροτήματα πολυκαταστημάτων- ανοίγουν από τα αχάραχτα κάνοντας ειδικές προσφορές στους πελάτες μέχρι εξαντλήσεως των αποθεμάτων τους. Στο αμέρικα παρατηρείται το φαινόμενο να στοιβάζονται πλήθη κόσμου έξω από τα καταστήματα, περιμένοντας τα να ανοίξουν, προκειμένου να προλάβουν να αγοράσουν σε προσφορά το προϊόν που επιθυμούν. Η εικόνα που παρουσιάζει ο κόσμος που στοιβάζεται έξω από τα μαγαζιά, είναι τέτοια, που ομοιάζει με τη ταινία τρόμου του George Romero “Dawn of the dead”, η οποία είχε φτιαχτεί ακριβώς για να σατιρίσει το φαινόμενο του υπερκαταναλωτισμού παρομοιάζοντας τους ανθρώπους με ζόμπι που κάνουν επιδρομή στα διάφορα mall.
Η μόνη διαφορά που υπάρχει είναι ότι σε αυτήν την περίπτωση η πραγματικότητα ξεπερνά τη φαντασία του καλλιτέχνη.
Τα βήματα προς την απελευθέρωση του ωραρίου των καταστημάτων και του ωραρίου εργασίας, άνοιξαν το δρόμο για την υιοθέτηση τέτοιων εθίμων και στη χώρα μας. Και δεν είναι μόνο οι «μαύρες παρασκευές» αλλά και η Κυριακάτικη λειτουργία των καταστημάτων, και οι «λευκές νύχτες», που και σε αυτές το ωράριο γίνεται λάστιχο, με αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι να αναγκάζονται να κάνουν ολονυχτίες πίσω από τις ταμειακές και ανάμεσα στα ράφια. Δεν γνωρίζω άμα οι «λευκές νύχτες» είναι και αυτές εισαγόμενο έθιμο, πάντως στη χώρα μας παίρνουν χαρακτήρα πανηγυριού, αφού οι δήμοι καλούν συγκροτήματα, στολίζουν τους εμπορικούς δρόμους, διαφημίζουν το γεγονός κ.α. Το αποτέλεσμα είναι να έχουμε φτάσει πλέον στο τρελό σημείο όχι να εμπορευματοποιούνται οι γιορτές αλλά να γιορτάζονται οι εμπορευματοποιήσεις! Δηλαδή πίσω από τις «λευκές νύχτες» για παράδειγμα, δεν υπάρχει κάποιο πολιτισμικό ή θρησκευτικό έθιμο, αλλά τείνει να γίνει έθιμο προς εορτασμό, η εμπορευματοποίηση αυτή καθ’ αυτή(εμπορευματοποίηση για την εμπορευματοποίηση, πως λέμε τέχνη για την τέχνη). Δεν θα αναλύσω περαιτέρω τις φιλοσοφικές προεκτάσεις όλου αυτού του φαινομένου, θα αναφερθώ όμως σε κάποιες αμιγώς πρακτικές.
Καταρχήν, αν για κάποιο ΚΎΡΙΟ λόγο γίνεται όλο αυτό στην Ελλάδα, είναι για να αναπτυχθεί και στη χώρα μας –ή τέλοσπάντων να προωθηθεί ακόμη περισσότερο- η κουλτούρα να ψωνίζει ο κόσμος από πολυκαταστήματα τύπου mall και από αλυσίδες καταστημάτων γενικότερα. Πολλοί μικρομαγαζάτορες, παγιδευμένοι από τις συνέπειες της κρίσης, των κυβερνητικών μέτρων, και του ανταγωνισμού από τα μεγάλα μονοπώλια, ψάχνουν να πιαστούν από τα μαλλιά τους και μη μπορώντας να καταλάβουν ότι όλο αυτό θα τους γυρίσει μπούμερανγκ, ελπίζουν ότι υποστηρίζοντας τέτοιες δράσεις –και ξεζουμίζοντας τους υπαλλήλους τους και τον εαυτό τους- όλο και κάτι θα καταφέρουν. Στην πραγματικότητα η μοίρα τους είναι προδιαγεγραμμένη, και με το να υποστηρίζουν όλες αυτού του τύπου τις δράσεις το μόνο που καταφέρνουν είναι να τραβούν κουπί στη γαλέρα του αφανισμού τους. Τα δικά τους ταμεία και πάλι δεν γεμίζουν. Αλλά ακόμη και αν γεμίσουν πόση ανάσα να τους δώσει μια μέρα, όταν έχουν να τα βάλλουν με κολοσσούς οι οποίοι έχουν τεράστια ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, και ειδικότερα αυτό της δυνατότητας να πουλούν φτηνότερα σε μια κοινωνία που μαστίζεται από την κρίση.
Για τους εργαζόμενους αυτό σημαίνει τέντωμα ωραρίου, εργασία τις Κυριακές, χωρίς αυτό τις περισσότερες φορές να έχει ανάλογη αύξηση, ή να μην έχει και καθόλου αύξηση στις αποδοχές τους. Πέρα όμως από τις άμεσες επιπτώσεις, υπάρχουν και η μακροχρόνιες που είναι και πιο επικίνδυνες. Δηλαδή το ότι οι εργαζόμενοι συνηθίζουν να αποδέχονται ένα ωράριο λάστιχο, χωρίς κάποιο πραγματικό αντίκρισμα, αλλά και το ότι όλο αυτό γίνεται στο ευρύτερο πλαίσιο ενός επιταχυνόμενου ξηλώματος των όποιων κεκτημένων τους δικαιωμάτων.
Για τους τελικούς καταναλωτές, τέτοιου είδους «φιέστες» ίσως αποτελούν μια ευκαιρία να «ξεσπάσουν» ξοδεύοντας τα τελευταία του χρήματα σε τιμή ευκαιρίας. Όμως και αυτοί θα πρέπει να αντιληφθούν ότι για αυτήν τους την κατάσταση της φτωχοποίησης, συνυπεύθυνες είναι αυτές ακριβώς οι πολυεθνικές, αλλά και οι τράπεζες των πιστωτικών και των δανείων. Αυτός είναι και ο λόγος που τόσο οι μικρομαγαζάτορες, όσο και οι «τελικοί καταναλωτές», πρέπει να συνταχθούν με το οργανωμένο εργατικό κίνημα το οποίο από την αρχή αυτών των φαινομένων κινητοποιείται και προσπαθεί να εμποδίσει αυτήν την κουλτούρα –και τα όποια νομοθετήματα και θεσμούς την συνοδεύουν- από το να κατακτήσει τη συνείδηση του λαού μας.
Λαγωνικάκης Φραγκίσκος(Poexania)
[1] Ασφαλώς, τόσο η μέρα της γυναίκας, όσο και η πρωτομαγιά, έχουν άλλο νόημα για το εργατικό λαϊκό κίνημα, όμως ο καπιταλιστικός κόσμος δεν χάνει την ευκαιρία να τους διαστρεβλώσει το νόημα, αφενός για να εκμεταλλευθεί εμπορικά, και αφετέρου για να υποβαθμίσει τη σημασία τους ως επετείους συνδεδεμένες με τους αγώνες για την ανθρώπινη χειραφέτηση.
Στην καπιταλιστική εποχή, που το εμπόριο έχει μπει χωρίς αμφιβολία στο προσκήνιο, πέρα από την αύξηση της σε όγκο, η εν λόγω σχέση έχει συσφιχθεί σε τέτοιο βαθμό που θα λέγαμε ότι το εμπόριο και οι διάφοροι επετειακοί εορτασμοί έχουν αποκτήσει αλληλεξάρτηση συμβιωτική. Οι πολυεθνικές θεωρούν την περίοδο των Χριστουγέννων ως χρυσοφόρα, και στα πλαίσια αυτής επενδύουν στην διαφήμιση, σε ειδικές κυκλοφορίες προϊόντων, σε εφοδιασμό των καταστημάτων, σε αύξηση του πλάνου παραγωγής, κλπ. Αντίστοιχες τέτοιου είδους επέτειοι είναι η γιορτή του αγίου Βαλεντίνου, το Χάλοουιν, η μέρα της γυναίκας, η πρωτομαγιά[1]κ.α.
Έχουν περάσει μόλις τρείς μέρες από το προηγούμενο μου άρθρο που μιλούσε για τον πολιτισμικό ιμπεριαλισμό, και το πως, στη χώρα μας αλλά και αλλού αντιγράφονται τα αμερικάνικα έθιμα. Χθες λοιπόν, σε μια παρέα φίλων, έπεσε στο τραπέζι το ζήτημα της «Μαύρης Παρασκευής», για το οποίο κάτι είχε πάρει το αυτί μου αλλά δεν του είχα δώσει και πολύ σημασία. Η «Μαύρη Παρασκευή» είναι ένα ακόμη εισαγόμενο από την Αμερική έθιμο, το οποίο σηματοδοτεί την έναρξη των χριστουγεννιάτικων αγορών. Στα πλαίσια αυτής, κάποια καταστήματα –κυρίως αλυσίδες ή συγκροτήματα πολυκαταστημάτων- ανοίγουν από τα αχάραχτα κάνοντας ειδικές προσφορές στους πελάτες μέχρι εξαντλήσεως των αποθεμάτων τους. Στο αμέρικα παρατηρείται το φαινόμενο να στοιβάζονται πλήθη κόσμου έξω από τα καταστήματα, περιμένοντας τα να ανοίξουν, προκειμένου να προλάβουν να αγοράσουν σε προσφορά το προϊόν που επιθυμούν. Η εικόνα που παρουσιάζει ο κόσμος που στοιβάζεται έξω από τα μαγαζιά, είναι τέτοια, που ομοιάζει με τη ταινία τρόμου του George Romero “Dawn of the dead”, η οποία είχε φτιαχτεί ακριβώς για να σατιρίσει το φαινόμενο του υπερκαταναλωτισμού παρομοιάζοντας τους ανθρώπους με ζόμπι που κάνουν επιδρομή στα διάφορα mall.
Η μόνη διαφορά που υπάρχει είναι ότι σε αυτήν την περίπτωση η πραγματικότητα ξεπερνά τη φαντασία του καλλιτέχνη.
Τα βήματα προς την απελευθέρωση του ωραρίου των καταστημάτων και του ωραρίου εργασίας, άνοιξαν το δρόμο για την υιοθέτηση τέτοιων εθίμων και στη χώρα μας. Και δεν είναι μόνο οι «μαύρες παρασκευές» αλλά και η Κυριακάτικη λειτουργία των καταστημάτων, και οι «λευκές νύχτες», που και σε αυτές το ωράριο γίνεται λάστιχο, με αποτέλεσμα οι εργαζόμενοι να αναγκάζονται να κάνουν ολονυχτίες πίσω από τις ταμειακές και ανάμεσα στα ράφια. Δεν γνωρίζω άμα οι «λευκές νύχτες» είναι και αυτές εισαγόμενο έθιμο, πάντως στη χώρα μας παίρνουν χαρακτήρα πανηγυριού, αφού οι δήμοι καλούν συγκροτήματα, στολίζουν τους εμπορικούς δρόμους, διαφημίζουν το γεγονός κ.α. Το αποτέλεσμα είναι να έχουμε φτάσει πλέον στο τρελό σημείο όχι να εμπορευματοποιούνται οι γιορτές αλλά να γιορτάζονται οι εμπορευματοποιήσεις! Δηλαδή πίσω από τις «λευκές νύχτες» για παράδειγμα, δεν υπάρχει κάποιο πολιτισμικό ή θρησκευτικό έθιμο, αλλά τείνει να γίνει έθιμο προς εορτασμό, η εμπορευματοποίηση αυτή καθ’ αυτή(εμπορευματοποίηση για την εμπορευματοποίηση, πως λέμε τέχνη για την τέχνη). Δεν θα αναλύσω περαιτέρω τις φιλοσοφικές προεκτάσεις όλου αυτού του φαινομένου, θα αναφερθώ όμως σε κάποιες αμιγώς πρακτικές.
Καταρχήν, αν για κάποιο ΚΎΡΙΟ λόγο γίνεται όλο αυτό στην Ελλάδα, είναι για να αναπτυχθεί και στη χώρα μας –ή τέλοσπάντων να προωθηθεί ακόμη περισσότερο- η κουλτούρα να ψωνίζει ο κόσμος από πολυκαταστήματα τύπου mall και από αλυσίδες καταστημάτων γενικότερα. Πολλοί μικρομαγαζάτορες, παγιδευμένοι από τις συνέπειες της κρίσης, των κυβερνητικών μέτρων, και του ανταγωνισμού από τα μεγάλα μονοπώλια, ψάχνουν να πιαστούν από τα μαλλιά τους και μη μπορώντας να καταλάβουν ότι όλο αυτό θα τους γυρίσει μπούμερανγκ, ελπίζουν ότι υποστηρίζοντας τέτοιες δράσεις –και ξεζουμίζοντας τους υπαλλήλους τους και τον εαυτό τους- όλο και κάτι θα καταφέρουν. Στην πραγματικότητα η μοίρα τους είναι προδιαγεγραμμένη, και με το να υποστηρίζουν όλες αυτού του τύπου τις δράσεις το μόνο που καταφέρνουν είναι να τραβούν κουπί στη γαλέρα του αφανισμού τους. Τα δικά τους ταμεία και πάλι δεν γεμίζουν. Αλλά ακόμη και αν γεμίσουν πόση ανάσα να τους δώσει μια μέρα, όταν έχουν να τα βάλλουν με κολοσσούς οι οποίοι έχουν τεράστια ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα, και ειδικότερα αυτό της δυνατότητας να πουλούν φτηνότερα σε μια κοινωνία που μαστίζεται από την κρίση.
Για τους εργαζόμενους αυτό σημαίνει τέντωμα ωραρίου, εργασία τις Κυριακές, χωρίς αυτό τις περισσότερες φορές να έχει ανάλογη αύξηση, ή να μην έχει και καθόλου αύξηση στις αποδοχές τους. Πέρα όμως από τις άμεσες επιπτώσεις, υπάρχουν και η μακροχρόνιες που είναι και πιο επικίνδυνες. Δηλαδή το ότι οι εργαζόμενοι συνηθίζουν να αποδέχονται ένα ωράριο λάστιχο, χωρίς κάποιο πραγματικό αντίκρισμα, αλλά και το ότι όλο αυτό γίνεται στο ευρύτερο πλαίσιο ενός επιταχυνόμενου ξηλώματος των όποιων κεκτημένων τους δικαιωμάτων.
Για τους τελικούς καταναλωτές, τέτοιου είδους «φιέστες» ίσως αποτελούν μια ευκαιρία να «ξεσπάσουν» ξοδεύοντας τα τελευταία του χρήματα σε τιμή ευκαιρίας. Όμως και αυτοί θα πρέπει να αντιληφθούν ότι για αυτήν τους την κατάσταση της φτωχοποίησης, συνυπεύθυνες είναι αυτές ακριβώς οι πολυεθνικές, αλλά και οι τράπεζες των πιστωτικών και των δανείων. Αυτός είναι και ο λόγος που τόσο οι μικρομαγαζάτορες, όσο και οι «τελικοί καταναλωτές», πρέπει να συνταχθούν με το οργανωμένο εργατικό κίνημα το οποίο από την αρχή αυτών των φαινομένων κινητοποιείται και προσπαθεί να εμποδίσει αυτήν την κουλτούρα –και τα όποια νομοθετήματα και θεσμούς την συνοδεύουν- από το να κατακτήσει τη συνείδηση του λαού μας.
Λαγωνικάκης Φραγκίσκος(Poexania)
[1] Ασφαλώς, τόσο η μέρα της γυναίκας, όσο και η πρωτομαγιά, έχουν άλλο νόημα για το εργατικό λαϊκό κίνημα, όμως ο καπιταλιστικός κόσμος δεν χάνει την ευκαιρία να τους διαστρεβλώσει το νόημα, αφενός για να εκμεταλλευθεί εμπορικά, και αφετέρου για να υποβαθμίσει τη σημασία τους ως επετείους συνδεδεμένες με τους αγώνες για την ανθρώπινη χειραφέτηση.
(Αναδημοσίευση από το μπλογκ Αμπελοφιλοσοφίες)
Εξαιρετικό άρθρο, συγχαρητήρια για την επιλογή.
ΑπάντησηΔιαγραφή